Μια χώρα που σε μια γενιά έκανε την Τράπεζα από καταθετήριο των μικρών «οικογενειακών οικονομιών» σε δανειστή εισοδήματος που δεν παράγεται, ετοιμάζεται να κάνει ουρές απέξω για να σώσει τις καταθέσεις πριν χαθούν σε δραχμές. Μια χώρα που έκανε το αυτοκίνητο δεύτερο σπίτι και κοινωνική μαγκιά, ετοιμάζεται να παίρνει βενζίνη με το δελτίο. Μια χώρα που κατάπινε σωρηδόν τα φάρμακα όσο κανείς άλλος στην Ευρώπη, ετοιμάζεται να τα ψάχνει στη μαύρη αγορά.
Η παγκόσμια κρίση του 2008 υπενθύμισε σε όσους το είχαν ξεχάσει ότι ο παγκοσμιοποιημένος χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός δεν είχε ξεπεράσει την αστάθεια και τις περιοδικές κρίσεις του «ιστορικού καπιταλισμού». Αντιθέτως τις είχε επιτείνει. Ο ενιαίος όμως χαρακτήρας της κρίσης έβαλε το δάχτυλο επί τον τύπον των ήλων στις αδυναμίες κάθε περιοχής και χώρας. Η ευρωζώνη βρέθηκε και βρίσκεται στη μέση της θύελλας. Οι «αγορές» τής ζητάνε κάποιου είδους «κράτος» εδώ και τώρα. Οι ΗΠΑ του Ομπάμα θέλουν να ανασυντάξουν τη γεωπολιτική οντότητα της «Δύσης», αφού η κρίση μετατόπισε δραστικά την ισχύ προς την Απω Ανατολή. Η Ελλάδα αποτέλεσε από την αρχή ακραία εκδήλωση της κρίσης της ευρωζώνης καθώς «κατόρθωσε» να συνδυάσει τρεις κρίσεις ταυτόχρονα (δημόσιο έλλειμμα, δημόσιο χρέος, μεγάλο έλλειμμα ισοζυγίου πληρωμών). Ετσι, το ελληνικό δράμα αποτέλεσε συνισταμένη της ευρωπαϊκής και της εθνικής κρίσης. Το ίδιο και η πολιτική αντιμετώπισή του. Οι «αγορές» πρώτες, από τα τέλη του 2009, διέγνωσαν σωστά ότι η ελληνική ήταν δυνάμει κρίση του ευρώ. Αντιθέτως, η ΕΕ και η Γερμανία άργησαν να το καταλάβουν, αντιμετωπίζοντας αρχικά την Ελλάδα σαν τοπική αρρώστια που χρειαζόταν τοπικό φάρμακο. Οταν αργότερα ξέσπασε η κρίση της Νότιας Ευρώπης, άρχισε η αναζήτηση «συστημικών» απαντήσεων και πολιτικών μεταρρυθμίσεων στην κατεύθυνση της ενοποίησης, με ρυθμούς αργούς για το μέγεθος της κρίσης, ταχύτατους όμως για τις ώς τότε «συνήθειες» των κρατών-μελών (ο χαρακτήρας και η διορατικότητα των απαντήσεων είναι άλλο θέμα). Ετσι το ελληνικό πρόβλημα έγινε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο.
Μια χώρα που σε μια γενιά έκανε την Τράπεζα από καταθετήριο των μικρών «οικογενειακών οικονομιών» σε δανειστή εισοδήματος που δεν παράγεται, ετοιμάζεται να κάνει ουρές απέξω για να σώσει τις καταθέσεις πριν χαθούν σε δραχμές. Μια χώρα που έκανε το αυτοκίνητο δεύτερο σπίτι και κοινωνική μαγκιά, ετοιμάζεται να παίρνει βενζίνη με το δελτίο. Μια χώρα που κατάπινε σωρηδόν τα φάρμακα όσο κανείς άλλος στην Ευρώπη, ετοιμάζεται να τα ψάχνει στη μαύρη αγορά.
Η παγκόσμια κρίση του 2008 υπενθύμισε σε όσους το είχαν ξεχάσει ότι ο παγκοσμιοποιημένος χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός δεν είχε ξεπεράσει την αστάθεια και τις περιοδικές κρίσεις του «ιστορικού καπιταλισμού». Αντιθέτως τις είχε επιτείνει. Ο ενιαίος όμως χαρακτήρας της κρίσης έβαλε το δάχτυλο επί τον τύπον των ήλων στις αδυναμίες κάθε περιοχής και χώρας. Η ευρωζώνη βρέθηκε και βρίσκεται στη μέση της θύελλας. Οι «αγορές» τής ζητάνε κάποιου είδους «κράτος» εδώ και τώρα. Οι ΗΠΑ του Ομπάμα θέλουν να ανασυντάξουν τη γεωπολιτική οντότητα της «Δύσης», αφού η κρίση μετατόπισε δραστικά την ισχύ προς την Απω Ανατολή. Η Ελλάδα αποτέλεσε από την αρχή ακραία εκδήλωση της κρίσης της ευρωζώνης καθώς «κατόρθωσε» να συνδυάσει τρεις κρίσεις ταυτόχρονα (δημόσιο έλλειμμα, δημόσιο χρέος, μεγάλο έλλειμμα ισοζυγίου πληρωμών). Ετσι, το ελληνικό δράμα αποτέλεσε συνισταμένη της ευρωπαϊκής και της εθνικής κρίσης. Το ίδιο και η πολιτική αντιμετώπισή του. Οι «αγορές» πρώτες, από τα τέλη του 2009, διέγνωσαν σωστά ότι η ελληνική ήταν δυνάμει κρίση του ευρώ. Αντιθέτως, η ΕΕ και η Γερμανία άργησαν να το καταλάβουν, αντιμετωπίζοντας αρχικά την Ελλάδα σαν τοπική αρρώστια που χρειαζόταν τοπικό φάρμακο. Οταν αργότερα ξέσπασε η κρίση της Νότιας Ευρώπης, άρχισε η αναζήτηση «συστημικών» απαντήσεων και πολιτικών μεταρρυθμίσεων στην κατεύθυνση της ενοποίησης, με ρυθμούς αργούς για το μέγεθος της κρίσης, ταχύτατους όμως για τις ώς τότε «συνήθειες» των κρατών-μελών (ο χαρακτήρας και η διορατικότητα των απαντήσεων είναι άλλο θέμα). Ετσι το ελληνικό πρόβλημα έγινε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο.
Τα θαύματα όμως, τουλάχιστον στην Ελλάδα, κρατάνε μόνο τρεις μέρες. Στην περίπτωσή μας, η παγκόσμια κρίση εκτός από το τριπλό έλλειμμα, ανέδειξε και την τρομερή αδυναμία του πολιτικοκομματικού συστήματος, όπως επίσης και τη δύναμη χειραγώγησης ενός καταστρεπτικού μιντιακού συστήματος. Κατάληξη; Ο εθνικός άθλος να καταστήσουμε ξανά «ιδιαίτερη περίπτωση» το ελληνικό πρόβλημα που είχε γίνει ευρωπαϊκό. Ολοι συνέβαλαν. Η καραμανλική ΝΔ έφτασε τη χώρα ανοχύρωτη στην παγκόσμια κρίση του 2007-08, αρνήθηκε να πάρει την ευθύνη των αναγκαίων
μέτρων, διαφήμισε τα Greek statistic, και ύστερα «την έκανε». Το ΠΑΣΟΚ κοίμισε και κοιμήθηκε με το ότι «λεφτά υπάρχουν». Προς τιμήν του ύστερα ανέλαβε την εθνική ευθύνη των δύσκολων μέτρων, αλλά χωρίς να ξέρει τι να διαπραγματευτεί, χωρίς να είναι σε θέση να τα εφαρμόσει καθώς διευθυνόταν από μια περί διαγραμμάτου ηγεσία, σε στυλ ελευθεριακό αλλά και «το μαγαζί είναι του πατέρα», στηριγμένη στο πιο παλαιοκομματικό τμήμα του «παπανδρεϊσμού». Εμεινε έτσι έκθετη όχι μόνο στη σκληρότητα της κρίσης, αλλά και στη δημαγωγία της «επαναδιαπραγμάτευσης», της πρώτης μαγικής λύσης με την οποία παραμύθιασαν τους δοκιμαζόμενους πολίτες η ΝΔ του κ. Σαμαρά και η ηλιθιότητα των χρήσιμων προπαγανδιστών του που είχαν βαλθεί να τον φέρουν στην εξουσία. Σήμερα η ΝΔ του κ. Σαμαρά, η Δεξιά και η Κεντροδεξιά, βρίσκεται με την «καυτή πατάτα» στο χέρι και καλείται να δείξει εμπράκτως την πατριωτική της ευθύνη: να κρατήσει την Ελλάδα στην Ευρώπη, στην οποία ανήκουμε. Εχει όμως με τη σειρά της να αντιμετωπίσει τη δημαγωγία της νέας «μαγικής λύσης», τη λύση της δραχμής, με την οποία παραμυθιάζουν τους εξουθενωμένους Ελληνες οι μελλοντικοί αρχιμαυραγορίτες και ανοήτως ένα μεγάλο μέρος της παραδοσιακής Αριστεράς.
Ο «κύκλος της χαμένης πολιτικής», ο «κύκλος των ανενδοίαστων δημαγωγών». Συνδυάστηκαν στην πιο άθλια σε ευρωπαϊκό τουλάχιστον επίπεδο πολιτική διαχείριση της κρίσης, μετατρέποντάς την σε υπαρξιακή, γεωπολιτική και ιστορική. Θα είναι η τρίτη φορά που αυτή η χώρα, ενώ ιστορικά έχει δείξει αξιοσημείωτη δεκτικότητα στην πρόοδο, θα την «πατήσει» γιατί θα χάσει τον προσανατολισμό της και την ορθοφροσύνη της σε άλλη μία περίοδο παγκόσμιας γεωπολιτικής σύγχυσης και ανακατάταξης. Την έπαθε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο με τη μικρασιατική ήττα, την έπαθε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο με τον Εμφύλιο. Τώρα ή μετά μερικούς μήνες, κινδυνεύει να βρεθεί εκτός Ευρώπης σε μια μάλιστα περίοδο που επιταχύνονται οι εκεί διεργασίες.
Παίζουμε τις παρατάσεις. Η πρώτη είναι τώρα. Ελπίζουμε ότι η πολιτική ηγεσία και η κοινωνία θα τα καταφέρουν να μείνουμε στο παιχνίδι. Η επόμενη παράταση θα είναι μετά τις εκλογές (που δεν μπορούν να αργήσουν πολύ) και την πολιτική δυναμική που από αυτές θα προκύψει. Προς Θεού δεν χρειαζόμαστε άλλες «κόκκινες γραμμές», χορτάσαμε, άλλωστε είναι (και δεν μπορεί παρά να είναι) χαραγμένες την άμμο όσο δεν αποτελούν απολήξεις μιας εθνικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση. Χρειαζόμαστε το δικό μας εθνικό σχέδιο και μια στοιχειώδη κοινωνική ψυχραιμία, ώστε να κάνουμε και πάλι το ελληνικό πρόβλημα αξιόπιστα ευρωπαϊκό και παγκόσμιο.
Τα διακυβεύματα, τώρα και τους προσεχείς αρκετούς μήνες, είναι ιστορικών διαστάσεων. Διακυβεύεται η βαθύτερη σχέση Ευρώπης – Ελλάδας που τείνει να γίνει σχέση αμοιβαίας εχθρότητας με αμφίπλευρες ευθύνες. Για όσους έχουν λίγη αίσθηση της εθνικής μας ιστορίας καταλαβαίνουν ότι όταν χαθεί ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός θα βγει στην επιφάνεια η χειρότερη όψη της Ελλάδας. Γεωπολιτικά εξάλλου, θα βρεθούμε χωρίς ισχυρές συμμαχίες στη νέα πυριτιδαποθήκη του Κόσμου, τον άξονα Μεσόγειος – Εγγύς και Μέση Ανατολή – Ιράν, όπου αναδιαμορφώνονται οι παγκόσμιοι συσχετισμοί με βασικούς πόλους τις ΗΠΑ και την Κίνα. Διακυβεύεται η μορφή του κομματικού συστήματος που από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 μορφοποίησε βαθμιαία μετά τη δικτατορία σε συντεταγμένα κόμματα τις τρεις ιστορικές παρατάξεις του 20ού αιώνα (Αριστερά, Κέντρο, Δεξιά). Χοντρικά μιλώντας, οι μεγάλες ιστορικοπολιτικές παρατάξεις – κόμματα λειτούργησαν θετικά στην ελληνική πολιτική, ιδίως όταν βρήκαν ικανές ηγεσίες. Ενσωμάτωναν σε γενικούς στόχους τον κατακερματισμό μιας κοινωνίας με μικρές δομές και συσσωματώσεις. Περιοδικά έμπαιναν σε κρίση και διαδικασίες αναμόρφωσης με καλύτερα ή χειρότερα αποτελέσματα. Κάτι τέτοιο ήδη εξελίσσεται καθώς το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε κατάσταση διάχυσης και αναρχίας, με το θετικό όμως ότι ο βασικός αποδέκτης προς το παρόν είναι η ΔΗΜΑΡ. Η εξέλιξη των διεργασιών σε αυτόν τον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς και της δημοκρατικής Αριστεράς εξαρτάται από το κατά πόσο το ΠΑΣΟΚ θα λύσει το πρόβλημα της ηγεσίας εδώ και τώρα (αφού δεν το έλυσε χθες) και από την αποφασιστικότητα της ΔΗΜΑΡ να στηρίξει την παραμονή της χώρας στο ευρώ, τιμώντας την παράδοση του αριστερού ευρωπαϊσμού που καθιέρωσαν μεγάλα ονόματα όπως ο Ηλίας Ηλιού και ο Λεωνίδας Κύρκος. Διακυβεύεται, τέλος, η τροπή που θα πάρει το νέο αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας στην πορεία εξόδου από την κρίση. Οι προηγούμενες κοινωνικές ισορροπίες μεταξύ μεσαίων στρωμάτων, μισθωτών του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, νέων και ηλικιωμένων, «εντός» και «εκτός» του συστήματος, έχουν σπάσει ανεπίστρεπτα. Η εξελισσόμενη «εσωτερική υποτίμηση» και η «ευελιξία» θα παγιωθούν σε ένα μοντέλο που θα εξαρτά την ανταγωνιστικότητά του από τη φτηνή εργατική δύναμη, ή θα γίνουν εφαλτήριο για μια νέα ποιοτικά αναβαθμισμένη συμμετοχή στη διεθνή οικονομία;
Η Ελλάδα χρειάζεται χρήματα, αλλά χρειάζεται επίσης αίσθημα ιστορικής ευθύνης και την ορθοφροσύνη της πολιτικής ηγεσίας.
*Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.
koinonikos syndesmos
μέτρων, διαφήμισε τα Greek statistic, και ύστερα «την έκανε». Το ΠΑΣΟΚ κοίμισε και κοιμήθηκε με το ότι «λεφτά υπάρχουν». Προς τιμήν του ύστερα ανέλαβε την εθνική ευθύνη των δύσκολων μέτρων, αλλά χωρίς να ξέρει τι να διαπραγματευτεί, χωρίς να είναι σε θέση να τα εφαρμόσει καθώς διευθυνόταν από μια περί διαγραμμάτου ηγεσία, σε στυλ ελευθεριακό αλλά και «το μαγαζί είναι του πατέρα», στηριγμένη στο πιο παλαιοκομματικό τμήμα του «παπανδρεϊσμού». Εμεινε έτσι έκθετη όχι μόνο στη σκληρότητα της κρίσης, αλλά και στη δημαγωγία της «επαναδιαπραγμάτευσης», της πρώτης μαγικής λύσης με την οποία παραμύθιασαν τους δοκιμαζόμενους πολίτες η ΝΔ του κ. Σαμαρά και η ηλιθιότητα των χρήσιμων προπαγανδιστών του που είχαν βαλθεί να τον φέρουν στην εξουσία. Σήμερα η ΝΔ του κ. Σαμαρά, η Δεξιά και η Κεντροδεξιά, βρίσκεται με την «καυτή πατάτα» στο χέρι και καλείται να δείξει εμπράκτως την πατριωτική της ευθύνη: να κρατήσει την Ελλάδα στην Ευρώπη, στην οποία ανήκουμε. Εχει όμως με τη σειρά της να αντιμετωπίσει τη δημαγωγία της νέας «μαγικής λύσης», τη λύση της δραχμής, με την οποία παραμυθιάζουν τους εξουθενωμένους Ελληνες οι μελλοντικοί αρχιμαυραγορίτες και ανοήτως ένα μεγάλο μέρος της παραδοσιακής Αριστεράς.
Ο «κύκλος της χαμένης πολιτικής», ο «κύκλος των ανενδοίαστων δημαγωγών». Συνδυάστηκαν στην πιο άθλια σε ευρωπαϊκό τουλάχιστον επίπεδο πολιτική διαχείριση της κρίσης, μετατρέποντάς την σε υπαρξιακή, γεωπολιτική και ιστορική. Θα είναι η τρίτη φορά που αυτή η χώρα, ενώ ιστορικά έχει δείξει αξιοσημείωτη δεκτικότητα στην πρόοδο, θα την «πατήσει» γιατί θα χάσει τον προσανατολισμό της και την ορθοφροσύνη της σε άλλη μία περίοδο παγκόσμιας γεωπολιτικής σύγχυσης και ανακατάταξης. Την έπαθε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο με τη μικρασιατική ήττα, την έπαθε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο με τον Εμφύλιο. Τώρα ή μετά μερικούς μήνες, κινδυνεύει να βρεθεί εκτός Ευρώπης σε μια μάλιστα περίοδο που επιταχύνονται οι εκεί διεργασίες.
Παίζουμε τις παρατάσεις. Η πρώτη είναι τώρα. Ελπίζουμε ότι η πολιτική ηγεσία και η κοινωνία θα τα καταφέρουν να μείνουμε στο παιχνίδι. Η επόμενη παράταση θα είναι μετά τις εκλογές (που δεν μπορούν να αργήσουν πολύ) και την πολιτική δυναμική που από αυτές θα προκύψει. Προς Θεού δεν χρειαζόμαστε άλλες «κόκκινες γραμμές», χορτάσαμε, άλλωστε είναι (και δεν μπορεί παρά να είναι) χαραγμένες την άμμο όσο δεν αποτελούν απολήξεις μιας εθνικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση. Χρειαζόμαστε το δικό μας εθνικό σχέδιο και μια στοιχειώδη κοινωνική ψυχραιμία, ώστε να κάνουμε και πάλι το ελληνικό πρόβλημα αξιόπιστα ευρωπαϊκό και παγκόσμιο.
Τα διακυβεύματα, τώρα και τους προσεχείς αρκετούς μήνες, είναι ιστορικών διαστάσεων. Διακυβεύεται η βαθύτερη σχέση Ευρώπης – Ελλάδας που τείνει να γίνει σχέση αμοιβαίας εχθρότητας με αμφίπλευρες ευθύνες. Για όσους έχουν λίγη αίσθηση της εθνικής μας ιστορίας καταλαβαίνουν ότι όταν χαθεί ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός θα βγει στην επιφάνεια η χειρότερη όψη της Ελλάδας. Γεωπολιτικά εξάλλου, θα βρεθούμε χωρίς ισχυρές συμμαχίες στη νέα πυριτιδαποθήκη του Κόσμου, τον άξονα Μεσόγειος – Εγγύς και Μέση Ανατολή – Ιράν, όπου αναδιαμορφώνονται οι παγκόσμιοι συσχετισμοί με βασικούς πόλους τις ΗΠΑ και την Κίνα. Διακυβεύεται η μορφή του κομματικού συστήματος που από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 μορφοποίησε βαθμιαία μετά τη δικτατορία σε συντεταγμένα κόμματα τις τρεις ιστορικές παρατάξεις του 20ού αιώνα (Αριστερά, Κέντρο, Δεξιά). Χοντρικά μιλώντας, οι μεγάλες ιστορικοπολιτικές παρατάξεις – κόμματα λειτούργησαν θετικά στην ελληνική πολιτική, ιδίως όταν βρήκαν ικανές ηγεσίες. Ενσωμάτωναν σε γενικούς στόχους τον κατακερματισμό μιας κοινωνίας με μικρές δομές και συσσωματώσεις. Περιοδικά έμπαιναν σε κρίση και διαδικασίες αναμόρφωσης με καλύτερα ή χειρότερα αποτελέσματα. Κάτι τέτοιο ήδη εξελίσσεται καθώς το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε κατάσταση διάχυσης και αναρχίας, με το θετικό όμως ότι ο βασικός αποδέκτης προς το παρόν είναι η ΔΗΜΑΡ. Η εξέλιξη των διεργασιών σε αυτόν τον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς και της δημοκρατικής Αριστεράς εξαρτάται από το κατά πόσο το ΠΑΣΟΚ θα λύσει το πρόβλημα της ηγεσίας εδώ και τώρα (αφού δεν το έλυσε χθες) και από την αποφασιστικότητα της ΔΗΜΑΡ να στηρίξει την παραμονή της χώρας στο ευρώ, τιμώντας την παράδοση του αριστερού ευρωπαϊσμού που καθιέρωσαν μεγάλα ονόματα όπως ο Ηλίας Ηλιού και ο Λεωνίδας Κύρκος. Διακυβεύεται, τέλος, η τροπή που θα πάρει το νέο αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας στην πορεία εξόδου από την κρίση. Οι προηγούμενες κοινωνικές ισορροπίες μεταξύ μεσαίων στρωμάτων, μισθωτών του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, νέων και ηλικιωμένων, «εντός» και «εκτός» του συστήματος, έχουν σπάσει ανεπίστρεπτα. Η εξελισσόμενη «εσωτερική υποτίμηση» και η «ευελιξία» θα παγιωθούν σε ένα μοντέλο που θα εξαρτά την ανταγωνιστικότητά του από τη φτηνή εργατική δύναμη, ή θα γίνουν εφαλτήριο για μια νέα ποιοτικά αναβαθμισμένη συμμετοχή στη διεθνή οικονομία;
Η Ελλάδα χρειάζεται χρήματα, αλλά χρειάζεται επίσης αίσθημα ιστορικής ευθύνης και την ορθοφροσύνη της πολιτικής ηγεσίας.
*Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.
koinonikos syndesmos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου