Κάποτε το ταξίδι ήταν μια περιπετειώδης αναζήτηση για κάτι πέρα από το οικείο και το αναμενόμενο. Ήταν πρωτίστως μια μοναδική εμπειρία βιωματικής γνώσης. Υπό αυτή την έννοια είναι ελάχιστες οι ευκαιρίες να βιώσει κανείς σήμερα κάτι από την αυθεντικότητα του αισθήματος του ταξιδευτή, τουλάχιστον με γεωγραφικούς όρους. Τη μοναδικότητα αυτής της εμπειρίας του ταξιδευτή, ίσως πλέον να τη δίνουν μόνο πιο «εσωτερικά» ταξίδια.
Δεν ξέρω αν οφείλετε στην κρίση που έφερε τα πάνω κάτω στην καθημερινότητα πάρα πολλών ανθρώπων, πάντως οφείλω να ομολογήσω ότι συναντώ πλέον όλο και περισσότερους ανθρώπους που αναζητούν τη μοναδικότητα της εμπειρίας του «ταξιδιού» σε πιο «εσωτερικά τοπία» και όχι σε εξωτικούς προορισμούς όπως τους προσφέρει η παγκόσμια μαζική τουριστική βιομηχανία. Οι μορφές αυτής της αναζήτησης είναι όσοι και οι αναζητητές. Αλλά υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής: η διάθεση του «να δώσω» αντί του κυρίαρχου
«να πάρω», στο πλαίσιο μιας απόπειρας επαναξιολόγησης του νοήματος της ζωής με μετα-υλιστικούς όρους. Δηλαδή, με πρωτεύουσα επιθυμία την αποταμίευση συναισθημάτων και εμπειριών και δευτερευόντως την «έγνοια» του καθημερινού βίου, ο οποίος έτσι κι αλλιώς φαίνεται να είναι εκτός προσωπικού ελέγχου πλέον.
Το να διασκεδάζεις σε ένα μπαρ ή να παρακολουθείς μια συναυλία και ξαφνικά να τιναχθείς τον αέρα ή το να ταξιδεύεις με ένα τραίνο και ξαφνικά δεχτείς απανωτές μαχαιριές, δεν είναι πλέον κινηματογραφικά σενάρια αλλά «πρώτα θέματα» στις «σκαλέτες» των τηλεοπτικών ειδήσεων του δυτικού κόσμου. Αλλά κι αν γλυτώσει κανείς από την ”τυφλή” τρομοκρατία είναι απείρως δυσκολότερο να γλυτώσει από την οικονομική τρομοκρατία: την ανεργία, τους φόρους, τις κατασχέσεις, τα χρέη και πάει λέγοντας. Κι όπως θα συνέβαινε σε ένα τηλεπαιχνίδι επιβίωσης, όποιος πάει να τα καταφέρει στην οικονομική «πίστα», έρχεται η βιολογική τρομοκρατία για να τον αποτελειώσει: ασθένειες, ιοί, κίνδυνοι κρυφοί αλλά και ολοφάνεροι.
Όταν λοιπόν αρχίζει να καταλαβαίνει κανείς πως στην πραγματικότητα δεν έχει τίποτα υπό έλεγχο, το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να θυμώσει. Αλλά ποιος θα θυμόταν τον ομηρικό Αχιλλέα αν είχε επιμείνει στο θυμό του. Ο θυμός από μόνος του δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα πέρα από το να χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο. Ατελέσφορο και εν τέλει αυτοκαταστροφικό.
Τούτων δοθέντων, όπως προτρέπει στους «Μίμους» του ο Marcel Schwob: «Σώπα και κατάλαβε». Ο θυμός είναι ενέργεια. Αλλά μόνο ένας δημιουργικός θυμός μπορεί να οδηγεί σε δράση με αποτελέσματα. Όπως το περιέγραψε στον «Σχοινοβάτη» η λαγνεία του Jean Genet: «Μπροστά, εκεί που φουσκώνουν τα αρχίδια σου, να’ ναι κεντημένος ένας δράκος χρυσός».
Αυτή η απόπειρα μετασχηματισμού της ενέργειας του θυμού σε δύναμη δημιουργικότητας, κάνει όλο και περισσότερους ανθρώπους να αντιμετωπίζουν τη ζωή… αλλιώς. Με μια διάθεση «περιπέτειας» που βρίσκεται έξω και πέρα από το κυρίαρχο αφήγημα της εξασφάλισης του «ατομικού συμφέροντος» και τη mainstream «ζώνη βολικότητας» του «κάνε ό,τι κάνουν όλοι». Αυτές οι «σπάνιες» και «ακατανόητες» περιπτώσεις αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται. Εύλογο αν σκεφτεί κανείς πως όταν η ψευδαίσθηση του «ελέγχου» πάνω σε πρόσωπα και πράγματα αντιμετωπιστεί με την περιφρόνηση που αξίζει, τότε όλα είναι δυνατά.
Αν οι άνθρωποι αυτοί που αρχίζουν να σκέφτονται και να πράττουν «αλλιώς», δίνοντας προτεραιότητα στην έκφραση νέων ποιοτήτων και στην ψυχική ευγένεια, αποκτήσουν μέγεθος «κρίσιμης μάζας» μπορούν να οδηγήσουν σε αληθινά μεγάλα ταξίδια αδιανόητων ανακαλύψεων, δικαιώνοντας την ποιητική «κοσμοθεωρία» του Ρίλκε: «Ίσως τα πάντα να τα κυβερνάει μια γιγάντια Μητρότητα, ένας κοινός πόθος».
Μέχρι τότε τα καλοκαίρια και τα νησιά θα είναι ένας γλυκός πόνος υπενθύμισης αυτής της δυνατότητας. Όπως έχει γράψει τόσο ωραία στα «Νησιά» του ο Ζαν Γκρενιέ: «Που οφείλεται το πνίξιμο που νιώθεις όταν σκέπτεσαι νησιά; Πού αλλού ωστόσο παρά σε ένα νησί που έχεις τόσο έντονη την αίσθηση της ελεύθερης θάλασσας, ανοιχτής σε όλους τους ορίζοντες. Που αλλού μπορείς να ζήσεις καλύτερα τη φυσική έκσταση; Είσαι όμως «απομονωμένος». Ένα νησί ή ένας άνθρωπος μόνος. Νησιά ή άνθρωποι μόνοι».
Αν όμως οι «άνθρωποι – νησιά» αρχίσουν να επικοινωνούν; Ψυχικά, ίσως; Δεν θα γεννηθεί τότε κάτι… μαγικό; Με πόνο, όπως κάθε γέννα βέβαια. Αλλά και με μια μεγάλη ανταμοιβή. Τη χαρά της νέας δημιουργίας. Το πιο συναρπαστικό ταξίδι είναι αυτό, από το σκοτάδι στο φως…
Κάστρο Μονεμβασιάς, Αύγουστος 2016.
http://www.rizopoulospost.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου