Του Γιώργου Φλωρίδη
Τα τελευταία χρόνια της μεγάλης κρίσης, έχουν ειπωθεί και έχουν γραφτεί σχεδόν τα πάντα σχετικά με την προοπτική του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Ως εκ τούτου, θα ήθελα να θέσω στη συζήτηση κάποια σημεία απολογισμού για την πρόσφατη πορεία της Ευρώπης, περισσότερο σαν ερεθίσματα για συζήτηση και λιγότερο σαν οριστικά συμπεράσματα.
Πρώτο σημείο: Η ευρωπαϊκή προτεραιότητα σήμερα
Μιλώντας για την Ευρώπη, καθένας από εμάς εννοεί διαφορετικά πράγματα, ανάλογα με την αφετηρία του. Όμως σήμερα, περισσότερο από ποτέ, υπάρχει η ανάγκη να συνεννοηθούμε. Η Ευρώπη χρειάζεται έναν ελάχιστο κοινό παρανομαστή συνεννόησης και δράσης από το σύνολο του πολιτικού φάσματος. Χρειάζεται έναν ιστορικό συμβιβασμό εθνών και ιδεολογιών που θα την οδηγήσει στην Πολιτική Ένωση.
Αυτή η προσέγγιση δεν μπορεί να στηρίζεται σ΄ένα άκαμπτο ιδεολογικό πλαίσιο, παρότι κάθε πολιτική οικογένεια έχει το δικαίωμα αυτόνομης έκφρασης. Επίσης, προϋποθέτει την υπέρβαση των στενών εθνικών εμμονών και των αλαζονικών κρατικών ηγεμονισμών. Ναι, είναι απολύτως θεμιτός και απαραίτητος ο σεβασμός των εθνικών ιδιαιτεροτήτων.
Εθνικών ιδιαιτεροτήτων, όμως, που συμβάλλουν οικουμενικά
και δεν ενισχύουν φραγμούς και περιχαρακώσεις.Εθνικών ιδιαιτεροτήτων, όμως, που συμβάλλουν οικουμενικά
Δεύτερο σημείο: Το σοβαρό πολιτικό έλλειμμα της Ευρώπης σε μια παγκόσμια συστημική κρίση
Η εντύπωση ότι η Ευρώπη ήταν το μοναδικό παράδειγμα χρεών και ελλειμμάτων στον αναπτυγμένο κόσμο αποδείχτηκε απόλυτα στρεβλή. Σήμερα η Ευρώπη είναι σε καλύτερη δημοσιονομική κατάσταση από τις ΗΠΑ αλλά και από το σύνολο της υπόλοιπης Δύσης. Γιατί, λοιπόν, οι αγορές πολιόρκησαν την Ευρώπη και όχι τις ΗΠΑ ή την Ιαπωνία; Πρώτον, διότι πίσω από το δολάριο και το γιεν υπάρχουν κράτη αποφασισμένα να στηρίξουν το νόμισμά τους και δεύτερον διότι πίσω από το χρέος των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας υπάρχουν κεντρικές τράπεζες που εγγυώνται αυτό το χρέος. Αντίθετα, πίσω από το ευρώ και το χρέος της Ευρωζώνης υπάρχουν 17 κράτη που διακρίνονται για τις διαφωνίες και την αμφιθυμία τους.
Το πρόβλημα της Ευρωζώνης και της Ε.Ε δεν ήταν στενά δημοσιονομικό. Ήταν, κυρίως, πολιτικό. Η φερεγγυότητά της δεν δοκιμάστηκε τόσο από το χρέος, όσο από το συντονισμό μεταξύ των κρατών-μελών και το βαθμό ενοποίησης των πολιτικών τους. Στην όξυνση της κρίσης, οι αγορές –πέρα από την τάση κερδοσκοπίας- δοκίμασαν κυρίως το επίπεδο πολιτικής ενότητας και συντονισμού της Ευρωζώνης. Αυτό μας έδειξε ότι δεν μπορεί να δοθεί μονοδιάστατα μια οικονομική απάντηση στις αγορές που, όπως αποδείχθηκε, ζητούσαν πολιτική διασφάλιση των οικονομικών δεδομένων. Εύλογο είναι λοιπόν το συμπέρασμα ότι η φερεγγυότητα και η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης απαιτούν πολιτική συγκρότηση και ενοποίηση.
Σημείο τρίτο: Η ευρωπαϊκή ενοποίηση απαιτεί ένταση της πολιτικής
Στην Ευρώπη σήμερα ζητάμε να επιταχύνουμε την ενοποίησή της. Η μέχρι τώρα ενοποιητική εμπειρία μας διδάσκει δύο πράγματα.
Καταρχάς, ότι αυτή οικοδομείται μέσα από τις δυσκολίες και τις ιδιαιτερότητες. Αυτό προϋποθέτει σταθερές και ομοιογενείς ηγετικές ομάδες και δυσκολεύεται από τις εθνικές διαφορές και προτεραιότητες. Η φράση του Ζαν Μονέ ότι «Η Ευρώπη θα φτιαχτεί μέσα από τις κρίσεις και θα είναι το σύνολο των απαντήσεων στις κρίσεις αυτές» είναι επίκαιρη όσο ποτέ. Σήμερα που το βάθος της κρίσης τιμωρεί την αδράνεια και την προχειρότητα ή απορροφά τις δειλές κινήσεις, προβάλλει επιτακτικά η ανάγκη για καλύτερη πρόβλεψη, περισσότερο σχεδιασμό και αυξανόμενη πολιτική παρέμβαση.
Δεύτερον, η μέχρι τώρα πορεία της ενοποίησης ξεκινούσε από το οικονομικό πεδίο για να καταλήξει στο πολιτικό. Σε κάθε κρίσιμη καμπή προηγούνταν η οικονομική συνεννόηση και ακολουθούσε η πολιτική. Σήμερα η κατεύθυνση των ευρωπαϊκών πραγμάτων πρέπει ν’ αλλάξει. Η συστημική κρίση απαιτεί σφιχτή πολιτική συνεννόηση και αντίστοιχες δεσμεύσεις και θεσμίσεις. Μόνον αυτές μπορούν να εγγυηθούν βιώσιμη οικονομία και ανάπτυξη.
Τέταρτο σημείο: Η απειλή ενός νέου πολιτικού σκηνικού για το ευρωπαϊκό εγχείρημα
Το οικονομικό πρόβλημα στην Ευρώπη τείνει να προσλάβει έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά και να μετατραπεί σε κρίση της ευρωπαϊκής ιδέας. Υπάρχει ένας διπλός και αλληλοτροφοδοτούμενος ευρωσκεπτικισμός στο βορρά και στο νότο, δεξιάς και αριστερής προέλευσης, που έχει ως ιδεολογική βάση το λαϊκισμό. Αυτός τρέφεται τόσο από τις δομικές ατέλειες του ευρωπαϊκού εγχειρήματος -δηλαδή κοινό νόμισμα χωρίς ανάλογο επίπεδο οικονομικής και πολιτικής ένωσης- όσο και από τις επώδυνες συνέπειες της μεγαλύτερης συστημικής κρίσης μέχρι σήμερα.
Η χρηματοδοτική στήριξη του Νότου δημιουργεί στους λαούς του Βορρά την αίσθηση ότι υποθηκεύουν την ευημερία και το επίπεδο ζωής τους. Αντίστοιχα, στις χώρες του νότου τείνει να εμπεδωθεί η πεποίθηση ότι η ευρωπαϊκή ένταξη είναι το αίτιο της σημερινής τους κρίσης, με μεγάλους ωφελημένους τις δανείστριες χώρες και πρωταρχικά τη Γερμανία, η οποία εκμεταλλεύεται τις περιστάσεις για να επιβάλλει μια γερμανική Ευρώπη.
Έτσι, η ευρωπαϊκή διχοστασία αυξάνεται και τα εμπλεκόμενα μέρη της πρέπει τάχιστα να επαναπροσδιορίσουν επιχειρηματολογία, μέσα και στόχους. Σήμερα, Λαοί και Ηγεσίες, πρέπει να δούμε τη μεγάλη εικόνα. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι η Ενωμένη Ευρώπη δεν είναι απλά μια Μεγάλη Ιδέα για την επαναφορά της Γηραιάς Ηπείρου στο πλανητικό προσκήνιο. Είναι, κυρίως, μια αναγκαιότητα για την παγκόσμια συνοχή και ισορροπία. Γιατί η Ευρώπη είναι το σημείο του πλανήτη μας με την εγγύτερη αναφορά στον πολιτισμό και στον άνθρωπο. Είναι ταυτόχρονα μια αναγκαιότητα για τις ίδιες τις κοινωνίες της.
Η σημερινή δυναμική του ευρωπαϊκού πολιτικού σκηνικού δημιουργεί το έδαφος για μεγάλο πολιτικό χάσμα κορυφής, με απρόβλεπτες διαστάσεις. Δεν μου αρέσουν οι ευθείες ιστορικές αναλογίες, αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τα πολιτικοκοινωνικά επακόλουθα της Μεγάλης Ύφεσης του 1929. Είναι βέβαιο ότι η σημερινή κρίση θα πιέσει για περισσότερη «Πολιτική Ευρώπη». Οι οικονομικές απαντήσεις δεν επαρκούν. Χρειάζονται το κατάλληλο πολιτικό εποικοδόμημα. Κι εδώ τίθεται ευθέως το ερώτημα: πολιτικοποίηση της διάσπασης ή πολιτικοποίηση της ενοποίησης;
Κατά τη γνώμη μου, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο διχαστικής επιλογής. Η ευρωπαϊκή ήπειρος ή θα συνεχίσει την ενιαία και συγκλίνουσα πορεία της ή θα περιθωριοποιηθεί στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Όμως η Ευρώπη για να επιτύχει την Πολιτική Ολοκλήρωση χρειάζεται να αντιμετωπίσει με σχέδιο και αποφασιστικότητα το πρόβλημα του Νότου μέσα από έναν ενδιάμεσο συμβιβασμό. Ο συμβιβασμός αυτός οφείλει να λάβει υπόψη του τόσο την αντιμετώπιση της παρασιτικής ανεπάρκειας του ελλειμματικού Νότου, όσο και την υπέρβαση της παραγωγικής αυτάρκειας του πλεονασματικού Βορρά.
Προς αυτήν την κατεύθυνση, ο Βορράς θα μπορούσε να καταβάλλει το βασικό κόστος της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αυτό δεν αποτελεί απλώς οικονομικό κόστος, αλλά κόστος πολιτικής ευθύνης απέναντι στο ευρωπαϊκό όραμα, διασφαλίζοντας έτσι και τα δικά του μακροπρόθεσμα συμφέροντα που αποκτούν νόημα μόνο μέσα στη Μεγάλη Ευρώπη.
Από την άλλη, ο Νότος οφείλει να δώσει λύση στις αδυναμίες του. Όχι πυροσβεστική και περιστασιακή, αλλά διαρθρωτική και βιώσιμη. Οι αναγκαίες ρυθμίσεις του χρέους, οι δανειακές στηρίξεις, οι ενέσεις ρευστότητας και οι επενδύσεις έχουν αποτέλεσμα μόνο στα πλαίσια ενός γενικότερου σχεδίου ανταγωνιστικού εκπαραγωγισμού του. Αυτό μπορεί είναι το θεμέλιο ενός Ευρωπαϊκού Συμβολαίου μεταξύ Βορρά –Νότου, που θα επιταχύνει τους ρυθμούς και τις διαδικασίες της ευρωπαϊκής συνέχειας και ολοκλήρωσης. Και η εντύπωση μου -όπως και η ευχή μου- είναι ότι δεν βρισκόμαστε μακριά από κάτι τέτοιο.
http://www.koinonikossyndesmos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου