Πρώτος ήταν ο έλληνας Πρωθυπουργός που, πριν από περίπου μία εβδομάδα, διαπίστωσε στη Βουλή ότι η κατάσταση στη Γάζα κλιμακώνεται εκτός ορίων. Ακολούθησε, λίγες μέρες πριν, ο υπουργός Εξωτερικών στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών, με αρκετά πιο αυστηρή διατύπωση: «Να δεχτούμε ότι αυτό που συμβαίνει στη Γάζα έχει υπερβεί πλέον το αναγκαίο μέτρο. Βεβαίως, υπάρχει το δικαίωμα στην αυτοάμυνα, αλλά το πώς ασκείται το δικαίωμα αυτό έχει σημασία». Και έρχεται πάλι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μάλιστα από το βήμα του Politico, να επιβεβαιώσει ότι η Αθήνα, μαζί με μέρος του Δυτικού κόσμου, αλλάζει στάση στην αντιμετώπιση του πολέμου Ισραήλ-Χαμάς. «Οσο περνάει ο καιρός και όσο το Ισραήλ συνεχίζει αυτή την πολύ επιθετική
στρατιωτική επιχείρηση, ναι, θα υπάρχει αυξημένη ανησυχία αναφορικά με την αναλογικότητα αυτής της ισραηλινής απάντησης» είπε μεταξύ άλλων ο Πρωθυπουργός, διευκρινίζοντας ότι μιλάει ως «φίλος του Ισραήλ»: «Μερικές φορές οι φίλοι πρέπει να λένε τη σκληρή αλήθεια στους φίλους τους, ότι εν τέλει δεν πρέπει να υπονομεύσουμε τον στρατηγικό στόχο: τη νίκη έναντι της Χαμάς. Θα πρέπει να σκεφτούμε και για την επόμενη μέρα: ποιος θα είναι ο διακανονισμός βάσει του οποίου θα διοικηθεί η Γάζα την επόμενη μέρα». Αυτή ήταν ίσως η πλέον χαρακτηριστική αποστροφή του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος κάλεσε το Τελ Αβίβ να αναλογιστεί το τίμημα που πρέπει να πληρώσει για να κερδίσει τη Χαμάς. Οπως ήταν λογικό, η δημοσιογράφος του Politico αναρωτήθηκε αν η Αθήνα ανησυχεί τώρα πια περισσότερο για τη φύση και τη σαρωτική δράση των ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων στη Γάζα από ό,τι στην αρχή του πολέμου, γεγονός που οδήγησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη να αναφερθεί σε όσα είπε ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν περί της δίψας για εκδίκηση, που –πράγματι– πολλές φορές δεν μεταφράζεται σε καλή πολιτική. Είναι, όμως, μόνο η δίψα των Ισραηλινών για εκδίκηση αυτή που καθοδηγεί την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Νετανιάχου; Και ποιοι είναι οι λόγοι που κάνουν την Ελλάδα να ανακρούσει πρύμναν; Προπαγανδιστικές ή μη, οι εικόνες που έρχονται από τον πόλεμο, όπως και οι αριθμοί των νεκρών (παιδιών και ενηλίκων) που δίνονται στη δημοσιότητα από το παλαιστινιακό υπουργείο Υγείας, προκαλούν μέγα προβληματισμό στις ευαίσθητες, φιλελεύθερες κοινωνίες της Δύσης, οι οποίες ούτως ή άλλως ποτέ δεν είδαν με καλό μάτι την πολιτική του Ισραήλ έναντι των Παλαιστινίων. Μεταξύ αυτών και η ελληνική. Δεν χρειάζονται δημοσκοπήσεις για να αποδειχθεί η αντι-ισραηλινή στάση της πλειονότητας των Ελλήνων, και αυτό είναι κάτι που προφανώς έχει αρχίσει να προβληματίζει το Μέγαρο Μαξίμου. Το πολιτικό κόστος πάντα διαμορφώνει κυβερνητικές θέσεις. Ειδικά όταν συσσωρεύονται πολλές κακοτοπιές, τότε κάθε πολιτική ή διπλωματική επιλογή ζυγίζεται διαφορετικά. Είναι, επίσης, σχεδόν κοινή παραδοχή ότι η στρατιωτική επιχείρηση του Τελ Αβίβ, και δη οι βομβαρδισμοί από αέρος και θαλάσσης, είναι ακατάπαυστοι. Και κυρίως ανελέητοι. Ανελέητη, όμως, ήταν και η τρομοκρατική ενέργεια της Χαμάς, με δολοφονίες και βασανιστήρια άμαχου πληθυσμού, μεταξύ των οποίων μικρά παιδιά και βρέφη. Η ισραηλινή αντίδραση οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στο συλλογικό τραύμα που προκλήθηκε την 7η Οκτωβρίου. Εξ ου και η θέση που υποστηρίχθηκε σύσσωμα από τη Δύση, ότι η Χαμάς πρέπει να εξολοθρευθεί. Πώς, όμως, μπορεί να ισχύουν και τα δύο; Δηλαδή ότι και η Χαμάς πρέπει να εξαφανιστεί από τη Γάζα, αλλά και ότι αντίδραση του Ισραήλ είναι πια υπέρμετρη και υπερβαίνει την αρχή της αναλογικότητας; Η Χαμάς διαθέτει τουλάχιστον 30.000 ορκισμένους ένοπλους μαχητές. Στελέχη της ελέγχουν τον δημόσιο τομέα στη Γάζα, επηρεάζοντας συνολικά τη ζωή εκεί. Με τα χρήματα που λαμβάνει από το Κατάρ και την Τουρκία ζουν εκατοντάδες χιλιάδες Παλαιστίνιοι. Οι εγκαταστάσεις της βρίσκονται θαμμένες κάτω από δημόσια κτίρια, όπως και οι εκτοξευτήρες και τα όπλα της. Γνωστό είναι, επίσης, ότι οι άμαχοι χρησιμοποιούνται ως ασπίδα προστασίας και κάλυψης αυτών που πολεμούν – όπως, άλλωστε, συμβαίνει σε κάθε πόλεμο. Αρα, λοιπόν, προκύπτει μια εύλογη απορία: Πώς ακριβώς θα επικρατήσει το Ισραήλ χωρίς να βομβαρδίζει τη Γάζα; Εκτός αν υπάρχει κάποια συζήτηση, προφανώς στο παρασκήνιο, για να συνθηκολογήσει η Χαμάς αποχωρώντας από τη Γάζα ή για να απελευθερώσει τους περίπου 240 ομήρους. Συνθήκες, δηλαδή, που θα οδηγούσαν εκ των πραγμάτων σε άμεση αποκλιμάκωση. Οσο περνούν οι μέρες γίνεται όλο και πιο φανερό ότι στη Δύση, με προεξάρχοντες τους Αμερικανούς, δεν ανησυχούν μόνο για μια πιθανή εξάπλωση της σύγκρουσης. Αυτή, άλλωστε, φαντάζει σχεδόν απίθανη, καθώς οι εμπλεκόμενοι επιδεικνύουν την απαραίτητη ωριμότητα. Το βλέμμα είναι πλέον στραμμένο στην επόμενη μέρα. Και στο πώς θα διαμορφωθούν οι συνθήκες της ελάχιστης συναίνεσης, στη βάση των οποίων θα μπορούσαν οι δυο πλευρές να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αυτό, όμως, που προκύπτει επίσης είναι ότι οι Δυτικοί ηγέτες –και πάλι με κορυφαίο τον Μπάιντεν– έχουν αρχίσει να αμφισβητούν τον Νετανιάχου. Θεωρούν ότι η επιλογή του να ισοπεδώσει μεγάλο μέρος της Γάζας αφενός δεν οδηγεί πουθενά, αφετέρου τον θέτει εκτός κάθε πλαισίου μιας πιθανής ειρηνευτικής διαδικασίας. Είναι επίσης βέβαιοι ότι ο ισραηλινός πρωθυπουργός δεν διαθέτει πλέον την απαραίτητη πολιτική και κοινωνική νομιμοποίηση, γεγονός που σημαίνει πως όταν ηρεμήσουν τα πράγματα θα εκπέσει του αξιώματός του. Σύμφωνα με αυτή τη λογική και με δεδομένη την αποτυχία των Μπάιντεν – Μπλίνκεν να μεσολαβήσουν επιτυχώς, αυτή τη στιγμή ο Μπενιαμίν Νετανιάχου είναι ο αδύναμος κρίκος της υπόθεσης. Είναι αυτός που πρέπει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος να θυσιαστεί προκειμένου να υπάρξουν έστω ελάχιστες ελπίδες άρσης του αδιεξόδου. Γι’ αυτό και ο αμερικανός πρόεδρος έσπευσε να αποδομήσει εν τη γενέσει του το βασικό μεταπολεμικό σχέδιο του Νετανιάχου περί στρατιωτικής κατοχής της Γάζας. Αυτή είναι και η λογική της Αθήνας. Η οποία δεν ανησυχεί ότι η αλλαγή της στάσης της θα διαταράξει τη στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ. Αφενός διότι το τέλος του πολέμου –όταν αυτό έρθει– θα σηματοδοτήσει και το τέλος του Νετανιάχου. Αφετέρου διότι την επόμενη μέρα οι Ισραηλινοί δεν θα έχουν και πολλούς συνομιλητές στην Ανατολική Μεσόγειο. Ολα αυτά είναι σε έναν βαθμό εύλογα και αποδεκτά. Ενα ερώτημα, όμως, που προκύπτει είναι το εξής: Τι ακριβώς θα γίνει με τη Χαμάς; Είναι διατεθειμένη η Δύση να την ανεχθεί ως συνομιλήτρια δύναμη στην επίλυση του Παλαιστινιακού; Με λίγα λόγια, άμεση άρση της ισραηλινής επιχείρησης σημαίνει διατήρηση της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς μέσα στο παιχνίδι. Είναι αυτό αποδεκτό;https://www.protagon.gr/apopseis/rigmata-sti-stiriksi-tou-israil-apo-ti-dysi-44342825288
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου