Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2019

Oι ΗΠΑ δεν έχουν «φίλους»

του Δημήτρη Μηλάκα
Αν μπορεί να υπάρξει ένα ασφαλές συμπέρασμα από τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών στη Συρία, αυτό είναι πως η αμερικανική εξωτερική πολιτική δεν είναι «συμπαγής». Με πιο απλά λόγια, το ανελέητα σκληρό αμερικανικό εσωτερικό παιχνίδι υπονομεύει (και) την εξωτερική πολιτική της υπερδύναμης, η οποία (και) στην περίπτωση της Συρίας εμφανίζεται να είναι ασυνεπής ως προς τους στόχους που η ίδια είχε θέσει. Η δημιουργία κουρδικού κράτους αποτελούσε επιθυμία της Ουάσιγκτον εδώ και δυο – τρεις δεκαετίες. Η διάλυση του Ιράκ και η διάχυση της αστάθειας στη Συρία δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την
ολοκλήρωση των αμερικανικών σχεδιασμών για τη δημιουργία ενός κουρδικού προτεκτοράτου τους στην περιοχή. Στην εν λόγω προσπάθεια θα πρέπει να σημειωθεί ότι μεγάλος αρωγός και «χορηγός» των ΗΠΑ είναι το Ισραήλ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ επέλεξε να «ξεφορτωθεί» το (πολιτικό) κόστος της εμπλοκής στον πόλεμο που συνεχίζεται μια δεκαετία τώρα στη Συρία. Μιλώντας στην «καρδιά» του μέσου Αμερικανού στοχεύει στην επανεκλογή του, βάζοντας σε δεύτερο πλάνο «μακροπρόθεσμα» σχέδια με τα οποία είναι «μπερδεμένη» η αμερικανική διπλωματία.
Η άγρια επίθεση που δέχεται ο Αμερικανός Πρόεδρος από ένα ολόκληρο σύστημα εξουσίας στο εσωτερικό του προφανώς δεν έχει να κάνει με το αν είναι έξυπνος, ανόητος ή πολιτικά μη ορθός. Ο «απομονωτισμός» και ο «προστατευτισμός» στην εξωτερική πολιτική και την οικονομία που εκπροσωπεί ο Τραμπ περιγράφουν ένα «δεύτερο» οργανωμένο σύστημα συμφερόντων εντός των ΗΠΑ.
Σε κάθε περίπτωση η εσωτερική πολιτική κατάσταση στην αυτοκρατορία αποτυπώνεται στην εξωτερική της πολιτική.
Το «κενό»
Στη Συρία οι αμερικανικές παλινωδίες δημιούργησαν «κενό», το οποίο έσπευσαν να καλύψουν καταρχήν η Τουρκία, αλλά κατά κύριο λόγο η Ρωσία.
Οι πρώτοι που πλήρωσαν τις επιλογές του Τραμπ είναι οι Κούρδοι της Συρίας. Έχοντας προσφέρει τα πάντα στους Αμερικανούς, θεωρούσαν ότι θα ανταμειφθούν με τη δημιουργία ενός κουρδικού «κράτους» που θα τους περιλαμβάνει. Το μόνο που δεν πίστευαν είναι αυτό που συνέβη: να εγκαταλειφθούν από την Ουάσιγκτον.
Η αμερικανική αποχώρηση από την περιοχή της βόρειας Συρίας καλύφθηκε άμεσα καταρχήν από τις τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις, οι οποίες, όπως τουλάχιστον αναφέρουν οι ειδικοί στρατιωτικοί αναλυτές, δεν τα κατάφεραν και τόσο καλά, δηλαδή δεν πέτυχαν να εξαπλωθούν σε όσο έδαφος εντός της Συρίας είχαν ως στόχο.
Ωστόσο, ό,τι δεν κατάφερε η Άγκυρα με τα όπλα το έχει πετύχει διπλωματικά. Καταρχήν αποσπώντας την αμερικανική συμφωνία να εισβάλει στη Συρία. Αμέσως μετά, μπροστά στον κίνδυνο να βρεθεί στο τέλμα ενός ανταρτοπόλεμου, η Τουρκία συμφώνησε τις διευθετήσεις στη βόρεια Συρία με τη Μόσχα. Έτσι λοιπόν έχουμε:
● Τρεις χώρες (ΗΠΑ, Ρωσία, Τουρκία) να παζαρεύουν μεταξύ τους την τύχη εδαφών μιας άλλης (Συρία) χώρας.
● Κανένας από τους δύο «μεγάλους παίκτες», δηλαδή ούτε η ΗΠΑ ούτε η Ρωσία, δίνουν δεκάρα για το γεγονός ότι στη βόρεια Συρία κατοικούν Κούρδοι. Μάλιστα και οι δύο αποδέχονται έμμεσα αλλά σαφέστατα την τουρκική επιχειρηματολογία περί τρομοκρατικών κουρδικών οργανώσεων, καθώς και την «ανάγκη» της Άγκυρας να καταλάβει μία ζώνη εδάφους ξένου κράτους.
● Κανένας από τους ισχυρούς, επίσης, δεν φαίνεται να συγκινείται από το σχέδιο «εθνοκάθαρσης» που είναι αποφασισμένη να κάνει – όπως το έχει δηλώσει – η Τουρκία. Σύμφωνα με το τουρκικό σχέδιο, στη ζώνη «ασφάλειας» που θα δημιουργηθεί ύστερα από την απομάκρυνση των Κούρδων «τρομοκρατών» θα εγκατασταθούν περί τα 2 εκατομμύρια Σύροι πρόσφυγες από άλλες περιοχές της ρημαγμένης χώρας.
Διδάγματα για την Αθήνα
Πού θα καταλήξουν και με ποιον τρόπο όλες αυτές οι πολιτικές / διπλωματικές ανακατατάξεις κανείς δεν μπορεί να το προβλέψει. Έχουν ωστόσο ιδιαίτερη αξία για την Ελλάδα κάποιες επισημάνσεις:
● Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία αναγνωρίζουν το «δικαίωμα» της προστασίας των ζωτικών τουρκικών συμφερόντων στην περιοχή με τη δύναμη των όπλων.
● Εκτός από τα συριακά εδάφη (μια έκταση όση η Αττική) που η Τουρκία κατέλαβε με την εισβολή που έκανε την περασμένη εβδομάδα, ελέγχει στρατιωτικά την επαρχία Αφρίν (βορειοδυτική Συρία) και της έχει παραχωρηθεί επίσης ο έλεγχος της επαρχίας Ιντλίμπ.
Είναι προφανές απ’ όλα αυτά ότι, αν και όλοι οι εμπλεκόμενοι «ορκίζονται» περί της προστασίας της ακεραιότητας της Συρίας, στην πράξη ο ακρωτηριασμός αυτής της χώρας έχει ήδη πραγματοποιηθεί. Αυτό, με άλλα λόγια, θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι μια «απόδειξη» πως η Συνθήκη της Λωζάννης, η οποία όριζε τα σύνορα του νέου τουρκικού κράτους μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είναι παρωχημένη.
Κάτι που έχει επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι η απάθεια με την οποία η Αθήνα παρατηρεί τις «κοσμογονικές» εξελίξεις. Ενώ η Άγκυρα προχωρά στη διεκδίκηση του ρόλου που θεωρεί ότι της αναλογεί στην περιοχή απαιτώντας και επιβάλλοντας αναθεώρηση των συνθηκών, τα ελληνικά κόμματα αναζητούν συναινέσεις σε ζητήματα επουσιώδη ή άνευ σημασίας, όπως η ψήφος των αποδήμων.
Τα ελληνικά κόμματα εξουσίας θεωρούν πως έχουν πράξει τα δέοντα για την εξασφάλιση των ελληνικών συμφερόντων προσφέροντας γην και ύδωρ στην Ουάσιγκτον. Προφανώς θεωρούν ότι δεν θα εγκαταλειφθούν από την Ουάσιγκτον την κρίσιμη στιγμή, όπως έγινε με τους Κούρδους…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

«Πολιτική θεολογία και Συνταγματική ηθική»

Η «πολιτική θεολογία» είναι μια διαδεδομένη αλλά αμφίσημη έννοια που χρησιμοποιείται με διαφορετικό περιεχόμενο αφενός σε θύραθεν συμφραζόμε...