Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

Ανησυχητικοί παραλληλισμοί

webl270913

“Μπορεί κανείς για κάποιο συγκεκριμένο, μικρό χρονικό διάστημα, να διαχειριστεί το σύνολο των πολιτών μίας χώρας, σαν να πρόκειται για ηλιθίους – ορισμένους από αυτούς ίσως για πάντα. Εν τούτοις, είναι αδύνατον να τα καταφέρει με όλους και για μεγάλο χρονικό διάστημα”, είχε πει, πολύ σωστά κατά τη γνώμη μας, ο A. Lincoln.
Σε σχέση με την παραπάνω «ρήση», τα σενάρια περί αποσταθεροποίησης και πραξικοπήματος που διακινούνται, πιθανότατα σκόπιμα, δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως ιδιαιτέρα έξυπνα – ενώ αυτοί που τα προωθούν, θεωρούν προφανώς εντελώς ανόητους τους Έλληνες Πολίτες.
Ειδικότερα, η πραξικοπηματική κατάληψη της κυβέρνησης ενός κράτους σημαίνει
ουσιαστικά ότι, οι αποφάσεις λαμβάνονται πλέον από μία ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι δεν έχουν εκλεγεί δημοκρατικά από το λαό. Η ομάδα αυτή υποχρεώνει συνήθως τους Πολίτες της χώρας της, με τη χρήση βίας ουσιαστικά, να ανέχονται διάφορα πράγματα (μέτρα, νομοθετικά διατάγματα, κλπ.), με τα οποία δεν συμφωνούν και δεν θα συμφωνούσαν ποτέ με τη θέληση τους.
Με δεδομένο λοιπόν το ότι, αυτό ακριβώς συμβαίνει στην Ελλάδα από τις 8 Μαΐου του 2010 (υπογραφή της δανειακής σύμβασης και αρχή των μνημονίων), αφού έκτοτε η εκάστοτε εκλεγμένη κυβέρνηση εκτελεί απλά τις εντολές της Τρόικας, η οποία έχει καταλάβει πραξικοπηματικά την εξουσία, θα μπορούσαμε ίσως να μιλάμε για το φόβο ενός δεύτερου πραξικοπήματος – πιθανότατα με σκοπό να αντικαταστήσει το πρώτο.
Σε καμία περίπτωση όμως για το φόβο ενός πραξικοπήματος σε μία χώρα, η οποία κυβερνάται ήδη απολυταρχικά, ευρισκόμενη υπό ξένη κυριαρχία, για πάνω από τρία χρόνια – με τους Πολίτες της ενδεχομένως να «εθελοτυφλούν», για να αποφύγουν τις πολιτικές τους ευθύνες. Εκτός εάν θεωρεί κανείς ότι, ένα οικονομικό ή πολιτικό πραξικόπημα, όπως αυτό που βιώνουμε από το 2010, διαφέρει από ένα στρατιωτικό – άποψη που φυσικά θα σεβόμαστε.
Σε αυτούς τους «κυβερνητικούς» πολιτικούς τώρα, οι οποίοι ισχυρίζονται με θράσος πως είναι δημοκρατικά εκλεγμένοι, επομένως πως σωστά αποφασίζουν για όλους μας, αφού είναι οι νόμιμοι εκπρόσωποί μας, θα απαντούσαμε ότι δεν έχουν καθόλου δίκιο.
Απλούστατα, «υπεξαίρεσαν δόλια» την ψήφο πολλών ανθρώπων, με τη βοήθεια ψεύτικων προεκλογικών δεσμεύσεων, εκ των οποίων δεν τηρήθηκε απολύτως καμία – γεγονός που, σε μία πραγματικά δημοκρατική χώρα, θα έπρεπε να αποτελεί βαρύτατο ποινικό αδίκημα.
Σε κάθε περίπτωση, μία παράνομη πράξη, όπως η «κατά συρροή υπεξαίρεση», δεν μπορεί να θεωρείται νόμιμη και δεν δικαιούται να δεσμεύει κανέναν – ενώ όλοι όσοι υπέγραψαν τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις από το 2010, «ερήμην» του συντάγματος, διέπραξαν μία ποινικά κολάσιμη πράξη, η οποία θα έπρεπε να τιμωρείται πολύ αυστηρά.
Περαιτέρω, διακρίνοντας ορισμένες ομοιότητες αυτών που συμβαίνουν στη χώρα μας, με όσα έχουν συμβεί ήδη στην Αργεντινή, θεωρούμε σκόπιμη μία περιληπτική αναφορά μας.
Υπενθυμίζουμε λοιπόν ότι, τον Αύγουστο του 2001 η Αργεντινή απευθύνθηκε για μία ακόμη φορά στο ΔΝΤ, ζητώντας ένα καινούργιο δάνειο – με στόχο να αποφύγει τη χρεοκοπία. Η κυβέρνηση της ήταν πρόθυμη να αποδεχθεί ακόμη πιο πολλές παραχωρήσεις, αναλαμβάνοντας νέες υποχρεώσεις – παρά το ότι γνώριζε ότι, υποσχόταν συνεχώς πολύ περισσότερα, από όσα μπορούσε να επιτύχει.
Η χώρα δεν είχε καταφέρει να ξεφύγει από την έντονη ύφεση, ούτε να ανακτήσει τη χαμένη ανταγωνιστικότητα της, με αποτέλεσμα να αυξάνεται διαρκώς η σχέση του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ της.
Οι πιστωτές της Αργεντινής, υπό την «αιγίδα» του ΔΝΤ, κατηγορούσαν την κυβέρνηση της για επαναλαμβανόμενες πολιτικές καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μέτρων που είχαν συμφωνηθεί. Αντίθετα, η πολιτική ηγεσία της χώρας ισχυριζόταν ότι η λιτότητα, την οποία είχαν επιβάλλει οι δανειστές, οδηγούσε στην καταστροφή – αντί να της εξασφαλίσει εκείνη τη χρηματοδότηση, η οποία θα ήταν απαραίτητη για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην οικονομία της, έτσι ώστε να ενισχυθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις και να επανέλθει η ανάπτυξη.
Δυστυχώς, κανένα από τα δύο μέτωπα δεν κατανοούσε το αυτονόητο: το ότι δηλαδή τα μέσα που είχε η χώρα στη διάθεση της ήταν ελάχιστα, για να μπορέσει να καταπολεμήσει με επιτυχία τη διπλή κρίση δημοσίου χρέους και ύφεσης της οικονομίας της.
Με την πάροδο του χρόνου και κάτω από το βάρος των συνεχών περικοπών στα εισοδήματα τους, οι Πολίτες της Αργεντινής αντιμετώπιζαν πλέον τόσο την κυβέρνηση τους, όσο και τους δανειστές, με τον ίδιο τρόπο.
Έχασαν πλέον την εμπιστοσύνη τους και στους δύο αφού έβλεπαν ότι, παρά τις συνεχείς παραχωρήσεις εκ μέρους τους, οι οποίες είχαν οδηγήσει σε ραγδαία πτώση τα εισοδήματα τους, τόσο οι οικονομικοί δείκτες, όσο και οι μελλοντικές προοπτικές συνέχιζαν να επιδεινώνονται.
Παράλληλα οι γειτονικές χώρες, ιδίως αυτές που συμμετείχαν στην οικονομική και πολιτική ζώνη Mercosur μαζί με την Αργεντινή, άρχισαν να φοβούνται τη «μετάσταση» της κρίσης στα δικά τους κράτη. Με στόχο λοιπόν να αποφύγουν τη δική τους στοχοποίηση εκ μέρους των αγορών, πίεζαν την Αργεντινή να τα καταφέρει – λαμβάνοντας ταυτόχρονα τα μέτρα τους και απομονώνοντας την, για την περίπτωση που θα αποτύγχανε. Φυσικά η στάση τους αυτή επιδείνωνε ακόμη περισσότερο τα προβλήματα της Αργεντινής.
Αφού λοιπόν το Κοινοβούλιο της χώρας είχε ψηφίσει ένα νέο πακέτο μέτρων λιτότητας, το ΔΝΤ ενέκρινε μία ακόμη δόση. Ήταν όμως πολύ αργά πια για να ανακτηθεί η χαμένη εμπιστοσύνη – με αποτέλεσμα να μειώνονται συνεχώς οι καταθέσεις στις τράπεζες, καθώς επίσης να εντείνεται η φυγή κεφαλαίων προς το εξωτερικό.
Φυσικά η κυβέρνηση δεν κατάφερε ούτε αυτή τη φορά να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει – ενώ οι πολιτικές (λαϊκές) πιέσεις αυξάνονταν, έως το σημείο χωρίς επιστροφή. Το Δεκέμβριο του 2001 η Αργεντινή ανακοίνωσε ότι αδυνατούσε να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της, έκλεισε για κάποιο διάστημα τις τράπεζες της και βίωσε την μητέρα όλων των κρίσεων – την ολοκληρωτική κατάρρευση του οικονομικού της συστήματος.
Η χώρα υποχρεώθηκε σε μία άτακτη χρεοκοπία, καθώς επίσης σε μία χαοτική, απρογραμμάτιστη μετάβαση σε ένα νέο νόμισμα – με διασυνοριακούς ελέγχους κεφαλαίων, με καταστροφικές υποτιμήσεις κλπ.
Ολοκληρώνοντας, εάν συγκρίνει κανείς τα παραπάνω με την Ελλάδα στη θέση της Αργεντινής και την Ευρωζώνη στη θέση της Mercosur, μάλλον θα οδηγηθεί σε δυσοίωνα συμπεράσματα.
Παρά το ότι η Ελλάδα είναι μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα, ενώ η Ευρωζώνη μία πολύ ισχυρότερη ένωση, οι ομοιότητες παραμένουν αρκετά μεγάλες – πόσο μάλλον όταν πολλές χώρες μαζί της Ευρωζώνης φαίνεται να αντιμετωπίζουν αντίστοιχα μεγάλα προβλήματα, ενώ το ευρώ είναι στο στόχο τόσο των αγορών, όσο και των Η.Π.Α.
http://eleutheriellada.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το 2032 και η σύγκλιση με την Ευρώπη

Πριν από 30 χρόνια ξεκινούσε η μεγάλη πορεία της σύγκλισής μας με την Ευρώπη, που κορυφώθηκε με την ένταξή μας στο κοινό νόμισμα και σηματοδ...