Η κοινωνική ιστορία ενός ελληνικού φαινομένου, του περιπτέρου, που χαρακτηρίζει τις πόλεις και γύρω από το οποίο οργανώνεται η καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων.
«Αξιος συγχαρητηρίων έγινε ο κ.Δήμαρχος,ο οποίος αποφάσισε την ανέγερσιν πολλών περιπτέρων εις τας Αθήνας, τα οποία θα εκχωρήσει εις τους τραυματίας του πολέμουή εις τα μέλη φονευθέντων πολεμιστών.Δεν φαντάζεται κανείς πόσα καλά θα προκύψουν αμέσως αμέσωςεκ της ανεγέρσεως των περιπτέρων.
Τα περίπτερα θα είναι ένας στολισμός της πόλεως,θα εξυπηρετηθούν διά αυτών και θα εύρουν πόρον ζωής πλείστοι ανάπηροι των δύο πολέμων. Θα εξαπλωθή διά του μέσου τούτου το ελληνικόν έντυπον,είτε εφημερίςείτε περιοδικόνείτε φυλλάδιονείτε βιβλίον. Και θα γίνουν αιτία όπως αι μεγάλαι επαρχιακαί μας πόλεις κουνηθούν λιγάκι και μιμηθούν λιγάκι την πρωτεύουσαν».
(Σωτήρης Σκίπης,εφημερίδα «ΣΚΡΙΠ», 20 Οκτωβρίου 1919)
Οταν ο συγγραφέας και σκιτσογράφος Μίνως Αργυράκης επέστρεψε το 1956 από την Ευρώπη στην Αθήνα έγραψε στην εφημερίδα «Εμπρός» ότι «η μοντέρνα Αθήνα είναι μια Βαβέλ από λιμουζίνες, στραβοβαλμένα κτίρια, περίπτερα και τουρίστες». Η εικόνα δεν έχει αλλάξει πολύ. Ακόμη και σήμερα η Αθήνα χαρακτηρίζεται από την πληθώρα των περιπτέρων της ενώ παραμένουν