«Καμία χώρα δεν θα επέτρεπε να βρέχει πυραύλους πάνω στους πολίτες
της ». Κάνοντας αυτή τη δήλωση, τη βασισμένη στην κοινή λογική, ο πρόεδρος
των ΗΠΑ οπωσδήποτε δεν σκεφτόταν τους Παλαιστίνιους της Γάζας, αδύναμη λεία των
ισραηλινών βομβών και πυραύλων, που καμιά φορά πέφτουν από F-16 ή από ελικόπτερα
Απάτσι αμερικανικής κατασκευής.
Εδώ και χρόνια, με την ίδια κανονικότητα, τα ίδια ανάποδα επιχειρήματα καθορίζουν τα γεγονότα στην Παλαιστίνη. Καταρχάς, το αναμάσημα της μονομερούς ιστορίας, σύμφωνα με την οποία η « τρομοκρατία » των πολιορκημένων δικαιολογεί τα « αντίποινα » των πολιορκητών. Στη συνέχεια, η ασυλία σ’ εκείνον από τους
εμπόλεμους, ο οποίος, ενώ έχει συντριπτική στρατιωτική υπεροχή, παρουσιάζει τον εαυτό του ως θύμα, λίγο πριν εξαπολύσει μια νέα ένοπλη επίθεση. Και τέλος, η ανάδειξη της δημοκρατικής φύσης του Ισραήλ, του οποίου όμως η κυβέρνηση συμπεριλαμβάνει τη ρατσιστική ακροδεξιά, που εκπροσωπείται από τον υπουργό Εξωτερικών.
Η Αραβική Άνοιξη άλλαξε, άραγε, τόσο λίγα πράγματα στη Μέση Ανατολή που είναι ακόμα δυνατόν να αναπαραχθεί το ίδιο σενάριο στη Γάζα, τέσσερα χρόνια μετά την επιχείρηση « Συμπαγές μολύβι » [1];
Αναλύοντας την εξέλιξη της περιοχής από το 2011, ο Χουσεΐν Άγα και ο Ρόμπερτ Μάλεϊ αποκάλυψαν πρόσφατα τις αδυναμίες της συνήθους ανάγνωσης των γεγονότων: «Οι ΗΠΑ είναι σύμμαχοι του Ιράκ, που είναι σύμμαχος του Ιράν, που υποστηρίζει το συριακό καθεστώς, που οι ΗΠΑ θέλουν ν’ ανατρέψουν. Οι ΗΠΑ είναι επίσης σύμμαχοι του Κατάρ, που χρηματοδοτεί τη Χαμάς, και της Σαουδικής Αραβίας, που χρηματοδοτεί τους σαλαφιστές, από τους οποίους εμπνέονται οι τζιχαντιστές, που σκοτώνουν Αμερικανούς » [2]. Τουλάχιστον στη Γάζα τα πράγματα στην αρχή φαίνονταν πιο εύκολα… Αποδυναμωμένος από το χαμένο του στοίχημα υπέρ του ρεπουμπλικάνου υποψήφιου, Μιτ Ρόμνεϊ, ο Νετανάχιου θέλησε να κάνει ένα εκλογικό λίφτινγκ στην πλάτη των Παλαιστινίων. Εκτίμησε, λοιπόν, ότι η ρίψη πυραύλων στις ισραηλινές πόλεις θα τον υποχρέωνε να τιμωρήσει για μια φορά ακόμη τη Χαμάς, την οποία θεωρεί ανίκανη να εμποδίσει τις εχθροπραξίες. Μόνο που « ξέχασε » ότι οι ρίψεις ξεκίνησαν στις 10 Φεβρουαρίου 2002, δηλαδή, ενόσω ο ισραηλινός στρατός στρατοπέδευε ακόμα στη Γάζα.
Σε αυτήν την υπόθεση, η Ευρώπη συμπεριφέρθηκε ως διπλωματικός ακόλουθος του Τελ-Αβίβ. Και η Γαλλία συμμετείχε στην ευθυγράμμιση πλήρως. Στις αρχές Νοεμβρίου, παρουσία του Ισραηλινού πρωθυπουργού, ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ θεώρησε χρήσιμο να κάνει κατήχηση στην Παλαιστινιακή Αρχή, ο οποία παραμπήκε στον πειρασμό « να ψάξει στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ αυτό που δεν παίρνει από τις διαπραγματεύσεις » [3]. Για ποιες διαπραγματεύσεις ακριβώς μιλούσε; Λίγες μέρες αργότερα, ο υπουργός Εξωτερικών, Λοράν Φαμπύς, συνόψισε τα πρόδρομα της κρίσης της Γάζας με αυτούς τους όρους : « Υπήρξαν ρίψεις πυραύλων ενάντια στο Ισραήλ κατά τη διάρκεια του σαββατοκύριακου. Έτσι, το Ισραήλ ανταπάντησε » [4]. Ούτε μια λέξη δεν βρήκε πει παραπάνω από εκείνες που του υπέδειξαν από κοινού οι Αμερικανοί και οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι η γαλλική διπλωματία έχει πλέον συνδέσει απροκάλυπτα τη μοίρα της με την αμερικανική, τουλάχιστον στο παλαιστινιακό ζήτημα, γεγονός ανεπίτρεπτο για το πολιτικό μέγεθος και την ιστορία της.
tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου