Όταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι αυστηροί κανόνες είναι απαράβατοι για κάποιους και ελαστικοί για κάποιους άλλους, η ήπειρος βυθίζεται στον παραλογισμό, βοηθώντας την άνοδο της ακροδεξιάς. Όπου να ’ναι, η χιονοστιβάδα θα τα παρασύρει όλα. Τριάντα χιλιάδες ψήφους μακριά από τον προεδρικό θώκο της Αυστρίας έφτασε ο υποψήφιος της ακροδεξιάς. Την παραμονή της ψηφοφορίας, ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ είχε προειδοποιήσει: «Με την ακροδεξιά δεν μπορεί να διεξαχθεί ούτε συζήτηση ούτε διάλογος» (1). Θα μπορούσε, όμως, να κάνει κάποιος καλύτερο δώρο σε ένα
σχήμα που διατείνεται ότι βρίσκεται εκτός συστήματος από τη νουθεσία του πρώην πρωθυπουργού ενός φορολογικού παραδείσου (του Λουξεμβούργου), ο οποίος έγινε πρόεδρος της Κομισιόν χάρη σ’ ένα παζάρι δεξιάς και σοσιαλιστών; Οι οποίοι κυβέρνησαν στην Βιέννη για τριάντα εννέα από τα τελευταία εξήντα εννέα χρόνια και που σαρώθηκαν στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών;
Με γνώμη για τα πάντα, ο κύριος Γιουνκέρ θεωρεί το νομοσχέδιο Ελ Κομρί, το οποίο απέρριψε η πλειονότητα των Γάλλων, ως «τη μεταρρύθμιση του εργατικού δικαίου, την οποία θέλησε και επέβαλε η κυβέρνηση Βαλς και που είναι το ελάχιστο που πρέπει να γίνει». Το ελάχιστο; Βεβαίως, κρίνει ο κ. Γιουνκέρ, εάν το συγκρίνεις με «μεταρρυθμίσεις όπως αυτές που επιβλήθηκαν στους Έλληνες».
Πράγματι, οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες επιβάλλουν ένα αξεπέραστο βουνό από απαγορεύσεις, κανόνες και εκκαθαρίσεις (ή «μεταρρυθμίσεις»). Η αυστηρή τους εφαρμογή δεν συνεπάγεται, όμως, και την κατανόησή τους. Ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ παραδέχτηκε πώς και ο ίδιος κατανοεί με δυσκολία τη σημασία του «δομικού ελλείμματος» που καμία χώρα δεν πρέπει να ξεπεράσει. «Είναι ένας δείκτης που δύσκολα προβλέπεις, δύσκολα διαχειρίζεσαι και δύσκολα εξηγείς. Ένα από τα πράγματα που μ’ εκνευρίζουν είναι ότι ανεβαίνει και κατεβαίνει, χωρίς να ξέρω πραγματικά γιατί» (2).
Ωστόσο, εξαιτίας τέτοιου είδους στατιστικών, η Ελλάδα τιμωρείται συνεχώς από τις ευρωπαϊκές αρχές. Της έχουν επιβάλει την ψήφιση νόμων επτά χιλιάδων σελίδων, τρεις σημαντικές αυξήσεις του ΦΠΑ, ιδιωτικοποιήσεις σε τιμή ευκαιρίας, την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 67 έτη, την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, το τέλος της προστασίας των μικροϊδιοκτητών που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους… Σε αντάλλαγμα, η Αθήνα πήρε ένα δάνειο, το οποίο προορίζεται κυρίως για να εξυπηρετήσει τους τόκους του εξωτερικού της χρέους. Ας λέει το ΔΝΤ ότι δεν είναι «βιώσιμο»: η Γερμανία αρνείται την μείωσή του.
Κι όμως, τόσο το Βερολίνο όσο και η Κομισιόν μπορούν, όταν θέλουν, να δείχνουν επιείκεια. Και όχι μόνο προς το Ηνωμένο Βασίλειο του κυρίου Κάμερον. Έτσι, στην Ισπανία, όπου το έλλειμμα του προϋπολογισμού της ξεπερνά κατά πολύ το όριο που προβλέπουν οι Συνθήκες, δεν επιβλήθηκε καμία κύρωση. Ούτε το Βερολίνο ούτε οι Βρυξέλλες θέλησαν να ενοχλήσουν την κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι, μέλους της ίδιας πολιτικής οικογένειας με τον κύριο Γιουνκέρ και την κυρία Μέρκελ, πριν από τις βουλευτικές εκλογές της 26ης Ιουνίου.
Από τη μία επιβάλλεις βάναυσες τιμωρίες σε ολόκληρους λαούς στο όνομα κανόνων που δεν καταλαβαίνεις ούτε εσύ ο ίδιος και από την άλλη ξεχνάς αμέσως τους ίδιους κανόνες όταν οι πολιτικοί σου σύμμαχοι τους παραβαίνουν. Η ευρωπαϊκή ακροδεξιά βρίσκει έτσι ένα ακόμη πάτημα για να προχωρήσει.
(1) Le Monde, 21 Μαΐου 2016.
(2) Les Échos, Παρίσι, 29-30 Απριλίου 2016.
(2) Les Échos, Παρίσι, 29-30 Απριλίου 2016.
http://tvxs.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου