Οι δημοσκόποι τα προβλέπουν όλα εκτός από το εκλογικό αποτέλεσμα. Ευτυχώς, το γεγονός αυτό επιβεβαιώθηκε εκ νέου. Προβλέπουν φαντασιώσεις, οραματισμούς, προβολές, ψυχαναγκασμούς, αλλά ποτέ το ζητούμενο. Ακούγοντας τον «γκουρού» της μικρής κοινότητας των πολιτικών αναλυτών-εκλογολόγων κ. Νικολακόπουλο να ομολογεί πως είναι φανερό ότι έχουν πρόβλημα με τα «μεθοδολογικά εργαλεία» της δουλειάς τους, θα πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως είτε η εκλογολογία δεν είναι και δεν ήταν ποτέ επιστημονικός τομέας είτε ο κ. Νικολακόπουλος πρέπει να αλλάξει επιστημονικό πεδίο. Ας πούμε εκείνο της χαρτορίχτρας, ιδιαίτερα όταν την υποδυόταν η Γεωργία Βασιλειάδου η συγχωρεμένη, διέθετε τουλάχιστον μία σταθερή και αξιόπιστη data base, εκείνη του Μίμη Φωτόπουλου. Γνώριζε
δηλαδή με λεπτομέρειες ένα τμήμα της συνολικής εικόνας. Πρόκειται άλλωστε για το βασικό προαπαιτούμενο της Στατιστικής μεθοδολογίας. Όταν δεν υπάρχει κι αυτό, ούτε η χαρτορίχτρα μπορεί να φέρεται ως αξιόπιστη.
Οι δημοσκοπήσεις πάνε παρέα με τη δημοσιογραφία. Όταν δεν υπήρχαν οι μετρήσεις κοινής γνώμης τη δουλειά την έκαναν οι δημοσιογράφοι. Πήγαιναν στα καφενεία, την αγορά, τις ταβέρνες, τους δρόμους και αφουγκράζονταν το τι συνέβαινε στο Περιστέρι, το λιμάνι, τα Σεπόλια, το Παγκράτι. Οι δημοσκόποι και οι δημοσιογράφοι εδώ και καιρό αποτελούν ένα ιδιότυπο εργαλείο συλλογικής ψυχοθεραπείας που, αν και απευθύνεται ως θεραπεία στο ευρύ κοινό, εντούτοις λειτουργεί σχεδόν αποκλειστικά ως αναγκαίο θεραπευτικό μέσο για τους ίδιους τους δημοσκόπους και τους δημοσιογράφους. Πρόκειται για φαινόμενο αυτοκατανάλωσης του παραγόμενου ιδίου προϊόντος. Τελικά ουδείς γνωρίζει αν αυτή η μέθοδος ψυχοθεραπείας είναι αποτελεσματική. Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος και της απώλειας ακόμη και των έσχατων ψηγμάτων επαγγελματικής αξιοπιστίας, καταλήγουμε μάλλον ασφαλώς στο συμπέρασμα ότι το σύμπλεγμα δημοσκόπων - δημοσιογράφων βλάπτει σοβαρά την ενημέρωση.
Η συνωμοσία της… πραγματικότητας
Παραμονές των εκλογών οι σοβαρές ευρωπαϊκές πρεσβείες στην Αθήνα, το «μεγάλο μαγαζί» της Βασιλίσσης Σοφίας, καθώς και οι εντόπιοι εκπρόσωποι του Πούτιν και της Κεντρικής Επιτροπής του Πεκίνου εξέφραζαν την ελπίδα (άρα και τη βεβαιότητα) πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν ο νικητής της αναμέτρησης. Αμέσως μετά το αποτέλεσμα ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα αναρτούσε στο διαδίκτυο ένα μικρό συγχαρητήριο σχολιάκι προς τον κ. Τσίπρα. Κρεμλίνο, Βερολίνο, Παρίσι, Ρώμη και Βρυξέλλες έσπευδαν να συγχαρούν το νικητή. Ερώτημα: Πώς οι δυτικοί και οι ανατολικοί αφουγκράστηκαν το Περιστέρι, το Αιγάλεω και την Τούμπα, και οι ντόπιοι ιερομάντεις δεν κατάφεραν να αφουγκραστούν ούτε το Κολωνάκι; Η απάντηση αφορά αποκλειστικά τον κόσμο της Λογικής και της Πολιτικής Άλγεβρας. Η πρώτη έχει να κάνει με τον Αριστοτέλη. Η δεύτερη με την ερμηνεία της αραβικής σκέψης. Και οι δύο μαζί συνιστούν τον πυρήνα του Ορθολογισμού. Από τις Ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014 έως και την περασμένη Κυριακή δεν επήλθε καμία σημαντική αλλαγή στο μείζον ζήτημα που αφορά τη μικρή βαλκανική κοινωνία της χώρας. Δηλαδή, τι ακριβώς είναι νέο και τι είναι παλαιό. Ούτε η ταλαιπωρία των capital controls ούτε οι κλειστές τράπεζες ούτε το 3ο Μνημόνιο επέφεραν ποιοτικές αλλαγές στο κρίσιμο αυτό ζήτημα. Η πρόσφατη επτάμηνη περιπέτεια διακυβέρνησης απλά επέτεινε το χαρακτηριστικό ανακλαστικό της φιλυποψίας, αφού τελικά ακόμη και η ισχυρή αποχή από τις κάλπες κάθε άλλο παρά επηρέασε τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως αποδεικνύεται από τα στοιχεία και παρά τις επίσης άστοχες προβλέψεις των δημοσκοπήσεων. Τελικά οι απέχοντες «εκτέλεσαν» τον Λαφαζάνη και τη Ζωή, τη Νέα Δημοκρατία και το Ποτάμι, παρά «τιμώρησαν» την Κουμουνδούρου.
Ένα επίσης σημαντικό στοιχείο στην πολιτική διαφορική εξίσωση της στιγμής αφορά την περιθωριοποίηση ενός σημαντικού τμήματος της κοινωνίας που εκτιμά πως βρίσκεται εκτός συστήματος και άρα συμπεριφέρεται αναλόγως. Η μειοψηφία αυτού του τμήματος ή προσέφυγε στην «πλάκα» ψηφίζοντας Λεβέντη είτε ενσωματώθηκε συνειδητά στη Χρυσή Αυγή. Η πλειοψηφία των πολιτών στη ζώνη της πολιτικής περιθωριοποίησης επέλεξε τη σιωπή. Πρόκειται για 2 εκατομμύρια ψηφοφόρους που απώλεσε το πολιτικό σύστημα από το 2009 έως την περασμένη Κυριακή. Είναι το 1/3 του συνολικού δυναμικού της δεξαμενής ψήφων. Αυτή είναι η πραγματική εικόνα και εν πολλοίς το πραγματικό πρόβλημα της χώρας.
Ο κ. Τσίπρας κατήγαγε θριαμβευτική - προσωπική νίκη και κυριαρχεί πλέον στο πολιτικό σκηνικό έχοντας καταστεί αποδεκτός, αν όχι απαραίτητος, από το σύστημα λήψης αποφάσεων στις Βρυξέλλες, το Βερολίνο και την Ουάσινγκτον. Πρόκειται για επιτυχία που ο Ανδρέας Παπανδρέου πάλεψε πολύ περισσότερο και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα προκειμένου να τη διασφαλίσει. Το συμπέρασμα είναι μάλλον ξεκάθαρο. Ο κ. Τσίπρας μετά από τέσσερις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις (Μάιος 2014 - Σεπτέμβρις 2015) επιλέγεται από την ημεδαπή πολιτική πραγματικότητα και από τα διεθνή κονκλάβια ως ο πολιτικός που καλείται να ενσωματώσει τη χώρα στα δυτικά πρότυπα ολοκληρώνοντας τον κύκλο που άρχισε το 1993 με τον Ανδρέα Παπανδρέου και συνεχίστηκε έως το 2004 με τον Κώστα Σημίτη για να διακοπεί με τους ανεκδιήγητους Καραμανλή και Γιώργο Παπανδρέου. Πρόκειται για την πλέον επώδυνη φάση ενσωμάτωσης από τις προηγούμενες.
Αυτός είναι ο λόγος που ως διαχειριστής αυτής της φάσης επιλέγεται πολιτικός της Αριστεράς που καλείται να διαβεί τον Ρουβίκωνα με την προϋπόθεση της δημιουργίας-σύστασης ενός ευρύτερου χώρου της Κεντροαριστεράς πέρα και έξω από διαπλεκόμενους έως τώρα αρλεκίνους, με την εισδοχή στο σύστημα της νέας διαπλεκόμενης ελίτ, την εκτόπιση του παλαιού θεσμικού υποκόσμου και την ανάδειξη νέου σχήματος επιχειρηματικής και πολιτικής ομάδας εξουσίας που θα είναι αποδεκτή στο ορατό μέλλον διότι απλά δεν θα έχει «ορατούς» σκελετούς στα συρτάρια της. Το πρόβλημα για την υλοποίηση όλων των παραπάνω έχει να κάνει και πάλι με την πολιτική άλγεβρα. Ο κ. Τσίπρας εξελέγη από το 35,4% του 60% των προσερχομένων στην κάλπη ψηφοφόρων. Πρόκειται για ισχνή πλειοψηφία. Σχηματίζει κυβέρνηση με την ισχνότερη, εξαρχής, κοινοβουλευτική πλειοψηφία από το 1974 και μετά. Το επιδιωκόμενο ποσοστό προκειμένου να διασφαλίσει και συνταγματικού τύπου παρεμβάσεις πρέπει να αγγίζει με συμμαχίες και προσμείξεις, αλλά και ανοχές, το 45-50% του εκλογικού σώματος. Ο καθείς αντιλαμβάνεται πως ο στόχος του κ. Τσίπρα είναι να διασφαλίσει αυτό το ποσοστό μέσω της κοινοβουλευτικής δραστηριότητας, με ανταλλάγματα και προσμείξεις, με βασικό όπλο την εφαρμογή των υπεσχημένων προς εταίρους και δανειστές με προοδευτικό πρόσημο και ολίγην αριστερή ρητορική. Πεδίον δόξης λαμπρόν. Οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού δεν θα είχαν καμία ουσιαστική αντίρρηση, αν και εφόσον το σύστημα Κουμουνδούρου ανταποκριθεί σε ένα μίνιμουμ μεταρρυθμίσεων. Άλλωστε έως και την ολοκλήρωση της μάχης εξουσίας στην Κεντροδεξιά μεταξύ του νεαρού Μπακογιάννη και του επίσης νεαρού αλλά άγνωστου και μάλλον άγευστου πλην όμως «Κληρονόμου του Στέμματος» Κώστα Καραμανλή, επίσης εξ Σερρών, θα χρειαστεί πολύς καιρός και επώδυνες διαδικασίες. Ο κ. Τσίπρας διαθέτει όλο τον απαιτούμενο χρόνο για τη σταδιακή προσαρμογή του. Απέδειξε ότι γνωρίζει από στρατηγική διαχείριση και εφαρμογή τακτικής. Μένει να αποδείξει στους εταίρους, δανειστές και φίλους του, εντός και εκτός των τειχών, πως αντιλαμβάνεται ότι δεν αρκούν ο Ταϋλεράνδος και ο Μακιαβέλι για τη σε βάθος χρόνου πολιτική κυριαρχία. Χρειάζεται και η συνωμοσία της τύχης με την πραγματικότητα.
http://www.toportal.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου