Της Ιωάννας Σωτήρχου
«Τα λάθη των πολιτών αντιμετωπίζονταν ως εγκλήματα και τα εγκλήματα των πολιτικών ως λάθη».
Οχι μόνο δεν φορολογούνται, κάνοντας την Εκκλησία να φαντάζει φτωχός συγγενής, αλλά τα χρηματοδοτούμε και αδρά, αφού τα τελευταία 17 χρόνια έχουν ούτε λίγο ούτε πολύ λάβει σχεδόν ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Για τα πολιτικά κόμματα ο λόγος, η συνολική δημόσια χρηματοδότηση των οποίων από τον κρατικό προϋπολογισμό ανέρχεται σε 982,07 εκατ. ευρώ την περίοδο 1997-2014. Μιλάμε για πολλά ισοδύναμα. Σαν να μην έφτανε όμως η οικονομική τους στήριξη, όλο τον καιρό που χαίρονται τα διάφορα «κρατικά
τους λάφυρα», φροντίζουν να παράσχουν στους εαυτούς τους απόλυτη ασυλία από κάθε είδους «παραστράτημα», αφού όχι μόνο δεν λογοδοτούν ποτέ για τα ποσά που παίρνουν, αλλά ακόμη κι όταν διαπιστωθούν αδικήματα στρίβουν διά της… ψηφοφορίας σχετικών απαλλαγών.
Πολύ απλά επειδή ο ελεγχόμενος είναι και ο ελεγκτής, δηλαδή η Βουλή: «Γιάννης πίνει, Γιάννης κερνάει» και η ατιμωρησία… κυβερνάει. Τακτική, που μόνο με τον βαρύ μαφιόζικο ορισμό «ομερτά» μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει.
Τα παραπάνω είναι μερικά μόνο από τα όσα αποκαλύπτει το άρθρο «Χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων και μεταβολές στον πολιτικό ανταγωνισμό» της μεταδιδακτορικής συνεργάτιδας στο Πανεπιστήμιο του Bournemouth Λαμπρινής Ρόρηστον συλλογικό τόμο «Το Πολιτικό Πορτραίτο της Ελλάδας», που εξέδωσε πρόσφατα το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών από τις εκδόσεις Gutenberg.
Επειτα από μια αναδρομή στους νόμους που διέπουν τη χρηματοδότηση των κομμάτων, που τα ίδια έχουν αποφασίσει, η πολιτική επιστήμων αναφέρεται σε άλλα λάφυρα από την κρατική μηχανή: καθορισμός βουλευτικής και υπουργικής μισθοδοσίας, ότι χρησιμοποιούν για ίδιον έργο προσωπικό της δημόσιας διοίκησης και αξιοποιούν κρατικές υποδομές κ.ά.
Και σχολιάζει:
Μέσω της νομής κρατικών πόρων τα κόμματα ενισχύουν τα πελατειακά τους δίκτυα και τις σχέσεις εγγύτητας με συγκεκριμένους κοινωνικούς δρώντες.
Ατιμωρησίας εγκώμιον
Οσο για το πώς εξασφαλίζουν το… ακαταδίωκτο για τις ατασθαλίες τους παρά τις εκάστοτε νομοθετικές προβλέψεις;
Οι σχετικές αναφορές της θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και «ατιμωρησίας το εγκώμιον».
Αλλοτε δεν διασφαλίστηκε κανένας έλεγχος στα οικονομικά τους, αφού ορίστηκε να τα ελέγχει διακομματική επιτροπή οπότε ο ελεγχόμενος ταυτιζόταν με τον ελεγκτή.
Σε άλλες περιπτώσεις, ακόμη κι όταν διαπιστώνονταν οι παραβάσεις δεν υπήρξαν κυρώσεις, αφού με ειδικά νομοθετικά μέτρα αμνηστεύθηκαν οι παραβάτες των εκλογών, ενώ δεν έλειψαν και φορές όπου η συναίνεση με την οποία περίπου καταργήθηκαν τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν στους παραβάτες ήταν… διακομματική.
Μάλιστα υπό την πίεση της δημοσιονομικής προσαρμογής και απουσίας κάθε ελέγχου, το 2014 ψηφίστηκε νέος νόμος με δραστικές μειώσεις της τάξης του 46% στην κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων και προβλέψεις για περισσότερη διαφάνεια και περιορισμό του τραπεζικού δανεισμού, καθώς απαγορεύτηκαν τα τραπεζικά δάνεια που χρησιμοποιούν ως εγγύηση την κρατική επιχορήγηση πέρα από το τρέχον έτος, πρακτική που χρησιμοποίησαν κυρίως Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, καταλήγοντας σε υπερδανεισμό, που το 2013 ανήλθε στο ποσό των 270 εκατομμυρίων ευρώ.
Τα θαλασσοδάνεια
Ωστόσο, «παρά τη σαφή προσπάθεια εξορθολογισμού δαπανών, ελέγχου εσόδων και περιορισμού του τραπεζικού δανεισμού, είναι αμφίβολη η δυνατότητα του κράτους να ελέγξει τις πηγές χρηματοδότησης, πολλώ δε μάλλον που ο τελευταίος νόμος αυξάνει τη σημασία της ιδιωτικής επιχορήγησης», παρατηρεί η Λαμπρινή Ρόρη, αναφερόμενη στα μεγάλα περιθώρια των κομμάτων να διαμορφώσουν το θεσμικό πλαίσιο υπέρ αυτών.
Αλλά ακόμη και να προσπεράσουν ή να τροποποιήσουν το θεσμικό πλαίσιο, όταν αντίκειται στα συμφέροντά τους, όπως είναι η έκτακτη νομοθέτηση υπέρ της αναδρομικής αμνήστευσης προστίμων, υπέρ της ρύθμισης παλαιών τραπεζικών δανείων, καθώς και της απαγόρευσης δίωξης στελεχών τραπεζών που χορήγησαν υπέρογκα δάνεια από κρατικές τράπεζες, αλλά και πολιτικών που ζήτησαν δάνεια, τα οποία έπαψαν να αποπληρώνουν: «δηλωτική της κατάχρησης της νομοθετικής εξουσίας από τα κόμματα προς όφελός τους», όπως εύστοχα επισημαίνει.
Να θυμίσουμε εδώ την πρόσφατη αμνήστευση των απλήρωτων θαλασσοδανείων του 2013 από την Αγροτική προς Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ που ανέδειξε επανειλημμένως με πρωτοσέλιδα η «Εφ.Συν.», όταν η σχετική υπόθεση μπήκε στο αρχείο.
Αυτό ας το εξηγήσουν οι μέχρι σήμερα κυβερνώντες σε όσων τα σπίτια απειλούνται με πλειστηριασμό.
Και κάτι ανατριχιαστικό: όπως αποκαλύπτει η αρθρογράφος, το 2009 αποτελεί την πλέον δαπανηρή χρονιά καθώς τα κόμματα έλαβαν 92,91 εκατομμύρια, τη ίδια στιγμή που η χώρα προσήλθε εκτάκτως σε εκλογές εξαιτίας του δημοσιονομικού εκτροχιασμού και της αδυναμίας διαχείρισης του οικονομικού προβλήματος.
Το συμπέρασμά της; «Η αρχική θεσμοθέτηση διάθεσης κρατικών πόρων προκειμένου να χειραφετηθούν τα κόμματα από ιδιωτικές εξαρτήσεις εν τέλει πολλαπλασιάζει τη διαφθορά του πολιτικού προσωπικού και τη διαπλοκή μεταξύ ιδιωτικού και τραπεζικού κεφαλαίου, μιντιακών και πολιτικών δρώντων» λέει η κ. Ρόρη.
Οπως επισημαίνει:
Η καρτελοποίηση του κομματικού συστήματος δεν περιορίζεται στη θεσμική δυνατότητα των κομμάτων να ορίζουν τους όρους εκχώρησης της κρατικής χρηματοδότησης, αλλά σε ένα σύνολο κανόνων που εν τέλει πλαισιώνουν τον πολιτικό ανταγωνισμό, και επιφέρει περαιτέρω συνέπειες στη λειτουργία του, καθώς μάλιστα τις περισσότερες φορές βρίσκουν διακομματική εφαρμογή μεταξύ των κοινοβουλευτικών δρώντων.Τα κόμματα δεν φορολογούνται, αποφασίζουν για τον εκλογικό νόμο και τους αποδέκτες της κρατικής χρηματοδότησης, τους κανόνες προβολής κομμάτων και βουλευτών, τη βουλευτική και υπουργική μισθοδοσία. Ακόμα κι όταν δεν έχουν συμφέρον να συνεργαστούν ή να συναινέσουν επισήμως και παρά την ανισοκατανομή στα λάφυρα μεταξύ κυβερνητικών και κοινοβουλευτικών κομμάτων, τα πολιτικά κόμματα με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση που επωφελούνται όλων αυτών των προνομίων σιωπηρά τα αποδέχονται.
Πολιτικός ανταγωνισμός
Ποιες είναι οι συνέπειες στον πολιτικό ανταγωνισμό;
«Οι συνέπειες είναι εντονότερες σε τρία πεδία: τη φυσιογνωμία των κομμάτων, την εσωκομματική κατανομή ισχύος και τη διαπλοκή συμφερόντων μεταξύ ιδιωτών και κομμάτων που επηρεάζουν εκ νέου τον εκλογικό ανταγωνισμό».
Και μας εξηγεί:
«Ο πολλαπλασιασμός των κρατικών πόρων υπέρ των κομμάτων δίνει κίνητρα για τη μετατροπή τους σε εκλογικές μηχανές, με επαγγελματίες συμβούλους πολιτικής και επικοινωνίας. Η επαγγελματοποίηση της κομματικής γραφειοκρατίας αλλάζει ταχύτατα τη φυσιογνωμία του στελεχικού δυναμικού υπέρ έμμισθων με ειδίκευση στην επικοινωνία – σε βάρος τεχνοκρατών, επηρεάζοντας τις προσλαμβάνουσες αντιλήψεις.
»Δαπανώνται χρήματα σε εμφανείς και αφανείς πηγές δημοσιότητας και έρευνες κοινής γνώμης, με αποτέλεσμα τη ραγδαία και ιδιότυπη ανάπτυξη του κλάδου της πολιτικής επικοινωνίας στην Ελλάδα από το 1990 μέχρι σήμερα».
Πώς ακόμα επηρεάζονται τα κόμματα;
«Η υπερσυγκέντρωση πόρων σε μια ηγετική ομάδα πέριξ του αρχηγού ισχυροποιεί αυτόν και ενισχύει την υπάρχουσα τάση προειδοποίησης, αφού ο νόμος δεν ορίζει τη διανομή των κρατικών ενισχύσεων στο εσωτερικό των κομμάτων.
»Η ισχυροποίηση της ηγετικής ομάδας μειώνει τη δυνατότητα διαφωνίας και εσωκομματικής αμφισβήτησής της. Επιπλέον μέσω τη νομής κρατικών πόρων τα κόμματα ενισχύουν τα πελατειακά τους δίκτυα. Αλλη μια συνέπεια από την υπέρμετρη αύξηση της προσφοράς κρατικού χρήματος είναι ότι αύξησε κατακόρυφα το κόστος λειτουργίας των κομμάτων και διεξαγωγής των εκλογών αναγκάζοντας τα κόμματα να αναζητήσουν επιπλέον πόρους από ιδιωτικά κεφάλαια και τραπεζικό δανεισμό.
»Η ιδιωτική χρηματοδότηση είναι κατά βάση αδήλωτη ή κρυφή. Καταλήγει τόσο στα κόμματα όσο και στα στελέχη τους, επηρεάζοντας τα κόμματα στην άσκηση νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας και καθιστώντας τα ευάλωτα σε πιέσεις.
»Αντίστοιχα ο τραπεζικός δανεισμός που έγινε κυρίως μέσω κρατικών ιδρυμάτων υποθηκεύοντας μελλοντικές τακτικές χρηματοδοτήσεις στο όνομα της κρατικής ενίσχυσης νοθεύει τον ελεύθερο ανταγωνισμό, παράγει εξαρτήσεις και λειτουργεί σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού καθώς τα κόμματα εν τέλει αδυνατούν να επιστρέψουν τα χρήματα που δανείστηκαν».
Επεξήγηση των πινάκων
Τρεις είναι οι μορφές που παίρνει η κρατική χρηματοδότηση προς τα κόμματα: η ετήσια τακτική επιχορήγηση στην οποία προστίθεται και κονδύλι για την επιμόρφωση και έρευνα των κομμάτων και τέλος η εκλογική ενίσχυση για τις εκλογές.
Στη μελέτη της, η πολιτική επιστήμων παραθέτει τα ποσά που έχουν αναχθεί σε ευρώ σε τρέχουσες τιμές.
◆ Κρατική χρηματοδότηση των ελληνικών πολιτικών κομμάτων, 1997-2014 (σε εκατομμύρια ευρώ, τρέχουσες τιμές). Tην περίοδο 1997-2014 η τακτική επιχορήγηση των κομμάτων ανέρχεται συνολικά σε 824,59 εκατομμύρια ευρώ.
◆ Μόνο τα έτη 2009 και 2008, που αποτελούν τις πιο δαπανηρές χρονιές, η επιχορήγηση των πολιτικών κομμάτων επιβάρυνε τον κρατικό προϋπολογισμό κατά 67,99 και 64,58 εκατ. ευρώ αντιστοίχως.
◆ Οι συνολικοί πόροι για την επιμόρφωση και έρευνα των κομμάτων την υπό εξέταση περίοδο ανέρχονται σε 76,81 εκατομμύρια.
◆ Αθροίζοντας τα ποσά της εκλογικής ενίσχυσης για τα έτη που διαθέτει στοιχεία (2000, 2004, 2007, 2009, 2012, 2014) αυτή ανήλθε στα 80,67 εκατομμύρια ευρώ. Tο ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. έχουν λάβει συνολικά 65,04 εκατ. που αντιστοιχούν στο 68,22% της συνολικής εκλογικής χρηματοδότησης των κομμάτων για τα υπό εξέταση έτη.
◆ Συνολικά η δημόσια χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων από τον κρατικό προϋπολογισμό ανέρχεται σε 982,07 εκατομμύρια ευρώ την περίοδο 1997-2014: αρχικά βαίνει αυξανόμενη, το 2009 διακόπτεται απότομα με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και από το 2010 η τάση αντιστρέφεται και οι μειώσεις προοδευτικά αυξάνονται.
Και φυσικά η κρατική χρηματοδότηση αποτελεί και τη βασική πηγή εισροών για τα κόμματα όπως διαπιστώνει, με βάση την επεξεργασία των ισολογισμών των κομμάτων η κ. Ρόρη επισημαίνοντας τη «σαφή έλλειψη κουλτούρας συλλογής εισφορών από τα μέλη τους».
Ετσι από το 1997 έως το 2007 το μέσο ποσοστό της συμμετοχής της κρατικής χρηματοδότησης στα συνολικά έσοδά τους είναι 81,6% για το ΠΑΣΟΚ, 74,7% για τη Ν.Δ., 55% για το ΚΚΕ και 81,3% για τον ΣΥΝ.
Αντίθετα το μέσο ποσοστό συμμετοχής της κομματικής βάσης (συνδρομές μελών – κομματικών οργανώσεων) στα εισπραχθέντα έσοδα των κομμάτων είναι μηδαμινό για τη Ν.Δ. και τον ΣΥΝ, 5,3% για το ΠΑΣΟΚ και 4,1% ΚΚΕ.
Οσο για το πώς κατανέμονται οι ετήσιοι πόροι –τακτική χρηματοδότηση και ενίσχυση για ερευνητικούς επιμορφωτικούς σκοπούς μεταξύ των πολιτικών κομμάτων;
Τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα –ή πυλώνες του δικομματισμού- έχουν λάβει τη μερίδα του λέοντος της τακτικής χρηματοδότησης.
Από το 1997 έως το 2014 το ΠΑΣΟΚ έχει λάβει συνολικά 361,02 εκατ. ευρώ και η Ν.Δ. 353,71 εκατ. ευρώ, δηλαδή περισσότερο από τα 2/3 της συνολικής ετήσιας κρατικής χρηματοδότησης.
Μεταξύ των μικρών κοινοβουλευτικών κομμάτων το ΚΚΕ έχει λάβει την υψηλότερη ενίσχυση ήτοι 81,52 εκατ. ευρώ, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ 67,07 και ο ΛΑΟΣ 29,38.
Συνολικά τα πολιτικά κόμματα έλαβαν 901,4 εκατ. ευρώ.
https://eleutheriellada.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου