Της Βασιλικής Σιούτη
Ποιοι χάρηκαν, ποιοι απογοητεύθηκαν και ποιοι έκαναν την ανάγκη φιλοτιμία.
Η ολοκλήρωση της διαδικασίας ανάδειξης της Κατερίνας Σακελλαροπούλου για την διαδοχή του Προέδρου της Δημοκρατίας προκάλεσε ανακούφιση στο μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού συστήματος της χώρας. Στη Νέα Δημοκρατία επειδή η επιλογή της “βγήκε”, στον ΣΥΡΙΖΑ επειδή έστω κι αν αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, γλύτωσαν τα χειρότερα και στο ΚΙΝΑΛ επειδή μπορούν να πανηγυρίζουν ότι η νέα Πρόεδρος προέρχεται από τον δικό τους
πολιτικό χώρο.
Το αν η κυρία Σακελλαροπούλου θα είναι μία καλή Πρόεδρος, θα φανεί στην πορεία από τον τρόπο που θα εκπροσωπήσει τον θεσμό. Οι αρμοδιότητες βέβαια είναι περιορισμένες, αλλά ο ρόλος του ρυθμιστή του πολιτεύματος και του εκπροσώπου του κράτους διεθνώς δεν είναι μικρής σημασίας. Στο παρελθόν δεν τα κατάφεραν όλοι οι πρόεδροι. Κάποιοι δημιούργησαν προβλήματα, ενώ άλλοι θεωρήθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων, παρότι πριν από την κρίση ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν κάτι σαν “ιερή αγελάδα” και κανείς δεν του ασκούσε κριτική δημοσίως.
Παρά την γενική ικανοποίηση ωστόσο από την επιλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου, υπήρξαν γκρίνιες από κάποιες πλευρές- τόσο από δεξιά, όσο και από αριστερά.
Στη Νέα Δημοκρατία δυσαρεστήθηκαν κυρίως οι λεγόμενοι καραμανλικοί, οι οποίοι έχουν αποδυναμωθεί στο εσωτερικό του κόμματος τους μετά και την σιωπηρή στήριξη που παρείχαν αρκετοί από αυτούς στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Μέχρι την τελευταία στιγμή πίεζαν για να επανεκλεγεί ο Προκόπης Παυλόπουλος, αλλά όταν είδαν ότι αυτό δεν θα συνέβαινε, κράτησαν χαμηλά τους τόνους. Η προοπτική των πρόωρων εκλογών (η οποία δεν έχει αποκλειστεί) προκειμένου να “καεί” η απλή αναλογική, δεν επιτρέπει “ανταρσία” σε όσους δεν επιθυμούν να ρισκάρουν την παραμονή τους στα ψηφοδέλτια. Αλλωστε οι καραμανλικοί είχαν βάλει βέτο για πολλά πρόσωπα από το ΠΑΣΟΚ για τα οποία είχαν διαμηνύσει πως δεν θα ψήφιζαν.
Στον ΣΥΡΙΖΑ επικράτησε μεγάλη αναστάτωση όταν ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε το όνομα της υποψήφιας Προέδρου. Οι περισσότεροι διαφωνούσαν ήδη από καιρό με την επιμονή του Αλέξη Τσίπρα να στηρίζει μέχρι τέλους τον Προκόπη Παυλόπουλο και ζητούσαν μια προσωπικότητα από τον λεγόμενο προοδευτικό χώρο.
Εμφανής ήταν και η απογοήτευση του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος με συνέντευξή του υπενθύμισε την καθοριστική υποστήριξη του στον Κυριάκο Μητσοτάκη για να γίνει πρόεδρος της ΝΔ, αλλά και τον αγώνα του για την εκλογική νίκη. Δεν είναι βέβαιο εάν ήλπιζε πράγματι ότι θα προταθεί ο ίδιος για Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή απλώς δεν του άρεσε η επιλογή του πρωθυπουργού. Η περίπτωση του ωστόσο δεν θα εξασφάλιζε την συναίνεση που ήθελε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, έστω και αν με τον νέο νόμο αυτή δεν ήταν αναγκαία. Η επιλογή της Σακελλαροπούλου για την Προεδρία έβαλε τέλος στην σιωπηρή στάση που διατηρούσε ως τώρα και δεν αποκλείεται να αποφασίσει να κάνει πιο αισθητή την πολιτική του παρουσία, ασκώντας κριτική στην κυβερνητική πολιτική, ειδικά στα εθνικά και στο μεταναστευτικό, ενεργοποιώντας το ακροατήριο του.
Στον ΣΥΡΙΖΑ επικράτησε μεγάλη αναστάτωση όταν ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε το όνομα της υποψήφιας Προέδρου. Οι περισσότεροι διαφωνούσαν ήδη από καιρό με την επιμονή του Αλέξη Τσίπρα να στηρίζει μέχρι τέλους τον Προκόπη Παυλόπουλο και ζητούσαν μια προσωπικότητα από τον λεγόμενο προοδευτικό χώρο. Οταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρότεινε την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς να περιμένουν την κομματική γραμμή, που θα ανακοινώνονταν την επόμενη μέρα, άρχισαν να την εγκωμιάζουν με ενθουσιασμό και να μιλούν ανοιχτά για “πολύ θετική επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη”. Απέναντι σε αυτό το κύμα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε παρά να υποχωρήσει και να στηρίξει την κυβερνητική πρόταση. Ο εκνευρισμός του ωστόσο, ήταν φανερός, καθώς μέχρι εκείνη τη στιγμή πίστευε ότι ο Μητσοτάκης θα έκανε μια επιλογή πιο ευάλωτη σε κριτική, από εκείνα τα ονόματα που ακούγονταν περισσότερο. Ετσι, αντί να απαιτήσει να απολογηθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης “γιατί δεν επέλεξε τον Προκόπη Παυλόπουλο” όπως σχεδίαζε, κατάλαβε γρήγορα ότι αν δεν υποχωρούσε, θα ήταν εκείνος που θα του ζητούσαν να απολογηθεί, ακόμα και στο κόμμα του, γιατί δεν στηρίζει την Σακελλαροπούλου.
Ο διευθυντής του γραφείου του και τελευταίος υπουργός Δικαιοσύνης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, Μιχάλης Καλογήρου, προκειμένου να τον πείσει, χρησιμοποίησε το ίδιο επιχείρημα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του έλεγαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να καταψηφίσει την Σακελλαροπούλου, αφού η κυβέρνηση του την είχε προτείνει για πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αυτό υποστήριξε και ο Μιχάλης Καλογήρου, που δεν ενθουσιάστηκε ποτέ με την επίμονη στήριξη του Τσίπρα στον απερχόμενο Πρόεδρο.
Η επιλογή της Σακελλαροπούλου, όπως υποστήριξε, τους έδινε τη δυνατότητα να υποχωρήσουν ισχυριζόμενοι ότι νίκησαν, αφού ήταν η επιλογή τους για το ΣτΕ.
Πόσο δική τους επιλογή ήταν όμως η Κατερίνα Σακελλαροπούλου και πόσο την ήθελε πραγματικά ο ΣΥΡΙΖΑ στην προεδρία του ΣτΕ; Καθόλου είναι η απάντηση. Και σε εκείνη την περίπτωση, όπως και σε αυτή, είχαν κάνει την ανάγκη φιλοτιμία.
Οταν τον Μάιο του 2018 είχε παραιτηθεί αιφνιδιαστικά ο τότε πρόεδρος του ΣτΕ, Νίκος Σακελλαρίου, το Υπουργικό Συμβούλιο έπρεπε να αποφασίσει ποιον θα διορίσει νέο πρόεδρο.
Ο αρχαιότερος στην επετηρίδα που τυπικά και με βάση τα προσόντα του έπρεπε να επιλεγεί, ήταν ο Αθανάσιος Ράντος, ο οποίος όμως είχε κρίνει αντισυνταγματικό τον νόμο Παππά, προκαλώντας την οργή του. Εκείνη την περίοδο ο κ.Ράντος στοχοποιήθηκε από όλα τα κομματικά και φιλοκυβερνητικά μέσα, τα οποία είχαν φτάσει στο σημείο να δημοσιεύουν την ηλεκτρονική αλληλογραφία του που αφορούσε στην ιδιωτική του ζωή, κάνοντας σαφές ότι αυτή παρακολουθούνταν. Ήταν ξεκάθαρο ότι κυβέρνηση θα τον απέκλειε από την διαδοχή προσπερνώντας την ιεραρχία.
Η επόμενη στην επετηρίδα μεταξύ των υποψηφίων που έχαιρε αναγνώρισης στο νομικό κόσμο ήταν η Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Αλλά ούτε κι αυτή ήταν αρεστή στην κυβέρνηση Τσίπρα, καθώς την κατηγορούσαν ως “μνημονιακή” και είχε επίσης δεχθεί επιθέσεις από φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ την εποχή που εξετάζονταν η υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών (αλλά όχι στο σημείο που είχαν φτάσει οι επιθέσεις στον Αθανάσιο Ράντο). Η κυρία Σακελλαροπούλου είχε παραιτηθεί από την Ένωση Δικαστών του ΣτΕ, μαζί με άλλον έναν συνάδελφό της, καταγγέλλοντας μεθοδεύσεις κι εκφράζοντας την αντίθεση της στην στάση του τότε προέδρου του ΣτΕ Νίκο Σακελλαρίου.
Ο κ. Σακελλαρίου, ένας συντηρητικός δικαστής, είχε επιλεγεί από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για πρόεδρος του ΣτΕ επειδή θεωρούνταν “αντιμνημονιακός”, αλλά κυρίως επειδή τον ήθελε, σύμφωνα με πηγές του ΣΥΡΙΖΑ, ο τότε αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δ. Παπαγγελόπουλος.
Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν ήθελαν να τον αντικαταστήσει ούτε ο Αθ. Ράντος που ήταν πρώτος στην επετηρίδα, ούτε η Αικ.Σακελλαροπούλου που ήταν η επόμενη υποψήφια με αξιώσεις. Η δική τους επιλογή σύμφωνα με τις τότε κυβερνητικές πληροφορίες, ήταν η Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, η οποία όμως δεν θεωρούνταν αρκούντως έμπειρη και αν απέρριπταν τους δύο δικαστές που θεωρούνταν καταξιωμένοι και με κύρος για μία πιο άπειρη, θα ξεσπούσε σάλος στην δικαιοσύνη και η κατάσταση ήταν ήδη τεταμένη.
Ετσι προτάθηκε ως σολομώντεια λύση, (από τον Μιχάλη Καλογήρου όπως ακουγόταν) η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, η οποία ήταν η μόνη της οποίας η επιλογή της δεν θα ξεσήκωνε θύελλα αντιδράσεων, λόγω παράβλεψης του Ράντου.
Οι εκπρόσωποι της ΝΔ στη Διάσκεψη των Προέδρων στήριξαν τον πρώτο στην ιεραρχία, Αθ. Ράντο, ως είθισται, αν και η Αικ. Σακελλαροπούλου έχαιρε του σεβασμού του κύκλου του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δεν υπήρχε δηλαδή, καμία αντίθεση όπως με άλλους δικαστές που ήταν επιλογές της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο κ. Σακελλαρίου ή η Βασιλική Θάνου και η Ξένη Δημητρίου.
Η επιλογή της κυρίας Σακελλαροπούλου για την Προεδρία αποτέλεσε κι αυτή, όπως κάθε τι στη χώρα τα τελευταία χρόνια, αιτία για αντιπαράθεση, αυτή τη φορά μεταξύ “ δικαιωματιστών” και “πατριωτών”, με τους πρώτους να πανηγυρίζουν επειδή είχε ταχθεί υπέρ της κατάργησης της αναφοράς του θρησκεύματος στις ταυτότητες επί Σημίτη, καθώς και υπέρ του δικαιώματος απόκτησης της ελληνικής ιθαγένειας των παιδιών που γεννήθηκαν από αλλοδαπούς στην Ελλάδα.
Η κ. Σακελλαροπούλου είχε ταχθεί επίσης κατά της προσπάθειας της Βασιλικής Θάνου να ανακτήσει τη θέση του επικεφαλής της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ενώ περιόρισε σημαντικά τις απαιτήσεις των συνταξιούχων για τα αναδρομικά.
Η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ ήταν αυτή που ένιωσε τη μεγαλύτερη ανακούφιση, καθώς η κυβερνητική πρόταση ήταν η μοναδική από όσες υποψηφιότητες είχαν ακουστεί από την κεντροαριστερά που δεν θα δημιουργούσε εσωτερικές αντιπαραθέσεις.
Ο Κυριάκος Βελόπουλος, πρόεδρος του λαϊκιστικού κόμματος, “Ελληνική Λύση”, δεν ψήφισε την κ. Σακελλαροπούλου, επειδή όπως είπε “δεν θα μπορεί να επισκεφθεί το Άγιον Όρος”. Λογική με την οποία οι γυναίκες θα έπρεπε να αποκλειστούν δια παντός από το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Είπε όμως και κάτι ακόμα μετά την εκλογή της: «Σεβόμαστε τον θεσμό, της ευχόμαστε καλή επιτυχία στο έργο της και μια παράκληση: όταν και εφόσον ορκιστεί, να ορκιστεί με θρησκευτικό όρκο». Ο κ. Βελόπουλος με την φράση αυτή που είχε προετοιμάσει για να πει στις κάμερες έξω από την Βουλή, επιχείρησε να εκθέσει την κ. Σακελλαροπούλου, προσπαθώντας να δημιουργήσει ζήτημα χωρίς να υπάρχει. Το Σύνταγμα αναφέρει ρητά ότι ο εκλεγμένος Πρόεδρος πριν αναλάβει τα καθήκοντά του δίνει, ενώπιον της Βουλής όρκο, τον τύπο του οποίου καθορίζει το Σύνταγμα και είναι ο εξής: «Oρκίζομαι στο όνομα της Aγίας και Oμοούσιας και Aδιαίρετης Tριάδας να φυλάσσω το Σύνταγμα και τους νόμους, να μεριμνώ για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζω την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Xώρας, να προστατεύω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Eλλήνων και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Eλληνικού Λαού». Ο όρκος δηλαδή, αποτελεί μέρος του τυπικού που ορίζει το Σύνταγμα.
Παραβλέπουν κάποιοι, όπως ο κ. Βελόπουλος, ότι ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι υπερκομματικός και δεν εκφράζει τις προσωπικές του απόψεις ή τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκπροσωπεί όλους τους Έλληνες. Δεν είναι θέμα επιλογής.
Σε αυτό το πνεύμα άλλωστε κινήθηκαν και οι πρώτες δηλώσεις της κ. Σακελλαροπούλου, η οποία μίλησε τόσο για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων, όσο και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. «Η χώρα μας είναι ένα σύγχρονο κράτος δικαίου και αποτελεί παράγοντα σταθερότητας, ανάπτυξης και πολιτισμού και για να συνεχίζει να είναι, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η διασφάλιση της εδαφικής της ακεραιότητας και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων» ανέφερε.
Εκτός όμως από τον κ. Βελόπουλο, αρνητικός στην υποψηφιότητα της κ.Σακελλαροπούλου ήταν και ο Γιάννης Βαρουφάκης, ο οποίος δήλωσε: «Κατανοώ την αμηχανία των ανθρώπων του ΣΥΡΙΖΑ, που εγκλωβίστηκαν από την ηγεσία τους να στηρίξουν Παυλόπουλο, προτού ο έξυπνος ελιγμός του κ. πρωθυπουργού τους εγκλωβίσει σε μία άλλη συστημική επιλογή». Ο κ. Βαρουφάκης βέβαια, που δεν ψήφισε την κ. Σακελλαροπούλου, είχε ψηφίσει τον Προκόπη Παυλόπουλο στην προηγούμενη προεδρική εκλογή. Και μάλιστα σε μια προεδρική εκλογή που είχε προκύψει μετά από εθνικές εκλογές και το κυβερνών κόμμα μπορούσε να επιλέξει όποια προσωπικότητα ήθελε (πρόεδρο π.χ από την αριστερά) χωρίς να τους υποχρεώνει κανείς σε μια “συστημική επιλογή”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου