Κυριακή 18 Αυγούστου 2019

Το τέρας της κλιματικής αλλαγής: Το 2050 το Λονδίνο θα γίνει Βαρκελώνη και η Μαδρίτη, Μαρόκο

Μέσα στις τρεις επόμενες δεκαετίες το Λονδίνο θα αποκτήσει κλίμα παρόμοιο με εκείνο της Βαρκελώνης σήμερα, η Μαδρίτη αντίστοιχο εκείνου του σημερινού Μαρόκου και η Στοκχόλμη θα θυμίζει – κλιματολογικά – Βουδαπέστη. Όλες οι πόλεις στο βόρειο ημισφαίριο που σήμερα έχουν μέσες ή κρύες θερμοκρασίες θα αποκτήσουν το κλίμα πόλεων που είναι κοντά στον Ισημερινό, κάτι που θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις στην υποδομή τους.
Επιστήμονες του κλίματος στο ερευνητικό κέντρο Crowther Lab στη Ζυρίχη προειδοποιούν πως το ένα πέμπτο των μεγαλουπόλεων του κόσμου θα αντιμετωπίσει «άγνωστες» κλιματικές συνθήκες περί το 2050, καθώς η άνοδος της θερμοκρασίας αυξάνει τους κινδύνους ξηρασίας και πλημμυρών. Το ερευνητικό
κέντρο ανέλυσε δεδομένα 520 πόλεων σε ολόκληρο τον κόσμο εξετάζοντας φαινόμενα όπως πλημμύρες, καταιγίδες με έντονη παρουσία κεραυνών, ξηρασία, καύσωνες και πυρκαγιές λόγω αυτών.
Αρχίζει να καίει…
Σε τριάντα χρόνια, το Λονδίνο θα αποκτήσει ένα κλίμα που θα μοιάζει με εκείνο της σημερινής Βαρκελώνης. Έως το 2050 η Μαδρίτη θα είναι σαν το σημερινό Μαρόκο, ενώ η Στοκχόλμη όπως η Βουδαπέστη. Οι ερευνητές αναφέρουν επίσης ότι η Μόσχα θα μοιάζει με τη Σόφια, το Σιάτλ με το Σαν Φρανσίσκο και η Νέα Υόρκη θα είναι συγκρίσιμη με τη Βιρτζίνια Μπιτς. Εξαιτίας της παγκόσμιας υπερθέρμανσης, η μέση θερμοκρασία στις ευρωπαϊκές πόλεις θα είναι αυξημένη κατά 3,5 βαθμούς Κελσίου το καλοκαίρι και 4,7 Κελσίου τον χειμώνα.
Στην Αθήνα ειδικότερα, η θερμοκρασία προβλέπεται να ανέβει 5-6 βαθμούς. Αντίστοιχα, στις πόλεις των τροπικών περιοχών, οι οποίες θα έχουν και τις μεγαλύτερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, οι αλλαγές στη θερμοκρασία θα είναι μικρότερης κλίμακας. Όμως θα ζήσουν σημαντικές αλλαγές στο επίπεδο των βροχοπτώσεων, που σημαίνει περιόδους μεγάλης ξηρασίας και πλημμύρες. Από το 22% των πόλεων που θα γνωρίσουν πρωτόγνωρες κλιματικές μεταβολές, το 64% βρίσκεται στις τροπικές ζώνες και περιλαμβάνουν την Κουάλα Λουμπούρ, την Τζακάρτα, τη Ρανγκούν και τη Σιγκαπούρη.
Δραματικές οι αλλαγές
Όλα αυτά έχουν βαθύτερες συνέπειες, και σύμφωνα με την έρευνα 8 στις 10 πόλεις θα βιώσουν δραματικές αλλαγές. Για παράδειγμα, η Βαρκελώνη πριν από δέκα χρόνια είχε αντιμετωπίσει μια μεγάλη ξηρασία, η οποία έθεσε πολλούς κατοίκους σε κίνδυνο και ανάγκασε τον κόσμο να ξοδέψει δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για την εισαγωγή πόσιμου νερού από άλλες χώρες. Οι ερευνητές αναφέρουν ότι το Λονδίνο και πόλεις σε παρόμοια γεωγραφικά πλάτη θα αντιμετωπίσουν τα ίδια προβλήματα στο μέλλον.
Ο Tom Crowther, ο ιδρυτής του εργαστηρίου Crowther στην Ελβετία που διεξήγαγε την έρευνα, αναφέρει ότι οι κάτοικοι στο 1/5 των πόλεων παγκοσμίως θα βιώσουν συνθήκες που δεν έχουμε ξαναδεί σε μεγάλες πόλεις. Ο ίδιος τονίζει ότι θα υπάρχουν πολιτικές αλλαγές και νέες δυσκολίες στις υποδομές των πόλεων που δεν έχουμε αντιμετωπίσει στο παρελθόν. «Δεν είμαστε προετοιμασμένοι γι’ αυτό. Θα έπρεπε να είχαμε ξεκινήσει τον προγραμματισμό για την κλιματική αλλαγή χθες. Όσο πιο γρήγορα αρχίσει, τόσο μικρότερες θα είναι οι επιπτώσεις» σημειώνει.
Μακριά από τους στόχους
Ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού το 2015 για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δεν φαίνεται να μπορεί να επιτευχθεί. Στη Συμφωνία του Παρισιού, η οποία έχει επικυρωθεί από 185 χώρες, οι κυβερνήσεις έχουν δεσμευθεί για τη διατήρηση της ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη αρκετά κάτω από τους +2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή και καταβάλλουν προσπάθειες να πιάσουν τον στόχο του +1,5 βαθμού. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, ο περιορισμός της ανόδου της θερμοκρασίας στον +1,5 βαθμό Κελσίου θα εξασφαλίσει την αποφυγή οικονομικών απωλειών ύψους 12 τρισεκατομμυρίων δολαρίων το 2050.
Αναφορικά με την εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα, ο στόχος για μείωση κατά 40% είναι ιδιαίτερα δύσκολα επιτεύξιμος μιας και περί το 70% του παγκόσμιου πληθυσμού αναμένεται ότι θα ζει σε αστικές περιοχές προς το 2050, σύμφωνα με τα στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών. Εξετάζοντας τις κλιματικές συνθήκες που ισχύουν σήμερα στις πόλεις αυτές – περιλαμβανομένων των δεδομένων της βροχόπτωσης και εποχικών χαρακτηριστικών – οι επιστήμονες προβλέπουν τι μπορεί να συμβεί εάν οι θερμοκρασίες αυξηθούν κατά μισό βαθμό, πλησιάζοντας τον 1,5 βαθμό Κελσίου που έχει τεθεί ως στόχος από τη Συμφωνία του Παρισιού του 2015 για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Δείχνει ότι το 22% των πόλεων θα αντιμετωπίσουν πρωτόγνωρες κλιματικές συνθήκες προς το 2050, όπως περισσότερες περιόδους ξηρασίας και μουσώνων. «Πρόκειται για μία αλλαγή των κλιματικών συνθηκών που είναι πιθανόν να αυξήσει τον κίνδυνο πλημμυρών και ακραίας ξηρασίας. Πρόκειται για άγνωστες συνθήκες στις πόλεις αυτές», δηλώνει ο Ζαν Φρανσίς-Μπαστέν, επικεφαλής της ομάδας που συνέταξε την έκθεση του Crowther Lab.
Προκλήσεις για την Ε.Ε.
Ευάλωτη παρουσιάζεται η Γηραιά Ήπειρος απέναντι στην κλιματική αλλαγή και ενδεικτική ήταν η στάση της νέας, πλέον, προέδρου της Κομισιόν, της Γερμανίδας Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν. Η νέα πρόεδρος, αντιμετωπίζοντας μία δύσκολη εκλογή στο ανώτατο αξίωμα της Ε.Ε., επιδόθηκε σε μια προσπάθεια να γοητεύσει τους ευρωβουλευτές «πρασινίζοντας» την ομιλία της, υποσχόμενη «μία πράσινη συμφωνία» για την Ευρωπαϊκή Ένωση τις πρώτες 100 ημέρες της θητείας της. Επιβεβαίωσε επιπλέον την υποστήριξή της προς την ουδετερότητα του άνθρακα στον ορίζοντα του 2050, η οποία θα εγγραφεί «στον πρώτο ευρωπαϊκό νόμο για το κλίμα» και έθεσε έναν περισσότερο φιλόδοξο στόχο για τον περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 50% έως και 55% το 2030.
Ο κλιματικός κίνδυνος για την Ευρώπη παρουσιάστηκε σε πρόσφατη έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οποία κατέδειξε πως η περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως η ξηρασία και οι πλημμύρες, τις οποίες χαρακτηρίζει ως τις πιο συχνές φυσικές καταστροφές.
Σοκαριστικά είναι επίσης τα στοιχεία για το οικονομικό κόστος των καταστροφών που έχουν προκληθεί από ακραία καιρικά φαινόμενα στις χώρες – μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), δηλαδή τα 28 κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την Ελβετία, τη Νορβηγία, το Λιχτενστάιν, την Ισλανδία και την Τουρκία, από το 1980 μέχρι το 2017, καθώς υπολογίζεται στα 453 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με έρευνα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (EEA), η Γερμανία είχε τις μεγαλύτερες δαπάνες ξεπερνώντας τα 96 δισ. ευρώ, και ακολουθούν Ιταλία και Γαλλία, των οποίων οι οικονομίες έχουν επιβαρυνθεί με δαπάνες 64,6 δισ. ευρώ και 62 δισ., αντίστοιχα, από καιρικές καταστροφές. Με νωπές ακόμα τις μνήμες από τη Μάνδρα και το Μάτι αλλά και τις καταστροφές στο νησί της Κρήτης, στην Ελλάδα το κόστος των καταστροφών από ακραία καιρικά φαινόμενα υπολογίζεται στα 7,3 δισ. ευρώ κατά τη διάρκεια των τελευταίων 37 ετών. Σύμφωνα με την έρευνα, το κόστος των καιρικών καταστροφών έχει αυξηθεί, από τα 7,4 δισ. ευρώ ανά χώρα – μέλος του ΕΟΧ κατά μέσον όρο την περίοδο 1980-89 στα 13,4 δισ. ευρώ το 1990-99 και στα 14 δισ. ευρώ το 2000-09, με την τάση να αναμένεται ανοδική.
Η κλιματική αλλαγή έχει μπει για τα καλά στην ατζέντα των συζητήσεων τόσο στην Ευρώπη όσο και σε άλλες περιοχές του πλανήτη, με τον Αμερικανό Πρόεδρο να αντιστέκεται σθεναρά και να μην αναγνωρίζει τον αρνητικό αντίκτυπο. Ο Tom Crowther, ο ιδρυτής του εργαστηρίου Crowther στην Ελβετία που διεξήγαγε την προαναφερόμενη έρευνα, αναφέρει πως οι μελέτες αυτές βοηθούν τις πόλεις στην προσαρμογή του σχεδιασμού τους ώστε να αντιμετωπισθούν οι κλιματικοί κίνδυνοι, αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι οφείλουν να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους για να περιορίσουν τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και τους κινδύνους που προέρχονται από αυτό για να υπάρξει μία αποφασιστική μεταστροφή της επικείμενης κλιματικής καταστροφής.
Μπορούν να μας σώσουν ένα τρισεκατομμύριο δένδρα;
Μία ακόμα διάσταση που μελέτησε το ερευνητικό κέντρο Crowther Lab είναι κατά πόσο η αποκατάσταση δασών μπορεί να φέρει αποτελέσματα στο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Οι ερευνητές χαρτογράφησαν περιοχές του κόσμου όπου μπορούν να μεγαλώσουν νέα δέντρα, καθώς και το πόσο διοξείδιο του άνθρακα μπορούν να «παγιδεύσουν».
Υπολόγισαν ότι, υπό τις παρούσες κλιματικές συνθήκες, οι στεριές του πλανήτη μπορούν να υποστηρίξουν 4,4 δισεκατομμύρια εκτάρια συνεχούς δασοκάλυψης. Δηλαδή, επιπλέον 1,6 δισεκατομμύρια εκτάρια των ήδη υπαρχόντων 2,8 δισεκατομμυρίων εκταρίων. Από τη στιγμή που τα δάση αυτά φτάσουν σε επίπεδο «ωρίμανσης», μπορούν να δεσμεύσουν 205 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα, ποσότητα η οποία αντιστοιχεί στα δύο τρίτα των 300 δισεκατομμυρίων που έχουν απελευθερωθεί στην ατμόσφαιρα του πλανήτη από την εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης έως σήμερα.
«Όλοι μας ξέραμε ότι η αποκατάσταση των δασών θα μπορούσε να παίξει ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά στην πραγματικότητα δεν ξέραμε πόσο μεγάλος θα ήταν αυτός ο αντίκτυπος» σχολίασε ο καθηγητής Tom Crowther, εκ των συντακτών της μελέτης και ιδρυτής του Crowther Lab στο ETH Zurich. «Η μελέτη μας δείχνει με σαφήνεια ότι η αποκατάσταση των δασών είναι η καλύτερη λύση στο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής που είναι διαθέσιμη σήμερα. Πρέπει όμως να δράσουμε γρήγορα, καθώς απαιτούνται δεκαετίες για να ωριμάσουν τα καινούργια δάση και να φτάσουν στο πλήρες δυναμικό τους ως φυσικής πηγής «αποθήκευσης» διοξειδίου του άνθρακα» τόνισε.
Στη μελέτη παρουσιάζονται επίσης και τα μέρη του πλανήτη τα οποία είναι τα πιο κατάλληλα για αποκατάσταση δασών: Η Ρωσία (151 εκατομμύρια εκτάρια), οι ΗΠΑ (103 εκατομμύρια εκτάρια), ο Καναδάς (78,4 εκατομμύρια εκτάρια), η Αυστραλία (58 εκατομμύρια εκτάρια), η Βραζιλία (49,7 εκατομμύρια εκτάρια) και η Κίνα (40,2 εκατομμύρια εκτάρια).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σε ισχύ αυστηρότερο πλαίσιο για ασφαλή προϊόντα στην ΕΕ

Νέος ευρωπαϊκός κανονισμός για την ασφάλεια των προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Ενωση τέθηκε σε ισχύ την προηγούμενη εβδομάδα. Δίνει περισσότερες ε...