Το ζήτημα της λειτουργίας του κράτους και της ανάγκης μιας διοικητικής μεταρρύθμισης, έρχεται και ξανάρχεται στο προσκήνιο, με ή χωρίς τους εξωτερικούς εξαναγκασμούς που μας επιβάλλει η συγκυρία. Όμως ο δημόσιος τομέας φαίνεται πως είναι ένα από τα τελευταία οχυρά της παλιάς τάξης πραγμάτων και οι προτάσεις περιορισμού (τόσο για λόγους κόστους όσο και για λόγους αποτελεσματικότητας) πέφτουν συνεχώς στο κενό. Η πεισματική μάλιστα άρνηση της αριστεράς (καμιά απόλυση στο δημόσιο) είναι η ίδια με τη συνταγή της ομελέτας χωρίς σπασμένα αυγά. Η συνέχιση όμως της ανακολουθίας μεταξύ εξαγγελιών και πράξεων, σε συνδυασμό με την περικοπή
των μισθών, οδηγεί τον κλάδο του δημοσίου σε μια περίοδο παρατεταμένης ανασφάλειας και σε μια σχεδόν λευκή απεργία που παρασύρει ολόκληρο το πρόγραμμα της παλιάς ή της καινούργια ανάπτυξης.
των μισθών, οδηγεί τον κλάδο του δημοσίου σε μια περίοδο παρατεταμένης ανασφάλειας και σε μια σχεδόν λευκή απεργία που παρασύρει ολόκληρο το πρόγραμμα της παλιάς ή της καινούργια ανάπτυξης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της περιόδου η πλήρης αδυναμία της λειτουργίας των μηχανισμών διαχείρισης του ΚΠΣ. Σε ένα ήδη μισοπεθαμένο σύστημα, αυτό ήταν ίσως το θανάσιμο πλήγμα. Παρά τα αντιθέτως λεγόμενα, η περίφημη έλλειψη απορροφητικότητας, δεν ήταν αποτέλεσμα αδυναμίας, ανικανότητας ή παρεκτροπής. Ήταν προϊόν σχεδιασμού όπου η εγκαθίδρυση μιας πολυπληθούς ενδιάμεσης γραφειοκρατίας ως μοναδικό σκοπό είχε την αναπαραγωγή της δια της στεγανότητας στη ροή των πληροφοριών και της εν κρυπτώ διαχείρισης. Η γενική ιδέα ήταν ότι αυτά μένουν εντός του κλειστού κυκλώματος της πολιτικο-διαχειριστικής γραφειοκρατίας ώστε να είναι δυνατός ο απόλυτος έλεγχος ή η διαβλητή διαδικασία του κατεπείγοντος στο τέλος της περιόδου. Η επιτάχυνση των διαδικασιών δεν είναι προφανώς λύση γιατί θα οδηγήσει σε προχειρότητες, σε έργα μαϊμού, σε εικονικές πραγματικότητες, σε κατασκευασμένες και προσχηματικές ανάγκες. Η πραγματική οικονομία, αυτή που συνδέεται με την καινοτομία, τις παραγωγικές επενδύσεις, τις εξαγωγές, θα περιμένει. Την νέα τετραετία ή το επόμενο ΚΠΣ.
Και βέβαια μια από τις λύσεις είναι η τόνωση της αγοράς. Όμως κι αυτό μπορεί να είναι αέρας κοπανιστός χωρίς σοβαρή συζήτηση για το περιεχόμενο της ανάπτυξης. Η άποψη ρίξτε χρήμα στην αγορά (μεγάλα οδικά έργα, οικοδομή) είναι και ξεπερασμένη και ανιστόρητη. Είναι αυτό που ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης ονόμαζε φτηνή ανάπτυξη. Γιατί είναι προφανές ότι έτσι δεν δημιουργείται προστιθέμενη αξία ή πολλαπλασιαστικά οφέλη ούτε σταθερές θέσεις εργασίας. Η άποψη όμως αυτή είναι ακόμα κυρίαρχη. Τόσο στη δεξιά όσο και στην αριστερά. Οι επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας, η καινοτομία, η νέα αγροτική οικονομία, τα ολοκληρωμένα έργα τοπικής ανάπτυξης, η εγχώρια παραγωγή τεχνολογικού εξοπλισμού και εν τέλει οι εξαγωγές είναι άγνωστη χώρα.
Τα αυτά ισχύουν και για την «πράσινη ανάπτυξη». Όσοι οικολογούντες ή μη την ταυτίζουν αφελώς με μερικές ακόμη ανεμογεννήτριες, είναι βαθιά νυχτωμένοι. Γιατί ακόμα και οι πιο απλές από τις νέες αυτές εφαρμογές, απαιτούν εύρυθμη αγορά, αξιόπιστο τραπεζικό σύστημα, εταιρείες με την αντίστοιχη ικανότητα, ενημερωμένη και συμμετέχουσα αυτοδιοίκηση, ειδικευμένα επί τόπου στελέχη. Οι νέες θέσεις εργασίας που εύκολα προβάλλονται με νούμερα, δεν δημιουργούνται παρά με προϋποθέσεις και υποδομές που συνήθως απουσιάζουν.
Στα τρανταχτά παραδείγματα ανήκουν η παρολίγον κατάρρευση του συστήματος ΔΕΗ-ΔΕΣΜΗΕ σε ότι αφορά το ζήτημα του υπολογισμού, της διαχείρισης και της πληρωμής των τελών ΑΠΕ (που πληρώνει ο καταναλωτής) και που θα έπρεπε να αποδίδονται στους παραγωγούς ενέργειας, και οι οποίοι μέσω της αδυναμίας πληρωμών βρίσκονται στα όρια της χρεωκοπίας. Είναι αυτοί οι ίδιοι που καλούνται να προωθήσουν τα μεγάλα έργα «πράσινης ανάπτυξης», με τις τεράστιες όμως οφειλές από πλευράς δημοσίου, με μηδέν δανειακή ρευστότητα και με μια επιπλέον φορολογία (επί του τζίρου) από 10-30%. Στα ίδια αδιέξοδα – εξ αντανακλάσεως – οδηγήθηκε και η «ΔΕΗ Ανανεώσιμες» που θα ήταν υποτίθεται το όχημα για την προώθηση των μεγάλων ενεργειακών έργων από τον ήλιο, τον άνεμο και τη γεωθερμία. Εμείς όμως, και ιδίως η αριστερά, επιμένει: η ενέργεια στο κράτος! Τη στιγμή που αυτό έχει εκ των πραγμάτων ξεπεραστεί, τη στιγμή που μέσω των ΑΠΕ έχουμε περάσει στην εποχή της ιδιο-παραγωγής και μέσω της απελευθέρωσης στην εμπορία δια των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Αν είναι κάτι που θα έπρεπε να κρατήσει το κράτος είναι τα δίκτυα: αυτά που δεν μπορεί να κάνει κανένας ιδιώτης γιατί εξορισμού είναι εκτός των μηχανισμών της αγοράς. Και κάνουμε ακριβώς το αντίθετο: θέλουμε την παραγωγή και την εμπορία στο κράτος και τα δίκτυα στους ιδιώτες. Και αυτό το βαφτίζουμε αριστερό ενώ στην πραγματικότητα είναι υποχώρηση απέναντι στο συντεχνιακό παρακράτος. Και για να θολώσουμε ακόμα περισσότερο το τοπίο, υπερασπιζόμαστε ακόμα τη σαπουνόφουσκα του κ. Παπακωνσταντίνου με το πρόγραμμμα ΗΛΙΟΣ που το ψήφισε κιόλας η Βουλή χωρίς τεχνική μελέτη, χωρίς οικονομική αξιολόγηση και κυρίως χωρίς τη συμφωνία με τη Γερμανική πλευρά.
Τελευταία επισήμανση: Ο αντι-Ευρωπαϊσμός του πολιτικού συστήματος. Από το ΕΟΚ και ΝΑΤΟ μέχρι σήμερα δεν άλλαξαν και πολλά πράγματα στην ιδεολογική προσέγγιση των βασικών πολιτικών δυνάμεων απέναντι στην ΕΕ. Ο αντι-Ευρωπαϊσμός ήταν έκδηλος για όλη αυτή την περίοδο (με εξαίρεση ίσως την περίοδο Σημίτη, αλλά όχι και των υπουργών της κυβέρνησής του) με χαρακτηριστικά:
- Την άρνηση και την υπονόμευση της Κοινοτικής νομοθεσίας που γενικά ήταν αντιληπτή ως επαχθής υποχρέωση και όχι ως κοινή συμφωνία. Η υπουργία στο ΥΠΕΧΩΔΕ της Βάσως Παπανδρέου ήταν συνώνυμη με μια γενικευμένη επίθεση εναντίον του πνεύματος των Οδηγιών και των Κανονισμών της Επιτροπής για το περιβάλλον και τη βιώσιμη ανάπτυξη με αποτέλεσμα βέβαια, εκτός των άλλων, την διάβρωση της αξιοπιστίας της χώρας σε ότι αφορά στην ουσία της αποδοχής της διαδικασίας της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
- Την φυσική αποστροφή της συμμετοχής στα Κοινοτικά όργαν Ακραία αλλ όχι μοναδικά παραδείγματα οι κορυφαίοι υπουργοί των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ Λαλιώτης και Σουφλιάς που δεν πάτησαν το πόδι τους στις Βρυξέλλες και στα Συμβούλια Υπουργών για μια περίοδο 10 περίπου ετών!
- Την πλήρη απουσία της Ελλάδας στη συνδιαμόρφωση πολιτικών για την ανάπτυξη (εκτός ίσως Πανεπιστημίων/Ερευνητών) την αγροτική πολιτική, το περιβάλλον και την διεκδίκηση σχετικών πόρων (π.χ. εμπόριο εκπομπών, δίκτυα, μεγάλα ενεργειακά έργα κτλ.)
Η αποστροφή αυτή ήταν το ανάλογο ενός γενικού αντιιμπεριαλιστικού μοτίβου που καλλιεργήθηκε μεν από την Αριστερά, αλλά στην ουσία διέτρεξε και διάβρωσε όλα σχεδόν τα πολιτικά κόμματα και πολλές κοινωνικές οργανώσεις. Αυτή η βαθιά και επί της ουσίας περιφρόνηση του Ευρωπαϊκού κεκτημένου αντανακλάται τόσο στη δήλωση Χρισοχοίδη (δεν διάβασα το Μνημόνιο) όσο και στην επί της ουσίας απόρριψη της συναπόφασης της Δανειακής Σύμβασης από το Σύριζα. Στην πραγματικότητα, αυτή η αριστερά παραλαμβάνει αυτό που καλλιέργησαν οι προηγούμενοι (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ) και το κάνει σημαία του αντι- Ευρωπαϊσμού, παρά την ρητορεία του «ανήκουμε στην Ευρώπη». Αυτό θα μπορούσε να ερμηνευθεί πως θέλουμε μόνο τα ευρώ και όχι την ουσία του Ευρωπαϊκού γίγνεσθαι.
Το συμπέρασμα είναι προφανώς ότι τα ράσα δεν κάνουν τον παπά. Ένα κράτος σε συνθήκες υπανάπτυξης ή ένας διεφθαρμένος ιδιωτικός τομέας, παρέχουν την ίδια ποιότητα υπηρεσιών, δημιουργούν τα ίδια ελλείμματα, περιφρονούν με τον ίδιο τρόπο το περιβάλλον. Υπάρχει άραγε τρίτος δρόμος; Η Ευρωπαϊκή βέβαια σοσιαλδημοκρατία έχει λίγο πολύ τοποθετηθεί. Ο Γκόραν Πέρσον σε ομιλία του το 2010 στην Αθήνα, είπε πως το Σουηδικό παράδειγμα ήταν μια υπαρκτή απάντηση στο δίλημμα : Οι ιδιώτες στην οικονομία και το κράτος στην κοινωνική πρόνοια.
Η δική μας κεντροαριστερά, και κυρίως η ΔΗΜΑΡ, έκανε ένα πολύ αποφασιστικό και ίσως σωτήριο για τη χώρα βήμα και βοήθησε να κρατήσουμε το κεφάλι έξω από το νερό. Είπε ένα θαρεραλέο ναι στη συγκυβέρνηση και ένα ηχηρό όχι στο λαϊκισμό. Χωρίς όμως πολιτική θεωρία και χωρίς την τόλμη για ρήξεις με το συντηρητικό της παρελθόν δεν θα πάει μακρυά. Θα ταλαντεύεται ανάμεσα σε έναν ιστορικά χρεωκοπημένο κρατισμό και σ’ένα άκομψο αντικαπιταλισμό προς τέρψιν όμως των αντιπάλων της. Οι οποίοι, είτε με τον δεξιό, είτε με τον αριστερό δογματισμό, θα εισπράττουν τα κέρδη της καθαρότητας…..
Ο Ηλίας Ευθυμιόπουλος είναι ένας εκ των συγγραφέων και επιμελητής του βιβλίου «Για μια Δημοκρατική και Οικολογική Αριστερά» που παρουσιάζεται την Δευτέρα 21 Ιανουαρίου, ώρα 19.00, στο αμφιθέατρο του 9.84 στο Γκάζι.
Ομιλητές θα είναι οι Φώτης Κουβέλης πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Κωστής Χατζηδάκης υπουργός Ανάπτυξης, Τάσος Γιαννίτσης τ.υπουργός, Άννυ Ποδηματά ευρωβουλευτής, και Ηλίας Ευθυμιόπουλος, επιμελητής της έκδοσης. Θα συντονίσει ο δημοσιογράφος και διευθυντής του 9,84 Τάκης Καμπύλης.
tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου