Κατάσταση «έκτακτης ανάγκης»-οιoνεί στρατιωτικός νόμος στο Παρίσι, την «πόλη του φωτός». Κατάσταση «έκτακτης ανάγκης»-οιoνεί στρατιωτικός νόμος και στις Βρυξέλλες, την έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ. Κλειστά σύνορα όχι μόνο στην Ειδομένη, αλλά και μεταξύ Γαλλίας και Βελγίου, και -πρακτικά, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- σε όλη την Ευρώπη.
Το Βέλγιο ήταν σε «κόκκινο» συναγερμό από τον περασμένο Νοέμβριο, ύστερα από το τρομοκρατικό χτύπημα του Ισλαμικού Κράτους στο Παρίσι. Οι Βρυξέλλες είχαν γεμίσει έφιππους αστυνομικούς, στρατιώτες με τζιπ, μηχανοκίνητες μονάδες στρατού και αστυνομίας. Είχαν πραγματοποιηθεί προληπτικές προσαγωγές υπόπτων και σχεδόν υπόπτων, είχε ανασταλεί κατά και
ρούς η κυκλοφορία των οχημάτων και των πεζών και ζητούνταν η συνεργασία και η κατανόηση των πολιτών γι’ αυτές τις «υπερβάσεις». Οι βελγικές αρχές εκτίμησαν σωστά τον κίνδυνο. Όχι λόγω κάποιας ισχυρής διαίσθησης ή του «δαιμονίου» των υπηρεσιών ασφαλείας, αλλά γιατί γνώριζαν τους λόγους της βαθύτερης έκθεσης της χώρας στον κίνδυνο τρομοκρατικού χτυπήματος: 562 Βέλγοι πολίτες γράφτηκαν πέρυσι στη λίστα εθελοντών του Ισλαμικού Κράτους και εντάχτηκαν στις γραμμές του στη Συρία και το Ιράκ, αναδεικνύοντας το Βέλγιο στη χώρα με τους περισσότερους πολίτες ανά εκατομμύριο από αυτές που «παρείχαν» εθελοντές. Αντίστοιχα, ύστερα από το τρομοκρατικό χτύπημα στο Παρίσι έγινε γνωστό ότι μεγάλος αριθμός μουσουλμάνων Γάλλων πολιτών είχαν ενταχτεί στις λίστες εθελοντών του ISIS. Η Γαλλία και ακόμη περισσότερο το Βέλγιο, είναι χώρες εξαγωγής τρομοκρατών! Είναι ανώφελο να κλείνουν τα σύνορά τους – οι τρομοκράτες είναι ήδη μέσα!
Δεν έχουν όμως μόνο η Γαλλία και το Βέλγιο μεγάλες μουσουλμανικές κοινότητες, αλλά και άλλες χώρες, ιδιαίτερα της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Μ. Βρετανία κ.λπ.
Όταν λοιπόν έχουμε να κάνουμε με μουσουλμανικές κοινότητες από τις οποίες «παράγονται» τρομοκράτες αυτοκτονίας, πρέπει να μας απασχολήσει αυτό το φαινόμενο. Γιατί συμβαίνει αυτό; Ποιες είναι οι αιτίες του; Αν δεν ανακαλυφθούν και δεν αρθούν οι αιτίες, πώς θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα; Μόνο ένας συνδυασμός ακραίας απελπισίας, αισθήματος ταπείνωσης και μίσους μπορεί να εξηγήσει πώς πολίτες της Γαλλίας ή του Βελγίου στρατολογούνται σαν καμικάζι αυτοκτονίας ή φεύγουν για να πολεμήσουν στις τάξεις του ISIS στο σφαγείο της Συρίας. Τόσο η Γαλλία όσο και το Βέλγιο, είναι πρώην αποικιακές δυνάμεις. Οι μουσουλμάνοι πολίτες τους έχουν εγγεγραμμένο το μίσος από τις παλιές αποικιοκρατικές πρακτικές, αλλά αν επρόκειτο μόνο γι’ αυτό, θα μπορούσε να έχει «ξεθυμάνει» με το πέρασμα των δεκαετιών. Δυστυχώς όμως ανανεώνεται διαρκώς από δύο σύγχρονες «πηγές»:
Πρώτο, από την εξαθλίωση που επικρατεί στα περιθωριοποιημένα προάστια του Παρισιού και των Βρυξελλών, αλλά και από τις ρατσιστικές συμπεριφορές – όταν η εκπρόσωπος του γαλλικού ρατσισμού Μαρίν Λεπέν διεκδικεί με αξιώσεις τη γαλλική προεδρία και όταν στη Βαλονία καλπάζει η ακροδεξιά, τι απορίες να έχουμε;
Δεύτερο, από την «εξαγωγή δημοκρατίας» διά των όπλων στη Μ. Ανατολή και την Αφρική. Μια «στρατηγική καταστροφή» από τη σειρά στρατιωτικών επεμβάσεων της Δύσης στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Λιβύη, τη Συρία κ.λπ. ήταν όχι απλώς η μαζική και ακραία φτωχοποίηση και η διάλυση των κοινωνιών, αλλά και η διάλυση των κρατικών υποστάσεων. Σε αυτές τις συνθήκες, η καταφυγή στην «ταυτότητα» του ακραίου τζιχαντισμού λειτούργησε σαν θεϊκός παρηγορητικός λόγος. Από τις σε μαζική κλίμακα κατεστραμμένες ζωές, έγινε το άλμα στην ιδεολογία της καταστροφής ή και αυτοκαταστροφής της ζωής σαν «ιδανικό».
Πώς αντιμετωπίζεται ένας τέτοιος αντίπαλος; Όλες οι «λύσεις» που σχεδιάζονται, όχι μόνο δεν λύνουν το πρόβλημα, αλλά δημιουργούν σταδιακά ένα πολύ μεγαλύτερο. Τι νόημα έχει να κλείσεις τα σύνορα όταν ο αντίπαλος είναι ήδη «μέσα»; Ποια χρησιμότητα έχει ο στρατός, για παράδειγμα, στην αποτροπή του κινδύνου επιθέσεων αυτοκτονίας σε πολυσύχναστους χώρους στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες; Τι θα προσφέρει η σχεδιαζόμενη νέα στρατιωτική επέμβαση στη Λιβύη; Ποιος δεν καταλαβαίνει ότι με τις επιθέσεις του στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες το ISIS «παρακαλάει» για χερσαία επέμβαση της Δύσης στη Συρία; Όταν αυτό που στρατολογεί μαζικά στις τάξεις του ISIS καμικάζι αυτοκτονίας είναι η μετουσιωμένη σε πεισιθανάτια ιδεολογία στρατηγική του «πολέμου πολιτισμών», δεν είναι φανερό ότι όλα αυτά στρατολογούν στο τζιχαντισμό; Ποια καλύτερη επιβεβαίωση μπορεί να υπάρξει για την «προφητεία» περί του ιερού καθήκοντος πάλης μέχρις εσχάτων απέναντι στους Δυτικούς «Σταυροφόρους»; Και πόση ασφάλεια θα προσφέρει στους πολίτες του Βελγίου η αύξηση του προϋπολογισμού της χώρας ήδη από τον περασμένο Νοέμβριο κατά 25% (!), γεγονός που οδήγησε τους γκουρού των οικονομιών της άμυνας να μιλήσουν τότε για ντόμινο αύξησης του στρατιωτικού προϋπολογισμού ευρωπαϊκών χωρών που θα μεγάλωναν την οικονομική πίτα και τον κύκλο εργασιών των πολεμικών τους βιομηχανιών έως το 2020 κατά τουλάχιστον 50 δισ. ευρώ; Τι νόημα έχει μια ραγδαία στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης απέναντι σε έναν τέτοιο αντίπαλο; Ή μήπως θα αφανιστούν με κάποιο μαγικό τρόπο οι μουσουλμάνοι πολίτες ευρωπαϊκών χωρών; Θα αφαιρεθεί η υπηκοότητα Γάλλων και Βέλγων πολιτών και θα εγκλειστούν μαζικά σε στρατόπεδα συγκέντρωσης; Αν συνδέσουμε όλα τα προηγούμενα με την αντιμετώπιση του προσφυγικού, τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα: πόσο μίσος φώλιασε στις ψυχές των νέων ανθρώπων ή των που διέσχισαν με ανείπωτες οδύνες χιλιάδες χιλιόμετρα για να βρουν στο τέλος την «πόρτα» κλειστή και να υποχρεωθούν να επιστρέψουν εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν; Ποιος μηχανισμός θα αποτρέψει να μετατραπεί αυτό το μίσος και το αίσθημα ταπείνωσης σε νέες μαζικές στρατολογίες στις τάξεις των καμικάζι αυτοκτονίας;
Πρέπει λοιπόν να θέσουμε το ερώτημα αλλιώς: όχι τι νόημα έχουν αυτές οι πολιτικές, αλλά σε τι αποσκοπούν πραγματικά και πού οδηγούν τελικά.
Την αρχή μιας απάντησης μπορεί να μας τη δώσει το εξής απλό γεγονός: η δημοτικότητα του Ολάντ, που πριν το τρομοκρατικό χτύπημα του περασμένου Νοεμβρίου ήταν σε ιστορικά χαμηλά σχεδόν ντροπιαστικά για Γάλλο πρόεδρο (είχε πέσει μέχρι και το απίστευτο 13%!), ύστερα από την κατάσταση «έκτακτης ανάγκης» ανέκαμψε αποφασιστικά. Το γεγονός αυτό, δείχνει ότι για την ώρα δουλεύει αποτελεσματικά για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις η μετατόπιση του άξονα της δημόσιας ατζέντας από τα θέματα ανεργία, μισθοί, κοινωνικό κράτος στα θέματα ασφάλειας. Αντί για κοινωνικό κράτος και ελευθερία, οι κυβερνήσεις προσφέρουν «ασφάλεια» -στην πραγματικότητα μια σκηνοθεσία «ασφάλειας», όπου, ναι, είναι απαραίτητος ο στρατός- για να γιατρέψουν μια πληγή που όχι μόνο άνοιξαν οι ίδιες αλλά και συντηρούν τη διευρυμένη αναπαραγωγή της. Και, με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια, ανοίγουν την πόρτα της πολεμικής οικονομίας.
Στο μεταξύ όμως, ο «τυφλοπόντικας» της λιτότητας είχε υποσκάψει σε τέτοιο βαθμό τα θεμέλια του ευρωπαϊκού οικοδομήματος ώστε η εθνικιστική ακροδεξιά και ακόμη χειρότερα η φασίζουσα ακροδεξιά, εμφανίστηκαν ξανά με αξιώσεις στην ιστορική σκηνή για πρώτη φορά ύστερα από την τραγωδία του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Στο βαθμό που η επίσημη Ευρώπη θεωρεί ότι θα παραμερίσει από το δημόσιο λόγο την ατζέντα για τα θέματα του κοινωνικού κράτους και των ελευθεριών για να επιβάλει τη θεματική της «ασφάλειας», εγκαθιδρύεται ο μηχανισμός μιας σύγχρονης «Βαϊμάρης», αυτή τη φορά σε ευρωπαϊκή κλίμακα: οι κυβερνήσεις θα γίνονται όλο και πιο αυταρχικές με την αυταπάτη ότι έτσι αποδυναμώνουν τη δυναμική της ακροδεξιάς και της φασίζουσας ακροδεξιάς, με αποτέλεσμα και η ακροδεξιά να δυναμώνει και τα χαρακτηριστικά της «κατάστασης ανάγκης» να σκληραίνουν. Είναι άραγε τυχαίο ότι στο ζήτημα του προσφυγικού η Μέρκελ και ο Σόιμπλε φάνταζαν «σούπερ δημοκράτες» μπροστά σε πολλούς ηγέτες ευρωπαϊκών κρατών; Αν η Ευρώπη συνεχίσει σε αυτό το δρόμο, δεν θα αργήσει η στιγμή που και η Μαρίν Λεπέν θα μοιάζει «ήπια». Μέχρι όλο αυτό να γεννήσει το νέο «Χίτλερ του 21ου αιώνα».
Στην Ευρώπη απλώνεται μια «καταχνιά που ουρλιάζει». Η «Βαϊμάρη του 21ου αιώνα» άρχισε να μας αποκαλύπτει αδρά τα χαρακτηριστικά της. Η Ευρώπη μοιάζει να μη μπορεί να αντέξει τη δημοκρατική ιστορική της κληρονομιά (της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, της Γαλλικής Επανάστασης, της δημοκρατικής «άνοιξης των λαών» του 1848, του αντιφασιστικού αγώνα και του μεταπολεμικού κοινωνικού κράτους τον 20ό αιώνα). Μοιάζει να ανακαλεί τα φαντάσματα του Μεσοπολέμου του 20ού αιώνα.
Η Ιστορία επαναλαμβάνεται σαν τραγωδία ή σαν φάρσα. Τι θα συμβεί όμως αν μια ιστορική τραγωδία όπως η γερμανική Βαϊμάρη του Μεσοπολέμου, που οδήγησε στην άνοδο του Χίτλερ και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, «επαναληφθεί» σαν τραγωδία; Ποιες θα είναι οι διαστάσεις μιας τέτοιας τραγωδίας; Μάλλον ασύλληπτες…
http://www.rizopoulospost.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου