Στην ιστορική μας συνείδηση έχουμε συνδέσει τα στρατιωτικά
κινήματα με τις πιο μελανές σελίδες της ελληνικής ιστορίας. Ωστόσο,
αυτός ο «συνειρμός» δεν ευσταθεί ιστορικά. Δίχως υπερβολή θα μπορούσε
μάλιστα να ισχυριστεί κανείς ότι υπήρξαν τρία στρατιωτικά κινήματα που
άλλαξαν την Ελλάδα.
που τον κάλεσε ο Όθωνας ενόσω ήταν πρεσβευτής στο Λονδίνο να σχηματίσει κυβέρνηση, είχε δημιουργήσει το πρώτο ρήγμα στην εμπιστοσύνη του λαού προς τον μονάρχη. Ο Μαυροκορδάτος, προκειμένου να δεχτεί, έθεσε όρους για ριζικές καθεστωτικές, οικονομικές και διοικητικές μεταρρυθμίσεις και απαίτησε την απομάκρυνση των Βαυαρών. Ενώ οι προτάσεις του έγιναν αρχικά δεκτές, όταν ήρθε η ώρα να υποβάλλει την έκθεση για τις μεταρρυθμίσεις του, αυτές απορρίφθηκαν σιωπηρά, με αποτέλεσμα ο Μαυροκορδάτος να παραιτηθεί αμέσως. Η παραίτησή του είχε τεράστια απήχηση στο λαό που είχε πιστέψει στο μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα αλλά και εκτίμησε την απόφαση της παραιτήσεώς του από το αξίωμά του.
Ο ρόλος του τύπου
Στον «Αιώνα» πίστευαν ολοένα και περισσότερο ότι μόνο το συνταγματικό σύστημα θα μπορούσε να εγγυηθεί την προστασία της ορθοδοξίας, να δώσει στους Έλληνες τον έλεγχο των υποθέσεών τους και την δυνατότητα να απαλλαγούν από την ξένη επέμβαση. Την ίδια εποχή, μεγάλη ήταν η ανησυχία για την τύχη της Εθνικής Τράπεζας που ιδρύθηκε από το κράτος το 1841 με ιδιωτικά κεφάλαια. Ο φόβος ήταν το ενδεχόμενο επέμβασης και ο οικονομικός έλεγχος από τους ξένους τραπεζίτες. Τότε ήταν που για πρώτη φορά έγιναν σοβαρές προσπάθειες συνεργασίας μεταξύ του αγγλικού και ρωσικού κόμματος την οποία ευνοούσε και η προσέγγιση των κυβερνήσεων Αγγλίας και Ρωσίας.
Η στρατηγική του αντιπολιτευόμενου τον Όθωνα τύπου επεδίωκε να συνδέσει τη βασιλική πολιτική με την ξένη παρεμβατικότητα στοχεύοντας έτσι να προσελκύσει την προσοχή του μεγάλου κοινού και να οδηγήσουν το γαλλικό κόμμα στην αντιπολίτευση. Πράγματι, το γαλλικό κόμμα διασπάστηκε τελικά και ένα μέρος του συντάχθηκε με το αγγλικό και ρωσικό προκειμένου να πετύχουν από κοινού τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Έτσι, το φθινόπωρο του 1842 άρχισε να οργανώνεται μια συνωμοσία με τη συμμετοχή των τριών μεγάλων κομμάτων. Οι κοινοί στόχοι των αρχηγών της συνωμοσίας απέβλεπαν στην αποπομπή των Βαυαρών και στην παραχώρηση συντάγματος. Ταυτόχρονα, παραμερίστηκαν προσώρας οι ιδιαίτερες επιδιώξεις και στόχοι που χαρακτήριζαν την πολιτική των τριών κομμάτων: η εγκαθίδρυση ορθόδοξης μοναρχίας για το ρωσικό και συνταγματικής μοναρχίας για το γαλλικό και αγγλικό.
Οικονομική κρίση
Τον Ιανουάριο του 1843, η χώρα δηλώνει στις προστάτιδες Δυνάμεις ότι δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την καταβολή των τοκοχρεολυσίων του δανείου για το εξάμηνο που έληγε την 1η Μαρτίου. Όσες φορές χρειάστηκε να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση, ο Όθων κατέφευγε πάντα στις Δυνάμεις και δη σ’ εκείνην της οποίας το κόμμα βρισκόταν στην αρχή. Τώρα ήταν η σειρά της Γαλλίας να βοηθήσει. Εκείνη, όχι μόνο δεν συναίνεσε αλλά απαίτησε από τις άλλες Δυνάμεις να εμποδίσουν τη σύναψη καινούριου δανείου με την Ελλάδα. Ήταν πλέον φανερό ότι η πολιτική του Όθωνα τον είχε αποξενώσει και από τις τρεις Δυνάμεις με αποτέλεσμα όχι μόνο αυτές αλλά και τα ελληνικά κόμματα που τις εκπροσωπούσαν να ενωθούν εναντίον του. Μπροστά στην άμεση απειλή ξένης επεμβάσεως, η κυβέρνηση μείωσε δραστικά τις τακτικές της δαπάνες προχωρώντας σε περικοπές μισθών, κατάργηση θέσεων και διακοπή έργων. Έφτασε στο σημείο να κλείσει τις ελληνικές διπλωματικές αποστολές - ακόμα και στο Παρίσι και το Λονδίνο.
Η γέννηση του κινήματος
Από το 1840, ο Μακρυγιάννης ίδρυσε μια -κατά τον Όθωνα- παράνομη οργάνωση, με σκοπό την επιβολή συντάγματος. Στην οργάνωση σύντομα μυήθηκαν οπλαρχηγοί και αγωνιστές του '21, οι οποίοι είχαν παραγκωνισθεί από τους Βαυαρούς. Στη συνέχεια ο Μακρυγιάννης έστρεψε την προσοχή του στους πολιτικούς και κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια, έτσι ώστε να μυήσει έμπιστα άτομα. Για να επιτύχει όμως το κίνημα χρειαζόταν και η συνεργασία του στρατού. Για τον λόγο αυτό απευθύνθηκαν στον συνταγματάρχη Δημήτριο Καλλέργη. Για να επιτύχουν τους σκοπούς τους φρόντισαν να τον διορίσουν στρατιωτικό διοικητή της Αθήνας. Ο Καλλέργης κατάφερε να φέρει σε επαφή τους κινηματίες και με άλλους στρατιωτικούς.
Η 3η Σεπτεμβρίου
Η άφιξη του στρατού υπό την ηγεσία του Καλλέργη στα Ανάκτορα έγινε δεκτή με ζητωκραυγές και συνθήματα. Στρατός και λαός απαιτούσαν από τον Όθωνα Σύνταγμα «εδώ και τώρα»!
Στις 3 τα ξημερώματα προσήλθαν οι πολιτικοί και τα μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας, για να επικυρώσουν τις επαναστατικές πράξεις. Την επόμενη λαός και στρατός διαλύθηκαν στις 3 το μεσημέρι, αφού πληροφορήθηκαν ότι όλα τα αιτήματα έγιναν αποδεκτά. Τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο έγιναν οι εκλογές του 1843 και οι εκλεγμένοι πληρεξούσιοι συγκρότησαν την συνταγματική Εθνική Συνέλευση που είχαν απαιτήσει όσοι έλαβαν μέρος στην επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου και συνέταξαν Σύνταγμα, το οποίο υπέγραψε ο Όθωνας. Από τότε η πλατεία των Ανακτόρων μετονομάστηκε σε Πλατεία Συντάγματος.
Μέσα σε αυτή την έκρυθμη κατάσταση κυκλοφορούσαν φήμες για ανάθεση σχηµατισµού κυβέρνησης στον λαοφιλή ναύαρχο Κανάρη, προκειμένου να κατευναστούν τα οξυµμένα πνεύματα.
Έτσι, στις 10 Ιανουαρίου του 1862, ο Κανάρης πέρασε την πύλη των ανακτόρων και συζήτησε µε τον Όθωνα. Οι επαφές αυτές ναυάγησαν με αποτέλεσμα να δυσαρεστηθεί ιδιαίτερα ο λαός που είχε εναποθέσει πολλές ελπίδες στον σχηµατισµό κυβέρνησης από τον Κανάρη.
Η αντίδραση στο Ναύπλιο
Η ατµόσφαιρα ήταν ιδιαίτερα φορτισµένη µετά τη µαταίωση της κυβέρνησης Κανάρη - όχι µόνο στην Αθήνα, αλλά και σ’ άλλες πόλεις,. Είναι χαρακτηριστικό το σχετικό υπόµνηµα του υπουργού Εσωτερικών Χ. Χριστόπουλου προς την Αυτού Μεγαλειότητα τον βασιλέα προκειµένου να τον ενηµερώσει για την κατάσταση που διαµορφωνόταν σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας όπως η Τρίπολη, το Αργος κ.ά.
Ωστόσο η µεγαλύτερη αντίδραση εναντίον του καθεστώτος ήταν αυτή που σηµειώθηκε στο Ναύπλιο. Μια αιτία ήταν ότι στο Ναύπλιο είχαν ήδη από το 1861 φυλακιστεί και εκτοπιστεί πολλοί αξιωµατικοί ως αντιδυναστικοί. Στην πόλη τα πνεύµατα ήταν ιδιαίτερα οξυµµένα και από µήνες οι αντιδράσεις ήταν τόσο έντονες που έφτασαν στο σηµείο να κυκλοφορήσουν προκηρύξεις οι οποίες εξέφραζαν τη λύπη τους για την αποτυχία της απόπειρας εναντίον της ζωής της βασίλισσας. «Άθλιοι µάλλον κλαύσατε παρά να πανηγυρίζετε διά την αποτυχίαν».
Ήδη από τον Ιανουάριο του 1862, προστέθηκε στους αντιπολιτευόµενους αξιωµατικούς και ο υπολοχαγός Δηµήτρης Θ. Γρίβας, που είχε συλληφθεί στην Αθήνα και στάλθηκε στο Ναύπλιο προκειµένου να φυλακιστεί στο Παλαµήδι. Εκεί, ο Γρίβας, προσποιούµενος τον άρρωστο, ήρθε σε επαφή µε διάφορους αντικαθεστωτικούς: τον υπίλαρχο Τριτάκη, τον υπολοχαγό Κατσικογιάννη και τον αντισυνταγµατάρχη Μίχα. Δίπλα στους στρατιωτικούς συντάχτηκαν και διάφοροι επιφανείς πολίτες, όπως ο υποπρόξενος του Βελγίου Σ. Ζαβιτσιάνος, ο δήµαρχος Πολυχρόνης Ζαφειρόπουλος, ο εφέτης Γ. Πετµεζάς, ο πρωτοδίκης Π. Μαυροµιχάλης, πολλοί δικηγόροι και µεταξύ αυτών µια γυναίκα, η Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου, το σπίτι της οποίας υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα αντιδυναστικά κέντρα. Η δυναμική αυτή γυναίκα ήταν «προσόμοιος των γυναικών των πολιτευθεισών κατά την Γαλλικήν Επανάστασιν, μετέδιδε διά της φλεγούσης ευγλωττίας της τας ανατρεπτικάς αυτής ιδέας, παρέσυρε πάντας εις την στάσιν, προέτρεπε και ενεθάρρυνε την νεολαίαν… και εγένετο μια των κυριοτέρων αφορμών της επισπεύσεως της στάσεως»…
Ως μέρα της επαναστάσεως εναντίον του δυναστικού καθεστώτος του Όθωνα ορίστηκε η 3η Φεβρουαρίου 1862. Ωστόσο, εξαιτίας του εντοπισμού κάποιων επιστολών του Ζαβιτσιάνου και του Μίχου σε φιλικά τους πρόσωπα στην Αθήνα, επισπεύστηκαν οι ενέργειες και η επανάσταση εκδηλώθηκε τη νύχτα της 31ης Ιανουαρίου ξημερώματα 1ης Φεβρουαρίου. Ο Ζαβιτσιάνος με δέκα άντρες συνέλαβε αμέσως τον νομάρχη. Στο μεταξύ, ο λαός τάχτηκε πρόθυμα με το μέρος των εξεγερθέντων. Αμέσως οι στρατιωτικοί της Ακροναυπλίας δέχτηκαν με ζητωκραυγές την είδηση της εξέγερσης και έφτασαν στην πόλη τη στιγμή που ήδη είχαν καταληφθεί όλα τα δημόσια κτίρια και φρουρούνταν από τους επαναστάτες. Λίγο αργότερα καταλήφθηκε το Παλαμήδι. Συστήθηκε προσωρινή κυβερνητική επιτροπή, η οποία εξέδωσε προκήρυξη προς τον λαό με τα βασικά αιτήματα της επανάστασης. «1ον Κατάπτωσις του συστήματος, πιστώς υπηρετουμένου υπό της μέχρι τούδε κυβερνήσεως και αναγόρευσις νέου εγγυωμένου τας ελευθερίας του λαού... 2ον Διάλυσις της διά βιαίων μέσων συσταθείσης και μέχρι τούδε υπαρχούσης Βουλής και 3ον Συγκρότησης Εθνοσυνελεύσεως...».
Η επαναστατική προσωρινή κυβέρνηση έστειλε έγγραφο προς τις Μεγάλες Δυνάμεις εξηγώντας τους λόγους της εξέγερσης. Ως στρατιωτικός αρχηγός της επανάστασης ορίστηκε ο αντισυνταγματάρχης Αρτέμης Μίχος. Ο φυλακισμένος στην Ακροναυπλία αντισυνταγματάρχης Πάνος Κορωναίος διορίστηκε αρχηγός των γενικών επιτελών, ο Μπότσαρης φρούραρχος του Ναυπλίου, ο Ζυμβρακάκης φρούραρχος του Παλαμηδίου. Ο Κορωναίος μάλιστα πρότεινε να εκστρατεύσουν εναντίον της Αθήνας, πρόταση που αποκρούστηκε μεταξύ άλλων με το σκεπτικό ότι θα ξεσπούσε και εκεί επανάσταση. Κρίνοντας εκ των υστέρων την πρόταση του Κορωναίου, μπορούμε να υποθέσουμε βάσιμα ότι η επανάσταση θα είχε πάρει πιθανότατα διαφορετική τροπή από αυτή που κατέληξε να πάρει…
Οι εξελίξεις στο Ναύπλιο είχαν ως αποτέλεσμα να προβληματίσουν έντονα την κυβέρνηση και να τρομάξουν τον βασιλιά. Έπειτα από αστραπιαίες κινήσεις αποφάσισαν να αντιδράσουν στην εξέγερση φοβούμενοι τυχόν ενδυνάμωση και εξάπλωσή της.
Η αντίστροφη μέτρηση για τον Όθωνα
Παρά την καταστολή των επαναστάσεων από τα κυβερνητικά στρατεύματα, ο Όθωνας φαίνεται να είχε αντιληφθεί ότι έπρεπε να προβεί σε ορισμένες παραχωρήσεις. Ωστόσο, το γενικευμένο αντιδυναστικό πνεύμα είχε πάρει τεράστιες διαστάσεις. Στην Αθήνα, που είχε απογυμνωθεί από μεγάλο μέρος της στρατιωτικής της δύναμης λόγω της επανάστασης του Γρίβα, ξέσπασαν το βράδυ της 10ης Οκτωβρίου ταραχές και το παλάτι καταλήφθηκε από στρατιωτικούς. Στις 11 Οκτωβρίου, η πρωτεύουσα βρισκόταν υπό τον έλεγχο της στρατιωτικής κυβέρνησης του Βούλγαρη, ο οποίος είχε αναλάβει τα ηνία του αντιδυναστικού αγώνα, και κήρυξε την κατάργηση της βασιλείας του Όθωνα και τη σύσταση προσωρινής κυβέρνησης υπό τους Βούλγαρη, Κανάρη και Ρούφο, μέχρι να συγκληθεί η Εθνοσυνέλευση.
Το ψήφισμα του Έθνους
Την νύχτα της 10ης προς 11η Οκτωβρίου 1862, εκδόθηκε το περίφημο ψήφισμα του Έθνους:
«Τα δεινά της Πατρίδος έπαυσαν. Άπασαι αι επαρχίαι και η πρωτεύουσα συνενωθείσαι μετά του στρατού έθεσαν τέρμα εις αυτά. Ως κοινή δε έκφρασις του Ελληνικού Έθνους ολοκλήρου κηρύττεται και ψηφίζεται:
Η βασιλεία του Όθωνος καταργείται. Προσωρινή κυβέρνησις συνιστάται όπως κυβερνήση το κράτος μέχρι συγκαλέσεως της Εθνικής συνελεύσεως, συγκειμένη εκ των εξής πολιτών: Δημητρίου Βούλγαρη Προέδρου, Κωνσταντίνου Κανάρη, Βενιζέλου Ρούφου. Εθνική Συντακτική Συνέλευσις καλείται αμέσως προς σύνταξιν της Πολιτείας και εκλογήν ηγεμόνος.
Ζήτω το Έθνος! Ζήτω η Πατρίς! Εγένετο εις Αθήνας εν έτει σωτηρίω 1862 και μηνί Οκτωβρίω τη δεκάτη αυτού.»
Ο όρος «Επανάσταση»
Μολονότι εκδηλώνεται το 1915, ο Εθνικός Διχασμός κυοφορείται ουσιαστικά ήδη από το 1909, από το Κίνημα του Στρατιωτικού Συνδέσμου στο Γουδί. Πρόκειται για την πρώτη αμιγώς στρατιωτική συνωμοσία από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους. «Η ονομασία “επανάσταση” που υιοθέτησαν όχι μόνο οι κινηματίες αλλά και γενικότερα οι σύγχρονοι, προκαλεί ακόμα και σήμερα αμφισβητήσεις, που όμως στηρίζονται σε μια παρανόηση. Επανάσταση ασφαλώς δεν υπήρξε το ίδιο το στρατιωτικό κίνημα. Επανάσταση όμως μπορεί να θεωρηθεί το σύνολο των εξελίξεων που προκάλεσε αυτό το κίνημα – ως καταλύτης, με όλη τη σημασία του όρου.
Στην αναζήτηση ενός ανώτερου αξιωματικού που θα αναλάμβανε την ηγεσία του συνδέσμου, η λύση βρέθηκε στο πρόσωπο του Συνταγματάρχη Ν. Ζορμπά. Παρά το γεγονός ότι η ύπαρξη του συνδέσμου έγινε γνωστή από τα τέλη του Ιουνίου του 1909, όταν το πρωί της 15ης Αυγούστου εκδηλώθηκε το κίνημα, τόσο οι Αθηναίοι όσο και τα ίδια τα Ανάκτορα όπως επίσης και η πολιτική ηγεσία της χώρας δεν έκρυβαν την έκπληξη τους. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει ότι οι στρατιωτικοί θα προχωρούσαν σε μια τόσο τολμηρή ενέργεια. Το πρώτο πράγμα που προβλημάτισε τους πάντες ήταν το ζήτημα της ταυτότητας του Στρατιωτικού Συνδέσμου και οι πραγματικές του βλέψεις. Οι περισσότεροι έμοιαζαν να περιμένουν την έκβαση των εξελίξεων της αναμέτρησης των κινηματιών με την πολιτική εξουσία προκειμένου να σχηματίσουν άποψη. Για την συγκεκριμένη 15η Αυγούστου γράφει ο συνταγματάρχης Ζορμπάς: « Το κίνημα του στρατού δεν κατέληξε την 15η Αυγούστου εις λαϊκήν επανάστασιν, αλλά παρέμεινε κατά την ημέρα εκείνην ως ένοπλος στρατιωτική στάσις της φρουράς των Αθηνών, διότι ο λαός δεν ανεμίχθη εις το κίνημα, ουδέ εξεδήλωσε τι υπέρ τούτου, αλλά έμεινεν αδρανών και αμφιβάλλων περί του πρακτέου»…
Το χρονικό των γεγονότων
Όταν έγινε γνωστή η ύπαρξη του Στρατιωτικού Συνδέσμου τον Ιούνιο του 1909, η κυβέρνηση του Δ. Ράλλη αντέδρασε με ένα κύμα μεταθέσεων, καθώς και την παραπομπή 12 αξιωματικών σε ανακριτικό συμβούλιο προς απόταξη. Στην συνέχεια, η εφημερίδα Χρόνος που απηχούσε τις θέσεις του Συνδέσμου, επιτέθηκε κατά «της βουλευτικής φεουδαρχίας των κομματικών συμμοριών και των Αυλών», ζητώντας μεταρρυθμίσεις και απομάκρυνση του Διαδόχου Κωνσταντίνου, καθώς και των πριγκίπων από το στράτευμα. Και σε αυτή την περίπτωση, η κυβέρνηση του Ράλλη απάντησε προχωρώντας σε συλλήψεις.
Από την έλευση του Βασιλιά Γεωργίου Α΄ το 1863 μέχρι το 1909, για 46 χρόνια, δεν υπήρξε καμία ανάμιξη του στρατού στη πολιτική.
Οι όροι
Πριν από όλα, ο Σύνδεσμος απαιτεί την αμνήστευση και επαναφορά στο στρατό όσων αξιωματικών και υπαξιωματικών είχαν υποστηρίξει το Κίνημα και διώχθηκαν. Ταυτόχρονα όμως, ζητά και την απομάκρυνση από το στράτευμα εκείνων που είχαν εκδηλωθεί εναντίον του Κινήματος. Στους όρους φυσικά περιλαμβάνεται και η αποδοχή και υλοποίηση του περίφημου «Προγράμματος» του Συνδέσμου. Αυτό αφορούσε στην αναδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας. Το πιο σαφές αίτημα ήταν η απομάκρυνση του διαδόχου Κωνσταντίνου από το στράτευμα καθώς και όλων των βασιλοπαίδων. Στόχος ήταν να σταματήσει το καταστροφικό καθεστώς της ευνοιοκρατίας σε βάρος των αξιωματικών. Πέραν των στρατιωτικών μεταβολών, οι όροι του Συνδέσμου περιελάμβαναν μια σειρά γενικών και αόριστων στόχων που, παρά ταύτα, έγιναν ο καταλύτης μιας έκρηξης λαϊκών αιτημάτων με κοινό παρονομαστή την αόριστη - επίσης - αλλά επιτακτική απαίτηση «Ανόρθωσης» του κράτους.
Ο «από μηχανής θεός»
Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, πριν από όλα, είχε αποκλείσει την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας. Επεδίωξε να υλοποιήσει το πρόγραμμά του μέσω της κυβέρνησης Μαυρομιχάλη και της βουλής που είχε εκλεγεί το 1906. Υπό την πίεση του Στρατιωτικού Συνδέσμου, η Βουλή ψήφισε 169 νομοσχέδια, ένα πρωτοφανή αριθμό, τα οποία υπηρετούσαν την πολυπόθητη «Ανόρθωση». Παρ’ όλα αυτά, ήταν πλέον εμφανές σε όλους ότι η διέξοδος από το πολιτικό αδιέξοδο ήταν υπόθεση μιας συγκροτημένης ηγετικής φυσιογνωμίας που τότε η χώρα ευτύχησε να βρει στο πρόσωπο του Ελευθερίου Βενιζέλου ο οποίος κατέπλευσε από την Κρήτη και αποβιβάστηκε στην Αθηνά την 28 Δεκεμβρίου 1909, μετά από σχετική πρόσκληση του Στρατιωτικού Συνδέσμου.
http://ekyklos.gr/
Κίνημα πρώτο: Η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843
Όταν ο Όθωνας είχε πλέον καταφέρει να θεμελιώσει την
προσωπική του απολυταρχία και να διατηρήσει στις θέσεις τους όσους
Βαυαρούς απέμειναν στην Ελλάδα, βρέθηκε μπροστά στη λαϊκή δυσαρέσκεια
που ολοένα και αυξανόταν. Αδυνατώντας να εξασφαλίσει την απαραίτητη
λαϊκή γαλήνη, ο Όθωνας δεν μπορούσε να διασφαλίσει και την σταθερότητα
του καθεστώτος του. Ήδη το «επεισόδιο» με τον Μαυροκορδάτο που τον κάλεσε ο Όθωνας ενόσω ήταν πρεσβευτής στο Λονδίνο να σχηματίσει κυβέρνηση, είχε δημιουργήσει το πρώτο ρήγμα στην εμπιστοσύνη του λαού προς τον μονάρχη. Ο Μαυροκορδάτος, προκειμένου να δεχτεί, έθεσε όρους για ριζικές καθεστωτικές, οικονομικές και διοικητικές μεταρρυθμίσεις και απαίτησε την απομάκρυνση των Βαυαρών. Ενώ οι προτάσεις του έγιναν αρχικά δεκτές, όταν ήρθε η ώρα να υποβάλλει την έκθεση για τις μεταρρυθμίσεις του, αυτές απορρίφθηκαν σιωπηρά, με αποτέλεσμα ο Μαυροκορδάτος να παραιτηθεί αμέσως. Η παραίτησή του είχε τεράστια απήχηση στο λαό που είχε πιστέψει στο μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα αλλά και εκτίμησε την απόφαση της παραιτήσεώς του από το αξίωμά του.
Κίνημα πρώτο: Η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843Ένα ακόμα ευδιάκριτο σημάδι της δυσφορίας που προκαλούσε η απολυταρχία του Όθωνα, ήταν η άρνηση του Συμβουλίου της Επικρατείας να αποδεχτεί το κυβερνητικό αίτημα να μη συγκληθούν για τη χρονιά του 1841 τα επαρχιακά συμβούλια. Η δυσαρέσκεια που επικρατούσε ανάμεσα σε διάφορες ομάδες της ελληνικής κοινωνίας συνεχίστηκε και την επόμενη χρονιά. Η παρουσία των ξένων και οι απροκάλυπτες επεμβάσεις τους στα εσωτερικά του ελληνικού κράτους είχαν αρχίσει να προκαλούν το λαϊκό αίσθημα. Αυτό είχε σαν συνέπεια την πλειοδοσία των πολιτικών δυνάμεων της εποχής στην ξενοφοβία. Όλοι τότε στράφηκαν κατά της Βαυαροκρατίας, των ξένων ιεραποστολών, των Μεγάλων Δυνάμεων, ακόμα και του ίδιου του βασιλιά αφού τον θεωρούσαν πλέον κι αυτόν, ξένο. Ακόμα και η συντηρητική εφημερίδα «Αιών» πήρε ανοιχτά θέση υπέρ του συντάγματος, όχι βέβαια για τους ιδεολογικούς λόγους που το υπερασπιζόταν σταθερά η εφημερίδα «Αθηνά».
Ο ρόλος του τύπου
Στον «Αιώνα» πίστευαν ολοένα και περισσότερο ότι μόνο το συνταγματικό σύστημα θα μπορούσε να εγγυηθεί την προστασία της ορθοδοξίας, να δώσει στους Έλληνες τον έλεγχο των υποθέσεών τους και την δυνατότητα να απαλλαγούν από την ξένη επέμβαση. Την ίδια εποχή, μεγάλη ήταν η ανησυχία για την τύχη της Εθνικής Τράπεζας που ιδρύθηκε από το κράτος το 1841 με ιδιωτικά κεφάλαια. Ο φόβος ήταν το ενδεχόμενο επέμβασης και ο οικονομικός έλεγχος από τους ξένους τραπεζίτες. Τότε ήταν που για πρώτη φορά έγιναν σοβαρές προσπάθειες συνεργασίας μεταξύ του αγγλικού και ρωσικού κόμματος την οποία ευνοούσε και η προσέγγιση των κυβερνήσεων Αγγλίας και Ρωσίας.
Η στρατηγική του αντιπολιτευόμενου τον Όθωνα τύπου επεδίωκε να συνδέσει τη βασιλική πολιτική με την ξένη παρεμβατικότητα στοχεύοντας έτσι να προσελκύσει την προσοχή του μεγάλου κοινού και να οδηγήσουν το γαλλικό κόμμα στην αντιπολίτευση. Πράγματι, το γαλλικό κόμμα διασπάστηκε τελικά και ένα μέρος του συντάχθηκε με το αγγλικό και ρωσικό προκειμένου να πετύχουν από κοινού τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Έτσι, το φθινόπωρο του 1842 άρχισε να οργανώνεται μια συνωμοσία με τη συμμετοχή των τριών μεγάλων κομμάτων. Οι κοινοί στόχοι των αρχηγών της συνωμοσίας απέβλεπαν στην αποπομπή των Βαυαρών και στην παραχώρηση συντάγματος. Ταυτόχρονα, παραμερίστηκαν προσώρας οι ιδιαίτερες επιδιώξεις και στόχοι που χαρακτήριζαν την πολιτική των τριών κομμάτων: η εγκαθίδρυση ορθόδοξης μοναρχίας για το ρωσικό και συνταγματικής μοναρχίας για το γαλλικό και αγγλικό.
Οικονομική κρίση
Τον Ιανουάριο του 1843, η χώρα δηλώνει στις προστάτιδες Δυνάμεις ότι δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την καταβολή των τοκοχρεολυσίων του δανείου για το εξάμηνο που έληγε την 1η Μαρτίου. Όσες φορές χρειάστηκε να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση, ο Όθων κατέφευγε πάντα στις Δυνάμεις και δη σ’ εκείνην της οποίας το κόμμα βρισκόταν στην αρχή. Τώρα ήταν η σειρά της Γαλλίας να βοηθήσει. Εκείνη, όχι μόνο δεν συναίνεσε αλλά απαίτησε από τις άλλες Δυνάμεις να εμποδίσουν τη σύναψη καινούριου δανείου με την Ελλάδα. Ήταν πλέον φανερό ότι η πολιτική του Όθωνα τον είχε αποξενώσει και από τις τρεις Δυνάμεις με αποτέλεσμα όχι μόνο αυτές αλλά και τα ελληνικά κόμματα που τις εκπροσωπούσαν να ενωθούν εναντίον του. Μπροστά στην άμεση απειλή ξένης επεμβάσεως, η κυβέρνηση μείωσε δραστικά τις τακτικές της δαπάνες προχωρώντας σε περικοπές μισθών, κατάργηση θέσεων και διακοπή έργων. Έφτασε στο σημείο να κλείσει τις ελληνικές διπλωματικές αποστολές - ακόμα και στο Παρίσι και το Λονδίνο.
Από τότε η πλατεία των Ανακτόρων μετονομάστηκε σε Πλατεία Συντάγματος.Λόγω της αδυναμίας της χώρας να πληρώσει τις υποχρεώσεις της, της επιβλήθηκαν από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις τρεις πρεσβευτές οι οποίοι θα επέβλεπαν όλες τις προβλεπόμενες πράξεις για την απόσβεση του δανείου και ένας εκπρόσωπος του Οίκου Ρότσιλντ εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για να παρακολουθεί την μεταφορά των σχετικών ποσών από το ελληνικό ταμείο στους ξένους πιστωτές. Οι Δυνάμεις, όχι μόνο κατέλυσαν την οικονομική αυτονομία της χώρας αλλά και απαίτησαν την μείωση των δαπανών για το ποσό που αναλογούσε στα 3,5 εκατομμύρια φράγκα του δανείου. Όλοι τότε παρακίνησαν τον Όθωνα να προχωρήσει στην παραχώρηση συντάγματος. Ως τότε, η κοινή γνώμη θεωρούσε το στέμμα ως εγγύηση για την ξένη βοήθεια. Τώρα έβλεπε ότι αποτελούσε τροχοπέδη και ότι η πολιτική τού βασιλιά εξελίχθηκε σε εθνικό βάρος επειδή με τις πράξεις του συνένωσε τις Δυνάμεις εναντίον της Ελλάδας και στάθηκε ανίκανος να αποτρέψει την εθνική ταπείνωση. Παρά την επιβολή αυστηρότατου εξωτερικού ελέγχου, η κοινή γνώμη πίστευε ότι ίσως η Ευρώπη θα έδινε ακόμη μια δυνατότητα στην Ελλάδα εφόσον θα είχε εγκατασταθεί στη χώρα μια συνταγματική κυβέρνηση. Το Σεπτέμβριο του 1843, το σύνταγμα φαινόταν για τους Έλληνες η μόνη διέξοδος από το οικονομικό και διοικητικό χάος που επικρατούσε.
Η γέννηση του κινήματος
Από το 1840, ο Μακρυγιάννης ίδρυσε μια -κατά τον Όθωνα- παράνομη οργάνωση, με σκοπό την επιβολή συντάγματος. Στην οργάνωση σύντομα μυήθηκαν οπλαρχηγοί και αγωνιστές του '21, οι οποίοι είχαν παραγκωνισθεί από τους Βαυαρούς. Στη συνέχεια ο Μακρυγιάννης έστρεψε την προσοχή του στους πολιτικούς και κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια, έτσι ώστε να μυήσει έμπιστα άτομα. Για να επιτύχει όμως το κίνημα χρειαζόταν και η συνεργασία του στρατού. Για τον λόγο αυτό απευθύνθηκαν στον συνταγματάρχη Δημήτριο Καλλέργη. Για να επιτύχουν τους σκοπούς τους φρόντισαν να τον διορίσουν στρατιωτικό διοικητή της Αθήνας. Ο Καλλέργης κατάφερε να φέρει σε επαφή τους κινηματίες και με άλλους στρατιωτικούς.
Η 3η Σεπτεμβρίου
Η άφιξη του στρατού υπό την ηγεσία του Καλλέργη στα Ανάκτορα έγινε δεκτή με ζητωκραυγές και συνθήματα. Στρατός και λαός απαιτούσαν από τον Όθωνα Σύνταγμα «εδώ και τώρα»!
Στις 3 τα ξημερώματα προσήλθαν οι πολιτικοί και τα μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας, για να επικυρώσουν τις επαναστατικές πράξεις. Την επόμενη λαός και στρατός διαλύθηκαν στις 3 το μεσημέρι, αφού πληροφορήθηκαν ότι όλα τα αιτήματα έγιναν αποδεκτά. Τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο έγιναν οι εκλογές του 1843 και οι εκλεγμένοι πληρεξούσιοι συγκρότησαν την συνταγματική Εθνική Συνέλευση που είχαν απαιτήσει όσοι έλαβαν μέρος στην επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου και συνέταξαν Σύνταγμα, το οποίο υπέγραψε ο Όθωνας. Από τότε η πλατεία των Ανακτόρων μετονομάστηκε σε Πλατεία Συντάγματος.
Κίνημα δεύτερο: Η Ναυπλιακή Επανάσταση
Ήδη από το 1861 η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα
ήταν έκρυθμη και το αντιδυναστικό κλίμα όλο και εντείνονταν τόσο µέσα
από την αντιπολιτευτική πολιτική του Τύπου όσο και από τις διάφορες
αντικαθεστωτικές συνωμοσίες. Η εκρηκτική ατµόσφαιρα εναντίον της
Δυναστείας εκτεινόταν σε ολόκληρη την Ελλάδα και ο εορτασµός µάλιστα
της 25ης Μαρτίου στάθηκε αφορµή να γίνει ολοφάνερη η αντίδραση του λαού
εναντίον του καθεστώτος.Κίνημα δεύτερο: Η Ναυπλιακή ΕπανάστασηΣε πολλές πόλεις της επικράτειας, όπως στο Άργος, την Πάτρα, το Ναύπλιο, οργανώθηκαν αντικαθεστωτικά συµπόσια και εκφωνήθηκαν επαναστατικοί λόγοι. Στη δε Αθήνα η ατµόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη αρκετούς µήνες εξ αιτίας του βίαιου και ανελεύθερου τρόπου που είχαν γίνει οι εκλογές.
Μέσα σε αυτή την έκρυθμη κατάσταση κυκλοφορούσαν φήμες για ανάθεση σχηµατισµού κυβέρνησης στον λαοφιλή ναύαρχο Κανάρη, προκειμένου να κατευναστούν τα οξυµμένα πνεύματα.
Έτσι, στις 10 Ιανουαρίου του 1862, ο Κανάρης πέρασε την πύλη των ανακτόρων και συζήτησε µε τον Όθωνα. Οι επαφές αυτές ναυάγησαν με αποτέλεσμα να δυσαρεστηθεί ιδιαίτερα ο λαός που είχε εναποθέσει πολλές ελπίδες στον σχηµατισµό κυβέρνησης από τον Κανάρη.
Η αντίδραση στο Ναύπλιο
Η ατµόσφαιρα ήταν ιδιαίτερα φορτισµένη µετά τη µαταίωση της κυβέρνησης Κανάρη - όχι µόνο στην Αθήνα, αλλά και σ’ άλλες πόλεις,. Είναι χαρακτηριστικό το σχετικό υπόµνηµα του υπουργού Εσωτερικών Χ. Χριστόπουλου προς την Αυτού Μεγαλειότητα τον βασιλέα προκειµένου να τον ενηµερώσει για την κατάσταση που διαµορφωνόταν σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας όπως η Τρίπολη, το Αργος κ.ά.
Ωστόσο η µεγαλύτερη αντίδραση εναντίον του καθεστώτος ήταν αυτή που σηµειώθηκε στο Ναύπλιο. Μια αιτία ήταν ότι στο Ναύπλιο είχαν ήδη από το 1861 φυλακιστεί και εκτοπιστεί πολλοί αξιωµατικοί ως αντιδυναστικοί. Στην πόλη τα πνεύµατα ήταν ιδιαίτερα οξυµµένα και από µήνες οι αντιδράσεις ήταν τόσο έντονες που έφτασαν στο σηµείο να κυκλοφορήσουν προκηρύξεις οι οποίες εξέφραζαν τη λύπη τους για την αποτυχία της απόπειρας εναντίον της ζωής της βασίλισσας. «Άθλιοι µάλλον κλαύσατε παρά να πανηγυρίζετε διά την αποτυχίαν».
Ήδη από τον Ιανουάριο του 1862, προστέθηκε στους αντιπολιτευόµενους αξιωµατικούς και ο υπολοχαγός Δηµήτρης Θ. Γρίβας, που είχε συλληφθεί στην Αθήνα και στάλθηκε στο Ναύπλιο προκειµένου να φυλακιστεί στο Παλαµήδι. Εκεί, ο Γρίβας, προσποιούµενος τον άρρωστο, ήρθε σε επαφή µε διάφορους αντικαθεστωτικούς: τον υπίλαρχο Τριτάκη, τον υπολοχαγό Κατσικογιάννη και τον αντισυνταγµατάρχη Μίχα. Δίπλα στους στρατιωτικούς συντάχτηκαν και διάφοροι επιφανείς πολίτες, όπως ο υποπρόξενος του Βελγίου Σ. Ζαβιτσιάνος, ο δήµαρχος Πολυχρόνης Ζαφειρόπουλος, ο εφέτης Γ. Πετµεζάς, ο πρωτοδίκης Π. Μαυροµιχάλης, πολλοί δικηγόροι και µεταξύ αυτών µια γυναίκα, η Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου, το σπίτι της οποίας υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα αντιδυναστικά κέντρα. Η δυναμική αυτή γυναίκα ήταν «προσόμοιος των γυναικών των πολιτευθεισών κατά την Γαλλικήν Επανάστασιν, μετέδιδε διά της φλεγούσης ευγλωττίας της τας ανατρεπτικάς αυτής ιδέας, παρέσυρε πάντας εις την στάσιν, προέτρεπε και ενεθάρρυνε την νεολαίαν… και εγένετο μια των κυριοτέρων αφορμών της επισπεύσεως της στάσεως»…
Ζήτω το Έθνος! Ζήτω η Πατρίς!Η επανάσταση
Ως μέρα της επαναστάσεως εναντίον του δυναστικού καθεστώτος του Όθωνα ορίστηκε η 3η Φεβρουαρίου 1862. Ωστόσο, εξαιτίας του εντοπισμού κάποιων επιστολών του Ζαβιτσιάνου και του Μίχου σε φιλικά τους πρόσωπα στην Αθήνα, επισπεύστηκαν οι ενέργειες και η επανάσταση εκδηλώθηκε τη νύχτα της 31ης Ιανουαρίου ξημερώματα 1ης Φεβρουαρίου. Ο Ζαβιτσιάνος με δέκα άντρες συνέλαβε αμέσως τον νομάρχη. Στο μεταξύ, ο λαός τάχτηκε πρόθυμα με το μέρος των εξεγερθέντων. Αμέσως οι στρατιωτικοί της Ακροναυπλίας δέχτηκαν με ζητωκραυγές την είδηση της εξέγερσης και έφτασαν στην πόλη τη στιγμή που ήδη είχαν καταληφθεί όλα τα δημόσια κτίρια και φρουρούνταν από τους επαναστάτες. Λίγο αργότερα καταλήφθηκε το Παλαμήδι. Συστήθηκε προσωρινή κυβερνητική επιτροπή, η οποία εξέδωσε προκήρυξη προς τον λαό με τα βασικά αιτήματα της επανάστασης. «1ον Κατάπτωσις του συστήματος, πιστώς υπηρετουμένου υπό της μέχρι τούδε κυβερνήσεως και αναγόρευσις νέου εγγυωμένου τας ελευθερίας του λαού... 2ον Διάλυσις της διά βιαίων μέσων συσταθείσης και μέχρι τούδε υπαρχούσης Βουλής και 3ον Συγκρότησης Εθνοσυνελεύσεως...».
Η επαναστατική προσωρινή κυβέρνηση έστειλε έγγραφο προς τις Μεγάλες Δυνάμεις εξηγώντας τους λόγους της εξέγερσης. Ως στρατιωτικός αρχηγός της επανάστασης ορίστηκε ο αντισυνταγματάρχης Αρτέμης Μίχος. Ο φυλακισμένος στην Ακροναυπλία αντισυνταγματάρχης Πάνος Κορωναίος διορίστηκε αρχηγός των γενικών επιτελών, ο Μπότσαρης φρούραρχος του Ναυπλίου, ο Ζυμβρακάκης φρούραρχος του Παλαμηδίου. Ο Κορωναίος μάλιστα πρότεινε να εκστρατεύσουν εναντίον της Αθήνας, πρόταση που αποκρούστηκε μεταξύ άλλων με το σκεπτικό ότι θα ξεσπούσε και εκεί επανάσταση. Κρίνοντας εκ των υστέρων την πρόταση του Κορωναίου, μπορούμε να υποθέσουμε βάσιμα ότι η επανάσταση θα είχε πάρει πιθανότατα διαφορετική τροπή από αυτή που κατέληξε να πάρει…
Οι εξελίξεις στο Ναύπλιο είχαν ως αποτέλεσμα να προβληματίσουν έντονα την κυβέρνηση και να τρομάξουν τον βασιλιά. Έπειτα από αστραπιαίες κινήσεις αποφάσισαν να αντιδράσουν στην εξέγερση φοβούμενοι τυχόν ενδυνάμωση και εξάπλωσή της.
Η αντίστροφη μέτρηση για τον Όθωνα
Παρά την καταστολή των επαναστάσεων από τα κυβερνητικά στρατεύματα, ο Όθωνας φαίνεται να είχε αντιληφθεί ότι έπρεπε να προβεί σε ορισμένες παραχωρήσεις. Ωστόσο, το γενικευμένο αντιδυναστικό πνεύμα είχε πάρει τεράστιες διαστάσεις. Στην Αθήνα, που είχε απογυμνωθεί από μεγάλο μέρος της στρατιωτικής της δύναμης λόγω της επανάστασης του Γρίβα, ξέσπασαν το βράδυ της 10ης Οκτωβρίου ταραχές και το παλάτι καταλήφθηκε από στρατιωτικούς. Στις 11 Οκτωβρίου, η πρωτεύουσα βρισκόταν υπό τον έλεγχο της στρατιωτικής κυβέρνησης του Βούλγαρη, ο οποίος είχε αναλάβει τα ηνία του αντιδυναστικού αγώνα, και κήρυξε την κατάργηση της βασιλείας του Όθωνα και τη σύσταση προσωρινής κυβέρνησης υπό τους Βούλγαρη, Κανάρη και Ρούφο, μέχρι να συγκληθεί η Εθνοσυνέλευση.
Το ψήφισμα του Έθνους
Την νύχτα της 10ης προς 11η Οκτωβρίου 1862, εκδόθηκε το περίφημο ψήφισμα του Έθνους:
«Τα δεινά της Πατρίδος έπαυσαν. Άπασαι αι επαρχίαι και η πρωτεύουσα συνενωθείσαι μετά του στρατού έθεσαν τέρμα εις αυτά. Ως κοινή δε έκφρασις του Ελληνικού Έθνους ολοκλήρου κηρύττεται και ψηφίζεται:
Η βασιλεία του Όθωνος καταργείται. Προσωρινή κυβέρνησις συνιστάται όπως κυβερνήση το κράτος μέχρι συγκαλέσεως της Εθνικής συνελεύσεως, συγκειμένη εκ των εξής πολιτών: Δημητρίου Βούλγαρη Προέδρου, Κωνσταντίνου Κανάρη, Βενιζέλου Ρούφου. Εθνική Συντακτική Συνέλευσις καλείται αμέσως προς σύνταξιν της Πολιτείας και εκλογήν ηγεμόνος.
Ζήτω το Έθνος! Ζήτω η Πατρίς! Εγένετο εις Αθήνας εν έτει σωτηρίω 1862 και μηνί Οκτωβρίω τη δεκάτη αυτού.»
Κίνημα τρίτο: Το στρατιωτικό κίνημα του 1909
Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, με
αποκορύφωμα την εξευτελιστική ήττα του 1897 και τις οδυνηρές της
συνέπειες, στις τάξεις του στρατού εκδηλώνονταν έντονοι προβληματισμοί
σχετικά με το αξιόμαχο των ενόπλων δυνάμεων. Οι ίδιοι γνώριζαν καλά τα
κενά και τις σχετικές αδυναμίες που επηρέαζαν την απόδοση του
στρατεύματος. Υπό το βάρος των πολιτικών εξελίξεων και των σοβαρών
συντεχνιακών ζητημάτων, το μεγαλύτερο μέρος των αποφοίτων της Σχολής
Ευελπίδων σχημάτισε αρχικά τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο τον οποίο αγκάλιασε
τελικά η συντριπτική πλειονότητα του στρατεύματος.Κίνημα τρίτο: Το στρατιωτικό κίνημα του 1909Οι απόφοιτοι Ευέλπιδες αντιπροσώπευαν αποτελεσματικότερα από τον κάθε ένα τα αιτήματα του συνόλου των αξιωματικών. Οι ίδιοι είχαν υψηλές επαγγελματικές προσδοκίες, δίχως να επιδιώκουν την ανατροπή του συστήματος. Βασικό τους μέλημα ήταν η προστασία όχι μόνο των κοινωνικών αλλά και πολιτικών θεσμών και στόχος τους, πέρα από τις επαγγελματικές τους βλέψεις, ήταν η πολεμική ετοιμότητα της χώρας, ζήτημα που εκείνη την περίοδο έβρισκε ιδιαιτέρα πρόσφορο έδαφος στην κοινή γνώμη.
Ο όρος «Επανάσταση»
Μολονότι εκδηλώνεται το 1915, ο Εθνικός Διχασμός κυοφορείται ουσιαστικά ήδη από το 1909, από το Κίνημα του Στρατιωτικού Συνδέσμου στο Γουδί. Πρόκειται για την πρώτη αμιγώς στρατιωτική συνωμοσία από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους. «Η ονομασία “επανάσταση” που υιοθέτησαν όχι μόνο οι κινηματίες αλλά και γενικότερα οι σύγχρονοι, προκαλεί ακόμα και σήμερα αμφισβητήσεις, που όμως στηρίζονται σε μια παρανόηση. Επανάσταση ασφαλώς δεν υπήρξε το ίδιο το στρατιωτικό κίνημα. Επανάσταση όμως μπορεί να θεωρηθεί το σύνολο των εξελίξεων που προκάλεσε αυτό το κίνημα – ως καταλύτης, με όλη τη σημασία του όρου.
Στην αναζήτηση ενός ανώτερου αξιωματικού που θα αναλάμβανε την ηγεσία του συνδέσμου, η λύση βρέθηκε στο πρόσωπο του Συνταγματάρχη Ν. Ζορμπά. Παρά το γεγονός ότι η ύπαρξη του συνδέσμου έγινε γνωστή από τα τέλη του Ιουνίου του 1909, όταν το πρωί της 15ης Αυγούστου εκδηλώθηκε το κίνημα, τόσο οι Αθηναίοι όσο και τα ίδια τα Ανάκτορα όπως επίσης και η πολιτική ηγεσία της χώρας δεν έκρυβαν την έκπληξη τους. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει ότι οι στρατιωτικοί θα προχωρούσαν σε μια τόσο τολμηρή ενέργεια. Το πρώτο πράγμα που προβλημάτισε τους πάντες ήταν το ζήτημα της ταυτότητας του Στρατιωτικού Συνδέσμου και οι πραγματικές του βλέψεις. Οι περισσότεροι έμοιαζαν να περιμένουν την έκβαση των εξελίξεων της αναμέτρησης των κινηματιών με την πολιτική εξουσία προκειμένου να σχηματίσουν άποψη. Για την συγκεκριμένη 15η Αυγούστου γράφει ο συνταγματάρχης Ζορμπάς: « Το κίνημα του στρατού δεν κατέληξε την 15η Αυγούστου εις λαϊκήν επανάστασιν, αλλά παρέμεινε κατά την ημέρα εκείνην ως ένοπλος στρατιωτική στάσις της φρουράς των Αθηνών, διότι ο λαός δεν ανεμίχθη εις το κίνημα, ουδέ εξεδήλωσε τι υπέρ τούτου, αλλά έμεινεν αδρανών και αμφιβάλλων περί του πρακτέου»…
Το χρονικό των γεγονότων
Όταν έγινε γνωστή η ύπαρξη του Στρατιωτικού Συνδέσμου τον Ιούνιο του 1909, η κυβέρνηση του Δ. Ράλλη αντέδρασε με ένα κύμα μεταθέσεων, καθώς και την παραπομπή 12 αξιωματικών σε ανακριτικό συμβούλιο προς απόταξη. Στην συνέχεια, η εφημερίδα Χρόνος που απηχούσε τις θέσεις του Συνδέσμου, επιτέθηκε κατά «της βουλευτικής φεουδαρχίας των κομματικών συμμοριών και των Αυλών», ζητώντας μεταρρυθμίσεις και απομάκρυνση του Διαδόχου Κωνσταντίνου, καθώς και των πριγκίπων από το στράτευμα. Και σε αυτή την περίπτωση, η κυβέρνηση του Ράλλη απάντησε προχωρώντας σε συλλήψεις.
Η διέξοδος από το πολιτικό αδιέξοδοΣτις 14 Αυγούστου, ο νεαρός τότε ανθυπολοχαγός Πάγκαλος απελευθερώνει τους κρατουμένους αξιωματικούς Σάρρο και Ταμπακόπουλο, πράγμα που εξοργίζει το Ράλλη ο οποίος διατάζει επιφυλακή και σειρά συλλήψεων. Οι εξελίξεις αυτές αναγκάζουν τον Σύνδεσμο να επέμβει. Έτσι, τη νύχτα προς τη 15η Αυγούστου, ο Σύνδεσμος προχωρά στο Κίνημα στο Γουδί το οποίο επικρατεί άμεσα μια και η κυβέρνηση δεν διέθετε τις ανάλογες δυνάμεις ώστε να επιβληθεί. Τα γεγονότα αυτά οδηγούν τον Ράλλη σε παραίτηση. Πρωθυπουργός αναλαμβάνει ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης που ήταν αρχηγός του τρίτου κατά σειρά κόμματος. Ο Μαυρομιχάλης αποδέχεται όλους τους όρους του Συνδέσμου. Οι κινηματίες επιστρέφουν στη θέση τους, παραμένοντας, ωστόσο, σε επιφυλακή. Επίσης, λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 14 Σεπτεμβρίου πραγματοποιείται ένα μεγαλειώδες συλλαλητήριο των συντεχνιών της Αθήνας και του Πειραιά. Ο λαός στην συντριπτική του πλειοψηφία στηρίζει το πρόγραμμα του Συνδέσμου. Οι εξελίξεις αυτές προκαλούν ανησυχία στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Τα πολιτικά κόμματα, τα Ανάκτορα και οι Μεγάλες Δυνάμεις παρακολουθούν τις εξελίξεις με τεράστιο ενδιαφέρον.
Από την έλευση του Βασιλιά Γεωργίου Α΄ το 1863 μέχρι το 1909, για 46 χρόνια, δεν υπήρξε καμία ανάμιξη του στρατού στη πολιτική.
Οι όροι
Πριν από όλα, ο Σύνδεσμος απαιτεί την αμνήστευση και επαναφορά στο στρατό όσων αξιωματικών και υπαξιωματικών είχαν υποστηρίξει το Κίνημα και διώχθηκαν. Ταυτόχρονα όμως, ζητά και την απομάκρυνση από το στράτευμα εκείνων που είχαν εκδηλωθεί εναντίον του Κινήματος. Στους όρους φυσικά περιλαμβάνεται και η αποδοχή και υλοποίηση του περίφημου «Προγράμματος» του Συνδέσμου. Αυτό αφορούσε στην αναδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας. Το πιο σαφές αίτημα ήταν η απομάκρυνση του διαδόχου Κωνσταντίνου από το στράτευμα καθώς και όλων των βασιλοπαίδων. Στόχος ήταν να σταματήσει το καταστροφικό καθεστώς της ευνοιοκρατίας σε βάρος των αξιωματικών. Πέραν των στρατιωτικών μεταβολών, οι όροι του Συνδέσμου περιελάμβαναν μια σειρά γενικών και αόριστων στόχων που, παρά ταύτα, έγιναν ο καταλύτης μιας έκρηξης λαϊκών αιτημάτων με κοινό παρονομαστή την αόριστη - επίσης - αλλά επιτακτική απαίτηση «Ανόρθωσης» του κράτους.
Ο «από μηχανής θεός»
Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, πριν από όλα, είχε αποκλείσει την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας. Επεδίωξε να υλοποιήσει το πρόγραμμά του μέσω της κυβέρνησης Μαυρομιχάλη και της βουλής που είχε εκλεγεί το 1906. Υπό την πίεση του Στρατιωτικού Συνδέσμου, η Βουλή ψήφισε 169 νομοσχέδια, ένα πρωτοφανή αριθμό, τα οποία υπηρετούσαν την πολυπόθητη «Ανόρθωση». Παρ’ όλα αυτά, ήταν πλέον εμφανές σε όλους ότι η διέξοδος από το πολιτικό αδιέξοδο ήταν υπόθεση μιας συγκροτημένης ηγετικής φυσιογνωμίας που τότε η χώρα ευτύχησε να βρει στο πρόσωπο του Ελευθερίου Βενιζέλου ο οποίος κατέπλευσε από την Κρήτη και αποβιβάστηκε στην Αθηνά την 28 Δεκεμβρίου 1909, μετά από σχετική πρόσκληση του Στρατιωτικού Συνδέσμου.
http://ekyklos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου