Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

Οι άγριες μέρες μας δεν τέλειωσαν ακόμα…

Του Δημήτρη Τερζή
Την πρώτη πενταετία της κρίσης διαδέχεται η πενταετία με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία ώς τις εκλογές του περασμένου Ιουλίου: η κάμερα παρακολουθεί τους πρωταγωνιστές στο άδυτο των Βρυξελλών, στα παρασκήνια του θυελλώδους πρώτου εξαμήνου, εστιάζει στο πρόσωπο της Μάγδας Φύσσα παρά στην ίδια τη δίκη των ναζιστών, ακολουθεί πρόσφυγες που βλέπουν το όνειρό τους να τελειώνει στην Ειδομένη, πλανάρει τον Ζακ πρώτα ζωντανό κι ανέμελο και ύστερα στο πεζοδρόμιο να τον χτυπούν βάναυσα πολίτες και αστυνομικοί… Δυνατές σκηνές, έντονα συναισθήματα και μια πίκρα σαν του μετανάστη που μονολογεί «στα μέρη μας οι άνθρωποι
πεθαίνουν μια φορά. Εδώ πεθαίνουν κάθε μέρα».
«Κρείσσον γαρ εισάπαξ θανείν ή τας απάσας ημέρας πάσχειν κακώς»
μτφρ. «Καλύτερα να πεθάνουμε μια φορά παρά να υποφέρουμε άσχημα όλες τις μέρες».
Αισχύλος, «Προμηθέας Δεσμώτης»
Ιανουάριος 2015. Η «πρώτη φορά Αριστερά» αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της χώρας. Η Ευρώπη χλομιάζει και μόνο στο άκουσμα της είδησης. Τα πρωτοσέλιδα των ξένων εφημερίδων εκφράζουν μια έντονη αβεβαιότητα για την επόμενη μέρα, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της ίδιας της ευρωζώνης. Ο κόσμος στον δρόμο παραληρεί… Ελπίζει στην αλλαγή.
Βλέπω τα πρώτα πλάνα του ντοκιμαντέρ «ΑΓΟΡΑ ΙΙ: Δεσμώτες», του δημοσιογράφου Γιώργου Αυγερόπουλου. Βρίσκομαι στο δωμάτιο ενός στούντιο, καθισμένος απέναντι από μια μεγάλη οθόνη. Η ταινία θα βγει στις αίθουσες στις 13 Φεβρουαρίου. Είναι το δεύτερο μισό της κινηματογραφικής καταγραφής της ελληνικής κρίσης, έξι χρόνια μετά την πρώτη ΑΓΟΡΑ, που κατέγραψε την περίοδο 2009-2014. Η ιστορία αρχίζει τον Ιανουάριο του 2015 και καταλήγει στις εκλογές του Ιουλίου του 2019.
Ορισμένα από τα πλάνα των πρώτων λεπτών προέρχονται από την πρώτη ταινία (π.χ. η μεταφορά των συλληφθέντων χρυσαυγιτών στην ΓΑΔΑ, λίγο καιρό μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα). Είναι μια τεχνική του δημιουργού να πετύχει τον σύνδεσμο μεταξύ των δύο ταινιών, του τότε με το μετέπειτα. Κατά συνέπεια, το νήμα της κινηματογραφικής και δημοσιογραφικής αφήγησης δεν κόβεται, μένει εκεί να μας θυμίζει ότι όλα συνδέονται, η Ιστορία προχωράει, με ίδιους ή και διαφορετικούς πρωταγωνιστές, αλλά πάντοτε με τα ίδια θύματα. Εν προκειμένω τον απλό κόσμο. Έλληνες και ξένους.
Όποιος έχει δει το πρώτο ΑΓΟΡΑ, βλέποντας το δεύτερο θα διαπιστώσει ότι το αφηγηματικό μοτίβο που έχει επιλέξει ο δημιουργός του είναι ακριβώς ολόιδιο.
Κεντρικό αφήγημα αποτελεί η κατάσταση της χώρας, εν προκειμένω η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, ενός κόμματος που κλήθηκε να ανατρέψει τα δεδομένα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στα παρασκήνια του πρώτου εξαμήνου, με την κάμερα να παρακολουθεί τους πρωταγωνιστές στο άδυτο των Βρυξελλών, στα θυελλώδη Eurogroup, στις μεταμεσονύκτιες συναντήσεις με τους δανειστές, «αιχμαλωτίζοντας» τις αντιδράσεις (κινήσεις, γκριμάτσες, λόγια) των πρωταγωνιστών στο άκουσμα μιας συνήθως αρνητικής, για την Ελλάδα, εξέλιξης.
Η άλλη όψη
Παράλληλα, και με την πάροδο της πενταετίας, το ντοκιμαντέρ αφηγείται και ορισμένες παράπλευρες ιστορίες, που αποτελούν την άλλη όψη του νομίσματος. Η κάμερα εστιάζει περισσότερο στο πρόσωπο της Μάγδας Φύσσα και λιγότερο στην ίδια τη δίκη των νεοναζιστών. Η κάμερα βρέχεται στα νερά του Αιγαίου, την ώρα που μια βάρκα με πρόσφυγες φτάνει στις ακτές της Μυτιλήνης.
Η κάμερα παρακολουθεί την απόγνωση της Λίας, μιας γυναίκας από τη Θεσσαλονίκη, που αναγκάζεται να ζει στην Ελλάδα της κρίσης με τα χρήματα που στέλνει ο νεομετανάστης -στη Γερμανία- άνδρας της, ενώ ταυτόχρονα καταγράφει την ιστορία ενός νέου γιατρού, ο οποίος δεν βλέπει κανένα μέλλον στη χώρα.
Με αυτά τα δεδομένα, το ΑΓΟΡΑ ΙΙ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πολιτικό και κοινωνιολογικό θρίλερ. Και πράγματι είναι. Οι σκηνές της διαπραγμάτευσης του πρώτου εξαμήνου, όπου ο φακός εστιάζει στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών (του Αλέξη Τσίπρα, του Γιάνη Βαρουφάκη, του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, του Γερούν Ντάισελμπλουμ κ.ά.), διανθισμένες από μίνι συνεντεύξεις ανθρώπων – κλειδιά εκείνης της εποχής, όπως του Κλάους Ρέγκλινγκ, του Τζακ Λιου, του Αλέξη Τσίπρα, του Γιάνη Βαρουφάκη, του Ζαν-Πιερ Μοσκοβισί, αλλά και του Γάλλου φιλοσόφου Αλέν Μπαντιού, χτίζουν ένα πλήρες αφηγηματικό οικοδόμημα που περιγράφει τι ακριβώς έγινε τότε.
«Σε μια κρίση, λάθη γίνονται», ομολογεί με περίσσιο κυνισμό ο γενικός διευθυντής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κλάους Ρέγκλινγκ, σε μια προσπάθεια να τινάξει απ’ τους ώμους της Ευρώπης τις ευθύνες για τις συνέπειες της πολιτικής αυστηρής λιτότητας στην Ελλάδα.
«Πάμε για πόλεμο»
«Πλησιάζουμε στην αρένα», δηλώνει μέσα στο αυτοκίνητο που τον πηγαίνει στο Eurogroup ο Γιάνης Βαρουφάκης, «θέλουν να κλείσουν τις τράπεζες, πάμε για πόλεμο», λέει ο ίδιος άνθρωπος σε μια άλλη σκηνή, στα γραφεία της ελληνικής αντιπροσωπείας στις Βρυξέλλες. Η απόγνωση και η κατήφεια στα πρόσωπα των παριστάμενων είναι έκδηλες.
Ο Αλέξης Τσίπρας κοιτάζει το κινητό του, ανησυχεί για τα πλεονάσματα, θέλει διαβεβαιώσεις για μείωση του χρέους, τα φλας αστράφτουν, οι Ευρωπαίοι εμφανίζονται αδιάλλακτοι, ο Ντάισελμπλουμ εκβιάζει, «αυτό είναι το χαρτί που πρέπει να υπογράψετε», ο χρόνος διαστέλλεται και συστέλλεται ταυτόχρονα… Η ήττα διαφαίνεται στον ορίζοντα, το ΟΧΙ, όσο βροντερό κι αν είναι, φτάνει σε ώτα μη ακουόντων.
Ο φακός κάνει ζουμ στον τελευταίο ήρωα του ντοκιμαντέρ. Τον Ζακ Κωστόπουλο. Όταν ήταν ακόμα ζωντανός. Περπατάει στους δρόμους του κέντρου, μπαίνει στο σπίτι του, εκεί που τον υποδέχεται το σκυλάκι του που του κάνει χαρές. Μιλά για τις επιθέσεις που έχει δεχθεί, επειδή ανήκει στη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα. «Μόνο από Έλληνες έχω δεχθεί επιθέσεις, ποτέ από ξένους», λέει. Αρκετές σκηνές αργότερα, ο φακός τον δείχνει αιμόφυρτο στον δρόμο, με τους νοικοκυραίους στην αρχή και τους αστυνομικούς στη συνέχεια να κλοτσάνε ένα πτώμα.
Είναι η στιγμή που αισθάνομαι την ανάγκη να σταματήσω την ταινία, να βγω έξω, στον καθαρό αέρα και να κάνω ένα τσιγάρο. Είναι η στιγμή που ακόμα κι ένας δημοσιογράφος που ζει την καθημερινότητα της επικαιρότητας και υποτίθεται ότι με την πάροδο των χρόνων σ’ αυτό το επάγγελμα έχει αποκτήσει μια κάποια ανοσία στη διαχείριση της φρίκης μιας είδησης, φρικάρει και ο ίδιος με αυτό που έχει δει ξανά και ξανά στο παρελθόν.
Βάζω την ταινία ξανά μπροστά. Προσφυγικό. Μετανάστες. «Η θάλασσα ήταν ένα μαύρο σύννεφο απ’ τον κόσμο», λέει μια γιαγιά στη Μυτιλήνη. Η κάμερα ακολουθεί ένα ζευγάρι Σύρων προσφύγων, που όνειρό τους είναι να ζήσουν στην Ολλανδία.
Μυτιλήνη, Αθήνα, Ειδομένη. Ανάμεσά τους και το ζευγάρι. Ανθρωποι σε σκηνές που μαζεύουν ξερόκλαδα για να ανάψουν φωτιά και να ζεσταθούν. Ο πρωτόγονος άνθρωπος ένα βήμα πριν από τα κλειστά σύνορα. Ανθρωποι στο κρύο, στο χιόνι, στη βροχή.
Οσο και αν ακούγεται υπερβολικό τις σκηνές από την Ειδομένη θα μπορούσε να τις έχει γυρίσει κι ο μεγάλος μαέστρος, ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος. Είναι η πιο ασήμαντη λεπτομέρεια που ερεθίζει τον αμφιβληστροειδή του θεατή. Οι σκηνές στη σειρά με φόντο μια απέραντη πεδιάδα, ο ήχος του ανέμου ανάμεσα στα χαλάσματα, το τριζοβόλισμα των ξύλων με τους πρόσφυγες γύρω απ’ τη φωτιά να καπνίζουν ένα στριφτό τσιγάρο.
Πίσω στην Αθήνα. Το ζευγάρι μαζί με εκατοντάδες άλλους δεν κατάφεραν να περάσουν τα σύνορα που η ανθρωπιστική Ευρώπη έκλεισε με κρότο. Τριγυρνούν στην Αθήνα και κοιτάζουν με απορία τους άστεγους στον δρόμο. Ο Τζουάν, ο άνδρας, λέει: «Στα μέρη μας οι άνθρωποι πεθαίνουν μια φορά. Εδώ πεθαίνουν κάθε μέρα»… Αναρωτιέσαι αν έχει διαβάσει τον «Προμηθέα Δεσμώτη» και το λέει αυτό.
Το βίντεο δείχνει 1 ώρα και 50 λεπτά. Η ταινία τελειώνει με τον ίδιο τρόπο της πρώτης ταινίας. Ο δημιουργός μάς ενημερώνει για τη μοίρα των πρωταγωνιστών. Η οθόνη σκοτεινιάζει, πέφτουν οι τίτλοι, ακούγεται το τραγούδι: «Αγριες οι μέρες μας…». Ο θεατής θα χρειαστεί χρόνο για να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς είδε. Χρόνο απαραίτητο για να σκεφτεί, να φιλτράρει την εικόνα και τον λόγο. Χρόνος υπάρχει. Αναμενόμενο, μιας και οι άγριες μέρες μας δεν έχουν τελειώσει ακόμα.
«Ο,τι απέμεινε είναι ερείπια και ανοιχτές πληγές…»
  • ΑΓΟΡΑ και ΑΓΟΡΑ ΙΙ. Η ντοκιμαντερίστικη καταγραφή της μνημονιακής Ελλάδας και των βασικότερων πτυχών της. Πώς αισθάνεσαι σήμερα, που τελείωσε όλη αυτή προσπάθεια, βλέποντας το υλικό συγκεντρωμένο, ολοκληρωμένο;
Είμαι ευτυχής που μου δόθηκε η ευκαιρία να καταγράψω οπτικοακουστικά ένα κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής και ευρωπαϊκής ιστορίας. Να διατηρήσω με δύο ταινίες τεκμηρίωσης την ιστορική μνήμη. Γιατί όσα ζήσαμε μας πλήγωσαν και ό,τι μας πληγώνει το θάβουμε βαθιά. Δεν πρέπει όμως να ξεχαστούν, είναι πολύ σημαντικά για να ξεχαστούν. Πιστεύω πως έτσι οι μελλοντικές γενιές θα μπορούν να δομήσουν μια καλύτερη κοινωνία από τη σημερινή, αντλώντας πολλά συμπεράσματα από αυτήν την ταραγμένη δεκαετία.
  • Τώρα που επιστρέψαμε στην «κανονικότητα», τι θα απαντούσες σε κάποιον που θα σε ρωτούσε «τι έγινε τελικά στην Ελλάδα» τη δεκαετία 2009 – 2019;
Η κοινωνία μας βίωσε μια καταστροφή σε πολλά επίπεδα, όχι μόνο στο οικονομικό, χλευάστηκε, απομυζήθηκε, τόλμησε να ελπίζει, πέρασε από τον ενθουσιασμό στην απογοήτευση, συμβιβάστηκε, προσπάθησε σκληρά να επιβιώσει, μετανάστευσε, είδε πρόσφυγες να πλημμυρίζουν τις πόλεις και αντέδρασε με αλληλεγγύη αλλά και με ξενοφοβία και ρατσισμό. Και πλέον, στην εποχή της «κανονικότητας», συντηρητικοποιείται.
Αυτό που απέμεινε είναι ερείπια. Ερείπια και ανοιχτές πληγές. Τα τραύματα θα πάρουν πολύ χρόνο να επουλωθούν και η διαδικασία θα είναι επώδυνη. Τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα.
  • Με την ΕΡΤ τελικά τι έγινε; Δέχθηκε να μπει συγχρηματοδότης στην ταινία; Εμπλέκεται κάπου;
Όπως γνωρίζετε, η ΕΡΤ ήταν συμπαραγωγός της ταινίας, μέχρι τη στιγμή που η νέα διοίκηση αποφάσισε να αποσυρθεί για τους δικούς της λόγους, κάτι που δεν ήταν σωστό κατά τη γνώμη μου. Έχω εξηγήσει αναλυτικά γιατί. Όπως και να ‘χει, είναι κρίμα που το λογότυπο του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα της Ελλάδας δεν βρίσκεται πλέον ανάμεσα στα λογότυπα των αντίστοιχων δικτύων της Γερμανίας WDR και της Γαλλίας (ARTE).
Ωστόσο, η ΕΡΤ αποφάσισε στη συνέχεια να προχωρήσει σε αγορά τηλεοπτικών δικαιωμάτων του AΓΟΡΑ 2 για την Ελλάδα, κάτι που διασφαλίζει ότι η ταινία θα μεταδοθεί τηλεοπτικά στη χώρα μας.
  • Με τι θα ήθελες να ασχοληθείς στη συνέχεια; Έχεις κάποιο σχέδιο στο μυαλό σου;
Υπάρχουν διάφορες σκόρπιες ιδέες, αλλά απέχουν πολύ από το να καταρτίσουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο. Προς το παρόν, όλη η ενέργεια, τόσο η δική μου όσο και των συνεργατών μου, έχει διοχετευτεί στη διανομή της ταινίας στο εξωτερικό και στην Ελλάδα. Μέχρι στιγμής, πηγαίνει καλά. Οι πρώτες αντιδράσεις είναι εξαιρετικά θετικές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Έσπασαν το ρεκόρ του 2008 τα ακίνητα στην Αττική - 90% Ακριβότερα από ό,τι το 2017

Σχεδόν 90% ακριβότερα από ό,τι το 2017, είναι σήμερα τα ακίνητα στην Αττική. Υπενθυμίζουμε το 2017 ήταν η χρονιά  όταν ξεκίνησε η ανάκαμψη τ...