«Η άποψη ότι σε δύσκολους καιρούς πρέπει να αναλαμβάνουν οι ειδικοί και όχι οι πολιτικοί δεν είναι νέα. Ορισμένα από τα χειρότερα καθεστώτα της σύγχρονης Ιστορίας ακολούθησαν κυβερνήσεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τεχνοκρατικές». Είναι, αλήθεια, δυνατόν να είμαστε τόσο... κακόπιστοι; Πριν καν ανακοινωθεί η νέα κυβέρνηση και ορκιστεί ο νέος τεχνοκράτης πρωθυπουργός, να συνδέουμε τους τεχνοκράτες με τα χειρότερα καθεστώτα της Ιστορίας;
Κι όμως, το παραπάνω απόσπασμα δεν το πήραμε από κάποιο άρθρο του «Π». Ούτε από κάποιο... επαναστατικό έντυπο. Προέρχεται από άρθρο των Financial Times, της Βίβλου των τεχνοκρατών, στους οποίους συγκαταλέγονται τόσο ο νέος πρωθυπουργός της Ελλάδας όσο και οι ανά τον κόσμο «ομότεχνοί» του.
Μάλιστα είναι γραμμένο ακριβώς με αφορμή την ανάληψη της εξουσίας από τον Λουκά Παπαδήμο στην Ελλάδα και την επικείμενη ανάλογη «μετάβαση» στην Ιταλία με πρωταγωνιστή τον Μάριο Μόντι, «ομότεχνο» του Παπαδήμου και πρώην επίτροπο στην Ε.Ε.
«Η αντίσταση είναι μάταιη»
Ο συντάκτης του κειμένου Robert Shrimsley, με αφορμή αυτές τις δύο περιπτώσεις, ρωτάει μάλλον ρητορικά:
«Είστε έτοιμοι για την άνοδο των τεχνοκρατών στην εξουσία; Φαίνεται πως η απάντηση στα τεράστια προβλήματα της ευρωζώνης είναι η αντικατάσταση των εκλεγμένων πρωθυπουργών με οικονομολόγους», οι οποίοι «μπορεί να μην έχουν λαϊκή εντολή, χαίρουν όμως απεριόριστης εκτίμησης στη Φρανκφούρτη».
Αφού θέτει χωρίς περιστροφές το ερώτημα «γιατί υπάρχει αυτή η στροφή στους τεχνοκράτες», ο Shrimsley αρχίζει με ένα εύγλωττο παράδειγμα:«Η Ευρώπη χρειάζεται γενναίους, χαρισματικούς ηγέτες που θα καθοδηγήσουν τα έθνη τους σε αυτούς τους πολυτάραχους καιρούς. Αντιθέτως, όμως, είναι σαν το πλήρωμα του Starship
Enterprise να καταλήγει ότι ο Captain Jean-Luc Picard δεν είναι πλέον ο κατάλληλος και να αναζητά λύση στους Borg. Σε αποτελεσματικές υπολογιστικές μηχανές που θα αναλάβουν την επιβολή αντιλαϊκών μέτρων ανά την ευρωζώνη με την πολεμική ιαχή "Η αντίσταση είναι μάταιη"».Με άλλα λόγια ο Shrimsley διαπιστώνει πως το πολιτικό προσωπικό της Ελλάδας – για να περιοριστούμε στα του οίκου μας – είναι ακατάλληλο και ανεπαρκές να διαχειριστεί τη χώρα και να φέρει εις πέρας τη λαϊκή εντολή. Δυστυχώς η πολιτική πραγματικότητα τον δικαιώνει.
Τα δύο «μεγάλα» κόμματα
● ανίκανα να διαχειριστούν την κρίση και τη χώρα, φοβισμένα από την προοπτική να πάνε σε εκλογές και να αναζητήσουν τη λαϊκή εντολή,
● σε συνεργασία με την πάντα «πρόθυμη» καρατζαφέρειο «τσόντα»,
● με την αμέριστη στήριξη της κόρης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη,
● με τις κριτικές προσδοκίες των Οικολόγων - Πράσινων, οι οποίοι είδαν τη νέα κυβέρνηση ως «το μικρότερο κακό» και προσβλέπουν στην «αρχή του τέλους των μονοκομματικών κυβερνήσεων»,
● με την επίσης κριτική ανοχή της Δημοκρατικής Αριστεράς του Φώτη Κουβέλη και με τη διαπίστωση του βουλευτή της Γρηγόρη Ψαριανού ότι «ο Παπαδήμος είναι εγγύηση»
παρέδωσαν τη διακυβέρνηση δίχως καν να ρωτήσουν, με τον μόνο νόμιμο τρόπο, δηλαδή τις εκλογές, τον μόνο αρμόδιο: τον ελληνικό λαό.
Δηλαδή οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. αποχώρησαν από το πολιτικό παιχνίδι αναγνωρίζοντας ευθέως τόσο την ανικανότητα όσο και την... αναρμοδιότητά τους να διαχειριστούν την πτώχευση της χώρας.
Ενδεχομένως μάλιστα να πιστεύουν ότι, αν και εγκατέλειψαν το σκάφος στα χέρια ενός «τρίτου», και μάλιστα μη πολιτικού, κατά τον αυτοπροσδιορισμό του ίδιου του Λουκά Παπαδήμου χθες, θα μπορέσουν, ύστερα από τρεις ή περισσότερους μήνες, να «επιστρέψουν» και να ζητήσουν πίσω, υπό «ασφαλέστερες» για τους ίδιους συνθήκες, αυτό που οι ίδιοι παραχώρησαν τη δυσκολότερη ώρα.
Προφανώς... δεν είναι με τα καλά τους. Αν μάλιστα κρίνουμε από το ότι ο Παπαδήμος χθες, κάνοντας την πρώτη του δήλωση ως εντολοδόχος πρωθυπουργός, «ξέχασε» να αναφερθεί στον χρονικό ορίζοντα της διακυβέρνησής του, δεν μοιάζει πιθανό οι εκλογές να είναι πολύ κοντά.
Όταν μάλιστα ο Παπαδήμος ερωτήθηκε, απάντησε – μάλλον... αδιάφορος και ίσως ενοχλημένος – ότι:
«Δεν έχει προσδιοριστεί ακριβώς ο χρόνος των εκλογών, αλλά υπάρχει ως σημείο αναφοράς στο πλαίσιο αρχών το οποίο διατυπώθηκε στην προηγούμενη συνάντηση των πολιτικών αρχών».
Τόσο απλά...«Δεν γνωρίζουν από πολιτική»...
Ας επιστρέψουμε όμως στο άρθρο των Financial Times και τον Robert Shrimsley, για να δούμε πώς εννοεί τη διαφορά μεταξύ της διακυβέρνησης από τεχνοκράτες και αυτής από τους πολιτικούς.
Κατ’ αρχάς, αφού σημειώνει ότι «το ίδιο το ευρώ ήταν ένα τεχνοκρατικό δημιούργημα, για το οποίο μάλιστα τα κράτη - μέλη δεν κατάφεραν ποτέ να διαβάσουν το βιβλίο με τις οδηγίες χρήσεως», δεν φαίνεται να έχει ταλαντεύσεις σε ό,τι φορά τους τεχνοκράτες:
«Ο ορισμός της τεχνοκρατίας είναι οι διακυβέρνηση από ειδικούς – και συγκεκριμένα επιστήμονες και μηχανικούς. Σε αυτή την περίπτωση σημαίνει χρηματοοικονομικούς μηχανικούς και πολιτικούς επιστήμονες. Ευφυείς, αλλά αδίστακτοι αξιωματούχοι που θα παίρνουν αποφάσεις βασιζόμενοι στην πρακτική εμπειρία χωρίς να ανησυχούν ότι μαζί τους κουβαλούν όλο το σώμα των πολιτών.
Αδιαμφισβήτητα υπάρχουν αρκετοί ταλαντούχοι τεχνοκράτες, αλλά είναι σαφές γιατί οι πολιτικοί – οι επιτυχημένοι τουλάχιστον – δεν ξεκινούν ποτέ έναν λόγο με φράσεις όπως “πίστωση ρευστότητας”. Οι τεχνοκράτες δεν γνωρίζουν από πολιτική, δεδομένου ότι αποφεύγουν τη συνήθη οδό για την άνοδό τους στην εξουσία.
Μην ανησυχείτε όμως: ο κ. Όλι Ρεν λέει τα καλύτερα γι' αυτούς. Θεωρείται δε ότι μόνο τέτοιοι άνδρες μπορούν να πάρουν τις απαραίτητες αποφάσεις που τα δειλά πολιτικά κόμματα είτε δεν θέλουν είτε δεν μπορούν να λάβουν».
Υποθέτω ότι δεν είναι απαραίτητο να προσθέσω οτιδήποτε στα παραπάνω. Απλώς θυμάμαι πως, όταν άρχισε, πριν από πολλούς μήνες, η συζήτηση για το όνομα του Λουκά Παπαδήμου και για την προοπτική μιας «τεχνοκρατικής» διακυβέρνησης, ένας παλαιός συνάδελφος, με πλούσια πείρα και στην πλευρά της πολιτικής και σε αυτήν της δημοσιογραφίας, μου είχε πει λακωνικά: «Να φοβάσαι τους ανθρώπους που δεν δακρύζει το μάτι τους». Τίποτε άλλο.Αν όμως οι τεχνοκράτες είναι άνθρωποι «ευφυείς, αλλά αδίστακτοι», που αποφασίζουν χωρίς «να ανησυχούν ότι μαζί τους κουβαλούν όλο το σώμα των πολιτών», αν «δεν γνωρίζουν από πολιτική, δεδομένου ότι αποφεύγουν τη συνήθη οδό για την άνοδό τους στην εξουσία», αν είναι περίπου προπομποί ολοκληρωτισμού, όπως υπαινίσσεται ο αρθρογράφος των Financial Times, αν τελικά ο έμπειρος συνάδελφός μου έχει δίκιο και «δεν δακρύζει το μάτι τους», τότε γιατί το ελληνικό πολιτικό σύστημα, πλην Αριστεράς, παρέδωσε τη διακυβέρνηση σε έναν τεχνοκράτη;
«Αποτυχία του πολιτικού κόσμου»
Ας δούμε πώς απαντά ο ίδιος ο Robert Shrimsley στο παραπάνω ερώτημα:
«Σαφώς θα προτιμούσε κανείς μεγάλους και γενναίους πολιτικούς ηγέτες, αλλά δυστυχώς δεν βρίσκονται σε αφθονία. Η επιστροφή των τεχνοκρατών αντικατοπτρίζει την αποτυχία του πολιτικού κόσμου.
Οι ικανοί πολιτικοί ηγέτες έχουν τη δυνατότητα να συναισθάνονται τους ψηφοφόρους τους. Μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να περιφρονούμε τους πολιτικούς επειδή επηρεάζονται πολύ από την κοινή γνώμη. Είναι, όμως, λογικό να επιλέγονται εκείνοι που αισθάνονται τι θα αποδεχθούν οι ψηφοφόροι.
Σε πολλές χώρες οι πιο επιτυχημένοι πολιτικοί είναι εκείνοι με τους οποίους οι ψηφοφόροι αισθάνονται ότι θα μπορούσαν να καθίσουν μαζί να πιουν μια μπύρα.
Βεβαίως αυτό δεν είναι το καλύτερο κριτήριο για την επιλογή ηγέτη. Ενδεχομένως το χάρισμα να είναι υπερτιμημένο. Πρέπει όμως, να υπάρχει κάποιος λόγος που έχει επικρατήσει η φράση “ένα τσούρμο τεχνοκρατών”. Από την άλλη πλευρά οι ικανοί πολιτικοί είναι και εκείνοι ειδικοί, από την πλευρά τους. Η ειδικότητά τους είναι στο να αναγνωρίζουν τι είναι πολιτικά εφικτό.
Στην Ιταλία και την Ελλάδα εξαντλούνται οι εναλλακτικές λύσεις. Το αδύναμο και χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα έχει ελάχιστες επιλογές. Η Ιστορία όμως υποδεικνύει ότι η λύση των τεχνοκρατών δεν είναι πανάκεια».
Μερικά ερωτήματα
Αυτό το τελευταίο απόσπασμα θέτει αυτομάτως μια σειρά ερωτήματα για τα καθ’ ημάς, κάποια από τα οποία επιχειρούμε να απαντήσουμε:
1. Λείπουν λοιπόν από την Ελλάδα οι μεγάλοι και γενναίοι πολιτικοί ηγέτες;
Δυστυχώς ναι. Αν αυτό δεν ίσχυε, δεν θα βρισκόταν ο Παπαδήμος – και κανένας άλλος «ομότεχνός» του – σήμερα σε θέση πρωθυπουργού. Μπορούν όμως να καταλάβουν ήδη τι σημαίνουν η παλλαϊκή μούντζα και η εκδίωξή τους από τις παρελάσεις. Υπό αυτή την έννοια προφανώς δεν είναι καν γενναίοι για να την αντιμετωπίσουν στην κάλπη. Απλώς ελπίζουν ότι θα επανέλθουν από την «πίσω πόρτα» όταν – και αν... – λήξει η περίοδος της τεχνοκρατικής διακυβέρνησης.
2. Έχουν σήμερα οι πολιτικοί ηγέτες στην Ελλάδα τη δυνατότητα να «συναισθάνονται τους ψηφοφόρους τους»;
Αν τους συναισθάνονταν, ίσως έβρισκαν το θάρρος να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους και όχι αυτά των δανειστών και των απανταχού κερδοσκόπων.
3. Πράγματι στο ελληνικό πολιτικό σύστημα «εξαντλούνται οι εναλλακτικές λύσεις»;
Αν η «ειδικότητα» ενός ικανού πολιτικού είναι «να αναγνωρίζει τι είναι πολιτικά εφικτό», τότε πράγματι δεν διαθέτουμε τέτοιους σε επάρκεια. Δυστυχώς τα τεκμήρια και οι αποδείξεις που έχουμε συλλέξει αυτήν τη διετία είναι πάρα πολλά. Και η οικειοθελής αποχώρησή τους από την πολιτική είναι η καλύτερη απόδειξη για την ικανότητά τους.
4. Είναι πράγματι «αδύναμο και χρεοκοπημένο» το ελληνικό πολιτικό σύστημα;
Αδύναμο είναι πέραν πάσης αμφιβολίας. Και χρεοκοπημένο επίσης. Τώρα, υπό τη σκέπη της «τεχνοκρατίας», από την οποία δύσκολα θα απαλλαγεί, και με αυτήν ως καταλύτη, ρευστοποιείται: τα κόμματα χάνουν τις διαχωριστικές γραμμές τους και είναι αμφίβολο αν, σε λίγο μόλις καιρό, θα διατηρούν την ακεραιότητά τους.
5. Τι θα ορίσει τη νέα πολιτική γεωγραφία;
Η πολυετής υπαγωγή στην τρόικα και η διαρκώς εντεινόμενη λεηλασία του λαϊκού εισοδήματος, η οικειοθελής και κοινή συναινέσει παραίτηση από την εθνική κυριαρχία, το ολοκληρωτικό ξεπούλημα - κατάσχεση της χώρας, το καθεστώς «διαρκούς χρεοκοπίας» και δουλοπαροικίας, η κοινωνική καταστροφή που ήδη αποτυπώνεται είναι τα στοιχεία που μοιραία διαμορφώνουν δύο νέα πολιτικά στρατόπεδα, των οποίων τα όρια δεν μπορεί πια να συμπίπτουν με τα πολιτικά «οικόπεδα» που γνωρίσαμε εδώ και πολλές δεκαετίες.
«Δεν υπάρχει επαναδιαπραγμάτευση»
Η νέα «τεχνοκρατική» διακυβέρνηση καλείται να ολοκληρώσει όλα όσα δεν μπορεί πλέον να διαχειριστεί το πολιτικό σύστημα. Αναλαμβάνει από σήμερα να διεκπεραιώσει όσα αναφέραμε παραπάνω – και να το κάνει με τον τρόπο των αγορών. Τον μόνο που μια τεχνοκρατική διακυβέρνηση μπορεί να αντιληφθεί.
Όπως μας πληροφορεί ένα άρθρο του Γιώργου Μαλούχου στο Βήμα, ο Λουκάς Παπαδήμος, σε πολύ πρόσφατη παρουσία του – με την ιδιότητα του επισκέπτη καθηγητή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ – σε συνέδριο για τα δέκα χρόνια της έδρας «Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής», το οποίο διοργανώθηκε πριν από μερικές ημέρες στη σχολή Φλέτσερ του Πανεπιστημίου Ταφτς στη Βοστώνη, υπήρξε αποκαλυπτικός:
«Τόνισε ακόμη ότι η Ελλάδα οφείλει να πιάσει τους στόχους χωρίς απόκλιση και χωρίς καθυστέρηση, ενώ, συζητώντας αργότερα σε στενότερο κύκλο, κατέστησε σαφές ότι κατά την κρίση του δεν είναι εφικτό να υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση των συμφωνηθέντων και, πάντως, κάτι τέτοιο, σε καμία απολύτως περίπτωση δεν θα μπορούσε καν να συζητηθεί δημόσια».
Αυτή είναι μια πρώτη απάντηση προς τον Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος, έως ότου συρθεί στη συγκυβέρνηση, πολιτεύθηκε για πολύ καιρό με σημαία την «επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου». Αλλά και προς όσους θεωρούν πανάκεια την «επαναδιαπραγμάτευση» ή θεωρούν ότι το ιερό δισκοπότηρο της «αντίστασης» είναι η απαλλαγή από το... «μνημόνιο».Ο καθηγητής και πρώην τραπεζίτης Παπαδήμος – παρότι... δεν είναι πολιτικός – φαίνεται να έχει θέσει με αμιγώς πολιτικούς όρους το πλαίσιο της τεχνοκρατικής, κατά τα άλλα, διακυβέρνησής του. Στην οποία η απάντηση, αν και όταν προκύψει, θα μπορεί να είναι μόνο πολιτική. Όσο και αν οι ηγεσίες των μεγάλων κομμάτων απεμπολούν την αποστολή τους...
ΥΓ. 1: Ολόκληρο το άρθρο των Fimancial Times μπορείτε να διαβάσετε μεταφρασμένο στην οικονομική σελίδα Euro2day.
ΥΓ. 2: Ο Αντώνης Σαμαράς, από τη ΔΕΘ τον Σεπτέμβριο, μας είχε παροτρύνει να προσευχόμαστε και να ακούμε Καζαντζίδη. Μια και επέλεξε να συνδέσει τη μοίρα του με αυτήν του παλαιού συμφοιτητή και φίλου του Γιώργου Παπανδρέου, ας του αφιερώσουμε μια εκπληκτική ερμηνεία του Στέλιου – απολύτως ταιριαστή με τη σημερινή ημέρα...
to pontiki
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου