To 1958, o διάσημος καναδοπολιτειακός οικονομολόγος Τζον Κέννεθ Γκαλμπραίηθ (1908-2006) δημοσίευσε το δεύτερο μέρος τής σπουδαίας τριλογίας του περί της οικονομίας. Επρόκειτο για το all time classic βιβλίο «Η Κοινωνία της Αφθονίας» (στα ελληνικά: εκδόσεις Παπαζήση). Σ’ αυτό το βιβλίο, ο Γκαλμπραίηθ πήρε τις ιδέες που είχε διατυπώσει το 1899 ο φιλόσοφος Θορνστάιν Βέμπλεν («Η θεωρία της αργόσχολης τάξης», εκδόσεις Κάλβος) και τις πήγε ένα βήμα πιο πέρα.
Ας βάλουμε λίγο τα πράγματα στην σειρά. Ο Βέμπλεν ήταν από τους πρώτους που μίλησαν για «τεχνητές ανάγκες» και πρόβλεψε ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού θα στηριζόταν σε μια «βιομηχανία μη ικανοποιήσιμων αναγκών» (όπως την χαρακτήρισε), η οποία θα
δημιουργούσε μια ακατάσχετη ροπή προς κατανάλωση. Η πρόβλεψη του Βέμπλεν επαληθεύτηκε απολύτως, παρ’ ότι μεσολάβησαν δυο παγκόσμιοι πόλεμοι και η μεγάλη οικονομική κρίση τού 1929. Εξήντα χρόνια μετά τον Βέμπλεν, στην «Κοινωνία της Αφθονίας» ο Γκαλμπραίηθ παρομοίασε τους ανθρώπους με χάμστερ που έχουν μπλέξει στον τροχό τής καταναλωτικής μανίας και τρέχουν διαρκώς χωρίς να φτάνουν πουθενά, χωρίς να ικανοποιούνται. Ποιό είναι το παραπάνω βήμα τού Γκαλμπραίηθ; Ως φανατικός κεϋνσιανιστής, ο καναδοπολιτειακός οικονομολόγος απέδειξε ότι η αύξηση της κατανάλωσης βρίσκεται σε ευθέως ανάλογη σχέση με την μείωση των δημόσιων παροχών. Συνεπώς, κατά τον Γκαλμπραίηθ, αν θέλουμε δημόσιες κοινωνικές παροχές πρέπει να μειώσουμε τον άκρατο καταναλωτισμό μας. Άρα… ζήτω η λιτότητα!
Και τώρα, προσοχή! Η κατά Γκαλμπραίηθ λιτότητα και η λιτότητα με την οποία βομβαρδίζουν τα μυαλά μας οι σύγχρονοι πολιτικοί και αναλυτές δεν έχουν την παραμικρή σχέση μεταξύ τους. Ο μεν μιλάει για την ανάγκη αποδέσμευσής μας από τον άκρατο και άχρηστο καταναλωτισμό, οι δε αναφέρονται στην μείωση των δημοσίων ελλειμμάτων (μέσω περιστολής κοινωνικών παροχών, αύξησης φορολογιών κλπ) και την μέσω αυτής μείωση του δημόσιου χρέους.. Ενώ, δηλαδή, ο Γκαλμπραίηθ απευθύνεται στον απλό καταναλωτή (έστω και ιδωμένο συνολικά ως κοινωνία), οι σύγχρονοι πολιτικοί και αναλυτές θεωρούν την λιτότητα ως μονόδρομο αποκλειστικά για τον δημόσιο τομέα.
Αν η τελευταία φράση ηχεί παράξενα στ’ αφτιά σας, προσέξτε λίγο παραπάνω και θα προσπαθήσω να σας το εξηγήσω. Έχουμε πει ότι το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) ισούται προς το Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΕ). Κατ’ επέκταση, για να υπάρχει ισο-ζύγιο, το ΑΕΠ ισούται και προς την Ακαθάριστη Εθνική Δαπάνη (ΑΕΔ), δηλαδή προς όσα ξοδεύουν οι πάντες σ’ αυτόν τον τόπο, ιδιώτες και δημόσιο μαζί. Η απλή απορία πώς γίνεται να ισούται το Εισόδημα με την Δαπάνη, απαντάται εύκολα: ό,τι αποτελεί εισόδημα για κάποιον, αποτελεί δαπάνη για κάποιον άλλο.
Πάμε τώρα ανάποδα: αν μειωθεί η δημόσια δαπάνη, μειώνεται η συνολική ΑΕΔ άρα μειώνεται το ΑΕΠ. Κι αφού μειώνεται το ΑΕΠ, μειώνονται τα έσοδα του κράτους από φορολογία. Έχουμε, δηλαδή, την περίφημη «υστέρηση εσόδων», η οποία κάθε άλλο παρά οδηγεί στον απώτερο στόχο τής μείωσης του δημόσιου χρέους. Επομένως, για να φτάσει στο ποθητό αποτέλεσμα η μείωση των δημοσίων δαπανών, πρέπει να αυξηθεί ισόποσα η ιδιωτική δαπάνη, ώστε να μη μειωθεί η συνολική ΑΕΔ, δηλαδή το ΑΕΠ. Έτσι, λοιπόν, εμφανίζεται το εξής παράδοξο: οι υποστηρικτές των πολιτικών λιτότητας που έχουν επικρατήσει σήμερα, θεωρούν την λιτότητά τους ως ευλογία για τον δημόσιο τομέα αλλά ως κατάρα για τον ιδιωτικό!
Παρένθεση. Τα παραπάνω καθιστούν σαφές ότι ο όρος «λιτότητα» χρησιμοποιείται εσφαλμένα. Κατά την προσωπική μου εκτίμηση, θα ήταν ορθότερη η επιλογή τού όρου «αυστηρότητα». Άλλωστε αυτή την ελληνική λέξη έχουν επιλέξει και οι ξένοι: austerity, austérité, austeridad… Υπ’ αυτή την έννοια, μάλλον είχε δίκιο ο Βαρουφάκης όταν τάχθηκε κατά της «λιτότητας» (του δημοσίου) αλλά υπέρ του «λιτού βίου» (των πολιτών) κι ας τον πήραν όλοι στο ψιλό. Κλείνει η παρένθεση.
Παρένθεση. Τα παραπάνω καθιστούν σαφές ότι ο όρος «λιτότητα» χρησιμοποιείται εσφαλμένα. Κατά την προσωπική μου εκτίμηση, θα ήταν ορθότερη η επιλογή τού όρου «αυστηρότητα». Άλλωστε αυτή την ελληνική λέξη έχουν επιλέξει και οι ξένοι: austerity, austérité, austeridad… Υπ’ αυτή την έννοια, μάλλον είχε δίκιο ο Βαρουφάκης όταν τάχθηκε κατά της «λιτότητας» (του δημοσίου) αλλά υπέρ του «λιτού βίου» (των πολιτών) κι ας τον πήραν όλοι στο ψιλό. Κλείνει η παρένθεση.
Εξ αιτίας αυτού του παραδόξου, υπάρχουν δυο αντικρουόμενες απόψεις σχετικά με τις επιπτώσεις της μείωσης των δημοσίων δαπανών. Η πρώτη άποψη υποστηρίζει ότι, σε συνδυασμό με διαρθρωτικές αλλαγές και μείωση μισθών στον ιδιωτικό τομέα, θα ενθαρρυνθούν οι επιχειρηματίες να προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις, οι οποίες θα έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της απασχόλησης (έστω με χαμηλότερους μισθούς) και, κατ’ επέκταση αύξηση της κατανάλωσης, δηλαδή της ιδιωτικής δαπάνης. Η δεύτερη άποψη επιμένει ότι η αυξανόμενη μείωση των δημοσίων δαπανών και η παράλληλη μείωση των μισθών που οδηγεί σε αύξηση της φτώχειας, επιδρούν αρνητικά στο επιχειρηματικό πνεύμα (ιδίως σε καθεστώς κρίσης) και λειτουργούν κατασταλτικά σε κάθε διάθεση για νέες επενδύσεις. Ποιά άποψη είναι σωστή; Σε επίπεδο θεωρίας και οι δυο, σε επίπεδο πράξης η δεύτερη. Το γιατί σήμερα έχει επικρατήσει η πρώτη είναι ένα άλλο, μεγάλο θέμα, για άλλη συζήτηση.
Ο «πάπας» του νεοφιλελευθερισμού Μίλτον Φρήντμαν απολαμβάνει το «ύψος» του ανάμεσα στον Τζον Κέννεθ Γκαλμπραίηθ (δεξιά) και στο δικό του «παιδί του Σικάγου» Τζωρτζ Στίγκλερ. |
Μέσα στα πλαίσια ενός απλού ιστολογικού σημειώματος, νομίζω ότι καταστήσαμε προφανές ότι κανείς δεν θέλει πραγματική λιτότητα, ούτε καν οι διαπρύσιοι κήρυκές της εφ’ όσον εύχονται να αυξήσουν την δαπάνη τους επιχειρηματίες και καταναλωτές. Ας το έχουμε αυτό υπ’ όψη μας την επόμενη φορά που θα δούμε στην οθόνη μας κάποιον Άρη ή κάποιον Μπάμπη να προσπαθούν να μας πείσουν ότι «η λιτότητα (σ.σ.: όπως την εννοούν αυτοί) είναι μονόδρομος». Μονόδρομος, ναι. Αλλά προς το αδιέξοδο.
https://eleutheriellada.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου