Ο πολιτικός ρόλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και η παρέμβασή της στην ελληνική κρίση με στόχο τη διατήρηση των πολιτικών του μνημονίου
Εάν η Άνγκελα Μέρκελ αποτελεί τον κυρίαρχο πολιτικό - ιδεολογικό βραχίονα της Ε.Ε., ο Μάριο Ντράγκι και η «Αγία» Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποτελούν τον εκτελεστικό βραχίονά της.
Και αυτό γιατί στη φαρέτρα της η ΕΚΤ διαθέτει το απόλυτο όπλο: την εξουσία να διακόπτει την πρόσβαση στο χρήμα σε ένα κράτος - μέλος. Ένα όπλο που στην περίπτωση της Ελλάδας έχει χρησιμοποιήσει ανενδοίαστα τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά, αναγορεύοντας τον εαυτό της σε ισχυρότατο πολιτικό παράγοντα.
Ο πολιτικός ρόλος της ΕΚΤ, έτσι όπως αναδείχθηκε ξεκάθαρα στην περίπτωση της Ελλάδας – και όχι μόνον –, έχει προβληματίσει και έχει επικριθεί και στην Ευρώπη από οργανώσεις και think tanks
που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι η Ε.Ε. έχει μπει σε επικίνδυνες ατραπούς παραχωρώντας επί της ουσίας πολιτικές εξουσίες στην ΕΚΤ στο όνομα των πολιτικών λιτότητας.
που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι η Ε.Ε. έχει μπει σε επικίνδυνες ατραπούς παραχωρώντας επί της ουσίας πολιτικές εξουσίες στην ΕΚΤ στο όνομα των πολιτικών λιτότητας.
Εμμέσως πλην σαφώς τον πολιτικό ρόλο της ΕΚΤ αναγνώρισε ο ίδιος ο Μάριο Ντράγκι όταν ανακοίνωσε στις 9 Μαρτίου την εξαίρεση της Ελλάδας από την αγορά ομολόγων.
Και τον αναγνώρισε προσπαθώντας να αντιστρέψει τις κατηγορίες που του απευθύνουν λέγοντας χαρακτηριστικά: «Κατά μια έννοια η ΕΚΤ είναι η Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας, όμως είναι και η Κεντρική Τράπεζα όλων των άλλων κρατών, και είναι ένα ίδρυμα που βασίζεται σε κανονισμούς, δεν είναι πολιτικό ίδρυμα».
Εν ολίγοις, ο διοικητής της ΕΚΤ προσπάθησε να πείσει ότι πολιτική κίνηση θα ήταν η πρόσβαση της Ελλάδας σε χρήμα. Ενώ ο αποκλεισμός της είναι μια ουδέτερη, στεγνά τεχνοκρατική απόφαση. Λογική που ταιριάζει σε εταιρείες και σε επιχειρήσεις και όχι σε κράτη και λαούς.
Γιατί η διαχείριση του χρήματος, το άνοιγμα ή το κλείσιμο της στρόφιγγας σε ένα κράτος - μέλος, εν μέσω κρίσιμων διαπραγματεύσεων και ανάλογα με το ποιοι είναι οι συνομιλητές των «θεσμών» και της ΕΚΤ, είναι ξεκάθαρα πολιτική πράξη.
Πόσο πολιτική, όμως, επιτρέπεται να είναι η ΕΚΤ; Και υπάρχουν συγκεκριμένες, αυστηρά προσδιορισμένες αρμοδιότητες για τον ρόλο της;
Ή η στρατηγική της στυγνής επιβολής, χωρίς κανένα πολιτικό ενδιαφέρον για την επίτευξη συναίνεσης που χαρακτηρίζει, πλέον, τις σχέσεις των κρατών - μελών της Ε.Ε., κάνει τις αρμοδιότητες αυτές λάστιχο κατά το δοκούν;
Το «Π» θα προσπαθήσει να απαντήσει σε αυτές τις ερωτήσεις παρουσιάζοντας και τις νέες υπερ-κυβερνητικές αρμοδιότητες της ΕΚΤ, που απορρέουν από τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης.
Η ΕΚΤ μεταλλάσσεται σε απόλυτο υπερόπλο στο όνομα της Τραπεζικής Ένωσης
Η πολιτική γλώσσα ή, καλύτερα, η πολιτική διγλωσσία της ΕΚΤ διαφάνηκε κατά την προεκλογική περίοδο στην Ελλάδα και εκδηλώθηκε ευθέως λόγω της διαφαινόμενης νίκης του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Μάριο Ντράγκι έσπευσε μεσούσης της προεκλογικής περιόδου στα μέσα Ιανουαρίου να ανακοινώσει την απόφασή του για αγορά ομολόγων ύψους 60 δισεκατομμυρίων ευρώ, από την οποία απειλούσε να αποκλείσει τη χώρα μας.
Έσπευσε, δηλαδή, να βγάλει από τη φαρέτρα του και να επιδείξει το όπλο της ποσοτικής χαλάρωσης, που δίνει τη δυνατότητα στην ΕΚΤ να δημιουργεί νέο χρήμα και με αυτό να αγοράζει κρατικά ομόλογα.
Λίγες ημέρες μετά και μόλις τρεις πριν από την εκλογική αναμέτρηση στην Αθήνα, ο Ντράγκι έσπευσε να δώσει ένα προεκλογικό επιχείρημα στην καταρρέουσα κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου, δηλώνοντας ότι θα συμπεριλάβει την Ελλάδα στην αγορά ομολόγων ύψους 60 δισεκατομμυρίων ευρώ υπό προϋποθέσεις.
Και υποστήριξε αυτή τη θέση με καθαρά πολιτικές και εξαιρετικά ασαφείς δηλώσεις του τύπου «δεν έχουμε κάποιον συγκεκριμένο κανόνα για την Ελλάδα, αλλά υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις οι οποίες θα πρέπει να πληρούνται» ή «υπάρχουν φυσικά κάποιοι όροι πριν αγοράσουμε ελληνικά ομόλογα και θα πρέπει να υπάρχει ένα πρόγραμμα σε εφαρμογή».
Εν ολίγοις ο επικεφαλής της ΕΚΤ διεμήνυε στην Ελλάδα αλλά και σε όλες τις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα λιτότητας ότι, αν και δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες, η στρόφιγγα θα ανοίξει μόνον εάν συνεχιστούν τα προγράμματα λιτότητας.
Ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς έσπευσε, μάλιστα, να κάνει πανηγυρικό διάγγελμα χαρακτηρίζοντας πολύ σοβαρές τις ανακοινώσεις Ντράγκι, ενώ για μια ακόμα φορά και με την απειλή του αποκλεισμού των ελληνικών ομολόγων υπερασπίστηκε με σθένος την ολοκλήρωση της πολιτικής λιτότητας των μνημονίων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το Παρατηρητήριο της Ευρώπης των Πολυεθνικών (Corporate Europe Observatory), μια ερευνητική ομάδα με έδρα τις Βρυξέλλες, με άρθρο του στις 23 Ιανουαρίου μιλούσε για τις ελληνικές εκλογές, χαρακτήριζε τρομακτική τη δύναμη της ΕΚΤ και προέβλεπε βήμα προς βήμα πώς θα κινηθεί με πολιτικά κριτήρια ο Ντράγκι κλείνοντας τη στρόφιγγα στη χώρα μας σε περίπτωση εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ.
Επισήμαινε, μάλιστα, το CEO ότι αυτό που συμβαίνει στην Ευρώπη με τη μετατροπή της ΕΚΤ σε πολιτικό παράγοντα με όπλο τη στρόφιγγα του χρήματος «φέρνει στο μυαλό μια ιδέα που έχει εκκολαφθεί από τον φιλόσοφο και πολιτικό επιστήμονα Νίκο Πουλαντζά. Αυτή του αυταρχικού κρατισμού», όπου οι κανόνες παραμερίζονται όταν μεγάλα συμφέροντα της ελίτ βρίσκονται σε κίνδυνο.
Η ΕΚΤ αμέσως μετά τις ελληνικές εκλογές και ενώ βρίσκεται η χώρα σε κρίσιμες διαπραγματεύσεις έκανε πιο ξεκάθαρη την πολιτική της παρέμβαση, κάνοντας πράξη τις απειλές για κλείσιμο της στρόφιγγας των χρημάτων και τη δημιουργία ασφυκτικής πίεσης προκειμένου η νέα ελληνική κυβέρνηση να συρθεί σε μια άνευ όρων παράδοση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ντράγκι μέσα σε περίπου δυο μήνες έχει παρέμβει πολιτικά στη διαπραγμάτευση με τις εξής κινήσεις:
■ Μειώνοντας δραματικά τα ποσά χρηματοδότησης των τραπεζών από τον Έκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας (ELA).
■ Διαμηνύοντας προς τις ελληνικές τράπεζες να μην αγοράσουν έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου και απειλώντας ότι η οδηγία θα λάβει νομική δέσμευση.
■ Ξεκαθαρίζοντας σε κάθε ευκαιρία ότι η Ελλάδα θα αποκλειστεί από την αγορά ομολόγων εάν δεν είναι σε πρόγραμμα.
Είναι επίσης ενδεικτικό της μετατροπής της ΕΚΤ σε «εκτελεστή» των πολιτικών λιτότητας ότι τρεις φορές στο πρόσφατο μνημονιακό παρελθόν της Ε.Ε. χρησιμοποιήθηκε η απειλή διακοπής της πρόσβασης των τραπεζών στον ELA και συγκεκριμένα:
■ Το 2011 στην Ιρλανδία, η οποία υποχρεώθηκε να υπογράψει μνημόνιο.
■ Το 2012 στην Ελλάδα, όπου η τότε κυβέρνηση υποχρεώθηκε να ξεχάσει τις κορώνες περί επαναδιαπραγμάτευσης και να προχωρήσει στην πιστή εφαρμογή του μνημονίου.
■ Το 2013 στην Κύπρο, όπου πριν από την προσυπογραφή του μνημονίου από τον Νίκο Αναστασιάδη η ΕΚΤ με ανακοίνωσή της προειδοποίησε για διακοπή της χορήγησης ρευστότητας στις τράπεζες.
Από την παράθεση των στοιχείων και των γεγονότων γίνεται σαφές ότι η πολιτική που ασκεί η ΕΚΤ προς τα κράτη - μέλη που βρίσκονται υπό τον ζυγό των πολιτικών λιτότητας και προσπαθούν να αρθρώσουν έναν διαφορετικό λόγο μέσα από την υιοθέτηση άλλων πολιτικών για την αντιμετώπιση της κρίσης δεν βασίζεται στους κανονισμούς λειτουργίας της, αλλά σε γενικόλογους κανόνες που σχηματοποιούνται κατά περίπτωση και ανάλογα με την πολιτική πίεση που πρέπει να ασκηθεί σε κάθε κράτος - μέλος.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Φεβρουάριο, όπου αποφασίστηκε να μην γίνονται αποδεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο μέχρι την επιτυχή ολοκλήρωση του μνημονίου, υπήρξαν διαφωνίες και η απόφαση ελήφθη κατά πλειοψηφία.
Ακόμα μια απόδειξη ότι δεν υπάρχουν κανόνες είναι και το γεγονός ότι όσον αφορά τα ομόλογα, η απόφαση της ΕΚΤ καταργεί την εξαίρεση της χώρας. Δηλαδή, τα ελληνικά ομόλογα έμπαιναν με απόφαση Ντράγκι κατ’ εξαίρεση ως ενέχυρο και σήμερα με απόφαση Ντράγκι εξαιρούνται από τη διαδικασία!
Έτσι σε περιόδους διαπραγματεύσεων σε υψηλό επίπεδο η ΕΚΤ δεν τηρεί ουδέτερη στάση, φροντίζοντας απλώς να κρατήσει στη «ζωή» και άρα και στη διαπραγμάτευση τον αδύναμο εταίρο, αλλά του βγάζει και του βάζει την «πρίζα» σε όλες τις κρίσιμες φάσεις των συνομιλιών, ξεκαθαρίζοντας κάθε φορά ποιος είναι το αφεντικό.
Νέες υπερεξουσίες
Η ΕΚΤ αναδεικνύεται στο απόλυτο υπερόπλο μέσα από την ενίσχυση των εξουσιών της, που απορρέουν από τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης.
Έτσι ο Ντράγκι και ο επόμενος Ντράγκι αναλαμβάνουν τον εποπτικό έλεγχο των 120 μεγαλύτερων τραπεζών της ζώνης του ευρώ, των 1.104 θυγατρικών τους και εμμέσως την εποπτεία των υπόλοιπων 3.500 τραπεζών.
Το τυράκι στη φάκα, σύμφωνα με τους φορείς και τις οργανώσεις που στέκονται αυστηρά κριτικά απέναντι στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης και τον ρόλο που διαδραματίζει η ΕΚΤ, είναι ότι με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται ότι δεν θα πληρώνουν οι πολίτες τις χρεοκοπίες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και ότι οι μη βιώσιμες τράπεζες θα εξυγιαίνονται χωρίς προσφυγή στα χρήματα των φορολογουμένων και με ελάχιστες επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία.
Μια θέση απολύτως σωστή, που παράλληλα, όμως, έτσι όπως δρομολογείται, είναι πολύ καλή για να είναι αληθινή.
Τι εστί, όμως, Τραπεζική Ένωση και πρόκειται πράγματι για ένα σύστημα που θα προστατεύει τους φορολογούμενους από τις «τοξικές» τράπεζες; Διασφαλίζει πράγματι ότι οι τράπεζες θα είναι ισχυρές ώστε να αντέξουν στο μέλλον χρηματοπιστωτικές κρίσεις;
Η Τραπεζική Ένωση στηρίζεται σε τρεις βασικούς πυλώνες: το Ενιαίο Εγχειρίδιο Κανόνων, τον Ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας και τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης. Η τελευταία αναγκαία προϋπόθεση που δεν θεωρείται σήμερα ότι έχει προτεραιότητα είναι ο Ενιαίος Μηχανισμός Προστασίας Καταθέσεων.
1) Το Ενιαίο Εγχειρίδιο Κανόνων
Σύμφωνα με την ίδια την Ε.Ε., αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της Τραπεζικής Ένωσης και της ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού τομέα. Αποτελείται από ένα σύνολο νομοθετικών κειμένων που πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα σε όλη την Ε.Ε.
Στόχος είναι να εξασφαλιστεί ότι οι τράπεζες θα ρυθμίζονται σύμφωνα με τους ίδιους κανόνες σε όλες τις χώρες της Ε.Ε., ώστε να αποφεύγονται οι στρεβλώσεις στην εσωτερική αγορά και να διασφαλίζεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Όπως επισημαίνει το Παρατηρητήριο της Ευρώπης των Πολυεθνικών, οι μεγάλες τράπεζες για χρόνια πίεζαν προκειμένου να επιτύχουν μια «γνήσια ενιαία αγορά» στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και σε επίπεδο Ε.Ε. είχαν την τραπεζική ρύθμιση και εποπτεία ψηλά στη λίστα των επιθυμιών τους. Έτσι, όσοι ασκούν κριτική στον τρόπο διαμόρφωσης της Τραπεζικής Ένωσης επισημαίνουν ότι έχει διαμορφωθεί σύμφωνα με τις προτιμήσεις των μεγάλων τραπεζών, όπως εδώ και χρόνια διατυπώνονται από τα λόμπι στις Βρυξέλλες.
2) Ο Ενιαίος Μηχανισμός Εποπτείας
Πρόκειται για το υπερεθνικό εποπτικό όργανο των τραπεζών της Ε.Ε., όπου η ευθύνη για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ασκείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Κύριος στόχος της, σύμφωνα με την Ε.Ε., είναι να διασφαλιστεί η σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ευρώπης μέσω τακτικών και εξονυχιστικών ελέγχων της ευρωστίας των τραπεζών, βάσει κανόνων που είναι οι ίδιοι σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως επισημαίνει στην κριτική του το Παρατηρητήριο της Ευρώπης των Πολυεθνικών, «οι κανόνες που θεσπίζονται για τις τράπεζες παρέχουν υψηλότερο επίπεδο εναρμόνισης, γεγονός που καθιστά δύσκολο για τα κράτη - μέλη να επιβάλουν αυστηρότερες απαιτήσεις για τις τράπεζές τους».
Για τις μεγάλες τράπεζες, ένα τέτοιο εναρμονισμένο σύνολο κανόνων καθιστά ευκολότερη την επέκτασή τους. Γι’ αυτό και υποστηρίζουν τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό, που αναθέτει την εποπτεία των μεγάλων τραπεζών στην ΕΚΤ.
3) Ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης (SRM)
Πρόκειται για ένα σύστημα, σύμφωνα με την Ε.Ε., αποτελεσματικής και αποδοτικής εξυγίανσης μη βιώσιμων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Αποτελείται από την κεντρική αρχή εξυγίανσης – το ενιαίο συμβούλιο εξυγίανσης – και ένα ενιαίο ταμείο εξυγίανσης, το οποίο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις χρεοκοπίας των τραπεζών και χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου από τον τραπεζικό τομέα της Ευρώπης.
Το CEO στην κριτική του επισημαίνει ότι πρόκειται για έναν μηχανισμό που μοιάζει να είναι προσαρμοσμένος στις απαιτήσεις των μεγαλύτερων τραπεζών. Και αυτό γιατί, όπως υποστηρίζει, τα εργαλεία για τη λεγόμενη διάσωση με ίδια μέσα που προβλέπονται απαλλάσσουν τις πιο κερδοσκοπικές πράξεις, όπως τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα. Παράλληλα ένα ακόμα από τα εργαλεία που προβλέπονται, η πώληση των περιουσιακών στοιχείων, θα μπορούσε να επιδεινώσει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα στο μέλλον, καθώς οι μεγάλες τράπεζες κάνουν πάρτι όταν αγοράζουν περιουσιακά στοιχεία από πρώην ανταγωνιστές σε τιμές πολύ χαμηλότερες από την πραγματική τους αξία, γεγονός που τους επιτρέπει να γιγαντωθούν ακόμη περισσότερο.
http://www.topontiki.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου