Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2023

Τι είναι, τελικά, η Τουρκία του Ερντογάν;

Πριν από μερικές ημέρες η Τουρκία γιόρτασε τα 100 χρόνια από τη δημιουργία της ως σύγχρονο κράτος. Μια δημιουργία που συνέπεσε με την τραγική όσο και νομοτελειακή πανωλεθρία του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία και την καταστροφή της Σμύρνης. Για να ακριβολογούμε, δεν συνέπεσε απλώς: ήταν σε τεράστιο βαθμό αποτέλεσμά της. Οταν, βέβαια, βρίσκεσαι στα πεδία των προκεχωρημένων μαχών στην Ανατολία, λίγο έξω από την Αγκυρα, καταλαβαίνεις ότι αυτό που πήγε να κάνει ο ελληνικός στρατός ήταν επιστημονική φαντασία. Περίπου 80.000 άνθρωποι βρέθηκαν, 100 χρόνια νωρίτερα, στη μέση μιας βραχώδους ερήμου, 1.500 χλμ. από την Αθήνα, αποκομμένοι από ανεφοδιασμό, απέναντι σε μια απελπισμένη χώρα και έναν ικανότατο στρατηλάτη. Τέλος πάντων, όλα αυτά

τα έχει διηγηθεί η Ιστορία. Σημασία έχει ότι η Ελλάδα βρέθηκε μια ανάσα από την Αγκυρα, η Τουρκία μια ανάσα από τον αφανισμό πριν καν γίνει κράτος – και δεν μπορείς να τους αδικείς ιδιαίτερα που γιορτάζουν τη συντριβή μας. Κεμάλ εναντίον Ταγίπ Η Αγκυρα ήταν τότε ένα ασήμαντο χωριό στο πουθενά. Ο Κεμάλ την επέλεξε για αυτόν ακριβώς τον λόγο ως πρωτεύουσα του κράτους του: απρόσωπη, άφθαρτη από το βαρύ οθωμανικό παρελθόν της Πόλης και πολύ μακριά για να κινδυνεύει. Περίπου έτσι παραμένει και σήμερα, απλώς μεγάλωσε. Πολύ. Τα κτίρια των δύο πρώτων τουρκικών Εθνοσυνελεύσεων, κοντά στο κέντρο της παλιάς πόλης, διηγούνται όλη την ιστορία της δημιουργίας του κράτους αυτού, αν έχει κάποιος την υπομονή να τη «διαβάσει» και από την άλλη πλευρά. Remaining Time-0:28 Fullscreen Mute Σήμερα η τουρκική πρωτεύουσα σφύζει από ζωή. Μια πόλη «δημοσίων υπαλλήλων» και όχι μόνο, αποτελεί περισσότερο και από την Κωνσταντινούπολη δείγμα της υπερσυγκέντρωσης του πληθυσμού της χώρας στα μεγάλα αστικά κέντρα. Με έξι εκατομμύρια κατοίκους ήδη, η Αγκυρα απλώνεται κυριολεκτικά στο υπερπέραν: όπου κόβει το μάτι βλέπει πολυκατοικίες και πέρα από αυτές γερανούς που «φυτεύουν» ολόκληρες συνοικίες στην έρημο μέσα σε χρόνο μηδέν. Πολυκατοικίες και μιναρέδες. Και δρόμους και νοσοκομεία και πανεπιστήμια και τα πάντα. Στην Αγκυρα, όπως και στην Κωνσταντινούπολη των 20 εκατομμυρίων, ο Κεμάλ Ατατούρκ είναι παντού αυτές τις μέρες. Οχι ως φυσική παρουσία, βέβαια, καθώς έχει αποδημήσει εδώ και δεκαετίες, αλλά σε εκατομμύρια μπάνερ, πόστερ, σημαίες, μπαλόνια, κούπες του καφέ, αναπτήρες… Αυτός που φτιάχνει τουρκικές σημαίες, δε, πρέπει να έχει γίνει τρισεκατομμυριούχος. Από εκεί, από τα πόστερ, τα μπάνερ και τις κούπες του καφέ, ο Κεμάλ Ατατούρκ παρατηρεί την Τουρκία του Ερντογάν, που δεν μοιάζει καθόλου με τη δική του, και πιθανώς αναρωτιέται τι πήγε τόσο στραβά. Πιθανώς αναρωτιέται επίσης πότε θα εξαφανιστεί και ο ίδιος από τη μνήμη, καθώς οι δύο ηγέτες –ο ιστορικός και ο σημερινός– παλεύουν ακατάπαυστα για τον έλεγχο της χώρας. Είναι, πράγματι, λίγο αστείο να βλέπεις τις μαντιλοφορούσες τουρκάλες –που αυξάνονται ταχύτατα και σκεπάζονται όλο και περισσότερο– να κρατούν μπαλόνια με τη μορφή του Ατατούρκ. Ο «πατέρας του τουρκικού έθνους» (την ιστορία του οποίου μπορείτε να διαβάσετε στην εξαιρετική βιογραφία «Atatürk» του Αντριου Μάνγκο) ονειρεύτηκε τη σύγχρονη Τουρκία κοιτάζοντας προς το μέλλον και τη Δύση. Ο Ερντογάν χτίζει τη δική του Τουρκία κοιτάζοντας προς το παρελθόν και την Ανατολή. Αυτά τα δύο αντανακλώνται και συγκρούονται –μαζί με τον ενδιάμεσο κρίκο τους, τα τέσσερα στρατιωτικά πραξικοπήματα που μεσολάβησαν ανάμεσα στους δύο ηγέτες– σε ολόκληρη τη σημερινή Τουρκία. Εκεί όπου συνυπάρχουν τα κολοσσιαία τζαμιά με τους προοδευτικούς διανοούμενους, η ατελείωτη αστυνομία (με τα αυτόματα ανερυθρίαστα προτεταμένα), το παράνομο αλλά ξετσίπωτο εμπόριο πλαστών προϊόντων, η φτώχεια με τις θηριώδεις σπατάλες των πλουσίων στις ακτές του Βοσπόρου,  ο αχαλίνωτος πληθωρισμός με τις θριαμβολογίες για πανίσχυρη οικονομία, το κοινωνικό κράτος με τις απαγορεύσεις· σε μια χώρα που δεν είναι παρά ένα τεράστιο παζάρι: μπαχαρικών, «μαϊμούδων», πολιτικής ισχύος, διπλωματικών ελιγμών, συμμαχιών και προσανατολισμών. Οταν η τιμή συμφωνηθεί, όλα αγοράζονται και όλα πωλούνται. Ευτελείς λίρες και ουρανομήκεις μιναρέδες Ο ίδιος ο Ερντογάν, εξάλλου, που τόσο ένθερμα επανέφερε την Τουρκία σε μια οριακά θεοκρατική κατάσταση, είναι λίαν αμφίβολο ότι είναι τόσο πιστός μουσουλμάνος. Αλλά για τον Ερντογάν δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία ποιος θεός είναι ο σωστός, όσο το ποιον θεό θα ακολουθήσουν πιο εύκολα οι ψηφοφόροι του. Καταπιεσμένοι επί χρόνια από την αναγκαστική εκκοσμίκευση του Ατατούρκ, οι μουσουλμάνοι Τούρκοι βρήκαν στα τζαμιά –που ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια, όλο και μεγαλύτερα, όλο και πιο εντυπωσιακά– μια ευκαιρία να αισθανθούν ξανά, όχι μόνο πιστοί, αλλά και εθνικά υπερήφανοι. Δεν είναι Δυτική χώρα η Τουρκία, δεν πρόλαβε να γίνει, είναι πασιφανές αυτό. Και αν στους Ελληνες δεν μας φαίνεται τόσο «ανατολίτικη», καθώς πολύ από το ανατολίτικο αυτό στοιχείο ενυπάρχει και σε εμάς, στους εντελώς Δυτικούς φαίνεται σαν ένα μακροβούτι στην τριτοκοσμική Μέση Ανατολή. Στην Τουρκία πας Σάββατο βράδυ με τη λίρα στο 30 προς ένα ευρώ και ξυπνάς την Κυριακή με το ευρώ στις 32 λίρες. Οι τιμές στα μαγαζιά και στα εστιατόρια αλλάζουν κάθε μέρα. Είναι φθηνή χώρα για εμάς, αλλά για τους ίδιους τους Τούρκους όχι. Ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη, που απευθύνεται σχεδόν αποκλειστικά στους τουρίστες πλέον, είναι απορίας άξιον πώς καταφέρνουν να επιβιώνουν οι άνθρωποι με μέσο μηνιαίο μισθό κάτω από 10.000 λίρες, 350 ευρώ δηλαδή. Τις ίδιες απορίες έχουμε και στην Ελλάδα, βέβαια, με τη σχέση κόστους ζωής/εισοδήματος, απλώς εκεί είναι διαφορετικά τα μεγέθη. Οποιος κρατάει «σκληρό νόμισμα» στην Τουρκία γίνεται αυτομάτως στόχος όσων θέλουν να τον «μαδήσουν». Το ίδιο ακριβώς προϊόν θα το αγοράσει δίπλα σου Τούρκος με τα μισά λεφτά από όσα σου ζητάει εσένα ο καταστηματάρχης. Και δεν το κρύβουν: έχεις ευρώ, άρα ας πρόσεχες. Επίσης, έχεις ευρώ, άρα είσαι πλούσιος. Και αν έχεις ευρώ, άρα είσαι πλούσιος και είσαι και Ελληνας, αυτό είναι ένας πολύ ιδιαίτερος συνδυασμός. Μας συμπαθούν, τελικά, οι Τούρκοι; Μακάρι να μπορούσα να δώσω μια απλή απάντηση. Το βέβαιο είναι ότι προσποιούνται πως μας συμπαθούν. Προσποιούνται υπερβολικά, ύποπτα πολύ. Χαρούλες, πολλές χαρούλες όταν πεις ότι είσαι Ελληνας, και νοήματα που υποδηλώνουν ότι είμαστε αδέλφια, αλλά δεν ψήνομαι. Νομίζω ότι είναι πολύ δύσπιστοι προς εμάς, και κυρίως είναι κάπως θυμωμένοι που εμείς, οι τέως γκιαούρηδες, είμαστε οι «πλούσιοι» με τα ευρώ και πάμε και σηκώνουμε τα παζάρια τους, ενώ αυτοί ούτε στην ΕΕ μπήκαν ούτε ευρώ έχουν ούτε λεφτά γενικώς, και χωρίς βίζα δεν πάνε ούτε ως τη γωνία. Επίσης, τους γίνεται και μια σχετική πλύση εγκεφάλου για τον εκ Δυσμών κίνδυνο, κάτι που εμείς ξέρουμε πολύ καλά, μόνο ο προσανατολισμός αλλάζει. Και όλες αυτές οι πλάγιες, ή και όχι τόσο πλάγιες, αμφισβητήσεις των Συνθηκών που μας έδωσαν τα νησιά και τελικά τον έλεγχο του Αιγαίου, ε, «πες-πες κάτι μένει», όπως πολύ σοφά έλεγε ο Γκέμπελς. Στο κτίριο της Α’ Εθνοσυνέλευσης, στην Αγκυρα, έχουν το τραπέζι πάνω στο οποίο υπεγράφη η Συνθήκη της Λοζάνης. Τους το έκαναν δώρο οι Ελβετοί, για να τους θυμίζει αυτά που πήραν αλλά και αυτά που πιστεύουν ότι θα έπρεπε να έχουν πάρει, αλλά «ποτέ δεν είναι αργά». Στην περίφημη πλατεία Ταξίμ της Κωνσταντινούπολης, πάντως, εγώ δεν θα φώναζα «παιδιά, είμαι Ελληνίδα, ελάτε να τα πιούμε». Εκεί στέκεσαι λίγο έκθαμβος ανάμεσα σε κάτι τεράστιες γιγαντοοθόνες που είχαν στηθεί για τους εορτασμούς της εκατονταετηρίδας της «τζουμχουριέτ» (δημοκρατίας) και χαζεύεις όπως παίζουν ναΐφ βίντεο με δεκάδες παιδάκια που κουνάνε τουρκικές σημαίες και τραγουδάνε πατριωτικά άσματα. Λούπα, ξανά και ξανά. Μετά συγχωρήσεως, αλλά κάπως έτσι φαντάζομαι την κεντρική πλατεία στην Πιονγκγιάνγκ. Θα μου πεις, τα ίδια δεν κάνουμε και εμείς με τις παρελάσεις και τα σημαιάκια; Ναι. Ετσι πάνε αυτά, όμως συντηρούν εκατέρωθεν τους εμπόρους σημαιών, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Και τους εμπόρους της πίστης. Τρεις φορές πήγα να μπω στην Αγία Σοφία και ο σεκιούριτι στην είσοδο με έκοψε. «Προσευχή», μου είπε, «οι τουρίστες μετά». Μπαίνεις, δεν είναι ότι δεν μπαίνεις, αλλά πρέπει να βρεις τη στιγμή που δεν γίνεται προσευχή. Δεν είναι απλό, καθώς προσεύχονται πέντε φορές τη μέρα και οι ουρές για να μπει κανείς είναι μεγάλες. Διαμαρτυρήθηκα έντονα. Σε τι θα εμποδίσω την προσευχή αν μπω καλυμμένη και ξυπόλητη; Ξέρει ο θεός ότι δεν είμαι μουσουλμάνα; Μια Τουρκάλα, νέα στην ηλικία, με επέπληξε σε άπταιστα αγγλικά, πράγμα πολύ σπάνιο στην Τουρκία: «Δεν φτάνει που έρχεστε εδώ και μας τρώτε πολύτιμο χρόνο προσευχής, φωνάζετε κιόλας». Ηθελα να της πω κάτι για το ποσοστό του ΑΕΠ που κατέχει ο τουρισμός ιδιαίτερα στην Πόλη, αλλά συγκρατήθηκα. Πήγα στην τουριστική αστυνομία. «Εχετε δίκιο», μου είπαν, «αν σέβεστε, πρέπει να σας σεβόμαστε». Τι να πουν; Η Αγία Σοφία είναι παγκόσμιο μνημείο της UNESCO και ως τέτοιο παλεύει και αυτή με την ιδιότητά της ως τζαμί. Μια διαρκής ακροβασία Δύο βράδια αργότερα, στην Αγκυρα, πίναμε σε ένα μπαρ στο οποίο μπαίνεις μόνο χτυπώντας το κουδούνι. Μια παρέα με κιθάρες τραγουδούσε το «Μπέλα Τσάο» στα τουρκικά και ο σερβιτόρος μάς είπε τρεις φορές εμφατικά ότι «αυτό είναι ένα σοσιαλιστικό μπαρ», χωρίς να ερωτηθεί. Ενας από τους θαμώνες θύμωσε όταν θεώρησε ότι τραβούσα φωτογραφίες. Δεν μπορώ να πω ότι αποκόμισα την αίσθηση της παρανομίας ακριβώς, αλλά μάλλον αυτή την αίσθηση που έχεις γενικά στη χώρα: Ελευθερία και δημοκρατία, ναι, πολλοί άνθρωποι στα κέντρα των πόλεων, εξάλλου, κριτικάρουν ανοιχτά την κυβέρνηση· μια ελευθερία, όμως, που νιώθεις ότι ακροβατεί διαρκώς στα όριά της και δεν ξέρεις ποτέ πού θα εξαντληθούν αυτά και πότε θα βρεθείς εντελώς ξαφνικά στην απέναντι πλευρά. Οπως έχουν βρεθεί ήδη αρκετοί τούρκοι δημοσιογράφοι. Η Τουρκία δεν είναι τα κέντρα των μεγάλων πόλεων, άλλωστε. Αυτά είναι η λαμπερή κορυφή του παγόβουνου, μια επίφαση Δυτικής, αστικής δημοκρατίας, όπου μπορείς να απολαύσεις άνετα μια δροσερή Efes, ενώ λίγα μέτρα πιο πέρα σε κοιτούν πολύ στραβά αν ζητήσεις αλκοόλ. Αυτή είναι η Τουρκία των αντιθέσεων και των αντιφάσεων, των χρωμάτων, των αρωμάτων, των 80 εκατομμυρίων, με το ένα πόδι στην Ανατολή και το άλλο στη Δύση, το ένα στην Ευρώπη και το άλλο στην Ασία, με τον έναν ηγέτη να την τραβάει από εδώ και τον άλλον από εκεί, με τα νεοτουρκικά και νεοοθωμανικά οράματα να μπερδεύονται γλυκά, τους μιναρέδες να σηκώνονται όλο και ψηλότερα και τους νέους να ονειρεύονται την Ευρώπη και τη Δύση. Μια διαρκής ακροβασία και ένα διαρκές παζάρι, που τελικά έχει ένα βασικό αντικείμενο: το μέλλον της ίδιας της χώρας και των ανθρώπων της. 

https://www.protagon.gr/apopseis/editorial/ti-einai-telika-i-tourkia-tou-erntogan-44342841054

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πόση είναι τελικά η επιρροή της Εκκλησίας;

Από συστάσεως του ελληνικού κράτους η Εκκλησία έχει σημαντικό βαθμό πολιτικής επιρροής. Ο βαθμός αυτός, ωστόσο, σήμερα δεν είναι εύκολο να π...