Του Νίκου Μπογιόπουλου
Λέγεται ότι «την Ιστορία τη γράφουν οι νικητές». Στην Ελλάδα, λόγω των συνθηκών που διαμόρφωσε η ταξική πάλη και οι αγώνες του επαναστατικού κινήματος, αυτό τους έχει πέσει κομματάκι δύσκολο.
Εντούτοις οι «νικητές» ποτέ δεν παραιτούνται από την προσπάθεια παραχάραξης της Ιστορίας. Ειδικά σε εποχές όπως η σημερινή, που το σύστημά τους «μπάζει», επιδίδονται στη διαστροφή της αλήθειας με όρους ασύστολης προπαγάνδας.
Αν, μάλιστα, στην προπαγάνδα τους προστεθεί και η αγραμματοσύνη των «παπαγάλων» που βάζουν μπροστά για να επιτευχθεί η «αποκολοκύθωνση» της Ιστορίας, τότε εκείνο που προκύπτει είναι εκτρωματικά γελοίο.
Από την έναρξη της κρίσης, λοιπόν, έχουν ανοίξει το κεφάλαιο «σχέδιο Μάρσαλ». Οπου το σχέδιο Μάρσαλ ήταν κάτι το… καλόν, «έσωσε» τότε την Ελλάδα, και τώρα που η Ελλάδα είναι πάλι σε δύσκολη θέση «ευχής έργον» θα ήταν να είχαμε ξανά ένα «νέο σχέδιο Μάρσαλ»…
Μάλιστα τούτο αποτέλεσε… ευχή και της παρούσας κυβέρνησης. Είχε διατυπωθεί το 2015 από τον τότε υπουργό Οικονομικών, ο οποίος είχε απευθύνει πρόταση στην Γερμανίδα καγκελάριο να προχωρήσει στην εξαγγελία και στην εφαρμογή ενός «σχεδίου Μέρκελ» για την Ελλάδα. Το «σχέδιο Μέρκελ», κατά τον κ.Βαρουφάκη, θα έπρεπε να κινηθεί κατά τα πρότυπα ενός παλιότερου σχεδίου: Του «σχεδίου Μάρσαλ»…
Στο σημείο αυτό, συνεπώς, μας προέκυψε κάτι πραγματικά… σπουδαίο: Μια κυβέρνηση «πρώτη φορά Αριστερή», που
ήρθε να ενστερνιστεί βασικούς πυλώνες της παραχαραγμένης αλήθειας,
έσπευσε να οικοδομήσει τον λόγο της με τα σκουριασμένα υλικά της ασύστολης μετεμφυλιακής προπαγάνδας,
επέλεξε να αντλήσει τα σχέδιά της για το μέλλον του τόπου και του λαού αναμηρυκάζοντας την πολιτική αγραμματοσύνη των «παπαγάλων» του συστήματος.
Αυτό είναι πραγματικά… αξιοσημείωτο: Η εκτρωματικά γελοία τακτική της «αποκολοκύνθωσης» της Ιστορίας μετατρέπεται σε «πρώτη φορά Αριστερό»… αφήγημα. Στο όνομα της «σωτηρίας», των «έντιμων συμβιβασμών» και των «σκληρών διαπραγματεύσεων» που έφεραν το τρίτο Μνημόνιο, προηγήθηκε το φαινόμενο η «πρώτη φορά Αριστερά» να εκθειάζει ακόμα και το σχέδιο Μάρσαλ! Και μάλιστα χωρίς καμία… «δημιουργική ασάφεια».
Δυο χρόνια αργότερα διαβάσαμε, δε, στο Βήμα (7/5/2017, http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=878094), στη συνέντευξη του Αμερικανού πρέσβη Τζέφρι Πάιατ, ότι οι «ΗΠΑ ευλογούν Τσίπρα».
Ηταν εκεί που ο νέος «Πιουριφόι» αναφερόμενος στο δόγμα Τρούμαν και στο σχέδιο Μάρσαλ, δίνοντας το μέτρο της αγάπης των Αμερικανών για τον Τσίπρα και την «αριστερή» κυβέρνησή του, προανήγγειλε ακόμα και γιορτές (!) για τα 70χρονα του καθεστώτος που ο Σημίτης το είχε περιγράψει με εκείνη την περίφημη φράση «ευχαριστούμε τις Ηνωμένες Πολιτείες»:
«Η συμμαχία μας – είπε ο Πάιατ – είναι πολύ ισχυρή και σε λίγο καιρό θα γιορτάσουμε 70 χρόνια της αμυντικής μας συνεργασίας»…
Αμερικανική γελοιογραφία του 1947. Παρουσιάζει το μπάρμπα Σαμ να προσφέρει ομπρέλα προστάσίας στην Ευρώπη. Η ομπρέλα, όμως, κρύβει μια βόμβα…
Πάμε, λοιπόν, να δούμε τι… γιόρτασαν.
Το σχέδιο Μάρσαλ, ως συνέχεια του δόγματος Τρούμαν, που εξαγγέλθηκε πριν από 72 χρόνια, στις 5 Ιουνίου 1947, πράγματι ήταν «καλό». Οχι, όμως για την Ελλάδα του ελληνικού λαού. Ηταν «καλό» για τους απόντες από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και τους συνεργάτες των Γερμανών, που καθόλου δεν είχαν στο μυαλό τους τη βελτίωση των συνθηκών ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων παρά μόνο την αποκατάστασή τους στην εξουσία.
Το σχέδιο Μάρσαλ ήταν «καλό» ως αντεπαναστατικό σχέδιο του ιμπεριαλισμού για το στέριωμα του καπιταλισμού στη Δυτική Ευρώπη και στην Ελλάδα. Αυτός ήταν και ο λόγος, μιλώντας ειδικά για την Ελλάδα, που τα κεφάλαια του δόγματος Τρούμαν και του σχεδίου Μάρσαλ χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά εναντίον του λαϊκού κινήματος, για τη διατήρηση – και με στρατιωτικά μέσα – των πλουτοκρατών στην εξουσία και προς όφελος του προσωπικού θησαυρισμού των κεφαλαιοκρατών.
Το τι πραγματικά ήταν αυτή η περίφημη «αμερικανική βοήθεια» το μαρτυρά η κατανομή αυτών των κεφαλαίων που διοχετεύτηκαν προς όφελος του προσωπικού θησαυρισμού των κεφαλαιοκρατών:
Σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Συντονισμού Γ. Καρτάλη τον Απρίλη του 1952, το 60% των πιστώσεων που εκταμιεύτηκαν σε εφαρμογή του σχεδίου Μάρσαλ είχαν απορροφηθεί από δέκα, όλες κι όλες, βιομηχανίες.
Εκατοντάδες εκατομμύρια μοιράστηκαν σε 50 βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις.
Περιττό να πούμε ότι από τα χρήματα αυτά, που διασπαθίστηκαν απροκάλυπτα και που όσοι τα έλαβαν δεν πλήρωσαν ποτέ μια δραχμή, αναδύθηκαν, κάποιες φορές μέσα από τους μαυραγορίτες και τους δοσίλογους, τα νέα τζάκια των αμερικανοθρεμμένων μεγαλοβιομηχάνων και μεγαλεμπόρων.
Ο Πολ Πότερ όρθιος απευθύνει χαιρετισμό σε εκδήλωση για την πρώτη ριζοκαλλιέργεια κατά τα αμερικανικά πρότυπα…
Το τι πραγματικά ήταν το σχέδιο Μάρσαλ, το που απέβλεπε και το που οδήγησε το ομολογούσε ο ίδιος ο Paul Porter, ο απεσταλμένος του Τρούμαν στην Ελλάδα.
Οι ΗΠΑ – έλεγε ο Porter – έκαναν «μια τόσο μεγάλη επένδυση» στη χώρα και συνεργάστηκαν με μια ελληνική κυβέρνηση που
«επικαλούμενη τον ίδιο της τον τεραστίων διαστάσεων αντικομμουνισμό ως επιχείρημα για την παροχή βοήθειας σε απεριόριστες ποσότητες (είχε) στόχο της… να χρησιμοποιήσει την ξένη βοήθεια ως μέσο για τη διαιώνιση μιας μικρής κλίκας από τραπεζίτες και εμπόρους, που αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα».
Περιγράφοντας δε την ελληνική άρχουσα τάξη, της οποίας τον κλάδο των εφοπλιστών αποκαλούσε «αργυρώνητους ηλίθιους», δε δίσταζε να προσθέτει ότι
«είναι αποφασισμένη, πάνω απ’ όλα, να προστατεύσει τα οικονομικά της προνόμια, όποιο κι αν είναι το κόστος σε ό,τι αφορά την οικονομική υγεία της χώρας».(1)
Ακόμα και οι εκτιμήσεις της εποχής ότι μόλις 500 οικογένειες των Αθηνών ελέγχουν την Ελλάδα αποδείχτηκαν… επιεικείς:
«Λέγεται – ανέφερε ο Μαρκεζίνης – ότι 500 οικογένειες κυβερνούν την Ελλάδα, εγώ όμως πιστεύω ότι δεν φτάνουν καν τις πεντακόσιες, αλλά είναι μόνο 200». (2)
Οσο για τη χρηματοδότηση του μεγάλου κεφαλαίου συνεχιζόταν με σκανδαλώδη τρόπο. Το βεβαιώνει και πάλι ο Porter, ο οποίος σημειώνει:
«Οι βιομήχανοι δεν επένδυαν περιμένοντας «δανεικά κεφάλαια», αν και κατά διάφορες εκτιμήσεις είχαν χρυσές λίρες. Οι εμπορικές τράπεζες όχι μόνο δεν διέθεταν πιστώσεις, αλλά δανείζονταν από την Τράπεζα της Ελλάδος προκειμένου να πληρώσουν τους υπαλλήλους τους».
Εργάτες περιεργάζονται αμερικανικό εκσκαπτικό μηχάνημα που δόθηκε στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ για τις τηλεπικοινωνίες.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, τα μέλη της εγχώριας πλουτοκρατίας, δηλαδή τα – κατά τον Porter πάντα – «μέλη της κομψής διεθνούς κλίκας», ξεκοκάλισαν από τον Οκτώβρη του ’44 μέχρι τον Ιούνη του 1953 τα πάνω από 3,2 δισ. δολάρια της λεγόμενης «βοήθειας» (σ.σ.: με το σχέδιο Μάρσαλ να ανέρχεται περίπου στα 2 δισ. δολάρια, χωρίς εδώ να υπολογίζεται η άμεση στρατιωτική βοήθεια στο αστικό κράτος).
Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τους υπέρογκους εξοπλισμούς που άγγιζαν το 50% του προϋπολογισμού και με τη διατήρηση του υπέρογκου κρατικού καταπιεστικού μηχανισμού, καθιστούν φανερό γιατί η «βοήθεια» και η «σωτηρία» δεν είχαν σχέση με το λαό, αλλά με τη σωτηρία του καπιταλιστικού συστήματος.
Αποτέλεσμα ήταν νέα μεγαλύτερα ελλείμματα και δημόσια χρέη που, ως συνήθως, επιχειρήθηκε να καλυφθούν είτε με άγριες φοροεπιδρομές στα πενιχρά εισοδήματα του λαού είτε με καινούργιους δανεισμούς.
Το τίμημα για το λαό ήταν βαρύ. Και πληρώθηκε σε πολλά επίπεδα. Πληρώθηκε με τη φτώχεια, τη μετανάστευση εκατομμυρίων Ελλήνων, με τις ναπάλμ του Εμφυλίου, με τους «Νέους Παρθενώνες» και με μια δημοκρατία, που ο ίδιος ο Αμερικανός υπεύθυνος του σχεδίου στην Ελλάδα, ο Τζέιμς Γουόρεν, την περιέγραφε σε συνέντευξή του ως εξής:
«(Το σχέδιο Μάρσαλ ήταν)…μια πολύ αυστηρή συμφωνία, πολλές πτυχές της οποίας αποτελούσαν σαφή παρέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας. Μπορεί κάλλιστα να πει κανείς ότι επρόκειτο όχι για απλή παρέμβαση, αλλά για επέμβαση στην εθνική κυριαρχία της χώρας».
Ο βασιλιάς Παύλος και ο Αμερικανός στρατηγός Βαν Φλιτ παρακολουθούν τις κινήσεις του κυβερνητικού στρατού.
Και παρακάτω:
«Η επιτυχία (σ.σ.: των «πατριωτών» κυβερνώντων – όπως τους αποκαλεί ο Αμερικανός) ήταν ότι έφεραν τους Αμερικανούς, όχι απλά ως συμβούλους, αλλά ως ελεγκτές και υπεύθυνους των αποφάσεων. Για τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα έπρεπε να καταπιεί την περηφάνια της και να αποδεχτεί ευρείες παρεμβάσεις. Αυτό ήταν το πνεύμα της συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών». (3)
Προφανώς, όταν τα παραπάνω τα δηλώνουν οι ίδιοι οι Αμερικανοί, εμείς δε χρειάζεται να προσθέσουμε τίποτα περισσότερο, ούτε για το «σχέδιο Μάρσαλ», ούτε για τους… νοσταλγούς του.
***
Paul A. Porter: «Ζητείται ένα θαύμα για την Ελλάδα – Ημερολόγιο ενός προεδρικού απεσταλμένου», έκδοση «Bήμα – Μαρτυρίες».
Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940 – 1950, εκδόσεις «Θεμέλιο».
Εφημερίδα «Καθημερινή», 17 Ιουνίου 2007.
Λέγεται ότι «την Ιστορία τη γράφουν οι νικητές». Στην Ελλάδα, λόγω των συνθηκών που διαμόρφωσε η ταξική πάλη και οι αγώνες του επαναστατικού κινήματος, αυτό τους έχει πέσει κομματάκι δύσκολο.
Εντούτοις οι «νικητές» ποτέ δεν παραιτούνται από την προσπάθεια παραχάραξης της Ιστορίας. Ειδικά σε εποχές όπως η σημερινή, που το σύστημά τους «μπάζει», επιδίδονται στη διαστροφή της αλήθειας με όρους ασύστολης προπαγάνδας.
Αν, μάλιστα, στην προπαγάνδα τους προστεθεί και η αγραμματοσύνη των «παπαγάλων» που βάζουν μπροστά για να επιτευχθεί η «αποκολοκύθωνση» της Ιστορίας, τότε εκείνο που προκύπτει είναι εκτρωματικά γελοίο.
Από την έναρξη της κρίσης, λοιπόν, έχουν ανοίξει το κεφάλαιο «σχέδιο Μάρσαλ». Οπου το σχέδιο Μάρσαλ ήταν κάτι το… καλόν, «έσωσε» τότε την Ελλάδα, και τώρα που η Ελλάδα είναι πάλι σε δύσκολη θέση «ευχής έργον» θα ήταν να είχαμε ξανά ένα «νέο σχέδιο Μάρσαλ»…
Μάλιστα τούτο αποτέλεσε… ευχή και της παρούσας κυβέρνησης. Είχε διατυπωθεί το 2015 από τον τότε υπουργό Οικονομικών, ο οποίος είχε απευθύνει πρόταση στην Γερμανίδα καγκελάριο να προχωρήσει στην εξαγγελία και στην εφαρμογή ενός «σχεδίου Μέρκελ» για την Ελλάδα. Το «σχέδιο Μέρκελ», κατά τον κ.Βαρουφάκη, θα έπρεπε να κινηθεί κατά τα πρότυπα ενός παλιότερου σχεδίου: Του «σχεδίου Μάρσαλ»…
Στο σημείο αυτό, συνεπώς, μας προέκυψε κάτι πραγματικά… σπουδαίο: Μια κυβέρνηση «πρώτη φορά Αριστερή», που
ήρθε να ενστερνιστεί βασικούς πυλώνες της παραχαραγμένης αλήθειας,
έσπευσε να οικοδομήσει τον λόγο της με τα σκουριασμένα υλικά της ασύστολης μετεμφυλιακής προπαγάνδας,
επέλεξε να αντλήσει τα σχέδιά της για το μέλλον του τόπου και του λαού αναμηρυκάζοντας την πολιτική αγραμματοσύνη των «παπαγάλων» του συστήματος.
Αυτό είναι πραγματικά… αξιοσημείωτο: Η εκτρωματικά γελοία τακτική της «αποκολοκύνθωσης» της Ιστορίας μετατρέπεται σε «πρώτη φορά Αριστερό»… αφήγημα. Στο όνομα της «σωτηρίας», των «έντιμων συμβιβασμών» και των «σκληρών διαπραγματεύσεων» που έφεραν το τρίτο Μνημόνιο, προηγήθηκε το φαινόμενο η «πρώτη φορά Αριστερά» να εκθειάζει ακόμα και το σχέδιο Μάρσαλ! Και μάλιστα χωρίς καμία… «δημιουργική ασάφεια».
Δυο χρόνια αργότερα διαβάσαμε, δε, στο Βήμα (7/5/2017, http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=878094), στη συνέντευξη του Αμερικανού πρέσβη Τζέφρι Πάιατ, ότι οι «ΗΠΑ ευλογούν Τσίπρα».
Ηταν εκεί που ο νέος «Πιουριφόι» αναφερόμενος στο δόγμα Τρούμαν και στο σχέδιο Μάρσαλ, δίνοντας το μέτρο της αγάπης των Αμερικανών για τον Τσίπρα και την «αριστερή» κυβέρνησή του, προανήγγειλε ακόμα και γιορτές (!) για τα 70χρονα του καθεστώτος που ο Σημίτης το είχε περιγράψει με εκείνη την περίφημη φράση «ευχαριστούμε τις Ηνωμένες Πολιτείες»:
«Η συμμαχία μας – είπε ο Πάιατ – είναι πολύ ισχυρή και σε λίγο καιρό θα γιορτάσουμε 70 χρόνια της αμυντικής μας συνεργασίας»…
Αμερικανική γελοιογραφία του 1947. Παρουσιάζει το μπάρμπα Σαμ να προσφέρει ομπρέλα προστάσίας στην Ευρώπη. Η ομπρέλα, όμως, κρύβει μια βόμβα…
Πάμε, λοιπόν, να δούμε τι… γιόρτασαν.
Το σχέδιο Μάρσαλ, ως συνέχεια του δόγματος Τρούμαν, που εξαγγέλθηκε πριν από 72 χρόνια, στις 5 Ιουνίου 1947, πράγματι ήταν «καλό». Οχι, όμως για την Ελλάδα του ελληνικού λαού. Ηταν «καλό» για τους απόντες από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και τους συνεργάτες των Γερμανών, που καθόλου δεν είχαν στο μυαλό τους τη βελτίωση των συνθηκών ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων παρά μόνο την αποκατάστασή τους στην εξουσία.
Το σχέδιο Μάρσαλ ήταν «καλό» ως αντεπαναστατικό σχέδιο του ιμπεριαλισμού για το στέριωμα του καπιταλισμού στη Δυτική Ευρώπη και στην Ελλάδα. Αυτός ήταν και ο λόγος, μιλώντας ειδικά για την Ελλάδα, που τα κεφάλαια του δόγματος Τρούμαν και του σχεδίου Μάρσαλ χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά εναντίον του λαϊκού κινήματος, για τη διατήρηση – και με στρατιωτικά μέσα – των πλουτοκρατών στην εξουσία και προς όφελος του προσωπικού θησαυρισμού των κεφαλαιοκρατών.
Το τι πραγματικά ήταν αυτή η περίφημη «αμερικανική βοήθεια» το μαρτυρά η κατανομή αυτών των κεφαλαίων που διοχετεύτηκαν προς όφελος του προσωπικού θησαυρισμού των κεφαλαιοκρατών:
Σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Συντονισμού Γ. Καρτάλη τον Απρίλη του 1952, το 60% των πιστώσεων που εκταμιεύτηκαν σε εφαρμογή του σχεδίου Μάρσαλ είχαν απορροφηθεί από δέκα, όλες κι όλες, βιομηχανίες.
Εκατοντάδες εκατομμύρια μοιράστηκαν σε 50 βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις.
Περιττό να πούμε ότι από τα χρήματα αυτά, που διασπαθίστηκαν απροκάλυπτα και που όσοι τα έλαβαν δεν πλήρωσαν ποτέ μια δραχμή, αναδύθηκαν, κάποιες φορές μέσα από τους μαυραγορίτες και τους δοσίλογους, τα νέα τζάκια των αμερικανοθρεμμένων μεγαλοβιομηχάνων και μεγαλεμπόρων.
Ο Πολ Πότερ όρθιος απευθύνει χαιρετισμό σε εκδήλωση για την πρώτη ριζοκαλλιέργεια κατά τα αμερικανικά πρότυπα…
Το τι πραγματικά ήταν το σχέδιο Μάρσαλ, το που απέβλεπε και το που οδήγησε το ομολογούσε ο ίδιος ο Paul Porter, ο απεσταλμένος του Τρούμαν στην Ελλάδα.
Οι ΗΠΑ – έλεγε ο Porter – έκαναν «μια τόσο μεγάλη επένδυση» στη χώρα και συνεργάστηκαν με μια ελληνική κυβέρνηση που
«επικαλούμενη τον ίδιο της τον τεραστίων διαστάσεων αντικομμουνισμό ως επιχείρημα για την παροχή βοήθειας σε απεριόριστες ποσότητες (είχε) στόχο της… να χρησιμοποιήσει την ξένη βοήθεια ως μέσο για τη διαιώνιση μιας μικρής κλίκας από τραπεζίτες και εμπόρους, που αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα».
Περιγράφοντας δε την ελληνική άρχουσα τάξη, της οποίας τον κλάδο των εφοπλιστών αποκαλούσε «αργυρώνητους ηλίθιους», δε δίσταζε να προσθέτει ότι
«είναι αποφασισμένη, πάνω απ’ όλα, να προστατεύσει τα οικονομικά της προνόμια, όποιο κι αν είναι το κόστος σε ό,τι αφορά την οικονομική υγεία της χώρας».(1)
Ακόμα και οι εκτιμήσεις της εποχής ότι μόλις 500 οικογένειες των Αθηνών ελέγχουν την Ελλάδα αποδείχτηκαν… επιεικείς:
«Λέγεται – ανέφερε ο Μαρκεζίνης – ότι 500 οικογένειες κυβερνούν την Ελλάδα, εγώ όμως πιστεύω ότι δεν φτάνουν καν τις πεντακόσιες, αλλά είναι μόνο 200». (2)
Οσο για τη χρηματοδότηση του μεγάλου κεφαλαίου συνεχιζόταν με σκανδαλώδη τρόπο. Το βεβαιώνει και πάλι ο Porter, ο οποίος σημειώνει:
«Οι βιομήχανοι δεν επένδυαν περιμένοντας «δανεικά κεφάλαια», αν και κατά διάφορες εκτιμήσεις είχαν χρυσές λίρες. Οι εμπορικές τράπεζες όχι μόνο δεν διέθεταν πιστώσεις, αλλά δανείζονταν από την Τράπεζα της Ελλάδος προκειμένου να πληρώσουν τους υπαλλήλους τους».
Εργάτες περιεργάζονται αμερικανικό εκσκαπτικό μηχάνημα που δόθηκε στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ για τις τηλεπικοινωνίες.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, τα μέλη της εγχώριας πλουτοκρατίας, δηλαδή τα – κατά τον Porter πάντα – «μέλη της κομψής διεθνούς κλίκας», ξεκοκάλισαν από τον Οκτώβρη του ’44 μέχρι τον Ιούνη του 1953 τα πάνω από 3,2 δισ. δολάρια της λεγόμενης «βοήθειας» (σ.σ.: με το σχέδιο Μάρσαλ να ανέρχεται περίπου στα 2 δισ. δολάρια, χωρίς εδώ να υπολογίζεται η άμεση στρατιωτική βοήθεια στο αστικό κράτος).
Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τους υπέρογκους εξοπλισμούς που άγγιζαν το 50% του προϋπολογισμού και με τη διατήρηση του υπέρογκου κρατικού καταπιεστικού μηχανισμού, καθιστούν φανερό γιατί η «βοήθεια» και η «σωτηρία» δεν είχαν σχέση με το λαό, αλλά με τη σωτηρία του καπιταλιστικού συστήματος.
Αποτέλεσμα ήταν νέα μεγαλύτερα ελλείμματα και δημόσια χρέη που, ως συνήθως, επιχειρήθηκε να καλυφθούν είτε με άγριες φοροεπιδρομές στα πενιχρά εισοδήματα του λαού είτε με καινούργιους δανεισμούς.
Το τίμημα για το λαό ήταν βαρύ. Και πληρώθηκε σε πολλά επίπεδα. Πληρώθηκε με τη φτώχεια, τη μετανάστευση εκατομμυρίων Ελλήνων, με τις ναπάλμ του Εμφυλίου, με τους «Νέους Παρθενώνες» και με μια δημοκρατία, που ο ίδιος ο Αμερικανός υπεύθυνος του σχεδίου στην Ελλάδα, ο Τζέιμς Γουόρεν, την περιέγραφε σε συνέντευξή του ως εξής:
«(Το σχέδιο Μάρσαλ ήταν)…μια πολύ αυστηρή συμφωνία, πολλές πτυχές της οποίας αποτελούσαν σαφή παρέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας. Μπορεί κάλλιστα να πει κανείς ότι επρόκειτο όχι για απλή παρέμβαση, αλλά για επέμβαση στην εθνική κυριαρχία της χώρας».
Ο βασιλιάς Παύλος και ο Αμερικανός στρατηγός Βαν Φλιτ παρακολουθούν τις κινήσεις του κυβερνητικού στρατού.
Και παρακάτω:
«Η επιτυχία (σ.σ.: των «πατριωτών» κυβερνώντων – όπως τους αποκαλεί ο Αμερικανός) ήταν ότι έφεραν τους Αμερικανούς, όχι απλά ως συμβούλους, αλλά ως ελεγκτές και υπεύθυνους των αποφάσεων. Για τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα έπρεπε να καταπιεί την περηφάνια της και να αποδεχτεί ευρείες παρεμβάσεις. Αυτό ήταν το πνεύμα της συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών». (3)
Προφανώς, όταν τα παραπάνω τα δηλώνουν οι ίδιοι οι Αμερικανοί, εμείς δε χρειάζεται να προσθέσουμε τίποτα περισσότερο, ούτε για το «σχέδιο Μάρσαλ», ούτε για τους… νοσταλγούς του.
***
Paul A. Porter: «Ζητείται ένα θαύμα για την Ελλάδα – Ημερολόγιο ενός προεδρικού απεσταλμένου», έκδοση «Bήμα – Μαρτυρίες».
Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940 – 1950, εκδόσεις «Θεμέλιο».
Εφημερίδα «Καθημερινή», 17 Ιουνίου 2007.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου