του Βασίλη Δρουκόπουλου
…και ο φόρος των καπνοδόχων, επί των κηρίων, επί του σάπωνος και επί των πίλων
«Η τέχνη της φορολόγησης συνίσταται, όπως και το μάδημα της χήνας, στο να
αποκτήσει κανείς όσο περισσότερα φτερά με τον λιγότερο δυνατό συριγμό»
Ζ. Μπ. Κολμπέρ (1619-1683)
αποκτήσει κανείς όσο περισσότερα φτερά με τον λιγότερο δυνατό συριγμό»
Ζ. Μπ. Κολμπέρ (1619-1683)
- Πόσο άξιζε το τιμάριο πριν από την εισβολή του 1066; Ποιός το κατείχε;
- Πόσο στη διάρκεια της εισβολής;
- Πόσο μετά την εισβολή; Ποιος το κατέχει τώρα;
- Τι μέρος της γης είναι δάσος, βοσκή ή λιβάδι;
- Πόσοι μύλοι και λιμνούλες υπάρχουν στο τιμάριο; Και πόσα άροτρα;
- Τι κατέχει κάθε ελεύθερος άνθρωπος στο τιμάριο;
- Ποιές φορολογικές υποχρεώσεις τον βαρύνουν;
Αναφερόμαστε στην εισβολή των Νορμανδών στην Αγγλία το 1066 και στην απογραφή του 1086 με εντολή του Γουλιέλμου Α΄ του Κατακτητή, τα αποτελέσματα της οποίας καταγράφηκαν στο Domesday Book (Το Βιβλίο της Ημέρας της Τελικής Κρίσεως). Η ακρίβεια των πληροφοριών, που δίνονταν με όρκο, ελεγχόταν συστηματικά και από δεύτερη ομάδα απογραφέων. Αυστηρές τιμωρίες συνόδευαν τις ψευδείς αναφορές, όμως γίνονταν και λάθη και διπλοεγγραφές: τιμάρια περιλαμβάνονταν σε λάθος κομητεία και άλλοτε στη σωστή αλλά και σε μια άλλη επιπλέον. Πολλά χωριά καταγράφηκαν πολλαπλά, γιατί ανήκαν σε πολλούς γαιοκτήμονες. Οι μοναχοί, οι μοναχές παραλείφτηκαν, όπως και το προσωπικό των φρουρίων. Η Εκκλησία εξαιρούνταν από τα φορολογικά βάρη· η περιουσία της είχε αποκληθεί mortmain (νεκρό χέρι). Όπως βέβαια εξαιρούνταν και οι βαρόνοι μιας κι αυτοί έθεταν στη διάθεση του ανώτατου άρχοντα τις προσωπικές τους υπηρεσίες. Από την απογραφή προέκυψε ότι λιγότεροι από 250 άνθρωποι είχαν στην κατοχή τους το μεγαλύτερο τμήμα της Αγγλίας.
Σε τι στόχευε η απογραφή και τι επιδιώχτηκε με αυτήν;
α) Οι συλλεγείσες πληροφορίες συγκρότησαν τις προϋποθέσεις για μια πιο αποτελεσματική διοίκηση.
β) Επέτρεπαν στον Γουλιέλμο και στους Νορμανδούς κατακτητές να ασκήσουν την εξουσία τους ως επικυρίαρχοι. Με άλλα λόγια, η απογραφή λειτουργούσε και ως εργαλείο πολιτικού ελέγχου.
γ) Δόθηκε η δυνατότητα να καταγραφεί επακριβώς η βασιλική περιουσία.
δ) Εκτιμήθηκε η φοροδοτική ικανότητα των υποτελών κατοίκων. Πράγμα σημαντικό εκείνη την εποχή, επειδή εξωτερικές απειλές απαιτούσαν πόρους για τη χρηματοδότηση της στρατολόγησης μισθοφόρων που θα ενίσχυαν την άμυνα του βασιλείου.
ε) Έγιναν γνωστά τα περιουσιακά στοιχεία των βαρόνων. Έτσι μπορούσε να εντοπιστεί από τον βασιλικό οίκο η πιθανή εστία ανατρεπτικών κινήσεων και αμφισβήτησης του ανώτατου άρχοντα.
Μια, έστω ατελής και μερική, ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη της επιβολής φορολογικών βαρών αποκαλύπτει πολυάριθμες περιπτώσεις κοινών πρακτικών που έχουν ακολουθηθεί σε παγκόσμια κλίμακα. Η φοροεπιδρομή των μνημονιακών κυβερνήσεων στη χώρα μας δεν αποτελεί εξαίρεση. Είναι, στις περισσότερες εκδοχές της, μια «εκσυγχρονισμένη» και βάναυση παραλλαγή μεθόδων και μέτρων που κατά καιρούς εφαρμόστηκαν στο παρελθόν. Προφανής είναι η αντιστοιχία, τηρουμένων των αναλογιών και της περίπου χιλιοετούς διαφοράς, πολλών στοιχείων και λεπτομερειών που αναφέρθηκαν προηγουμένως με τα πρόσφατα κωμικοτραγικά γεγονότα που σχετίζονται με τον ΕΝΦΙΑ (π.χ. αξίες τιμαρίων πριν και μετά την Νορμανδική Εισβολή του 1066 και εμπορικές αξίες πριν και μετά την τροϊκανή επέλαση του 2010. Οι αντικειμενικές αξίες βέβαια παραμένουν στα ανώτατα επίπεδα του 2007!).
Αξίζει όμως να επισημανθούν, επιπλέον, δύο περιπτώσεις. Η πρώτη αφορά τον «φόρο εστιών/καπνοδόχων» που είχε επιβληθεί σε διάφορα κράτη και περιόδους. Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία χρονολογείται τουλάχιστον από την εποχή του Νικηφόρου Α΄ στις αρχές του 9ου αιώνα και επονομαζόταν «καπνικός φόρος» που το κράτος επέβαλλε στις οικοδομές ανάλογα με το πλήθος των καπνοδόχων κάθε οικοδομής. (Φημολογείται ότι η «Παναγία Καπνικαρέα» του 11ου αιώνα στην οδό Ερμού χτίστηκε από χορηγίες των «καπνικαρίων», δηλαδή των εισπρακτόρων του φόρου). Στην Αγγλία ίσχυσε από το 1662. Αλλά την πρώτη χρονιά εφαρμογής του οι εισπράξεις ήταν μικρότερες από τις αναμενόμενες και τελικά το 1689 καταργήθηκε, συν τοις άλλοις και, επειδή οι άγγλοι νοικοκυραίοι εναντιώνονταν στην απρόσκλητη είσοδο των ελεγκτών στην κατοικία τους. Ο φόρος αντικαταστάθηκε με τον έγγειο φόρο και λίγο αργότερα με τον «φόρο επί των παραθύρων». Στη χώρα μας, για προφανείς λόγους, δεν έγινε καταμέτρηση των καπνοδόχων αλλά ο πέλεκυς επέπεσε βαρύς επί του πετρελαίου θέρμανσης. Με τα γνωστά αποτελέσματα, πέραν των μειωμένων εισπράξεων όπως και στην Αγγλία του 1662-3, 700.000 οικογένειες έκοψαν την κεντρική θέρμανση, περιοχές πόλεων πνίγηκαν από την αιθαλομίχλη των τζακιών, ενώ χιλιάδες άλλοι πάγωσαν μιας και η επιλογή ηλεκτρικών σωμάτων θέρμανσης ήταν απαγορευτική.
Η δεύτερη περίπτωση αναφέρεται στον «αλαμανικό» (γερμανικό) φόρο. Πόσο επίκαιρη στ’αλήθεια είναι η παράθεσή του! Ο αυτοκράτορας Ερρίκος Γ’ της Γερμανίας, δεινός πολέμιος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όπως και ο πατέρας του Φρειδερίκος Βαρβαρόσσα, απείλησε το 1197 να καταλάβει την περιοχή ανάμεσα στο Δυρράχιο και τη Θεσσαλονίκη αν ο αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ Άγγελος –η προσωπικότητα του οποίου ήταν τέλειο μείγμα απόλυτης φιλαρχίας και άνανδρης ανεπάρκειας, όπως έχει χαρακτηριστεί– δεν του χορηγούσε 360.000 υπέρπυρα (μετά από διαπραγμάτευση περιορίστηκε στα 115.000, ποσό ωστόσο υπέρογκο για την κατάσταση της βυζαντινής οικονομίας του τέλους του 12ου αιώνα). Ο πρωτοφανής αυτός φόρος περιγράφεται από τον ιστορικό Νικήτα Χωνιάτη ως «πράγμα μήπω ες τόδε καιρού γεγονός». Λόγω της σπατάλης της βασιλικής αυλής, το ποσό δεν μπορούσε να ανευρεθεί στο δημόσιο ταμείο. Σχετικά έχει παρατηρήσει ο Oστρογκόρσκυ: «Τεράστια ποσά απορροφούσαν [...] οι πληρωμές σε ξένες χώρες τις οποίες η ανίκανη κυβέρνηση έβλεπε ως αμυντικό όπλο εναντίον των ισχυρών αντιπάλων».
Ο αυτοκράτορας, για να συλλέξει τα λύτρα της υποτέλειας, προσπάθησε να επιβάλλει έναν ετήσιο καταναγκαστικό φόρο. Τα μέλη της γερουσίας της Κωνσταντινούπολης και λαϊκοί και κληρικοί, αντέδρασαν σθεναρά και αρνήθηκαν την καταβολή του. Οι εισπράξεις από την επαρχία ήταν λιγοστές με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας να τυμβωρυχήσει αφαιρώντας κάθε πολύτιμο αντικείμενο από τους τάφους των βυζαντινών αυτοκρατόρων. Η βαρειά «έκτακτη» εισφορά καταργήθηκε με τον θάνατο του Γερμανού αυτοκράτορα την ίδια χρονιά. Τουλάχιστον τότε είχε υπάρξει και κάποια διαπραγμάτευση αλλά και χωρίς ΤΑΙΠΕΔ πάλι τα ασημικά και τα χρυσαφικά της χώρας δεν παρέμειναν απείραχτα.
Έχουν δοκιμαστεί στο παρελθόν και άλλοι φόροι που οι μνημονιακοί οικονομολόγοι δεν έχουν προς το παρόν εφαρμόσει: ο φόρος επί των τούβλων, ο φόρος επί του υάλου, ο φόρος επί των κηρίων, ο φόρος επί των γενείων, ο φόρος επί του σάπωνος, ο φόρος επί των πίλων, ο φόρος επί των ζωγραφισμένων ταπετσαριών τοίχου, ο φόρος επί των πολιτικών αντιπάλων κλπ. Τέλος, έχουν αποφύγει ως τα σήμερα και τον φόρο παρθενοφθορίας, επειδή με τις πράξεις και τις επαφές τους καταλαβαίνουν ότι μάλλον και οι ίδιοι θα υποχρεώνονταν να καταβάλλουν ένα πολύ σημαντικό ποσό.
Ο Βασίλης Δρουκόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου