Εβδομήντα πέντε χρόνια σήμερα από τη δικτατορία του Μεταξά και ομολογώ πως οι διαφορές των μεσοπολεμικών δικτατοριών από τις μεταγενέστερες είναι χαώδεις. Οι μεσοπολεμικές δημοκρατίες ήταν λιγότερο δημοκρατικές απ’ ό,τι νομίζουμε, και το σπουδαιότερο, δεν είχαν πείσει πάρα πολλούς ανθρώπους για τα πλεονεκτήματά τους. Η δημοκρατική διακυβέρνηση δεν είχε περάσει από ένα αεράκι σχετικής ασυδοσίας ή άμεσης δημοκρατίας ή άλλου τυχάρπαστου ευρήματος. Οι περιορισμοί του ατόμου ήταν προφανώς πολύ περισσότεροι από τις ελευθερίες του σε δημοκρατικό περιβάλλον. Εκτός ίσως από την ελευθεροτυπία, και μάλιστα την πολιτική. Οι άνθρωποι από γενέσεως συνταγμάτων και καθεστώτων που απαιτούσαν τη λαϊκή ψήφο ήταν πιο φλύαροι και βιαστικοί στην πολιτική τους επιχειρηματολογία. Οι ανώνυμες μπροσούρες και οι λίβελοι που κυκλοφορούσαν κάνουν τα σημερινά μπλογκ που κατηγορούν διαφόρους σάμπως ηθικοπλαστικά κατηχητικά αναγνώσματα. Σε δυο πράγματα οι τότε ήταν σαφώς πιο ηθικοπλαστικές από τις δικές μας: στην παρουσίαση της κερδοσκοπίας και στην ενατένιση του ανθρώπινου γυμνού. Αλλά αυτό ας μέινει μια άλλη ιστορία.
Σε εποχές τηλεγράφου και ραδιοφώνου είναι εντούτοις δύσκολο να συνδυάσουμε στο μυαλό μας πως η προπαγανδιστική ταινία της Ρίφενσταλ για τους ναζιστικούς Ολυμπιακούς Αγώνες γυρίστηκε, και μάλιστα με ράγες στον Ιερό Βράχο, επί δημοκρατίας και όταν οι Ολυμπιακοί του Βερολίνου ήταν σε εξέλιξη, κηρύχτηκε η δικτατορία Μεταξά, με την ανοχή του θρόνου, και ελάχιστη αντίδραση των πολιτικών δυνάμεων, που αντιμετωπίστηκε με περιορισμούς, και αργότερα με εξορίες. Ο αντικομμουνισμός ήδη από την εποχή του κκαι του ιδιώνυμου ήταν στην πρώτη γραμμή της καταγγελίας, κι αν έσκαβες στο μυαλό του Βενιζέλου ή του Τσαλδάρη, ενδεχομένως να ανακάλυπτες περισσότερον δικτατορικό πολτό, απ’ όσον διέθετε ο Μεταξάς. Απλώς μας διαφεύγει πως η δικτατορία ήταν (ακόμη) για πάρα πολλούς ανθρώπους ένας απλός και καθόλου απαίσιος τρόπος να ρυθμίζονται οι συνθήκες της κοινωνίας. Και στην άλλη
πλευρά, λίγα ακούγονταν για μια «δημοκρατία του προλεταριάτου». Και κανένας αντίθετος, ακούγοντας «δικτατορία του προλεταριάτου», δε μουρμούριζε: «Τους ακούτε; Δικτατορία θέλουν κι αυτοί!».
Στην περίπτωση Μεταξά, ένας γερμανόφιλος στρατιωτικός, μαθημένος από νέος να κινείται αποφασιστικά στον πολωμένο στρατιωτικό χώρο των αρχών του 20ού αιώνα, άνθρωπος που εκπαίδευσε και ήταν κοντά στο διάδοχο του Κωνσταντίνου, Γεώργιο, ο οποίος ήταν αγγλόφιλος φανατικά, θα έπρεπε να συγκρουστεί κανονικά μαζί του, πράγμα που δε συνέβη. Οι δύο άνδρες είχαν τις απόψεις, τις αυλές τους και τα όριά τους. Ο Γεώργιος άφηνε τον Μεταξά να παίζει με τη νεολαία του και τις πρωτότυπες ιδέες του για αυτάρκεια και πολεμικές προετοιμασίες, αφού η γενική πολιτική του μεσοπολέμου, ειδικά στις φτωχές μεσογειακές χώρες, χαρακτηρίζονταν από φοβερή έλξη (και περιφρόνηση ταυτόχρονα) από το φασισμό του μεγαλόστομου Μουσολίνι. Σε κάθε περίπτωση, όταν ο Τσάμπερλεν αναφερόταν στον «κύριο Χίτλερ», εκπροσωπούσε, για να κρατάμε και μια πισινή, τουλάχιστον τα δύο τρίτα της Ευρώπης.
Ο Μεταξάς ήρθε και πέρασε, αλλά χαιρετισμός δι’ ανατάσεως της χειρός άνω διαγωνίας δεν έχει περάσει, όπως νομίζουν οι μονίμως αισιόδοξοι οπαδοί της μεταπολεμικής δημοκρατίας…
politismos politis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου