Σχεδόν στο 52% των εσόδων τους ανέρχεται η συνολική φορολογική επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις που βρίσκονται στην Ελλάδα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό σε γειτονικές χώρες - μέλη της ΕΕ όπως είναι η Βουλγαρία και η Κύπρος, δεν υπερβαίνει το 27%, όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η 'Καθημερινή ' επικαλούμενη στοιχεία του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου. Όπως υπογραμμίζεται στο δημοσίευμα, οι ελληνικές επιχειρήσεις δίνουν άνιση μάχη με τους φόρους, καθώς αν και η ζήτηση και επομένως και οι πωλήσεις τους μειώνονται, τα φορολογικά βάρη αυξάνονται διαρκώς τα τελευταία χρόνια. Πέρα από το εσωτερικό
'μέτωπο ', αυτό της μείωσης τζίρου στην εγχώρια αγορά, οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν να αντιμετωπίσουν και το εξωτερικό 'μέτωπο ', ήτοι τους πολύ χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές που ισχύουν στις γειτονικές χώρες των Βαλκανίων. Η συνολική επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις που βρίσκονται στην Ελλάδα ανέρχεται σχεδόν στο 52% των εσόδων τους, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό σε γειτονικές ανταγωνίστριες χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως είναι η Βουλγαρία και η Κύπρος, δεν υπερβαίνει το 27%.
Σύμφωνα πάντα με την 'Καθημερινή ' το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών (ΕΒΕΑ) προχώρησε στην έκδοση φυλλαδίου υπό τον τίτλο 'Ποιος διώχνει τις επιχειρήσεις από την Ελλάδα; ', ενώ συνολικά τα επιμελητήρια θέτουν εκ νέου το αίτημα για μείωση του βασικού εταιρικού φόρου στο 15%. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε χθες και ο πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου κ. Μιχάλης Μαΐλλης, ο οποίος σε συνέντευξή του στον ιστοχώρο για θέματα Ε.Ε. EurActiv υποστήριξε ότι 'η αύξηση της φορολογίας φυσικών και νομικών προσώπων το μόνο που πετυχαίνει είναι να χαλά το κλίμα στην αγορά, να διώχνει επενδυτές '.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΒΕΑ, τα οποία αποτυπώνονται στο ενημερωτικό φυλλάδιο, ο φορολογικός συντελεστής που επιβάλλεται στις επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι 29%, ενώ κατά μέσο όρο στις βαλκανικές και γειτονικές χώρες ανέρχεται σε 15,6%. Ειδικότερα, στη Βουλγαρία και την ΠΓΔΜ οι επιχειρήσεις φορολογούνται με συντελεστή 10%, στην Κύπρο με 12,5%, στην Αλβανία με 15%. Ο φορολογικός συντελεστής είναι μεγαλύτερος ακόμη και από αυτόν που επιβάλλεται στις επιχειρήσεις στην Ιταλία και ανέρχεται σε 27,5%.
Ανάλογη είναι η εικόνα και σε ό,τι αφορά τις ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλουν οι εργοδότες. Το ποσοστό των εργοδοτικών εισφορών ανέρχεται σε 24,6% στην Ελλάδα, 10% περισσότερες από τον μέσο όρο των γειτονικών χωρών (15,2%) και οι δεύτερες υψηλότερες μετά την Ιταλία. Στη Βουλγαρία ανέρχονται σε 18,5%, στην Αλβανία σε 15%, ενώ στην Κύπρο σε 7,8%.
Μικρότερες είναι οι διαφορές σε ό,τι αφορά τον ΦΠΑ, χωρίς, όμως και στο πεδίο αυτό η Ελλάδα και οι επιχειρήσεις της να έχουν κάποιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Ο βασικός συντελεστής ΦΠΑ στην Ελλάδα είναι ως γνωστόν 23%, ενώ στην Αλβανία και τη Βουλγαρία 20%, στην Κύπρο 19% και στην ΠΓΔΜ 18%.
Πέραν των παραπάνω φορολογικών επιβαρύνσεων, οι ελληνικές επιχειρήσεις καλούνται να πληρώνουν πολύ υψηλό κόστος για την μεταφορά εμπορευμάτων εντός της χώρας αφενός, διότι η πολυπόθητη απελευθέρωση της αγοράς δεν έχει ολοκληρωθεί, αφετέρου διότι δεν έχουν υλοποιηθεί οι απαιτούμενες υποδομές. Οι εισαγωγές προϊόντων στην Ελλάδα πραγματοποιούνται κυρίως από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, όπου το κόστος για τη μεταφορά του φορτίου από εκεί έως τον χώρο αποθήκευσης ανέρχεται σε περίπου 745 ευρώ ανά φορτίο. Στη Βουλγαρία το κόστος είναι μόλις 105 ευρώ ανά φορτίο, στην ΠΓΔΜ 139 ευρώ ανά φορτίο, στην Κύπρο 179 ευρώ ανά φορτίο και στην Αλβανία 309 ευρώ ανά φορτίο. Τα επιμελητήρια προτείνουν μείωση του βασικού εταιρικού φόρου στο 15%, περιορισμό του συντελεστή με βάση τον τζίρο, ο οποίος σε κάθε περίπτωση να μην υπερβαίνει το 35%, καθώς και μείωση κατά 50% των ποσοστών προκαταβολής φόρου. 'Οι φορολογικές διευκολύνσεις προς τις επιχειρήσεις σαφώς δεν προτείνονται για να μειωθεί η συνεισφορά του επιχειρηματικού κόσμου. Αντίθετα, στόχος είναι να λειτουργήσουν ως κίνητρο για την αύξηση των επενδύσεων, για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής και την αύξηση των φορολογικών εσόδων από την άνοδο της οικονομικής δραστηριότητας και την αποκατάσταση της κερδοφορίας. Δυνατές επιχειρήσεις σημαίνει δυνατή οικονομία και θέσεις εργασίας ', υποστήριξε ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ κ. Κ. Μίχαλος.
Από την πλευρά του ο κ. Μ. Μαΐλλης δηλώνει θετικός στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που ζητούν οι δανειστές, επισημαίνοντας ωστόσο ότι ως μεταρρυθμίσεις νοούνται η πάταξη της φοροδιαφυγής, της εισφοροδιαφυγής, ο περιορισμός της γραφειοκρατίας, η κατάργηση του 'γρηγορόσημου ', η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, η απλοποίηση της αδειοδότησης των επιχειρήσεων.
http://www.capital.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου