Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2023

«Oμπρέλα» σε 500.000 συνεπείς δανειολήπτες

«Ομπρέλα» προστασίας έχουν λάβει 500.000 στεγαστικά δάνεια συνολικής αξίας 20,5 δισ. ευρώ, που σύμφωνα με στοιχεία της «Κ» έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα ανταμοιβής που ανακοίνωσαν οι τράπεζες τον περασμένο Απρίλιο ως ανάχωμα στην άνοδο των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Το πρόγραμμα προβλέπει ανώτατο όριο επιτοκίου μεταξύ 2,7%-2,85% (ή 1,20% για όσα δάνεια συνδέονται με το saron πρώην libor και 3,3% όταν το επιτόκιο αναφοράς είναι το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ), ανάλογα με το αν το επιτόκιο αναφοράς είναι το euribor 1 ή 3 μηνών. Πρόκειται για «έκπτωση» κατά 1 μονάδα από το επίπεδο του 3,6%-3,8% που διαμορφώνεται σήμερα αντίστοιχα το euribor. Σε αυτό το επίπεδο θα παραμείνει το βασικό επιτόκιο που επιβαρύνει όλα τα στεγαστικά δάνεια για 12 συνεχείς μήνες, δηλαδή έως και τα τέλη του α΄ εξαμήνου του 2024, με την προϋπόθεση ότι οι δανειολήπτες θα συνεχίσουν να εξυπηρετούν κανονικά το δάνειό τους και δεν θα αθετήσουν την πληρωμή κάποιας δόσης.

Φθηνά δάνεια 9 δισ. σε 44.338 μικρομεσαίες

Στο «παγωμένο» επιτόκιο αναφοράς προστίθεται το περιθώριο που προβλέπει κάθε δανειακή σύμβαση, δηλαδή το spread που επιβαρύνει το δάνειο και το οποίο ανάλογα με το δάνειο και τον χρόνο σύναψης της σύμβασης μπορεί να κυμαίνεται μεταξύ 2%-3% (σε κάποιες περιπτώσεις φθάνει το 4%), ανεβάζοντας το τελικό επιτόκιο με το οποίο βαρύνεται ο δανειολήπτης μεταξύ 5% και 6%. Η προστασία καλύπτει και τις επερχόμενες αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ, που προεξοφλούνται από την αγορά μετά την επιμονή του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη στο 5,3% τον Αύγουστο. Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις το βασικό επιτόκιο θα διαμορφωθεί στο 4% από 3,75% σήμερα και η τάση αποκλιμάκωσης δεν αναμένεται πριν από τα μέσα του 2025, προοιωνίζοντας δύο ακόμη δύσκολους χειμώνες.

Το πρόγραμμα ανταμοιβής συνδυάζεται με το πρόγραμμα επιδότησης επιτοκίου που έχουν εφαρμόσει οι τράπεζες και το οποίο, όμως, αφορά μόνο τα ευάλωτα νοικοκυριά. Μέσω του προγράμματος επιδοτείται το 50% της αύξησης της μηνιαίας δόσης στεγαστικών δανείων με ημερομηνία αναφοράς την 30ή Ιουνίου και για διάστημα 12 μηνών, αλλά η συμμετοχή στο πρόγραμμα μέσω της εγγραφής στην πλατφόρμα για την πιστοποίηση του δανειολήπτη ως ευάλωτου υπήρξε περιορισμένη και σύμφωνα με στοιχεία της «Κ» δεν ανήλθε σε 1.864 δανειολήπτες.

Τα μέτρα για τη συγκράτηση των επιτοκίων από την πλευρά των ελληνικών τραπεζών μετριάζουν το πρόβλημα των νοικοκυριών, σταθεροποιώντας τη δόση του δανείου τους, αλλά ήδη η επιβάρυνση που έχουν υποστεί από τις διαδοχικές αυξήσεις της ΕΚΤ έως και τα τέλη του προηγούμενου Μαρτίου –ημερομηνία εφαρμογής του πλαφόν– μεταφράζεται σε ένα σημαντικό κόστος, που φθάνει περίπου τα 1.780 ευρώ τον χρόνο (150 ευρώ τον μήνα) για ένα δάνειο 100.000 ευρώ με διάρκεια αποπληρωμής τα 20 χρόνια, υπολογισμένο με ένα μέσο περιθώριο από την τράπεζα 2,5% και άρα τελικό επιτόκιο 5,3% (euribor 2,8%+spread 2,5%). Ο εκτροχιασμός των οικογενειακών προϋπολογισμών απειλείται άλλωστε από τις αυξήσεις σε βασικά είδη διατροφής, ενώ η έναρξη της εκπαιδευτικής περιόδου γιγαντώνει τα ανελαστικά έξοδα των νοικοκυριών, που δεν επιδέχονται περικοπών.


Το πρόγραμμα ανταμοιβής συνδυάζεται με το πρόγραμμα επιδότησης επιτοκίου, το οποίο όμως αφορά μόνο τα ευάλωτα νοικοκυριά.

Στα μακροπρόθεσμα μέτρα που λαμβάνουν οι τράπεζες για τον περιορισμό των πιέσεων από την αύξηση των επιτοκίων προστίθεται και η δυνατότητα μετατροπής των κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά, προεξοφλώντας την παραμονή των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα για περισσότερο χρονικό διάστημα από αυτό που είχε αρχικά προβλεφθεί. Η δυνατότητα δίνεται για τους ήδη πελάτες τους που έχουν δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο και βασική προϋπόθεση είναι η συνέπεια στην εξυπηρέτηση του δανείου τους.

Δύσκολο δίλημμα για την ΕΚΤ μετά τα νέα στοιχεία για τον πληθωρισμό στην Ε.Ε.

Η τάση αυτή, αν και δεν έχει λάβει μαζικό χαρακτήρα, αναμένεται να εκδηλωθεί εντονότερα τους προσεχείς μήνες, καθώς εμπεδώνεται η πεποίθηση ότι τα επιτόκια δεν θα αποκλιμακωθούν πριν από το 2025. Γι’ αυτό την πρωτοβουλία ενημέρωσης των δανειοληπτών για τη δυνατότητα μετατροπής των υφιστάμενων κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά έχουν πάρει οι ίδιες οι τράπεζες, προτείνοντας προγράμματα σταθερού επιτοκίου διάρκειας 5 ή 10 ετών, ανάλογα και με την υπολειπόμενη διάρκεια του δανείου. Από την πλευρά των δανειοληπτών το μέτρο αφορά ειδικά εκείνους που έχουν πάρει στεγαστικό δάνειο την περίοδο μετά το 2011 έως και το 2019, οι οποίοι επιβαρύνονται με υψηλό περιθώριο (spread), που είχε φτάσει ακόμη και πάνω από το 4% και οι οποίοι έχουν δει το τελικό επιτόκιο που επιβαρύνει το δάνειό τους να εκτοξεύεται κοντά στο 7%, παρά το «πάγωμα». Αντιλαμβανόμενες την πίεση που δέχονται οι δανειολήπτες αλλά και τον κίνδυνο κάποια από αυτά τα δάνεια να κοκκινίσουν, δίνουν τη δυνατότητα μετατροπής αυτών των συμβάσεων σε σταθερού επιτοκίου, χωρίς κόστος ή με ελάχιστη επιβάρυνση που δεν ξεπερνάει τα 100 ευρώ. Προϋπόθεση είναι τα δάνεια αυτά να εξυπηρετούνται κανονικά, δηλαδή να μην έχουν ρυθμιστεί μέχρι σήμερα λόγω καθυστέρησης, ενώ μετά τη λήξη της σταθερής διάρκειας που θα επιλέξει ο δανειολήπτης, το επιτόκιο μετατρέπεται ξανά σε κυμαινόμενο με βάση το περιθώριο που είχε συμφωνηθεί αρχικά.
Τα νέα στεγαστικά

​​​​​​Πολιτική συγκράτησης των επιτοκίων τόσο στα σταθερής όσο και στα κυμαινόμενης διάρκειας έχουν εφαρμόσει οι τράπεζες και για τα νέα στεγαστικά δάνεια, σε μια προσπάθεια να συντηρήσουν ζωντανή τη ζήτηση για νέες χρηματοδοτήσεις. Η ζήτηση για νέα δάνεια (με εξαίρεση τα δάνεια του προγράμματος «Σπίτι μου») μονοπωλείται σε ποσοστό έως και 90% για χρηματοδοτήσεις με σταθερό επιτόκιο, τα οποία παρά το γεγονός ότι αυξήθηκαν κατά 100 περίπου μονάδες σε σχέση με έναν χρόνο πριν, εξακολουθούν να παραμένουν σε ελκυστικά επιτόκια και να ανταγωνίζονται τα κυμαινόμενα. Με βάση τα τιμολόγια των τραπεζών, το σταθερό επιτόκιο για 3 έτη (δυνατότητα που δίνει η Εθνική Τράπεζα και η Eurobank) διαμορφώνεται στο 3%-3,6%, το σταθερό επιτόκιο για 5 έτη διαμορφώνεται μεταξύ 3,5%-4%, για 7 έτη (δυνατότητα που προσφέρει η Eurobank) στο 3,80%, για 10 έτη μεταξύ 4%-4,3%, για 15 έτη μεταξύ 4%-4,4%, για 20 έτη μεταξύ 4,6%-4,8%, για 25 έτη μεταξύ 4,6%-4,9% και για 30 έτη μεταξύ 4,6%-4,9%. Αντίστοιχα στο μέτωπο των κυμαινόμενων επιτοκίων που επιβαρύνονται από την ανοδική τάση του euribor, οι τράπεζες έχουν εφαρμόσει πολιτική μείωσης των περιθωρίων (spreads), διατηρώντας το μέσο περιθώριο κοντά στο 2,5%, επίπεδο που όμως μαζί με την επιβάρυνση του euribor ανεβάζει το τελικό επιτόκιο πάνω από το 6%, ανάλογα με το ύψος του δανείου και το ύψος της ίδιας συμμετοχής του δανειολήπτη.

Κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού στην Ευρώπη
Περιορισμένες αυξήσεις σε προθεσμιακές καταθέσεις

Στο «πάγωμα» των επιτοκίων και των μέτρων που έχουν λάβει για την ανακούφιση των δανειοληπτών στηρίζεται και η επιχειρηματολογία των τραπεζών για τις περιορισμένες αυξήσεις που έχουν κάνει στις προθεσμιακές καταθέσεις. Το μέσο επιτόκιο των προθεσμιακών καταθέσεων στην Ελλάδα για νοικοκυριά διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στο 1,56% έναντι 2,83% που ήταν η μέση απόδοση των προθεσμιακών καταθέσεων για ιδιώτες στην Ευρωζώνη, με την πρωτιά των αποδόσεων να έχει η Γαλλία με μέσο επιτόκιο στις προθεσμιακές 3,5%. Το αντίστοιχο επιτόκιο σε χώρες του Νότου, όπως η Ιταλία, ανήλθε στο 3,29%, στην Ισπανία στο 2,33%, στην Πορτογαλία στο 1,69%, ενώ πιο χαμηλά από την Ελλάδα στις αποδόσεις των προθεσμιακών καταθέσεων είναι η Κύπρος με μέσο επιτόκιο 1,07%.

Τα χαμηλά επιτόκια στις προθεσμιακές καταθέσεις ερμηνεύουν άλλωστε και την περιορισμένη στροφή που έχει γίνει σε κλειστούς λογαριασμούς, που με βάση τα στοιχεία της ΤτΕ αντιπροσωπεύουν το 1/4 των συνολικών καταθέσεων των νοικοκυριών, δηλαδή περί τα 34,6 δισ. ευρώ στο σύνολο των 142,7 δισ. ευρώ. Οι τράπεζες επιδιώκουν να αντισταθμίσουν τις χαμηλές αποδόσεις στις προθεσμιακές με την προώθηση επενδυτικών προϊόντων χαμηλού ρίσκου, όπως τα ομολογιακά αμοιβαία, σε μια προσπάθεια να εκπαιδεύσουν τους Ελληνες καταθέτες σε επενδυτικές επιλογές μεγαλύτερης διάρκειας ή πιο σύνθετα επενδυτικά προϊόντα που εμπεριέχουν και ένα μέρος ρίσκου. Η πολιτική των τραπεζών αναμένεται να επανακαθοριστεί το φθινόπωρο, χωρίς ωστόσο να αναμένονται εντυπωσιακές κινήσεις στο μέτωπο των επιτοκίων καταθέσεων, λόγω και της πλεονάζουσας ρευστότητας που υπάρχει στο σύστημα.
https://www.kathimerini.gr/economy/562595611/omprela-se-500-000-synepeis-daneioliptes/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πόση είναι τελικά η επιρροή της Εκκλησίας;

Από συστάσεως του ελληνικού κράτους η Εκκλησία έχει σημαντικό βαθμό πολιτικής επιρροής. Ο βαθμός αυτός, ωστόσο, σήμερα δεν είναι εύκολο να π...