Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Follow @Sp_Rizopoulos
21η Απριλίου: Η σημερινή επέτειος της εγκαθίδρυσης της επτάχρονης δικτατορίας στην Ελλάδα δεν μπορεί παρά να δημιουργεί συνειρμούς και συγκρίσεις σε σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα. Η έννοια της δημοκρατίας μπορεί να έχει πολλούς ορισμούς αλλά στην καθημερινή πραγματικότητα έχει ένα πολύ συγκεκριμένο περιεχόμενο που αφορά στη δυνατότητα που έχουν ή δεν έχουν οι πολίτες μιας χώρας να είναι «αφεντικά» του σπιτιού τους, κύριοι των όρων και των προϋποθέσεων της ζωής τους.
Το 1967 οι πολίτες αυτής της χώρας έχασαν κάθε δυνατότητα να έχουν τον έλεγχο της ζωής τους και έγιναν έρμαια μιας χούντας με στολή, με τανκς, με διώξεις, με βασανιστήρια, κοκ.
Η χούντα ήταν «χειροπιαστή». Eίχε ταυτότητα.
Αλλά όποιος αναλογιστεί σε τι βαθμό έχουν τον έλεγχο της ζωής τους οι πολίτες στη σημερινή Ελλάδα, το συμπέρασμα κάθε άλλο παρά αισιόδοξο μπορεί να είναι.
Μετά από έξι χρόνια σε διαρκή κρίση χρέους, ο μέσος πολίτης στην Ελλάδα έχει την αίσθηση πως η δημοκρατία δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα σόου με μαριονέτες. Οι αποφάσεις λαμβάνονται πάντα κάπου «αλλού» και σε αυτές ο πολίτης δεν μπορεί να έχει τον παραμικρό έλεγχο ή επιρροή. Μπορεί να μη βλέπει στρατιωτικές στολές και τανκς αλλά βλέπει «να έρχονται τα πάνω κάτω» στη ζωή του, χωρίς να έχει κανέναν πρακτικό τρόπο για να μπορεί να συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων που τον αφορούν προσωπικά.
Αυτό δεν συνέβη ούτε αυτόματα, ούτε τυχαία. Είναι το αποτέλεσμα των όσων μεσολάβησαν από την πτώση της δικτατορίας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Μέσα στην πορεία αυτή χάθηκε το μέτρο. Βγαίνοντας από τον «γύψο» της επτάχρονης χούντας οι Έλληνες μοιάζανε με παιδιά που τα είχαν κλεισμένα σε ένα διαμέρισμα και ξαφνικά τα έβγαλαν στην αλάνα για να παίξουν. Κυριάρχησε παντού η υπερβολή. Έτσι η ελευθερία μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε ασυδοσία. Παντού. Στην παιδεία, στην αγορά, στην καθημερινότητα, στις διαπροσωπικές σχέσεις. Όπως και το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη μετατράπηκε σε ένα χαζοχαρούμενο καταναλωτισμό που υποθήκευε το μέλλον καθώς υποσχόταν την επιτυχία και την καταξίωση χωρίς κόπο και χωρίς προσπάθεια.
Με αυτές τις συνθήκες ήταν λογικό κι αναμενόμενο η «φούσκα» να σκάσει. Μέσα στο περιβάλλον μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, η χώρα έμεινε απροετοίμαστη μπροστά στις προκλήσεις και οι πολίτες της βιώνουν σήμερα μια άλλου τύπου «χούντα», η οποία είναι αόρατη και για αυτό πολύ περισσότερο επικίνδυνη. Διότι όταν ο εχθρός της δημοκρατίας είναι ορατός και χειροπιαστός μπορείς να τον πολεμήσεις.
Σήμερα ο εχθρός της δημοκρατίας είναι αόρατος. Δεν έχει ένα κέντρο, καθώς βρίσκεται παντού.
Από τους «σορτάκηδες» των αγορών και τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών μέχρι τις νοοτροπίες και τις συμπεριφορές του καθενός μέσα στην καθημερινότητα.
Γι αυτό και αντίσταση δεν μπορεί να είναι πλέον οι «στρακαστρούκες» που έβαζε στη διάρκεια της χούντας ο Σημίτης. Αντίσταση είναι ίσως μόνο το να κόψουμε τα παχιά και μεγάλα λόγια και να προσπαθήσει ο καθένας μας να κάνει σωστά και υπεύθυνα τη δουλειά του. Και, δυστυχώς, αυτή η μόνη εφικτή αντίσταση είναι παντελώς ανέφικτη για την «πρώτη φορά αριστερά» που έχει μάθει στα λόγια και δεν ξέρει τίποτα από δουλειά. Γι αυτό και τα δεσμά της αόρατης «χούντας» σφίγγουν όλο και περισσότερο.
http://www.rizopoulospost.com/
Follow @Sp_Rizopoulos
21η Απριλίου: Η σημερινή επέτειος της εγκαθίδρυσης της επτάχρονης δικτατορίας στην Ελλάδα δεν μπορεί παρά να δημιουργεί συνειρμούς και συγκρίσεις σε σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα. Η έννοια της δημοκρατίας μπορεί να έχει πολλούς ορισμούς αλλά στην καθημερινή πραγματικότητα έχει ένα πολύ συγκεκριμένο περιεχόμενο που αφορά στη δυνατότητα που έχουν ή δεν έχουν οι πολίτες μιας χώρας να είναι «αφεντικά» του σπιτιού τους, κύριοι των όρων και των προϋποθέσεων της ζωής τους.
Το 1967 οι πολίτες αυτής της χώρας έχασαν κάθε δυνατότητα να έχουν τον έλεγχο της ζωής τους και έγιναν έρμαια μιας χούντας με στολή, με τανκς, με διώξεις, με βασανιστήρια, κοκ.
Η χούντα ήταν «χειροπιαστή». Eίχε ταυτότητα.
Αλλά όποιος αναλογιστεί σε τι βαθμό έχουν τον έλεγχο της ζωής τους οι πολίτες στη σημερινή Ελλάδα, το συμπέρασμα κάθε άλλο παρά αισιόδοξο μπορεί να είναι.
Μετά από έξι χρόνια σε διαρκή κρίση χρέους, ο μέσος πολίτης στην Ελλάδα έχει την αίσθηση πως η δημοκρατία δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα σόου με μαριονέτες. Οι αποφάσεις λαμβάνονται πάντα κάπου «αλλού» και σε αυτές ο πολίτης δεν μπορεί να έχει τον παραμικρό έλεγχο ή επιρροή. Μπορεί να μη βλέπει στρατιωτικές στολές και τανκς αλλά βλέπει «να έρχονται τα πάνω κάτω» στη ζωή του, χωρίς να έχει κανέναν πρακτικό τρόπο για να μπορεί να συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων που τον αφορούν προσωπικά.
Αυτό δεν συνέβη ούτε αυτόματα, ούτε τυχαία. Είναι το αποτέλεσμα των όσων μεσολάβησαν από την πτώση της δικτατορίας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Μέσα στην πορεία αυτή χάθηκε το μέτρο. Βγαίνοντας από τον «γύψο» της επτάχρονης χούντας οι Έλληνες μοιάζανε με παιδιά που τα είχαν κλεισμένα σε ένα διαμέρισμα και ξαφνικά τα έβγαλαν στην αλάνα για να παίξουν. Κυριάρχησε παντού η υπερβολή. Έτσι η ελευθερία μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε ασυδοσία. Παντού. Στην παιδεία, στην αγορά, στην καθημερινότητα, στις διαπροσωπικές σχέσεις. Όπως και το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη μετατράπηκε σε ένα χαζοχαρούμενο καταναλωτισμό που υποθήκευε το μέλλον καθώς υποσχόταν την επιτυχία και την καταξίωση χωρίς κόπο και χωρίς προσπάθεια.
Με αυτές τις συνθήκες ήταν λογικό κι αναμενόμενο η «φούσκα» να σκάσει. Μέσα στο περιβάλλον μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, η χώρα έμεινε απροετοίμαστη μπροστά στις προκλήσεις και οι πολίτες της βιώνουν σήμερα μια άλλου τύπου «χούντα», η οποία είναι αόρατη και για αυτό πολύ περισσότερο επικίνδυνη. Διότι όταν ο εχθρός της δημοκρατίας είναι ορατός και χειροπιαστός μπορείς να τον πολεμήσεις.
Σήμερα ο εχθρός της δημοκρατίας είναι αόρατος. Δεν έχει ένα κέντρο, καθώς βρίσκεται παντού.
Από τους «σορτάκηδες» των αγορών και τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών μέχρι τις νοοτροπίες και τις συμπεριφορές του καθενός μέσα στην καθημερινότητα.
Γι αυτό και αντίσταση δεν μπορεί να είναι πλέον οι «στρακαστρούκες» που έβαζε στη διάρκεια της χούντας ο Σημίτης. Αντίσταση είναι ίσως μόνο το να κόψουμε τα παχιά και μεγάλα λόγια και να προσπαθήσει ο καθένας μας να κάνει σωστά και υπεύθυνα τη δουλειά του. Και, δυστυχώς, αυτή η μόνη εφικτή αντίσταση είναι παντελώς ανέφικτη για την «πρώτη φορά αριστερά» που έχει μάθει στα λόγια και δεν ξέρει τίποτα από δουλειά. Γι αυτό και τα δεσμά της αόρατης «χούντας» σφίγγουν όλο και περισσότερο.
http://www.rizopoulospost.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου