Στη μακρά μου διαδρομή στη δικηγορία και την πολιτική, σπάνια συνάντησα τόσο άρτια διαμορφωμένο κανονιστικό πλαίσιο. Με βάση αυτό το πλαίσιο -και εφόσον οι Τράπεζες οργανωθούν κατάλληλα- μπορούν να προχωρήσουν είτε σε ρυθμίσεις είτε σε οριστικές διευθετήσεις των δανείων σε καθυστέρηση που περιλαμβάνουν, σύμφωνα πάντα με την ίδια Απόφαση, από καταβολή μόνο των τόκων για κάποια περίοδο, μειωμένες δόσεις καταβολής, επέκτασης του χρόνου αποπληρωμής έως μερική διαγραφή χρεών.
Ενώ, λοιπόν, η χώρα διαθέτει αυτό το πλαίσιο, το οποίο εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του ν.4224/2013, εξακολουθεί μια έντονη συζήτηση με απίστευτα στοιχεία λαϊκισμού -που κυριαρχεί καθολικά πλέον- για τα λεγόμενα «κόκκινα δάνεια». Η κυβέρνηση εμφανίζεται να «διαπραγματεύεται σκληρά» με την τρόικα και η αντιπολίτευση επιδίδεται στην προσφιλή της άσκηση να υπόσχεται «λαγούς με πετραχήλια». Χθες, μάλιστα, ο κ. Τσίπρας, μετά τη συνάντησή του με τον κ. Στουρνάρα, είπε τα 11,5 δισεκατομμύρια ευρώ που έχει το ΤΧΣ να διατεθούν για την υπόθεση των «κόκκινων δανείων» και να μην πάνε για τη μείωση του χρέους! Την ίδια στιγμή στην κοινωνία εμφανίζονται αντιδράσεις με πικρόχολα σχόλια του τύπου: «πάλι θα πληρώσουμε για τους μπαταχτσήδες»; «Εμείς γιατί φτύνουμε αίμα για να είμαστε συνεπείς και κάποιοι κακοπληρωτές που δανείστηκαν ασυλλόγιστα πρέπει να ωφεληθούν»; Ένας κόσμος που βρίσκεται σε ένταση και κάποια τμήματά του σε απόγνωση, αναγορεύει ακόμη και το θέμα της αντιμετώπισης των «κόκκινων δανείων» σε στοιχείο αντιπαράθεσης. Αλλά ποιος δεν θα θεωρούσε δικαιολογημένο το παράπονο των συνεπών οφειλετών για μια ευνοϊκότερη ρύθμιση και γι’ αυτούς, έστω με κάποια μείωση των επιτοκίων ή κάποια επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής;
Σε αυτό το κλίμα, είδε προχθές το φως της δημοσιότητας, με τον κλασικό τρόπο της «διαρροής», ένα κυβερνητικό σχέδιο για τα «κόκκινα δάνεια». Στο άρθρο 1 αυτού του «σχεδίου» αναφέρεται: «Η εφαρμογή των θεσπιζομένων μέτρων από τα πιστωτικά ιδρύματα γίνεται, τέλος, εν όψει των διατάξεων του Κώδικα Δεοντολογίας που θέσπισε η Τράπεζα της Ελλάδος για τη ρύθμιση χρεών ιδιωτών και επιχειρήσεων σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις του ν.4224/2013». Και αφού περιγράφει περιπτώσεις -αλλά κυρίως εξαιρέσεις- από την επιχειρούμενη ρύθμιση, όλη η ουσία βρίσκεται στη διατύπωση της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του «σχεδίου», η οποία αναφέρει: «Το χρηματοδοτικό ίδρυμα παρέχει την αιτούμενη διαγραφή και ρύθμιση κατά τη ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΕΥΧΕΡΕΙΑ, σύμφωνα με κριτήρια τα οποία επιλέγει για την αξιολόγηση της ικανότητας του αιτουμένου τη διαγραφή να ανταπεξέλθει στις ρυθμισθείσες υποχρεώσεις. Σε άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, το χρηματοδοτικό ίδρυμα μπορεί να παράσχει διαγραφή ή/και ρύθμιση υπό διαφορετικούς όρους από τους περιλαμβανόμενους στην αίτηση ή και ΝΑ ΑΡΝΗΘΕΙ ΣΥΝΟΛΙΚΑ τη διαγραφή ή/και ρύθμιση»!
Τι συμβαίνει λοιπόν; Αν όλα τελικά καταλήγουν να είναι στην αποκλειστική ευχέρεια των Τραπεζών, για ποια ρύθμιση μιλάμε; Και σε τι χρειάζεται ένας νέος νόμος όταν υπάρχει ο Κώδικας Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος στον οποίο παραπέμπει ο «υποτιθέμενος» νέος νόμος;
Τα πράγματα θα μπορούσαν να απλοποιηθούν εάν οι Τράπεζες προχωρούσαν στην εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος και κυρίως στην εσωτερική τους οργάνωση που προβλέπει ο Κώδικας. Όμως φαίνεται ότι εκεί υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Τα στελέχη των Τραπεζών είχαν μάθει στα σπάταλα χρόνια της ατέλειωτης ρευστότητας να παρακαλούν να δώσουν δάνεια σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Σε κάποιες περιπτώσεις, όσο περισσότερα δάνεια έδιναν τόσο περισσότερα bonus που έπαιρναν. Στο καιρό της κρίσης, τα ίδια στελέχη πέρασαν σε κατάσταση υστερίας. Απαιτούν στα τυφλά την επιστροφή των δανείων που τόσο απλόχερα και ασυλλόγιστα έδωσαν, χωρίς να είναι σε θέση να διαχωρίσουν βασικά πράγματα και, κυρίως, το πώς θα εξετάσουν αν μια επιχείρηση μετά από κάποια ρύθμιση ή οριστική διευθέτηση των οφειλών της θα μπορέσει να συνεχίσει βιώσιμα τις εργασίες της. Δεν γνωρίζουν πώς να προχωρήσουν σε αναδιαρθρώσεις βασικών κλάδων της οικονομίας και δεν σταμάτησαν τα χρόνια της κρίσης να χρηματοδοτούν γενναία μεγαλοοφειλέτες που δεν έχουν καμία προοπτική. Την ίδια στιγμή, αρνούνταν να δώσουν ελάχιστα σε επιχειρήσεις που είχαν παραγγελίες, αλλά δεν είχαν κεφάλαιο κίνησης για να τις εκτελέσουν, με αποτέλεσμα ο καθοδικός φαύλος κύκλος της οικονομίας να μεγαλώνει.
Το πρόβλημα θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με συστηματική δουλειά και, κυρίως, κανόνες. Όπως αυτούς που βάζει ο Κώδικας Δεοντολογίας της ΤτΕ. Αλλά πού καιρός για τέτοια, όταν το παρασιτικό και πελατειακό σύστημα ζει και βασιλεύει. Κατά τα άλλα, η κυβέρνηση εκλιπαρεί να επιστρέψει η τρόικα την οποία θέλει να ...διώξει.
Του Γιώργου Φλωρίδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου