Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: Μύθοι και πραγματικότητα

Το είδος και η ποσότητα των πηγών ενέργειας που κάθε φορά μπορούσαν και μπορούν να αξιοποιούν οι άνθρωποι καθόριζαν και καθορίζουν ακόμα την ποιότητα και την επάρκεια-ανεπάρκεια των μορφών ενέργειας που χρησιμοποιούν και σε συνδυασμό με το είδος και τον τρόπο κοινωνίας και επικοινωνίας των ανθρώπων καθόριζαν την εξέλιξη των επιμέρους κοινωνιών και διαμόρφωναν πάντα και συνεχίζουν να διαμορφώνουν το αποτύπωμα του ανθρώπινου πολιτισμού. Αυτή η διαδικασία βρίσκεται σήμερα σε κρίσιμη φάση. Η ανθρωπότητα πασχίζει και προσδοκά εκατομμύρια χρόνια να τερματίσει κάποτε τον σκληρό αγώνα για την επιβίωση σε συνθήκες κοινωνικής ανισότητας και να δημιουργήσει τους όρους για ένα κόσμο της κοινωνικής ισότητας και της ευημερίας, για μια ειρηνική, αρμονική και ευτυχισμένη ζωή.

Για τον σκοπό αυτόν η ανθρωπότητα χρειάζεται άφθονη, φθηνή και καθαρή ενέργεια[3], για να μπορεί να παράγει άφθονα και φθηνά αγαθά ειρήνης για την καθολική ευημερία

χωρίς να επιβαρύνει το περιβάλλον. Τα περιορισμένα, άνισα κατανεμημένα, υπό κερδοσκοπική και συγκεντρωτική διαχείριση ορυκτά καύσιμα δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτήν την ανάγκη της ανθρωπότητας. Αντίθετα, το υφιστάμενο συγκεντρωτικό ενεργειακό σύστημα που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα αποτελεί την υπαρξιακή βάση του συγκεντρωτικού, απάνθρωπου και καταστροφικού κεφαλαιοκρατικού συστήματος που καταδυναστεύει την ανθρωπότητα και τη Φύση.

Η ανθρωπότητα έχει μόνο μια δυνατότητα να απελευθερωθεί από τον καπιταλισμό και αυτή είναι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες μπορούν, στο πλαίσιο ενός ορθολογικού σχεδιασμού συνδυασμένης αξιοποίησής τους, να προσφέρουν, στις δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, άφθονες, φτηνές και καθαρές εναλλακτικές μορφές ενέργειας και με αυτό την ευκαιρία να ευημερήσουν και να ζήσουν ειρηνικά, σε καθαρό περιβάλλον και σε συνθήκες ενός ειρηνικού οικουμενικού Ουμανισμού.

Το πανταχού παρόν υδρογόνο, ως βάση της ‘οικονομίας του υδρογόνου’[4], και η ανάλογα με τις ανάγκες του ατομικού ή συλλογικού ιδιοπαραγωγού παραγόμενη, άφθονη, φτηνή, ασφαλής και καθαρή υδρογονοενέργεια[5], μπορεί να αναζωογονήσει παραγωγικά κάθε νοικοκυριό, χωριό και περιοχή σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη και να προσφέρει υψηλούς βαθμούς ενεργειακής ανεξαρτησίας, παραγωγικής αυτενέργειας, οικονομικής αυτονομίας, κοινωνικού αυτοπροσδιορισμού, πολιτιστικής άνθησης, εθνικής αυτοπεποίθησης και αρμονικής συμβίωσης ανθρώπων, λαών, εθνών και ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα που ταυτίζεται με τα ορυκτά καύσιμα εμποδίζει, με τον έλεγχο της έρευνας και των επενδύσεων, την ανάπτυξη ενός νέου ενεργειακού συστήματος που θα στηρίζεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, χωρίς ωστόσο να καταφέρνει να σταματήσει τη δυναμική των πραγμάτων που ωθεί τις εξελίξεις στην υπέρβαση αναποτελεσματικών συστημάτων. Γι’ αυτό, ο σκληρός πυρήνας του καπιταλιστικού συστήματος που ελέγχει τις πηγές και τα δίκτυα διανομής της ενέργειας από τα κερδοφόρα, αλλά καταστροφικά ορυκτά καύσιμα, οργανώνει τον αντιπερισπασμό του:

• Εμποδίζει την μετάβαση στο αποκεντρωμένο σε ατομική, τοπική και αμεσοδημοκρατική βάση υδογονοενεργειακό σύστημα με αλχημείες, ανακρίβειες, συκοφαντίες και μύθους[6] περί της δήθεν οικονομικά ασύμφορης αξιοποίησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κάνοντας σύγκριση του σημερινού συνολικού πραγματικού κόστους της ενέργειας από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας με το φανερό μόνο κόστος της ενέργειας από τις Μη-Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας το οποίο αποτελεί μικρό κλάσμα του συνολικού και υποπολλαπλάσιο του κρυφού κόστους[7] της για την κοινωνία-ανθρωπότητα,

• Παραπλανά τις δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού με την μερική, αποσπασματική, επιλεκτική και συμπληρωματική αξιοποίηση εκείνων των μορφών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που χρειάζονται πολλά κεφάλαια, είναι σχετικά χαμηλής αποδοτικότητας σε ενέργεια, είναι άνισα κατανεμημένα, ασυνεχώς διαθέσιμα, χρειάζονται δαπανηρά συγκεντρωτικά δίκτυα μεταφοράς και ως συγκεντρωτικά ελέγχονται ευκολότερα,

• Κερδοσκοπεί με προγράμματα δήθεν εξοικονόμησης ενέργειας (ΕΞΕΝ), μείωσης[8], αλλά ταυτόχρονα και αγοραπωλησίας των δικαιωμάτων ρύπων διοξειδίου του άνθρακα[9] (CO2), τα οποία κανείς δεν τα πιστεύει και κανείς δεν τα εφαρμόζει[10] γιατί η κυρίαρχη αξία στον καπιταλισμό δεν είναι ο άνθρωπος, ούτε το περιβάλλον, αλλά το με κάθε θυσία μεγαλύτερο κέρδος στο συντομότερο χρονικό διάστημα.

• Εξαπατά με δήθεν προγράμματα αντιρύπανσης, που στήνει με τη στράτευση ‘περιβαλλοντολόγων’ και περιβαλλοντολογούντων, ένα είδος ειδικών επαγγελματιών της ψευδαίσθησης πως μπορεί τάχα να υπάρξει ‘καθαρός’ καπιταλισμός και που η ‘δουλειά τους είναι να ‘πιέζουν’ τις κυβερνήσεις για να ‘πιέσουν’ το κεφάλαιο να αγοράσει από τον εαυτό του αντιρρυπαντική τεχνολογία για τη μείωση των ρύπων που παράγει το ίδιο, με αποτέλεσμα ο ‘βρωμοκαπιταλισμός’ να κερδίζει από δυο μεριές, ρυπαίνοντας και ‘αντιρρυπαίνοντας’[11].

• Αποκοιμίζει, αποβλακώνει, οπαδοποιεί και φανατίζει τον σκόπιμα και συστηματικά κατασκευασμένο ευάλωτο και απληροφόρητο άνθρωπο με σκοταδιστικούς μύθους, εξουσιαστικές ιδεολογίες και χουλιγκανικές συμπεριφορές και νοοτροπίες μέχρι να μπορεί ακόμα να σκοτωθεί και να σκοτώσει τον ‘άπιστο’, τον ‘εχθρό’ και τον ‘αντίπαλο’ με σκοπό να εκτονώνεται η ατομική και η κοινωνική οργή για να προστατεύει τα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία[12] που έχουν παράνομα και βίαια καταστήσει τα μέσα παραγωγής και με αυτό και τα αγαθά παραγωγής, ακόμα και τα ελεύθερα και κοινά αγαθά, ατομική τους ιδιοκτησία[13] με αποτέλεσμα το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού να ελέγχει την παγκόσμια οικονομία και το 99%, ως μοιρολάτρες, εθελόδουλα ‘ποίμνια’ και καταστροφικές ‘αγέλες’ να φυτοζωούν στις παρυφές της οικονομίας, αγνοώντας ότι αυτοί είναι οι δημιουργοί του παγκόσμιου πλούτου και του ανθρώπινου πολιτισμού και ότι θα μπορούσαν να είναι οι αρχιτέκτονες ενός καλύτερου κόσμου[14].

Με άλλα λόγια, ο καπιταλισμός προσπαθεί να ακυρώσει ή να επιβραδύνει την εναλλακτική ενεργειακή προοπτική της κοινωνίας-ανθρωπότητας, με το να στήνει, διά των παρένθετων ‘νομοθετών’, των αποστατών ‘επιστημόνων’ και των πολιτικών υπαλλήλων του, ερήμην και σε βάρος της κοινωνίας, τους όρους του παιχνιδιού της παραγωγής υδρογόνου και υδρογονοενέργειας. Με τον έλεγχο της πολιτικής-εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας σκαρώνει νόμους και παρανόμους, περιορισμούς και αυθαίρετες κατοχυρώσεις δικαιωμάτων κλεμμένων ευρεσιτεχνιών και άνομων προνομίων που θα μετατρέπουν σε αντικείμενο ιδιοκτησίας ένα ανεξάντλητο και ελεύθερο αγαθό, όπως το νερό και το υδρογόνο, τον απελευθερωτή της ανθρωπότητας από το βασίλειο της ανάγκης και από τη δυναστική εξουσία των σφετεριστών του φυσικού και κοινωνικού πλούτου.

Σήμερα, όμως, οι μορφωτικά και συνειδησιακά προχωρημένες δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, δηλαδή η κοινωνία η ίδια, μετακινούνται σταδιακά από τον ρόλο του παθητικού δέκτη-καταναλωτή καλοσυσκευασμένης προπαγάνδας και κομπάρσου της κεντρικής εξουσίας του κεφαλαίου στον ρόλο του πρωταγωνιστή στον τόπο τους, και αλλού δειλά, αλλού με αποφασιστικότητα διεκδικούν μέσα από νέες μορφές κινημάτων ό,τι και όσα της ανήκουν. Ας ακούσουμε μια από τις χιλιάδες φωνές που γίνονται εφιάλτες για τις τοπικές μαφίες και την κεντρική εξουσία: «Επιτέλους αρχίζουν να ανοίγουν τα πράγματα και να φαίνονται προθέσεις: άλλοι λένε ότι θέλουν τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) χωρίς να το εννοούν, άλλοι λένε ότι θέλουν κανόνες αλλά είτε δεν το εννοούν είτε δεν ξέρουν πώς να τους φτιάξουν, άλλοι λένε ότι αγαπάνε τον τόπο ενώ αγαπάνε την τσέπη τους που γεμίζει υποβαθμίζοντας αυτόν τον τόπο… Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι εκείνες που, όντας μικρής κλίμακας, διάσπαρτες και προσαρμοσμένες στο φυσικό-πολιτισμικό περιβάλλον, εμπλέκουν τον κάθε κάτοικο και την τοπική κοινωνία στη μείωση της υπερκατανάλωσης, δίνοντας άμεσα οφέλη και επαληθεύοντας τον χαρακτηρισμό ‘ανανεώσιμη πηγή’. Το καλώδιο διασύνδεσης, αντίθετα, οδηγεί στην πλήρη κάλυψη του νησιού (της Κρήτης) από αιολικούς, φωτοβολταϊκούς, ηλιοθερμικούς σταθμούς ακόμη και εάν, στην αρχή σαν δούρειος ίππος, βαφτιστεί ‘επένδυση λαϊκής βάσης’… Οι δήμαρχοι… είναι καλοί άνθρωποι, αγαπάνε τον τόπο αλλά… δεν ξέρουν και δεν θέλουν να μάθουν το πώς μπορείς να παράγεις τοπική ανάπτυξη και να είσαι κυρίαρχος και αδέσμευτος από την κεντρική εξουσία… Υπήρξαν δήμαρχοι που με μέθοδο, σχεδιασμό, μελέτες, προτάσεις απορροφούσαν ελληνικά και ευρωπαϊκά κονδύλια, ενώ οι περισσότεροι έβαζαν μέσο βουλευτή για μια πλακόστρωση… και είχαν σαν μόνιμο και μοναδικό αίτημα την παράδοση έτοιμων πόρων από την Αθήνα σε αυτούς, με επακόλουθο και φυσικό αντάλλαγμα την εξάρτησή τους για την επανεκλογή τους… Θα ωφελούσε πιο πολύ την κοινωνία μας η ανάπτυξη ενός μη επιδοτούμενου μοντέλου, ιδιαίτερα αυτήν τη χρονική στιγμή που προσπαθούμε να επουλώσουμε τις πληγές που μας άφησε ένα άλλο, και η αφύπνιση της κοινωνίας προς τον ποιοτικό παραγωγικό πρωτογενή τομέα και την αυτάρκεια, ωθώντας τους δημάρχους με κατάρτιση και δομές προς την περιφερειακή διακυβέρνηση (για να διευκολυνθεί και το έργο της περιφέρειας), έτσι ώστε επιτέλους να λειτουργούν οι δήμοι ως ο κύριος αναπτυξιακός φορέας της υπαίθρου και ως συνδετικός κρίκος τωνπαραγωγών με την κοινωνία των πόλεων… Το σωστό θα ήταν αυτήν τη στιγμή η κοινωνία μας να μη δέχεται εξωτερικούς ερεθισμούς, ώστε να φτιάξει με ηρεμία και με κανόνες συμμετοχικής δημοκρατίας όλα τα εργαλεία που θα της επιτρέψουν να λειτουργεί αυτοδύναμα, ομαδικά και παραγωγικά»[15].

Συνειδητοποιείται σταδιακά σε όλο και ευρύτερη κλίμακα ότι ενεργειακή ανεξαρτησία των χρηστών δεν μπορεί να εξασφαλιστεί από την ξεχωριστή αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), γιατί καμιά από αυτές δεν μπορεί από μόνη της να εκτοπίσει το υφιστάμενο συγκεντρωτικό ενεργειακό και εξουσιαστικό σύστημα. Αντίθετα, όλες μαζί, και σε συνδυασμό με κέντρο το υδρογόνο, μπορούν να δώσουν στον άνθρωπο, στην κοινωνία και στην ανθρωπότητα απόλυτη ενεργειακή ανεξαρτησία, οικονομική αυτοδιαχείριση και τοπική αυτονομία με μεγάλο βαθμό αυτάρκειας, κοινωνική αυτοδιεύθυνση, εθνική ανεξαρτησία, αλληλέγγυα οικουμενική συνεργασία και ειρήνη.

Η ηλιακή ενέργεια με τη σύγχρονη τεχνολογία δεν είναι διαθέσιμη σε κάθε γωνιά του πλανήτη και, όπου είναι, δεν είναι διαθέσιμη όλο το 24ωρο, αλλά και όπου είναι διαθέσιμη για το μισό 24ωρο συχνά δεν είναι διαθέσιμη χωρίς διακοπές, πράγμα που δημιουργεί προβλήματα στη διαρκή παραγωγή και ροή ηλεκτρικής ενέργειας. Αλλά και όπου είναι διαθέσιμη το μισό 24ωρο δεν είναι της ίδιας έντασης εξ αιτίας της διαφοροποίησης της γωνίας των ακτίνων του ήλιου, λόγω της περιστροφής της Γης. Επιπλέον, η εκτεταμένη παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας με τη σημερινή τεχνολογία προκαλεί τη δημιουργία σημαντικών τοξικών αποβλήτων αρσενικού και καδμίου[16], πράγμα που σημαίνει ότι οι χώρες οι οποίες θα επιλεγούν για την παραγωγή και την προμήθεια ηλεκτρικού ρεύματος από την ηλιακή ενέργεια θα αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα μόλυνσης του περιβάλλοντος. Τέλος, η αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας με τη μέθοδο των φωτοβολταϊκών απαιτεί τεράστιες επενδύσεις σε εξοπλισμό και σε εκτάσεις για την εγκατάσταση των ηλιοσυσσωρευτών καθώς επίσης και για τα μεγάλα και υψηλού κόστους δίκτυα μεταφοράς της ηλεκτρικής ενέργειας.

Όλα αυτά δείχνουν πως, από μια μόνο ανανεώσιμη πηγή ενέργειας, δεν είναι εφικτή η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου και αυτόνομου ενεργειακού συστήματος, που θα μπορούσε να αντικαταστήσει το υφιστάμενο σύστημα των ορυκτών καυσίμων. Αλλά αν και όταν η τεχνολογία εξελιχθεί και ολοκληρωθεί προς την κατεύθυνση της συλλογής της ηλιακής ενέργειας στο διάστημα, πάνω από τα σύννεφα, και της μετατροπής της σε διαστημικούς σταθμούς σε ηλεκτρική ενέργεια που θα αποστέλλεται ασύρματα και με ασφάλεια σε γήινους σταθμούς, θα έχει ενδεχομένως λυθεί μόνο το πρόβλημα της ασυνεχούς παραγωγής, όχι όμως και αυτό του υψηλού κόστους παραγωγής και διανομής και της συγκεντρωτικής-εξουσιαστικής διαχείρισής της. Αντίθετα, η εξάρτηση των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας θα αυξηθεί, γιατί ένα τέτοιο ενεργειακό σύστημα ξεπερνάει τις δυνατότητες ακόμα και των πιο ισχυρών οικονομιών του πλανήτη και προφανώς θα καταλήξει να είναι επιχείρηση κάποιου ή κάποιων επιχειρηματικών ομίλων που θα εξουσιάζουν με τον έλεγχο του ήλιου, αντί με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, με αυτόν τον τρόπο ολόκληρη την ανθρωπότητα.

Ίδια περίπου είναι τα χαρακτηριστικά ακανόνιστης λόγω αστάθειας απόδοσης (άπνοια, ανυδρία, ασύμμετρη κατανομή κ.λπ.) και συνεπώς και τα προβλήματα της παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας με βάση τον άνεμο, τη γεωθερμία και το νερό ως κινητήρια δύναμη.

Η στροφή μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων της Γερμανίας προς την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο και τον άνεμο καλλιεργεί νέες ψευδαισθήσεις για ‘νέα Ελντοράντο’ κερδοφόρων επενδύσεων στη Βόρεια Αφρική και στη Νότια Ευρώπη. Αυτή η στρατηγική του γερμανικού κεφάλαιου είναι κοντόθωρη και γι’ αυτό είναι καταδικασμένη να αποτύχει, γιατί εμποδίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση να χαράξει μια μακροπρόθεσμη ενεργειακή στρατηγική στηριγμένη στο υδρογόνο, με την οποία θα μπορούσε η Ευρώπη να ξαναμπεί στην πρωτοπορία των παγκόσμιων προοδευτικών εξελίξεων και να οδηγήσει την ανθρωπότητα για μια ακόμα φορά σε μια Νέα Ελευθερία του Ανθρώπου και του Πολιτισμού του. Η Γερμανία θα χάσει και αυτόν τον, οικονομικό αυτήν τη φορά, πόλεμο που διεξάγεται μεταξύ των επίδοξων ηγεμόνων του πλανήτη, αφήνοντας πάλι πίσω της ερείπια στη Βόρεια Αφρική και στη Νότια Ευρώπη, αλλά και μια βαριά τραυματισμένη Ευρωπαϊκή Ένωση που θα την οδηγήσει σε συνθηκολόγηση και υποταγή στους νέους ηγεμόνες-κατακτητές της.

Τα τελευταία χρόνια έγινε πολύς λόγος και για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από βιοκαύσιμα (τη βιοαιθανόλη ή το βιοαέριο), που παράγονται από βιομάζα μέσω της υδρολυτικής επεξεργασίας της και θα καίγονται σε μηχανές εσωτερικής καύσης. Αυτή η μέθοδος προϋποθέτει την εντατική καλλιέργεια τεράστιων εκτάσεων καλλιεργήσιμης αγροτικής γης με ειδικές ποικιλίες ετήσιων καλλιεργειών[17], πράγμα που ουσιαστικά εκτοπίζει την καλλιέργεια αγαθών διατροφής με αποτέλεσμα την περαιτέρω όξυνση του παγκόσμιου διατροφικού προβλήματος, χωρίς ωστόσο να επιτευχθεί φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια και να αποφευχθεί η ενεργειακή εξάρτηση από τα παγκόσμια ενεργειακά μονοπώλια.

«Αν καλλιεργήσουμε το 15% των πεδιάδων της Βόρειας Ελλάδας, Θεσσαλία, Μακεδονία, Θράκη, μπορούμε», όπως μας πληροφορεί ο καθηγητής Χημείας στο πανεπιστήμιο της Πάτρας, Θανάσης Κουτίνας, «να παράγουμε βιοκαύσιμο το οποίο θα καλύπτει περίπου το 35% των αναγκών της χώρας για τα μεταφορικά μέσα»[18].

Συνεχίζοντας τον συλλογισμό του, βλέπουμε ότι για να καλύψει η Ελλάδα τα καύσιμα που χρειάζεται μόνο για τα μεταφορικά μέσα, θα έπρεπε να καλλιεργεί με τα λεγόμενα ‘ενεργειακά φυτά’ το 50% των εύφορων πεδιάδων της κεντρικής και βόρειας Ελλάδας. Για να εξασφαλίσει η Ελλάδα ηλεκτρική ενέργεια από βιομάζα και για τις υπόλοιπες παραγωγικές και κοινωνικές δραστηριότητες θα έπρεπε να καλλιεργεί με ‘ενεργειακά φυτά’ και το υπόλοιπο 50% των πεδιάδων, και επειδή προφανώς δεν θα αρκούσαν, θα ήταν αναγκασμένη να καλλιεργήσει και την υπόλοιπη καλλιεργήσιμη γη της με ‘ενεργειακά φυτά’, πράγμα που θα την οδηγούσε στην απόλυτη διατροφική εξάρτησή της από τις χώρες του διατροφικού ιμπεριαλισμού, με τελική συνέπεια την απόλυτη υποταγή της. «Αν αποδειχτούμε τόσο ανόητοι ώστε να προτιμήσουμε ένα κόσμο χωρίς τροφή προκειμένου να οδηγούμε όσο θέλουμε τα αυτοκίνητά μας, τότε θα χρειαζόμασταν το έδαφος αρκετών πλανητών σαν τη Γη για να καλλιεργούμε φυτά για βιοκαύσιμα»[19], αλλά ένας ανθρώπινος κόσμος χωρίς τρόφιμα δεν είναι νοητός ούτε για τους ανόητους. Είναι προφανές πως αυτές οι λύσεις δεν είναι παρά ένα έγκλημα σε βάρος της κοινωνίας-ανθρωπότητας και μάλιστα ειδεχθές, γιατί η Φύση προσφέρει λύσεις ελεύθερης ενέργειας με βάση το υδρογόνο, χωρίς να χρειαστεί να πεινάσει ή να υποταχτεί διατροφικά η κοινωνία, αντίθετα μάλιστα θα μπορεί να έχει άφθονη τροφή για όλους χάρη στη φθηνή, άφθονη και καθαρή ηλεκτρική ενέργεια από το υδρογόνο.

Με δεδομένο μάλιστα ότι σε συνθήκες ευρείας παραγωγής υδρογονοενέργειας σε επίπεδο καταναλωτών και τοπικών κοινωνιών το σχετικό τεχνολογικό πακέτο θα ακολουθήσει αντίστοιχη πορεία με άλλες σχετικές τεχνικές εφευρέσεις, όπως .λ. χ. ο ηλεκτρισμός, θα είναι αποσβέσιμο σε μικρή σχετικά χρονική περίοδο και συνεπώς η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια θα τείνει να είναι ελαχίστου έως μηδενικού κόστους, είναι περίεργο γιατί σιωπούν τα πολιτικά κόμματα, οι σχετικοί επιστημονικοί φορείς καθώς επίσης και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ιδιαίτερα των νησιωτικών κοινωνιών που τόση ανάγκη έχουν για την ενεργειακή αυτάρκειά τους και για την ήπια και αυτοελεγχόμενη ανάπτυξή τους.

Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι ο συνδυασμός των εναλλακτικών πηγών ενέργειας για την παραγωγή υδρογόνου και στη συνέχεια για την παραγωγή άφθονης, φθηνής και καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας με καύσιμο το υδρογόνο, αφού είναι επιστημονικά αποδειγμένο πως η κατά μάζα πυκνότητας ενέργεια του υδρογόνου είναι περίπου 2,5 φορές μεγαλύτερη από αυτή του μεθανίου και τρεις φορές περίπου μεγαλύτερη από αυτή που δίνει η βενζίνη. Επομένως το υδρογόνο έχει μεγάλη υπεροχή έναντι των άλλων καυσίμων, όχι μόνο ως προς το πολύ χαμηλότερο κόστος απόκτησής του, αλλά και ως προς την κατά μονάδα πυκνότητας ενεργειακή του απόδοση.

Το συμπέρασμα, και πάλι, είναι πως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όταν αντιμετωπίζονται ξεχωριστά και ανεξάρτητα η μια από την άλλη, δεν μπορούν να αναδειχτούν σε ολοκληρωμένο, ανεξάρτητο και αποκεντρωμένο ενεργειακό σύστημα, που να μπορεί να αντικαταστήσει το υφιστάμενο συγκεντρωτικό, ακριβό και ρυπογόνο ενεργειακό σύστημα των ορυκτών καυσίμων. Αυτή η αδυναμία των ΑΠΕ να αποτελέσουν η καθεμιά ξεχωριστά και χωρίς το υδρογόνο ένα ολοκληρωμένο ενεργειακό σύστημα τις υποβαθμίζει σε δευτερεύουσα και συμπληρωματική προς τα ορυκτά καύσιμα πηγή ενέργειας, η οποία μπορεί να γίνει αντικείμενο επιχειρηματικής εκμετάλλευσης, αφού δεν απειλεί και δεν μπορεί να αμφισβητήσει το υφιστάμενο ενεργειακό σύστημα.

Αντίθετα, η πολλαπλότητα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που μπορεί σε συνθήκες καπιταλισμού να λειτουργούν ανταγωνιστικά μεταξύ τους και συμπληρωματικά προς τα ορυκτά καύσιμα, δίνει στην κοινωνία τη δυνατότητα να τις συνδυάσει με τέτοιο τρόπο, ώστε να γίνουν συμπληρωματικές η μια στην άλλη, για να δημιουργηθεί η βάση για το νέο ενεργειακό σύστημα υδρογόνου που θα επαναφέρει την οικονομία υπό τον άμεσο έλεγχο της αυτεξούσιας-αυτοδιευθυνόμενης τοπικής κοινωνίας, προϋπόθεση ικανή και αναγκαία για την ευημερία ολόκληρης της ανθρωπότητας και για την αποκατάσταση της αρμονικής σχέσης της κοινωνίας με τη Φύση. Με αυτήν την έννοια, το μέλλον των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ως ένα ολοκληρωμένο ενεργειακό σύστημα υδρογόνου, είναι ταυτισμένο με το μέλλον της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της.

Η τεχνολογία του υδρογόνου, ως η αιχμή των σύγχρονων παραγωγικών δυνάμεων μπορεί, με τη βούληση των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, να ανατρέψει τις καθυστερημένες παραγωγικές σχέσεις και να ανοίξει τον δρόμο για ένα καλύτερο μέλλον, για έναν καλύτερο κόσμο. «Οι άνθρωποι μέσα στο προτσές της παραγωγής και αναπαραγωγής παράγουν και τις εργασιακές σχέσεις τους, όπως παράγουν και τα υλικά αγαθά και, ανεξάρτητα από το αν έχουν συνείδηση αυτού του πράγματος ή όχι, παράγουν και την οικονομική βάση αντίστοιχων πολιτικών, νομικών και κρατικών θεσμών, καθώς επίσης και των αντίστοιχων μορφών συνείδησης»[20]. Με τη σταδιακή συνειδητοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρει στην ανθρωπότητα η ελεύθερη υδρογονοενέργεια αναδείχνεται σταδιακά και η αντίστοιχη στο σύγχρονο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων κοινωνική συνείδηση, που θα οδηγήσει τις τοπικές κοινωνίες και συνολικά την ανθρωπότητα στην αντικατάσταση των καθυστερημένων και παρακμασμένων καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων από τις σχέσεις της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης με τη μορφή της Άμεσης Δημοκρατίας και περιεχόμενο την Αταξική Κοινωνία, στο πλαίσιο ενός Οικουμενικού Ουμανιστικού Πολιτισμού[21].

Για όλους τους παραπάνω, και για χίλιους ακόμα, λόγους γίνεται κατανοητό ότι επιμονή κάποιων καλοπροαίρετων, αλλά ελλιπώς ενημερωμένων ‘περιβαλλοντολόγων ακτιβιστών’ να προπαγανδίζουν συγκεντρωτικά ηλιακά ή/και αιολικά ενεργειακά συστήματα, υποβαθμίζει τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας από ελεύθερα, κοινά κοινωνικά αγαθά σε κερδοσκοπικές για το γερμανικό κεφάλαιο επενδυτικές ευκαιρίες και βοηθά τους εισαγωγείς και ατζέντηδές του να κάνουν χρυσές δουλειές. Είναι όμως ανάγκη να κατανοήσουμε όλοι ότι μόνο η υδρογονοενέργεια μπορεί να προσφέρει ενεργειακή ανεξαρτησία σε επίπεδο καταναλωτή, τοπικής, περιφερειακής και εθνικής κοινωνίας, πράγμα που σημαίνει ότι απελευθερώνει τις τοπικές κοινωνίες από τα συγκεντρωτικά-εκμεταλλευτικά ενεργειακά και εξουσιαστικά συστήματα και τις καθιστά ικανές, με την ιδιοπαραγωγή άφθονης, φθηνής και καθαρής ενέργειας, να συγκροτηθούν στη βάση της κοινοκτημοσύνης, της οικονομίας των κοινών αγαθών, της άμεσης δημοκρατίας και της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης. Διαφορετικά με ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, με συγκεντρωτικά ενεργειακά, οικονομικά και κοινωνικά εξουσιαστικά συστήματα, με τόσο κραυγαλέες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες σε συνθήκες καπιταλιστικής βαρβαρότητας δεν μπορεί να μιλάμε σοβαρά για προστασία του περιβάλλοντος, για δημοκρατία και μάλιστα για άμεση δημοκρατία και για ειρήνη, εκτός αν είμαστε αφελείς ή κατά κάποιο τρόπο, σιτιζόμενοι στο πρυτανείο της εξουσίας των λίγων πάνω στους πολλούς, ‘χρήσιμοι ηλίθιοι’.

1 σχόλιο:

  1. Πολύ δυνατό κειμενο και μπράβο σας που το αναρτήσατε, αλλά ξεχάσατε βα ωάλετε το όνομά σας ως συγγραφέα όπως επίσης ξεχάσατε να παραθέσετε και τις υποσημειώσεις σας που θεωρώ ότι για να τις γράψετε σημαίνει ότι θα είχαν κάποιο ενδιαφέρον και για τους αναγνώστες του κειμένου. Μια δουλειά που την κάνετε , κάντε την σωστά, όπως άλλωστε μας έχετε συνηθίσει.
    παρατηρητικός

    ΑπάντησηΔιαγραφή

«Πολιτική θεολογία και Συνταγματική ηθική»

Η «πολιτική θεολογία» είναι μια διαδεδομένη αλλά αμφίσημη έννοια που χρησιμοποιείται με διαφορετικό περιεχόμενο αφενός σε θύραθεν συμφραζόμε...