Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2019

Οικολογική κρίση και κλιματική αλλαγή Γέννημα του ενεργοβόρου καπιταλισμού

Του Κώστα Σκορδούλη
Ο 21ος αιώνας βρήκε τον πλανήτη Γη μπροστά σε ένα αδιέξοδο, όπου το περιβάλλον και η καπιταλιστική ανάπτυξη συνδέονται με μια διαδικασία αλληλοεξαρτώμενης και αλληλοτροφοδοτούμενης κρίσης. Καθώς το ενδιαφέρον για την κλιματική αλλαγή και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος αυξάνεται, είναι αναγκαία η αντικαπιταλιστική παρέμβαση, κόντρα σε ατελέσφορες διορθωτικές κινήσεις εντός του συστήματος.
Τους τελευταίους μήνες γίναμε μάρτυρες ενός μαζικού νεολαιίστικου κινήματος, που ξεκίνησε από τα λύκεια του Βελγίου, με βασικό σύνθημα «σώστε τον πλανήτη, όχι στην
κλιματική αλλαγή». Ήταν η πρώτη φορά που ένα μαζικό κίνημα νεολαίας με ξεκάθαρα οικολογικά αιτήμα­τα πλημμύριζε τους δρόμους της
Ευρώπης, μετά τις μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στη χρήση της πυρηνικής ενέργειας τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 που πυροδοτήθηκαν από τα πυρηνικά ατυχήματα του Three Mile Island και του Τσέρνομπιλ.
Στην Ελλάδα, οι προγραμματι­σμένες έρευνες για την εξόρυξη υδρογονανθράκων στη Δυτική Ελλάδα και το Ιόνιο έχουν προ- καλέσει μια γενικευμένη αντί­δραση, όχι μόνο στην ευρύτερη περιοχή αλλά και σε πανελλα­δικό επίπεδο με κινητοποιήσεις -η πιο πρόσφατη στα Γιάννενα με συμμετοχή 2.000 διαδηλω­τών- και τη δημιουργία επιτρο­πών σε πολλές πόλεις.
Η παγκόσμια κινητοποίηση στις 20 Σεπτέμβρη γίνεται σε μια συγκυρία που καίγεται το δάσος του Αμαζονίου από τους μεγαλογαιοκτήμονες και τους μεγαλοκτηνοτρόφους, όπου ο Ιούλιος του 2019 καταγράφηκε ως ο θερμότερος μήνας όλων των εποχών στον πλανήτη και όπου η νέα έκθεση της Διακυ­βερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) που δόθηκε στη δημο­σιότητα στις 8 Αυγούστου επισημαίνει ότι η κλιματική αλλαγή απειλεί σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό την επισιτιστική επάρ­κεια του πλανήτη.
Η αντικαπιταλιστική αριστερά δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη, όχι μόνο απέναντι σε ένα νέο κίνημα και στα αιτήματα που αυτό προβάλλει αλλά πολύ πε­ρισσότερο απέναντι στην πραγματικότητα της καταστροφής του πλανήτη και των μορφών ζωής που ζουν σε αυτόν. Ήρθε η ώρα η οικολογική προβληματική να γίνει συστατικό στοιχείο του λόγου και του προγράμ­ματος της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
Βασικό στοιχείο της κρίσης του καπιτα­λισμού είναι το γε­γονός πως η οικονο­μική κρίση συνοδεύεται από μια βαθιά οικολογική κρίση. Η οικολογική κρίση αποτε­λεί αναπόσπαστο στοιχείο της καπιταλιστικής κρίσης. Η οικολογική αυτή κρίση, όπως τη γνωρίζουμε σήμε­ρα, έχει άμεση σχέση με τη γενίκευση της χρήσης του πετρελαίου και με την ανά­πτυξη της χημικής βιομηχα­νίας, η οποία τροφοδοτήθη­κε από την εντατικοποίηση της γεωργίας. Η
κατασπα­τάληση των φυσικών πόρων του πλανήτη για την παρα­γωγή ενέργειας, διαταράσ­σει τους γεωχημικούς κύ­κλους της φύσης και οδηγεί στην οικολογική κρίση, που η κυριότερη έκφρασή της εί­ναι η «κλιματική αλλαγή». Οι αλλαγές στο κλίμα θα επι­δεινώνονται όσο η κρίση του καπιταλισμού θα βαθαίνει και όσο ο υποκειμενικός πα­ράγοντας για την ανατροπή αδυνατεί να συγκροτηθεί δί­νοντας λύση.
Ο καπιταλισμός σήμερα είναι εξαιρετικά ενεργοβόρος. Οι δραστηριότητες που έχουν άμεση σχέση με την παραγωγή ενέργειας και τις μεταφορές αποτελούν την βασική αιτία της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Οι δραστηριότητες αυτές ευθύνονται για την έκλυση στην ατμόσφαιρα 7 δισεκατομμυ­ρίων τόνων αερίων ανά έτος (CO2, CH4, Np) τα οποία έχουν καταλυτική επίδραση στο «φαινόμενο του θερμο­κηπίου», το οποίο διατηρεί τη θερμοκρασία του πλανή­τη σε επίπεδα που επιτρέ­πουν τη διατήρηση της ζωής, με αποτέλεσμα αυτό να γίνει εντελώς ανεξέλεγκτο, διαταράσσοντας το κλιματικό σύστημα του πλανήτη.
Η Διακυβερνητική Επι­τροπή του ΟΗΕ για τις κλι­ματικές αλλαγές (IPCC) υπολόγισε ότι τον 20ο αιώνα η αύξηση της θερμοκρασί­ας στο πλανήτη ήταν 0,60C κατά μέσο όρο. Τον 21ο αιώ­να και έως το 2095, η IPCC προβλέπει ότι η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανή­τη θα κυμανθεί από 1,1 ως 6,4°C και ότι η στάθμη της θάλασσας θα ανέβει έως και 80 εκατοστά. Η έκθεση της επιτροπής που συντάχθηκε στη σύνοδο του Παρισιού
(2/2/2007) επιβεβαίωσε τις εξής δυσοίωνες προβλέψεις:
  • Επέκταση της ερήμου και μείωση της αγροτικής παραγωγής στην Αφρική με μαζικές μετακινήσεις πλη­θυσμών λόγω έλλειψης νερού (οικολογικοί πρόσφυγες).
  • Πλημμύρες και ξηρασί­ες στη Λατινική Αμερική.
  • Λειψυδρία στην Αυ­στραλία, τη Νέα Ζηλανδία και σε άλλες περιοχές του πλανήτη, όπου θα επηρεα­στούν 2,8 δισεκατομμύρια άνθρωποι.
  • Διάβρωση των ανατο­λικών ακτών των Ηνωμένων Πολιτειών.
  • Εκτεταμένες πλημμύρες-καύσωνες και απρόσμε­νο ψύχος στην Ευρώπη.
  • Εξάπλωση της ελονοσί­ας σε Αφρική και Αμερική.
Επιπλέον η επιτροπή κατάθεσε νέα ευρήματα όπως:
  • Αν η υπερθέρμανση διατηρηθεί, είναι σχεδόν σίγου­ρο ότι θα λιώσουν τα ανώτε­ρα στρώματα των πάγων της Γροιλανδίας, γεγονός που θα οδηγήσει σε άνοδο της στάθμης της θάλασσας κατά 6-7 μέτρα.
  • Υπάρχει αύξηση της λεγόμενης «κλιματικής ευαισθησίας», δηλαδή του τρό­που με τον οποίο το κλίμα θα αντιδράσει στον διπλασι­ασμό της συγκέντρωσης αε­ρίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα.
  • Οι διαταραχές στους ρυθ­μιστικούς μηχανισμούς του περιβάλλοντος θα γίνονται αισθητές καθ’ όλη τη διάρ­κεια του 21ου αιώνα.
Οι διάφορες διεθνείς συνδιασκέψεις που έγιναν για τον περιορισμό της εκπο­μπής θερμοκηπικών αερίων απέτυχαν παταγωδώς. Το πρωτόκολλο του Κιότο (1997) δεν προβλέπει καμία συνέ­πεια για τις πλούσιες χώρες σε περίπτωση που αρνηθούν να εφαρμόσουν τα στοιχει­ώδη μέτρα για την επίτευξη της μείωσης των εκπομπών θερμοκηπικών αερίων.
Τα τελευταία χρόνια βρί­σκεται σε εξέλιξη μια προ­σπάθεια επιβολής ενός συ­στήματος «αγοραπωλησίας δικαιωμάτων ρύπανσης» σε παγκόσμια κλίμακα, με αφορμή τον στόχο για μείωση της ποσότητας των θερμοκηπικών αερίων που έβαλε η συνδιάσκεψη του Ρίο (1992). Με τη συνηγορία των Ηνωμένων Πολιτειών αυτός ο μηχανισμός αγορα­πωλησίας έγινε αποδεκτός από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρόκειται για μία επικίν­δυνη εξέλιξη που πρέπει να σταματήσει. Πρώτον, για­τί ανοίγει το δρόμο για την ενίσχυση της εξάρτησης των υπανάπτυκτων χωρών απ’ το Βορρά. Σ’ ένα μηχανι­σμό που καθορίζει για κάθε χώρα ένα ανταλλάξιμο πο­σοστό ρύπανσης, η εξουσία λήψης αποφάσεων ανήκει σ’ αυτούς που διαθέτουν την οικονομική δύναμη να εμπο­ρεύονται ρυπαίνοντας όταν το θεωρούν συμφέρον. Οι χρεωμένες χώρες του Νότου θα μπορούσαν να πωλήσουν το ποσοστό τους στις βόρειες
χώρες, μολονότι οι τελευταί­ες ρυπαίνουν πολύ περισσό­τερο. Επιπλέον, το σύστημα στοχεύει να κάνει τη ρύπαν­ση ένα εμπόρευμα, άρα και μια πηγή κέρδους.
Ο 21ος αιώνας βρήκε τον πλανήτη Γη μπροστά σ ένα αδιέξοδο όπου το περιβάλ­λον και η καπιταλιστική ανάπτυξη συνδέονται με μια διαδικασία αλληλοεξαρτώμενης και αλληλοτροφοδοτούμενης κρίσης. Η αντιμε­τώπιση αυτού του αδιεξόδου απαιτεί κινητοποίηση όλων των κοινωνικών, οικονομι­κών και πολιτικών παραγό­ντων που αναγνωρίζουν ότι η στρατηγική περιβαλλοντι­κή δράση που απαιτείται να εφαρμοστεί δεν πρέπει να αρκεστεί μόνο στις προτε­ραιότητες του Βορρά αλλά να λάβει υπόψη της και τις αντίστοιχες των χωρών του Νότου.
Ο πληθυσμός των ανα­πτυγμένων χωρών, που αντι­στοιχεί στο 25% του πληθυ­σμού της Γης, χρησιμοποιεί σχεδόν το 80% των φυσικών πόρων που καταναλώνονται ετήσια με όλες τις περιβαλ­λοντικές συνέπειες που αυτό προκαλεί. Το υπόλοιπο 75% του πληθυσμού της Γης πρέ­πει να επιβιώσει με τα εναπομείναντα 20% των φυσικών πόρων.
Μια επαναδιαμόρφωση των στόχων της οικονομικής ανάπτυξης και ένας επανα­προσδιορισμός δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, όπου θα λαμβάνονται υπόψη εξίσου τα προβλήματα του Βορρά και τα προβλήματα επιβί­ωσης του Νότου, θεωρείται ότι είναι δίκαιο.
Το πρόβλημα της ρύπαν­σης όμως δεν είναι θέμα αι­σθητικής ούτε και ηθικής. Είναι θέμα επιβίωσης. Εκεί­νος που νομίζει ότι η μάχη ενάντια στη ρύπανση μπορεί να κερδηθεί χωρίς να γίνουν θεμελιακές κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές, έχει μόνο καλές προθέσεις αλλά δεν πρόκειται να καταφέρει πολλά, στο βαθμό που ασχολείται μόνο με τα συμπτώ­ματα και όχι με τις αιτίες.
Ζητούμενο για την εξά­λειψη των αιτιών δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο από μια πολιτική η οποία θα προκαλέσει τα αναγκαία κοινωνι­κά ρήγματα για την ουσια­στική ανάδυση μιας οικοσοσιαλιστικής κοινωνίας.
Απάτη ο «πράσινος καπιταλισμός»
Δεν αποτελεί διέξοδο η πράσινη επιχειρηματικότητα σε μικροκλίμακα
Τα τελευταία χρονιά, οι αστικές τάξεις των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χω­ρών προωθούν το σχήμα για την «πράσι­νη οικονομία της αγοράς». Αυτή η πολιτι­κή έχει τα εξής χαρακτηριστικά: Πρώτο, η σωτηρία του περιβάλλοντος γίνεται πεδίο κερδοσκοπίας. Δεύτερο, η προστασία της φύσης επιχειρείται να γίνει η ατμο­μηχανή για «έναν εκσυγχρονισμό της κα­πιταλιστικής οικονομίας». Τρίτο, γίνεται προσπάθεια να αποκατασταθεί το κύρος της άποψης ότι η αγορά είναι το αποκλειστικό μέσο για μια πολιτική κατά της κλι­ματικής αλλαγής.
Μέχρι στιγμής, όμως, οι απόπειρες προσανατολισμού του καπιταλισμού σε μια φιλική προς το περιβάλλον λειτουρ­γία έχουν
αποτύχει, για τον λόγο ότι η λογική του κέρδους είναι εντελώς ασύμβα­τη με μια πολιτική σεβασμού της φύσης και των λειτουργιών της. Οι διακηρύξεις για μια «αειφόρο ανάπτυξη» διαψεύδονται από τη λογική του κεφαλαίου: «αειφόρος ανάπτυξη» και νόμος της αξίας αποκλείονται αμοιβαία.
Πέραν από το μύθο της «πράσινης οι­κονομίας της αγοράς», το σοσιαλιστικό οικολογικό κίνημα έχει να αντιπαρατεθεί θεωρητικά ενάντια σε συγκεκριμένες πο­λιτικές που εκφράζονται σε μικροκλίμα­κα και αφορούν την λεγόμενη «πράσινη επιχειρηματικότητα»: καλλιέργεια βιο­λογικών τροφίμων (χωρίς λιπάσματα και φυτοφάρμακα), παραγωγή ζυμαρικών χωρίς γλουτένη, οικολογικές συσκευασίες- κατάργηση της πλαστικής σακούλας, προγράμματα/εταιρείες ανακύκλωσης, οικολογικός αγροτουρισμός κλπ.
Οι κινήσεις αυτές προσπαθούν να περάσουν την αντίληψη ότι η προστασία του περιβάλλοντος είναι ζήτημα κατανα­λωτικής κουλτούρας σε ατομικό επίπεδο. Επίσης, αποσιωπούν το ζήτημα ότι και οι «πράσινες επιχειρήσεις» λειτουργούν με τη λογική του κέρδους και βεβαίως κινούνται στη μεγακλίμακα της αγοράς ενός συστήματος του οποίου οι νόμοι και η ηθική είναι διαμετρικά αντίθετα με την οικοκεντρική ηθική και λογική.
Αν και αναγνωρίζουμε το αδιέξοδο τέ­τοιων κινήσεων, σε επίπεδο ατομικής και συλλογικής κουλτούρας στην καθημερινότητάς μας, υιοθετούμε οικολογικές πρακτικές.
Βασικά στοιχεία μιας σύγχρονης κομμουνιστικής προσέγγισης
Ο τρόπος οργάνωσης της καπιτα­λιστικής παραγωγής κάνει πολύ δύσκολη την απεμπλοκή της πα­ραγωγής ενέργειας από τη χρήση των ορυκτών καυσίμων. Είμαστε ενάντια στις εξορύξεις νέων ορυκτών καυσίμων. Οι εξορύξεις έχουν τεράστιο περιβαλλοντικό κόστος, όπως έχει δείξει η εξόρυξη χρυσού στις Σκουριές.
Απέναντι στη στροφή του καπιτα­λισμού στις Ανανεώσιμες Πηγές
Ενέργειας (ΑΠΕ), είτε αυτές είναι φωτοβολταϊκά συστήματα είτε ανεμογεννήτριες, πρέπει να γίνει ξεκάθαρο πως όσο η παραγόμενη ενέργεια ελέγχεται κεντρικά από το κράτος και τις εταιρείες του ιδιωτικού τομέα δεν είναι δυ­νατόν να πραγματωθεί ο βασικός στόχος του οικολογικού κινήμα­τος για την ενεργειακή αυτονομία των πολιτών και των κοινοτήτων.
Το αίτημα για εργατικό έλεγχο στα συστήματα παραγωγής και διανομής ενέργειας (ΑΠΕ κάτω από εργατικό έλεγχο) είναι κεντρικό. Αλλά και οι διάφορες μορφές ΑΠΕ θα πρέπει να επανεξετα­στούν. Η περιβαλλοντική κατα­στροφή που προκαλείται από την εγκατάσταση «αιολικών πάρκων» είναι τεράστια. Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα η υδροηλεκτρική παραγωγή ενέργειας έχει πάρει μαζικές διαστάσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το κτίσιμο τεράστιων φραγμάτων σε ποτάμια και λίμνες που προκαλούν ανεπανόρθω­τη οικολογική καταστροφή. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξήγγειλε πάλι την «μερική» εκτροπή του Αχελώου. Συμπαραστεκόμαστε στον αγώνα των κατοίκων της Μεσοχώρας, αλλά και όπου αλ­λού προγραμματίζονται φράγμα­τα (Άραχθος, κλπ).
Τέλος, παρά τις προσπάθειες παρουσίασης της πυρηνικής ενέργειας ως ενέργειας φιλικής προς το περιβάλλον εμμένουμε στο «όχι στην πυρηνική ενέρ­γεια», εφόσον παραμένει άλυτο το πρόβλημα της διάθεσης των πυρηνικών αποβλήτων.
Το πιο σημαντικό όμως ζήτημα, που δεν έχει αναδειχθεί στην Ελλάδα, είναι το ζήτημα της δια­τροφής, κι αυτό αφορά το νερό και τα «γενετικά τροποποιημένα» τρόφιμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

«Πολιτική θεολογία και Συνταγματική ηθική»

Η «πολιτική θεολογία» είναι μια διαδεδομένη αλλά αμφίσημη έννοια που χρησιμοποιείται με διαφορετικό περιεχόμενο αφενός σε θύραθεν συμφραζόμε...