Στον έκτο χρόνο της ύφεσης η χώρα έχει μόνο να μετρά πληγές, όχι μόνο από την μονόπλευρη πολιτική λιτότητας αλλά και από την απουσία υποδομών να υποστηρίξουν τα θύματα της ύφεσης και να αμβλύνουν τις κοινωνικές αντιθέσεις που γιγαντώνονται. Ωστόσο, η πολιτική που ακολουθείται, δεν έχει στόχο ούτε τη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης ούτε την προστασία του πολίτη.
Η πολιτική για την υγεία είναι η καλύτερη απόδειξη. Αυξήσεις και μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων με μοναδικό στόχο την αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων και τη μετακύληση
της διαφοράς στις τσέπες του ασθενούς, είναι η μία οπτική. Οι συγχωνεύσεις νοσοκομείων με
την παράλληλη μείωση κλινών είναι η άλλη οπτική. Μόνο που η πολιτική αυτή δεν είναι διεδρική.
Η πολιτική για την υγεία είναι η καλύτερη απόδειξη. Αυξήσεις και μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων με μοναδικό στόχο την αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων και τη μετακύληση
της διαφοράς στις τσέπες του ασθενούς, είναι η μία οπτική. Οι συγχωνεύσεις νοσοκομείων με
την παράλληλη μείωση κλινών είναι η άλλη οπτική. Μόνο που η πολιτική αυτή δεν είναι διεδρική.
Στην οικονομική εξίσωση που ακολουθείται, παραβλέπεται συνεχώς ο ασθενής και η κοστολόγηση της υγείας και του θανάτου. Το προσδόκιμο και η μέση ηλικία στη χώρα δημιουργούν ένα δημογραφικό εκρηκτικό μείγμα. Την ίδια στιγμή η αδυναμία εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών να ασφαλιστούν και ακόμα περισσότερων να έχουν πρόσβαση σε προληπτικές εξετάσεις, δημιουργούν μία βραδυφλεγή υγειονομική βόμβα, η οποία δε γνωρίζουμε πότε θα εκραγεί και με τι διαστάσεις.
Η πρόληψη, που κατάντησε να είναι πολυτέλεια, έχει αποδειχθεί ότι είναι μία μεσο-βραχυπρόθεσμη επένδυση με πολλαπλά οικονομικά και δημοσιονομικά οφέλη στην κοινωνία. Ο ασθενής που δε συμμετέχει σε προγράμματα προληπτικής ιατρικής (ή ατομικά δεν κάνει προληπτικές εξετάσεις) όχι μόνο έχει αυξημένες πιθανότητες να νοσήσει σοβαρά, αλλά και όταν τούτο συμβεί είναι ακριβότερο για την κοινωνία (από το κόστος της ατομικής πρόληψης).
Ένας άνθρωπος που κάνει τακτικά όλες τις προληπτικές εξετάσεις που απαιτεί η ηλικία και η φυσική του κατάσταση, είναι ενεργός περισσότερο καιρό, τεκνοποιεί (ανανέωση πληθυσμού), συμμετέχει στην παραγωγική διαδικασία για μεγαλύτερο διάστημα συμβάλλοντας στην εθνική και οικογενειακή οικονομία.
Αντίθετα, σήμερα, που η πρόληψη κείτεται σε μονάδα εντατικής θεραπείας και η απουσία προγραμμάτων κοινωνικής πολιτικής στην υγεία, είναι λογικό να μη γίνονται οι αναγκαίες εξετάσεις. Η ατομική οικονομική αδυναμία κάνει τους πολίτες να μην προστρέχουν έγκαιρα στο γιατρό και να αμελούν την υγεία τους. Έτσι, όμως όταν καλούνται να αντιμετωπίσουν μια κατάσταση, η νόσος είναι σε προχωρημένο στάδιο επιβαρύνοντας οικονομικά τόσο των ασθενή όσο και το σύστημα υγείας.
Ουσιαστικά αντί να γίνεται οικονομία μέσω των περικοπών, μεσοπρόθεσμα ξοδεύονται περισσότεροι πόροι για τη θεραπεία. Και αυτό επιβαρύνει όχι μόνο την οικογενειακή οικονομική κατάσταση, αλλά και τα ασφαλιστικά ταμεία. Έχεις, επίσης μεσοπρόθεσμα, συνέπειες στην παραγωγική διαδικασία, τη δημογραφία της χώρας, την ατομική ψυχολογία.
Σε μία κοινωνία ανασφάλιστων πολιτών χωρίς πρόσβαση στη δημόσια υγεία, η οποία που συνεχώς υποβαθμίζεται, οι επιδημίες αποτελούν μόνιμη απειλή. Αν μάλιστα σε αυτή την απειλή προστεθεί και ο παράγοντας των ανεμβολίαστων παιδιών, τότε είναι μαθηματικά βέβαιο ότι η χώρα θα κληθεί να πληρώσει υπερβολικά ακριβότερα τις σημερινές περικοπές ή κάποιοι άνθρωποι θα εγκαταλειφτούν στη μοίρα τους. Και ήδη σύμφωνα με μελέτες το προσδόκιμο ακολουθεί πτωτική πορεία (δεδομένης την μείωσης γεννήσεων).
Και σε τούτη τη βραδυφλεγή βόμβα έρχονται να προστεθούν και οι ολοένα αυξανόμενες επιβαρύνσεις των ασθενών στην αγορά φαρμάκου. Η πρόσφατη μείωση της τιμής των φαρμάκων ουσιαστικά συνεπάγεται αύξηση της συμμετοχής του ασθενούς στην αγορά φαρμάκου, αφού τη διαφορά φτηνότερου γενοσήμου και συνταγογραφούμενου φαρμάκου, την πληρώνει αποκλειστικά ο ασθενής.
Ενώ κάποιοι πέρυσι κινδυνολογούσαν και τρομοκρατούσαν ότι μία ενδεχόμενη αριστερή κυβέρνηση θα έφερνε έλλειψη φαρμάκων (και πετρελαίου), σήμερα βλέπουμε ότι το φάρμακο κατάντησε για πολλές οικογένειες είδος πολυτελείας. Κι όμως η πολιτική της σημερινής νεοδεξιάς κυβέρνησης είναι αυτή που έκανε περίπου έναν στους τρεις πολίτες να διακόψει την αγωγή φαρμάκων.
Η σχεδιαζόμενη μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης στο 1% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τους όρους του Μνημόνιου, όχι μόνο εντείνει την κοινωνική αδικία αλλά οδηγεί αναπόφευκτα σε ανθρωπιστική καταστροφή. Ακόμα μία φορά καλούνται οι αδύναμοι να πληρώνουν τα σπασμένα παρά την απειλή για αύξηση των χρόνιων νοσημάτων από τη μειωμένη πρόσβαση σε φάρμακα και προγράμματα προληπτικών εξετάσεων. Η πρόληψη -που τόσα χρόνια στην Ελλάδα φυτοζωούσε- πλέον εξαφανίζεται και γίνεται αντικείμενο φιλανθρωπίας των ΜΚΟ και εμπορικό αγαθό.
Και η ιδιωτικοποίηση δεν περιλαμβάνει μόνο τη μετακίνηση δημόσιων πόρων σε ιδιωτικές εταιρείες που θέλουν απλώς να συσσωρεύσουν πλούτη, αλλά απειλεί όλη την κοινωνία. Η ιδιωτικοποίηση πέρα από τη μεταφορά κεφαλαίων που αντί να λειτουργούν σε επίπεδο αναδιανομής του κέρδους στην κοινωνία, ουσιαστικά σωρεύονται σε ιδιωτικούς τραπεζικούς λογαριασμούς, συμπεριλαμβάνει την εγκατάλειψη των αδύναμων οικονομικά ασθενών στη μοίρα τους ή στη ευγενική χορηγία ενός μη κυβερνητικού σχήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου