Δεν πρόκεται για καμιά ξαφνική επιφοίτηση του Φινλανδού επιτρόπου και της Γερμανίδας καγκελαρίου. Την παροιμία με τα πόδια που δεν πρέπει να τ’ απλώνουμε πέρα από το πάπλωμα την είχαν ήδη επινοήσει οι παππούδες μας, ίσως και οι παππούδες των παππούδων μας, και φαντάζομαι ότι κάποια αντίστοιχη παροιμία θα ήξερε και ο παππούς του κ. Ρεν -για τον παππού της κ. Μέρκελ είμαι σχεδόν βέβαιος, καθότι οι Γερμανοί φημίζονται για τη σύνεσή τους. Και η παροιμία αυτή δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας περίπλοκης διανοητικής και ηθικής διεργασίας, αλλά υπαγορευόταν από την κοινή λογική της εποχής, τη λογική ότι καταναλώνουμε σήμερα αυτά που παράγουμε σήμερα κι αυτά που μπορούμε να πληρώσουμε στο χέρι σήμερα, όχι αυτά που θα μπορούμε να πληρώσουμε σε εξήντα μήνες -έστω και άτοκους.
Αν λοιπόν διαπιστώνουμε αίφνης ότι η μισή Ευρώπη ζει πέρα από τις δυνατότητές της, ίσως θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι ακριβώς μεσολάβησε και πώς φτάσαμε σε αυτήν την κατάσταση. Μετατοπίστηκε ξαφνικά η κοινή λογική και η κρατούσα ηθική σε πανευρωπαϊκό επίπεδο; Ή μήπως συμβαίνει κάτι άλλο;
Για να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα, ας επιστρέψουμε στα καθ’ ημάς και ας θυμηθούμε πώς ήταν τα πράγματα στην Ελλάδα μόλις είκοσι χρόνια πριν -σαν να λέμε χτες: τότε που για να πάρει κανείς στεγαστικό δάνειο έπρεπε να φτύσει αίμα, που η πιστωτική κάρτα ήταν αξεσουάρ για ολίγους και τα καταναλωτικά δάνεια απλά δεν υπήρχαν. Και μετά έγινε ένα μπαμ, και ξαφνικά άρχισαν οι τράπεζες
να μοιράζουν χρήμα φτηνό, και πάρε κόσμε πιστωτικές με μηδέν συνδρομή και προνομιακό επιτόκιο, και πάρε στεγαστικά και πασχαλοδάνεια και διακοποδάνεια.
Η αλλαγή αυτή δεν ήρθε τυχαία και δεν ήρθε από μόνη της. Ήταν μια πολιτική επιλογή, ταιριαστή ίσως με τη νέα παγκοσμιοποιημένη οικονομία, που υπηρετήθηκε πιστά και με συνέπεια από κυβερνήσεις και κοινοβούλια, ήταν η σκόπιμη αντικατάσταση ενός αναπτυξιακού μοντέλου από ένα άλλο, εντελώς διαφορετικό στη λογική και τα χαρακτηριστικά του από το προηγούμενο: από μια σχετική ισορροπία μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, περάσαμε σε μια λογική υπερκατανάλωσης πληρωμένης με δανεικό χρήμα. Λογική που επικράτησε διότι, πέραν του ότι υπηρετήθηκε σε πολιτικό επίπεδο, προωθήθηκε επίμονα από το ένα άκρο της αγοράς μέσω της διαφήμισης και αγκαλιάστηκε από το άλλο άκρο της αγοράς λόγω της αίσθησης ευμάρειας που προσέφερε. Αυτό το αναπτυξιακό μοντέλο έδωσε σε πολλούς τη δυνατότητα να αγοράσουν δικό τους σπίτι, καλύτερο αυτοκίνητο ή να κάνουν ταξίδια που δεν τολμούσαν να ονειρευτούν -κι αυτό από μόνο του δεν θα ήταν κακό, μόνο που αν μπεις σε τούτη τη λογική είναι δύσκολο να βάλεις φρένο, κι είναι πιο εύκολο να φτάσεις στο τρίτο Ι.Χ. ανά νοικοκυριό, στο τζακούζι και στο τριήμερο για σόπινγκ στο Μιλάνο.
Στην παρούσα συγκυρία, λοιπόν, αυτό το μοντέλο -του οποίου επί χρόνια βλέπαμε μόνο τα πλεονεκτήματα- δείχνει πια τα όριά του και τις αδυναμίες του. Αυτή όμως είναι μια πολιτική διαπίστωση, και πολιτική πρέπει να είναι και η συζήτηση για το τι πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα, για το αν αυτό το αναπτυξιακό μοντέλο πρέπει να μεταρρυθμιστεί ή να αντικατασταθεί από κάποιο άλλο, έχοντας συναίσθηση ότι αυτή η μετάβαση θα έχει και κόστος -τόσο μεγαλύτερο, όσο πιο απότομη η διαδικασία της μετάβασης. Κι όταν πρέπει να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις, τα επιχειρήματα που προβάλλονται υπέρ της μίας ή της άλλης επιλογής πρέπει να είναι επίσης πολιτικά, κι όχι ηθικοπλαστικού χαρακτήρα νουθεσίες όπως αυτές του κ. Ρεν και της κ. Μέρκελ.
Κοντολογίς, από ανθρώπους που ασκούν το policy making στο υψηλότερο επίπεδο, θα περιμέναμε να μας πουν κάτι περισσότερο από τις παροιμίες των παππούδων μας.
politismos politis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου