Στο αποκορύφωμα της έχει φτάσει τις τελευταίες ημέρες η συζήτηση για την διεξαγωγή μιας δοκιμαστικής έκδοσης 5ετούς ομολόγου μετά από τρία χρόνια απουσίας από τις αγορές. Γιατί όμως γίνεται τέτοιος ντόρος; Γιατί σταμάτησε να δανείζεται η Ελλάδα από τις αγορές; Γιατί είναι καλό μια χώρα να δανείζεται από τον ιδιωτικό τομέα; Τι σημαίνει αυτό για το μέλλον της οικονομίας;
Ας τα δούμε όλα αυτά μέσα από 5 ερωτήσεις και απαντήσεις επιχειρώντας να λύσουμε τις περισσότερες απορίες.
Τι είναι ένα ομόλογo Ας αρχίσουμε από τα βασικά. Το ομόλογο γενικά είναι ένα δάνειο που παίρνεις από κάποιον και δίνεις στον πιστωτή σου μια «ομολογία» του χρέους και του ετήσιου τόκου για το ποσό που σου δανείζει και των ετών που θα πρέπει να περάσουν για να του το αποπληρώσεις.
Το επιτόκιο βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την φερεγγυότητα σου ως δανειστή. Αν έχεις ξαναδανειστεί και έχεις πληρώσει κανονικά και αν όσοι σε ξέρουν πιστεύουν ότι τα οικονομικά σου πάνε καλά. Ανάλογα με το δάνειο που θέλεις, εκδίδεις έναν αριθμό ομολογιών και την μοιράζεις σε αυτούς που σε δανείζουν. Αν θέλεις να δανειστείς 1.000.000 ευρώ μπορείς να το μοιράσεις σε 1000 ομολογίες των χιλίων ευρώ και να αναζητήσεις μέχρι και 1000 δανειστές, οι οποίοι θα πάρουν από ένα ομόλογο.
Ομόλογο εκδίδει κάποιος έχει σταθερά έσοδα και προσδοκά αυτά να αυξηθούν στο άμεσο μέλλον, ενώ υπολογίζει ότι θα έχει συνεχές άνοιγμα σε δανεισμό. Τα πλεονεκτήματα σε σχέση με τον κλασσικό τραπεζικό δανεισμό είναι ότι ένα ομόλογο είναι ένας τίτλος διαπραγματεύσιμος. Ο κάτοχος του μπορεί να το πουλήσει ή να το κρατήσει μέχρι και την λήξη του ή να το βάλει εγγύηση για να πάρει ο ίδιος ένα δάνειο.
Ο εκδότης του - ο δανειστής - μπορεί να το αναχρηματοδοτήσει στη λήξη του με ένα νέο ομόλογο, αν πιστεύει ότι το επιτόκιο, που θα πετύχει θα είναι καλύτερο από το προηγούμενο γιατί είχες περισσότερα κέρδη και η φερεγγυότητά σου είναι αυξημένη.
Το κακό είναι ότι αν τα πράγματα πάνε άσχημα οι δανειστές σου οι οποίοι συνήθως δημιουργούν μια συνέλευση ομολογιούχων μπορούν να σε κηρύξουν σε χρεοκοπία και να σου πάρουν ότι έχεις και δεν έχεις. Ειδικά αν το ομόλογό του ακολουθεί το Αγγλικό δίκαιο που λέει ότι ο δανειστής πληρώνεται σε κάθε περίπτωση.
Διαφέρουν τα κρατικά από τα άλλα ομόλογα;
Τους γενικούς κανόνες ακολουθούν τα ομολογιακά δάνεια, που κάνουν οι επιχειρήσεις, ακολουθούν και τα ομόλογα που εκδίδουν και τα κράτη. Δανειστές είναι οι λεγόμενοι θεσμικοί επενδυτές, δηλαδή οι τράπεζες, οι μεγάλες γενικές και ειδικές επενδυτικές εταιρίες, τα αμοιβαία κεφάλαια και τα ασφαλιστικά ταμεία, αφού οι επενδύσεις σε ομόλογα θεωρούνται περισσότερο σταθερές σε απόδοση από τις μετοχές. Σε δεύτερη φάση επενδύσεις ή μάλλον αποταμιεύσεις σε ομόλογα μπορούν να κάνουν και οι ιδιώτες, που θέλουν μεγαλύτερες αποδόσεις από το απόθεμα των χρημάτων τους.
Η φερεγγυότητα των κρατών, πιστοποιείται από κλασικά δημοσιονομικά δεδομένα (ύψος χρέους προς το ΑΕΠ ισοζύγιο προϋπολογισμού) την πολιτική σταθερότητα της χώρας. Από τον ιδιωτικό τομέα συνολική εικόνα για την φερεγγυότητα μιας χώρας, δίνουν οι τρεις μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης η Moody’s, η Standard & Poors και η Fitch. Παρά το πλήγμα που δέχθηκε η αξιοπιστία τους από την κρίση που ακολούθησε μετά την Lehman Brothers, είναι ακόμη οι μόνες που υπάρχουν για να δώσουν ένα στίγμα για το αν πρέπει να δανείσεις ή όχι μια χώρα.
Ειδικά για την Ελλάδα σημασία έχει και η γνώμη του ΔΝΤ. Όχι λόγω της εμπλοκής του στα προγράμματα διάσωσης και της Ελλάδας από το 2010. Μεγαλύτερη σημασία έχει ο τίτλος που του έχει απονεμηθεί από τον Δυτικό Κόσμο, ως ο μοναδικός παγκόσμια αναγνωρισμένος οργανισμός για την πιστοποίηση της βιωσιμότητας (δηλαδή της δυνατότητας αποπληρωμής) του δημοσίου χρέους μιας χώρας.
Γιατί γίνεται τόσος θόρυβος με την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές;
Γιατί η Ελλάδα έχει γράψει την δική της ιστορία στο διεθνή δανεισμό, αφού μέσα σε επτάμιση χρόνια έχει χρεοκοπήσει συντεταγμένα τρεις φορές. Την πρώτη το 2010 όταν κάνοντας έκδοση 1δισ. ευρώ για 20ετές ομόλογο συγκέντρωσε μόνο 390 εκ. ευρώ, απόδειξη ότι πλέον ο ιδιωτικός τομέας εκτίμησε επίσημα ότι το ρίσκο να δανείζει κανείς την Ελλάδα είναι πολύ υψηλό αφού η χώρα ήταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.
Τότε η Ελλάδα προσέφυγε για πρώτη φορά σε δανεισμό διάσωσης, που συνέστησε κάτω από πιεστικές συνθήκες η ΕΕ για να αποφύγει την κατάρρευση των τραπεζών της, που είχαν τότε περίπου 150 δισ. ελληνικά ομόλογα. Σε αυτό τον δανεισμό συμμετείχε και το ΔΝΤ, με την πίεση της Γερμανίας, λόγω της τεχνογνωσίας του στις διασώσεις, έστω και αν αυτή η εμπειρία περιορίζονταν σε αναπτυσσόμενα και τριτοκοσμικά κράτη και όχι ανεπτυγμένα και ενταγμένα σε μια ισχυρή νομισματική ένωση όπως η Ελλάδα.
Η δεύτερη συντεταγμένη χρεοκοπία έγινε το 2012 με το περίφημο πια PSI ( Private Sector Involvment), όταν η Ελλάδα παραδέχθηκε στους ιδιώτες πιστωτές της ότι δεν μπορεί να πληρώσει τα ομόλογα της. Ο ιδιωτικός τομέας δέχθηκε ένα τεράστιο κούρεμα της καθαρής παρούσας αξίας τους κατά 75%.
Η τρίτη χρεοκοπία έγινε στο τέλος της ίδιας χρονιάς όταν το δημόσιο δανείστηκε ξανά από τον EFSF με ευνοϊκό επιτόκιο για να ανακεφαλαιοποιήσει τις εμπορικές τράπεζες, αφού δεν μπορούσε να τα καταφέρει με τις δικές της δυνάμεις.
Η απόπειρα εξόδου στις αγορές το 2014 με ένα 5ετές ομόλογο τον Απρίλιο και ένα 3ετές τον Ιούλιο δεν είχε συνέχεια και άφησε πικρή γεύση ο κίνδυνος της χρεοκοπίας που έφτασε στο κατακόρυφο στα μέσα του 2015.
Γιατί το δημόσιο τηρεί τέτοια μυστικότητα με τις διαδικασίες εξόδου;
Οι λόγοι είναι πολλοί. Σε τεχνικό επίπεδο όσοι επενδύουν στις αποδόσεις των ομολόγων (οι λεγόμενοι ραντιέρηδες από randa επιτόκιο) χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Τους θεσμικούς (μεγάλες εμπορικές επενδυτικές τράπεζες ασφαλιστικά ταμεία) που στοχεύουν σε μακροπρόθεσμη σταθερή απόδοση και στα κερδοσκοπικά κεφάλαια (Hedge funds) που προσδοκούν τα κέρδη της ημέρας ή της εβδομάδας.
Μια πρόωρη ανακοίνωση μιας δοκιμαστικής εξόδου, όσο και αν η ρευστότητα των ελληνικών ομολόγων είναι χαμηλή, μπορεί να οδηγήσει σε πωλήσεις όλων των αποθεμάτων ελληνικών ομολόγων αναστρέφοντας την πτωτική πορεία των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων, που ξεκίνησε ουσιαστικά από τον Μάιο.
Σε πολιτικό επίπεδο είναι σαφές ότι πλέον θέλει να δοθεί η εντύπωση της σταθερής πορείας εξόδου προς τις αγορές, χωρίς βιαστικές κινήσεις που θα αναστείλουν την όλη διαδικασία. Περισσότερη ανησυχία υπάρχει όχι για την πρώτη, αλλά για την δεύτερη και την τρίτη έκδοση, καθώς μια καλή αρχή θα πρέπει να έχει μια καλύτερη συνέχεια. Το βέβαιο είναι πάντως ότι αν γίνει η αρχή, θα πρέπει να υπάρξει συνέχεια διαφορετικά το κλίμα θα αναστραφεί και η διαδικασία θα σταματήσει.
Γιατί ενώ δανειζόμαστε με επιτόκιο 1% από τον ESM πρέπει να δανειστούμε από τις αγορές;
Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι καμία οικονομία δεν τα βγάζει πέρα με τις δικές της δυνάμεις. Από τις ΗΠΑ την Κίνα και την Ρωσία μέχρι και το μικρότερο νεότευκτο κράτος της Αφρικής, δανείζονται για να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Η Ελλάδα αποτελεί μοναδική περίπτωση στις ανεπτυγμένες οικονομίες, που δεν μπορεί ακόμη να δανειστεί από τις αγορές και βρίσκεται στην «θερμοκοιτίδα» του προγράμματος του ESM, η οποία μαζί με τον φθηνό δανεισμό έχει ως αντάλλαγμα σκληρές δημοσιονομικές θυσίες και εκτός των άλλων έχει και τον χαρακτήρα του "έκτακτου".
Η Ελλάδα δεν μπορεί να δανείζεται επ άπειρο από τον ESM και γι' αυτό τα προγράμματα διάσωσης, έχουν συγκεκριμένη διάρκεια, έστω και αν αυτή έχει ανανεωθεί τρεις συνεχόμενες φορές.
Εκτός από την κανονικότητα ο δανεισμός από τις αγορές επιβάλλεται και για άλλο ένα λόγο. Την πιστοληπτική ικανότητα του κράτους ακολουθούν και οι Τράπεζες. Μια υψηλή ικανότητα δανεισμού ενός κράτους, σημαίνει αυτόματα φθηνό δανεισμό των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων από την διατραπεζική αγορά (δηλαδή τις ξένες τράπεζες) κάτι που σήμερα δεν γίνεται. Φθηνός δανεισμός από τις τράπεζες σημαίνει χαμηλότερα επιτόκια για την πραγματική οικονομία.
http://news247.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου