Ζημιές που φθάνουν έως και τα 13 δισ. ευρώ κινδυνεύουν να υποστούν οι τράπεζες λόγω της χρονοβόρου διαδικασίας δικαστικής διευθέτησης των δανείων που βρίσκονται σε καθυστέρηση, ως αποτέλεσμα του συνωστισμού χιλιάδων υποθέσεων στα Ειρηνοδικεία όλης της χώρας, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε πρόσφατα η Τράπεζα της Ελλάδος.
Η Ελλάδα κατατάσσεται προτελευταία στην ΕΕ, πριν από τη Σλοβακία, ως προς τους χρόνους εκκαθάρισης των ενεχύρων διά της νομικής οδού. Συγκεκριμένα, στη χώρα μας απαιτούνται 3,5 έτη έναντι 2 ετών κατά μέσο όρο στη Γηραιά Ήπειρο, όπως γράφει «Το Βήμα». Η κεντρική τράπεζα χαρακτηρίζει καθοριστικής σημασίας για τον βαθμό
ανάκτησης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) και για τις τιμές πώλησής τους σε τρίτους την προώθηση μεταρρυθμίσεων που θα περιορίζουν το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της καταγγελίας μιας δανειακής σύμβασης και της ρευστοποίησης των ενεχύρων.
Κι αυτό διότι δύο από τους βασικούς άξονες του σχεδίου μείωσης του ύψους των προβληματικών χαρτοφυλακίων κατά 40% έως και το 2019, αποτελούν οι ρευστοποιήσεις δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων οφειλετών και η μεταβίβαση σε τρίτους πακέτων δανείων.
Η εγχώρια νομισματική αρχή συμπεραίνει ότι η απομείωση και συνεπώς η ενδεχόμενη ζημία που θα προέκυπτε εξαιτίας των καθυστερήσεων στην εκδίκαση των υποθέσεων θα διαμορφωνόταν από 6 έως 13 δισ. ευρώ, δηλαδή από 12% έως 27% της αρχικής αξίας των εγγυήσεων, ανάλογα με τον εκτιμώμενο χρόνο ρευστοποίησης, ήτοι από 2 σε 5 χρόνια.
Μάλιστα, το γεγονός ότι η πλειονότητα των εμπράγματων εξασφαλίσεων αφορά ακίνητα, καθιστά περισσότερο επιτακτική την ανάγκη για διαρθρωτικές αλλαγές στο δικαστικό σύστημα.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το 88% των συνολικών εγγυήσεων αφορά στοιχεία ακίνητης περιουσίας, με το 50% αυτών να αφορά αμιγώς στεγαστικά και το 34% εμπορικά και βιομηχανικά ακίνητα.
Η υψηλή αυτή συγκέντρωση στην αγορά ακινήτων πιστοποιεί αφενός την αλληλεξάρτησή της με το ύψος των ΜΕΑ, αφετέρου τη σημασία που έχει ο συνολικός χειρισμός των εξασφαλίσεων (collateral management) από τα πιστωτικά ιδρύματα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα «κόκκινα» δάνεια που βρίσκονται σε καθεστώς νομικής προστασίας, βάσει του νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, γνωστού και ως νόμου Κατσέλη, ανέρχονται σε 15,3 δισ. ευρώ, αποτελώντας σχεδόν το 40% των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε στεγαστική και καταναλωτική πίστη.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, με δεδομένο χρόνο ρευστοποίησης τα 5 έτη, που αποτελεί μια ρεαλιστική παραδοχή με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα του δικαστικού συστήματος, η αξία των ακινήτων απομειώνεται από 50% έως 73%, ανάλογα με το σενάριο που υιοθετείται.
Συνεπώς, επηρεάζεται αντίστοιχα αρνητικά και η αξία του μη εξυπηρετούμενου ανοίγματος που βρίσκεται προς πώληση από τους εγχώριους συστημικούς ομίλους.
«Εάν θεωρήσουμε ότι επιτυγχάνεται σύντμηση του χρόνου ρευστοποίησης από τα πέντε χρόνια σε δύο χρόνια με βάση τον μέσο όρο των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, η βελτίωση στην αποτίμηση των εξασφαλίσεων είναι στο συντηρητικό σενάριο της τάξεως του 54%, στο βασικό σενάριο 73% και στο ακραίο 120%» τονίζει η κεντρική τράπεζα.
Με άλλα λόγια, η εύρυθμη λειτουργία του δικαστικού συστήματος, η οποία θα επέτρεπε τη ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων σε συντομότερο χρόνο, θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα ακόμη και τον διπλασιασμό περίπου της τιμής των εξασφαλίσεων.
http://www.topontiki.gr/article/230372/vomva-15-dis-eyro-apo-ta-daneia-toy-nomoy-katseli
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου