ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΡΟΣ ΟΦΕΛΟΣ ΤΩΝ ΠΛΟΥΣΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΙΣΧΥΡΩΝ
Η λεγόμενη «χρηματιστικοποίηση » της οικονομίας, που είναι όντως ιδιαίτερα επιρρεπής σε χρηματοοικονομικές κρίσεις και καταρρεύσεις όπως έδειξε ο Χαϊμαν Μίνσκι , δεν μπορεί να νοηθεί ανεξάρτητα από τις διαδικασίες παραγωγής η τις εξελίξεις στην πραγματική οικονομία
Ο υπαρκτός καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που υπερασπίζεται με πάθος τα συμφέροντα του 1% έναντι των συμφερόντων της υπόλοιπης κοινωνίας. Αποτελούν απλά συνέπειες της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008 τα μεγάλα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα -ύφεση ή στάσιμη ανάπτυξη, ραγδαία αυξανόμενη ανεργία, χαμηλές προοπτικές για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, έλλειψη ζήτησης, διεύρυνση του χάσματος μεταξύ των εχόντων και των μη εχόντων, κοινωνικός αποκλεισμός- που αντιμετωπίζουν σήμερα τόσο η Ευρώπη όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες;
Υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα ότι όλα αυτά τα σοβαρά ζητήματα δεν οφείλονται απλά σε μια σοβαρή χρηματοοικονομική κρίση με επίκεντρο τον ανεπτυγμένο κόσμο, αλλά στο γεγονός ότι
ο σημερινός καπιταλισμός αδυνατεί πλέον να λειτουργήσει έστω με στοιχειώδη τρόπο που να μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση μιας βιώσιμης και ισόρροπης ανάπτυξης.
Η λεγόμενη «χρηματιστικοποίηση» της οικονομίας, που είναι όντως ιδιαίτερα επιρρεπής σε χρηματοοικονομικές κρίσεις και καταρρεύσεις όπως έδειξε ο Χάιμαν Μίνσκι, δεν μπορεί να νοηθεί ανεξάρτητα από τις διαδικασίες παραγωγής ή τις εξελίξεις στην πραγματική οικονομία. Ο αναπτυγμένος καπιταλισμός εμφάνιζε σοβαρές διαρθρωτικές πιέσεις και παραμορφώσεις για αρκετές δεκαετίες πριν από την έκρηξη της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007-08, όπως η κρίση υπερπαραγωγής, εμπορικά ελλείμματα, αδυναμία στην αύξηση νέων θέσεων εργασίας, καθώς και αυξημένα επίπεδα δημόσιου και ιδιωτικού χρέους.
Πράγματι, το κύμα χρηματιστικοποίησης, που πολλοί έχουν ονομάσει «καπιταλισμό καζίνο» ή «καπιταλισμό του χρηματιστηρίου», αλλά που στην ουσία ισοδυναμεί με την απορρύθμιση των γιγαντιαίων χρηματοπιστωτικών/χρηματοοικονομικών οντοτήτων με την ικανότητα να διαμορφώνουν και να ελέγχουν τη μοίρα εθνικών οικονομιών, ξεκίνησε ως απόρροια των διαρθρωτικών προβλημάτων που ήταν συνδεδεμένα με τη μεταπολεμική δομή της καπιταλιστικής συσσώρευσης, η κατάρρευση της οποίας στα μέσα της δεκαετίας του 1970 απειλούσε την επέκταση του καπιταλισμού. Ως εκ τούτου, η «χρηματιστικοποίηση» δεν προκύπτει από το πουθενά, αλλά αναδύεται ως εναλλακτικό μοντέλο στην παρακμή της μεταπολεμικής δομής της συσσώρευσης.
Στην εποχή της χρηματιστικοποίησης της οικονομίας, και κυρίως στην εποχή της λιτότητας μετά την χρηματοοικονομική κρίση του 2008, ο μηχανισμός κίνησης για τη μεγιστοποίηση του κέρδους λαμβάνει τη μορφή της απόλυτης συμπίεσης των μισθών και άλλων μορφών εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικοποίησης των ιδιωτικών απωλειών, τη βίαιη μεταβίβαση δημοσίων περιουσιακών στοιχείων στον ιδιωτικό τομέα και τη δημιουργία ενός καθεστώτος πεονίας χρέους.
Με την επικράτηση της χρηματιστικοποίησης της οικονομίας (η κινητήρια δύναμη πίσω από την παγκοσμιοποίηση και τη διαμόρφωση του σημερινού νεοφιλελεύθερου πρότζεκτ), η οικονομική μεγέθυνση, οι προοπτικές απασχόλησης και το βιοτικό επίπεδο επιδεινώνονται σημαντικά σε όλο τον ανεπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο. Αυτό αποδεικνύεται εύκολα όταν συγκρίνουμε τα ποσοστά ανάπτυξης και ανεργίας την εποχή του «ελεγχόμενου καπιταλισμού» (1945-1973) με τα επίπεδα ανάπτυξης και ανεργίας την εποχή της νεοφιλελεύθερης τάξης πραγμάτων (1979 έως σήμερα).
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, καθώς και σε όλο το φάσμα του ανεπτυγμένου καπιταλιστικού κόσμου, η επίδραση της χρηματοοικονομίας στην ανάπτυξη είναι αρνητική, όπως αποκαλύπτει πρόσφατη μελέτη των οικονομολόγων Stephen Gecchetti και Enisse Kharroubi για την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (βλ. Stephen Gecchetti and Enisse Kharroubi, «Reassessing the impact of finance on growth»).
Με την κυριαρχία της χρηματοοικονομίας, οι επενδύσεις στην πραγματική οικονομία μειώνονται σε σημαντικό βαθμό και οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι από τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Το αποτέλεσμα είναι η άνοδος μιας νέας «Επίχρυσης Εποχής», με ανανεωμένες αξιώσεις για την ανωτερότητα του δαρβινικού καπιταλισμού.
Την ίδια στιγμή, ο φτωχός και εργαζόμενος πληθυσμός θεωρείται ως μια μορφή ενόχλησης στον γαλαξία όπου κατοικούν οι πλούσιοι. Κάπως έτσι ξεκινά ο ανελέητος πόλεμος των πλουσίων στους μισθούς και τις συνθήκες εργασίας των απλών ανθρώπων, με τα μέσα ενημέρωσης να διεξάγουν συστηματικά ανά διαστήματα υποτιμητικές εκστρατείες απέναντι στην ταυτότητα της εργατικής τάξης.
Οσον αφορά την αύξηση των δημοσίων ελλειμμάτων και τη διόγκωση του κρατικού χρέους, οι εξελίξεις αυτές οφείλονται κυρίως στις ύπουλες φορολογικές πολιτικές που ευνοούν τους πλούσιους και τα εταιρικά περιουσιακά στοιχεία, και οι οποίες σχετίζονται με την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία. Ακόμη και στις χώρες του μεσογειακού νότου (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία) που πλήττονται σήμερα ιδιαίτερα από την κρίση, και οι οποίες έχουν δαιμονοποιηθεί από τους βόρειους εταίρους τους στην Ευρωζώνη και τα διεθνή ΜΜΕ για τη δήθεν «σπάταλη» συμπεριφορά τους, οι αποκαλούμενες «σοσιαλιστικές» κυβερνήσεις εφάρμοσαν μεθοδικά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες αντιδραστικές παρά προοδευτικές κοινωνικές πολιτικές (βλ., το άρθρο του γράφοντος, C. J. Polychroniou «The Mediterranean Conundrum Crisis in the European Periphery». Economic and Political Weekly, Vol, XLVII, Νο. 21, May 26, 2012).
Από την άποψη της πολιτικής οικονομίας, το τέλος του κοινωνικού συμβολαίου στην Ευρώπη και το ξεχαρβάλωμα των κοινωνικών επιδομάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να γίνει κατανοητό ως αντανάκλαση στη μετατόπιση της ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου, παρά ως απόρροια της λογικής των αγνών οικονομικών. Η νεοσυντηρητική αντεπανάσταση που ξεκίνησαν αρχές της δεκαετίας του ’80 η Θάτσερ και ο Ρέιγκαν στη Μεγάλη Βρετανία και στις ΗΠΑ, αντίστοιχα, αποτελεί ταξικό πόλεμο από τα πάνω εκ μέρους του χρηματιστικού κεφαλαίου και των μεγάλων επιχειρήσεων με τη χρήση της εξουσίας του κράτους.
Είναι μέσω της εφαρμογής αυτού του αναλυτικού φακού που μπορούμε να κατανοήσουμε σήμερα τη μανία των Ρεπουμπλικανών με το «ταβάνι χρέους» και τη σφαγή στα επιδόματα και τις δημόσιες υπηρεσίες στη σύγχρονη Αμερική. Η ίδια ανάλυση μπορεί επίσης να μας οδηγήσει σε μια σταθερή κατανόηση του ανορεκτικού πνεύματος που κυριαρχεί στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, παρά την έλλειψη ανάπτυξης και το σοβαρό πρόβλημα ανεργίας που πλήττει το μεγαλύτερο μέρος της Ευρωζώνης.
Εν ολίγοις, ο υπαρκτός καπιταλισμός έχει απολέσει οποιοδήποτε πρόσχημα περί ενός κοινωνικά υπεύθυνου οικονομικού συστήματος και μεριμνά σχεδόν αποκλειστικά για τις ανάγκες και τα συμφέροντα των πλουσίων και των ισχυρών με την επιβολή πολιτικών που είναι βλαβερές για την υπόλοιπη κοινωνία. Ο υπαρκτός καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που υπερασπίζεται με πάθος τα συμφέροντα του 1% έναντι των συμφερόντων της υπόλοιπης κοινωνίας. Αυτό εξηγεί γιατί οι πλούσιοι, οι μεγάλες επιχειρήσεις και τράπεζες τα πάνε τόσο καλά σε μια περίοδο που οι στρατιές των ανέργων συνεχίζουν να αυξάνονται και ένα σημαντικό ποσοστό του εργαζόμενου πληθυσμού παλεύει απλά για να επιβιώσει.
Κατ’ ουσίαν, συνεπώς, εδώ δεν έχουμε να κάνουμε τόσο με μια πραγματική καπιταλιστική κρίση όσο με μια ενορχηστρωμένη προσπάθεια εκ μέρους του πλέον ισχυρού τμήματος του κεφαλαίου να γυρίσει τον τροχό της ιστορίας εις βάρος του εργαζόμενου πληθυσμού σε μια περίοδο οικονομικής στασιμότητας.
* Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στο αμερικανικό ηλεκτρονικό έντυπο Truthout και αναρτήθηκε σε πολλές δεκάδες ιστοσελίδες, ανάμεσα στις οποίες είναι και αυτή του Occupy the World.