Γράφει ο κ. Σάββας Γκαλιμαρίδης
Η ιδέα του διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δεν ήταν κάτι που απασχολούσε μόνο τους επαναστατημένους Έλληνες ή κάτι που εμφανίστηκε ξαφνικά τον 18ο και 19ο αιώνα. Ήδη, από τα πρώτα χρόνια μετά την άλωση της Πόλης, πέρασαν μέσω της δημοτικής παράδοσης τα μηνύματα της αποτίναξης του ισλαμικού ζυγού που ταπείνωσαν τη χριστιανική Ανατολή. Οι θρύλοι του μαρμαρωμένου βασιλιά, του Διγενή Ακρίτα και οι παραλλαγές τους σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές της Βαλκανικής και της Ανατολίας, εκφράζουν τον πόθο των υπόδουλων χριστιανών για την ανατροπή του οθωμανικού κράτους. Φαίνεται όμως ότι πέραν των θρύλων, στην άλλη πλευρά της Μεσογείου στην Ισπανία, ένας δραστήριος ιερωμένος και πρώην σύμβουλος του Βασιλιά Φιλίππου Ε΄, ο Ιούλιος Αλβερόν, συντάσσει το 1730, ένα λεπτομερές σχέδιο διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γεγονός που φανερώνει ότι το θέμα αυτό απασχολούσε και άλλα ισχυρά κράτη στην Ευρώπη.
Το σχέδιο που συνέταξε ο Καρδινάλιος Αλβερόν, είναι ίσως από τα πιο ενδιαφέροντα κείμενα που σώζονται μεταφρασμένα στην ελληνική ιστοριογραφία και αφορούν τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η διάσωση του σχεδίου στην ελληνική γλώσσα, οφείλεται στο διαπρεπή ιστορικό του 19ου αιώνα, Κωνσταντίνο Σάθα (1842-1914). Το πόνημα κατανέμεται σε τέσσερα μέρη. Στο πρώτο μέρος ο Αλβερόν, επιχειρεί να κάνει μία ανασκόπηση ιστορικών γεγονότων και των αποτελεσμάτων που είχε η διχόνοια των χριστιανικών κρατών της Δύσης, στην επέκταση των μουσουλμάνων στην ανατολή. Εκφράζει τις θρησκευτικές αρχές του και δηλώνει απερίφραστα πως αντικείμενο του σχεδίου του είναι η επέκταση του χριστιανισμού και η εξάλειψη του ισλάμ. Ασκεί έντονη κριτική στις προσωπικές φιλοδοξίες των ηγεμόνων της Δύσης που αιματοκύλησαν την Ευρώπη και στάθηκαν εμπόδιο στην διάδοση του χριστιανισμού.
Στο δεύτερο μέρος, προβαίνει σε μία εκτίμηση για την αναλογία των δυνάμεων που έπρεπε να συνεισφέρουν τα ευρωπαϊκά κράτη, σε στρατό ξηράς και σε πλοία για να συσταθεί το κοινό εκστρατευτικό σώμα. Οι υπολογισμοί του λαμβάνουν υπόψη την ισχύ των κρατών, το μέγεθός τους και αντίστοιχα λαμβάνει υπόψη το μέγεθος του αντιπάλου που δυνητικά θα αντιμετωπίσουν δηλαδή τις δυνάμεις που μπορούσε να αντιτάξει η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στο τρίτο μέρος ο Καρδινάλιος, περιγράφει την αναλογική διανομή των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε περίπτωση νίκης του ευρωπαϊκού συνασπισμού, ώστε να είναι όλοι ικανοποιημένοι. Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος, περιγράφει το πλαίσιο των στρατιωτικών ενεργειών που θα πρέπει να αναληφθούν σε ξηρά και θάλασσα, για την κατάλυση του κράτους των Οθωμανών. Το έργο του Καρδινάλιου Αλβερόν, ουσιαστικά αφορά μία χριστιανική σταυροφορία με τη συμμετοχή όλων των χριστιανικών δογμάτων της Ευρώπης, προκειμένου να εξαλείψουν την οθωμανική απειλή. Το έργο του Αλβερόν μεταφράστηκε στα Ιταλικά, Γαλλικά, Ελληνικά και Γερμανικά και δημοσιεύθηκε στον Τύπο της εποχής.
Μερικές δεκαετίες αργότερα στη Ρωσία, οι συνεχόμενες κατακτήσεις του Μέγα Πέτρου στην Αζοφική θάλασσα, έδωσαν αυτοπεποίθηση στο φιλόδοξο Τσάρο και τον ώθησαν να εξετάσει σοβαρά τη διάλυση του προαιώνιου εχθρού, δηλαδή το οθωμανικό σουλτανάτο. Η αντίληψη αυτή, άρχισε να διαδίδεται σε όλες τις κοινωνικές τάξεις στην Ρωσία και από εκεί με το πέρασμα του χρόνου, ενσωματώνεται σε βασικό πυλώνα της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής για πάνω από δύο αιώνες. Σημαντικό ρόλο στη διάδοση και επεξεργασία ενός σχεδίου για το διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, είχε ο Κόμης Όστερμαν[1], στενός συνεργάτης του Μεγάλου Πέτρου που εργάστηκε συστηματικά για την εδραίωση της Ρωσίας στην Ευρωπαϊκή πολιτική σκακιέρα. Ο Όστερμαν, υπήρξε επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας για αρκετά χρόνια στις αρχές του 18ου αιώνα και μαζί με τον συνεργάτη του, Στρατάρχη Μπέρχαρντ Μίννιχ[2] (Munnich) (μετέπειτα σύμβουλο της Αυτοκράτειρας Μεγάλης Αικατερίνης), επεξεργάστηκαν ένα σχέδιο διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με αρκετές λεπτομέρειες, διαδίδοντας πως ο ίδιος ο Μέγας Πέτρος ήταν γνώστης του περιεχομένου του, χωρίς όμως αυτό να έχει αποδειχθεί από ιστορικές πηγές, πέραν βεβαίως των δικών τους μαρτυριών.
Η Μεγάλη Αικατερίνη υιοθέτησε από την πρώτη στιγμή τις αρχές του σχεδίου που της παρουσίασε ο Μίννιχ. Σε γενικές γραμμές, προέβλεπε την εγκατάσταση στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης ενός Ρώσου πρίγκιπα, τη διανομή των εδαφών των Οθωμανών μεταξύ Ρωσίας και Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Αυστριακών), ωστόσο υπήρχαν και πολλά ανοιχτά ζητήματα, όπως για παράδειγμα, η στάση που θα κρατούσαν απέναντι στο σχέδιο, η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία, καθώς και οι δύο αυτές υπερδυνάμεις της εποχής είχαν ζωτικά συμφέροντα στην ανατολική μεσόγειο. Το 1767 ο Ρώσος Στρατάρχης Μίννιχ πεθαίνει, αφήνοντας όμως το σχέδιο του, ως παρακαταθήκη για τη μελλοντική εξέλιξη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Λίγα χρόνια μετά την μεγάλη επιτυχία των Ρώσων στο Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1768-1774, το επιτελείο της Μεγάλης Αικατερίνης συντάσσει περί το 1780, το «Ελληνικό Σχέδιο», που στηρίχθηκε στις θεμελιώδεις προσεγγίσεις του σχεδίου Μίννιχ.
Ο Ρώσος Στρατάρχης Μπέρχαρντ Μίννιχ (1683-1767), ένας από τους κυριότερους υποστηρικτές της ιδέας διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη ρωσική αυλή. Ελαιογραφία εποχής.
Το «Ελληνικό Σχέδιο», προωθήθηκε από τη ρωσική διπλωματία ως μία πιθανή πρόταση για την διευθέτηση του ανατολικού ζητήματος. Η Αυτοκράτειρα οραματιζόταν πλέον, τη σύσταση ενός κράτους στη θέση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με Ρώσο Αυτοκράτορα, θέση για την οποία προόριζε τον δεύτερο εγγονό της, που του έδωσε το όνομα Κωνσταντίνος. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μέγας Δούκας Κωνσταντίνος Πάβλοβιτς, έμαθε να μιλά πρώτα τα ελληνικά και κατόπιν τα ρωσικά. Περιστοιχίστηκε από μικρή ηλικία με ελληνιστές παιδαγωγούς, οι οποίοι του έμαθαν πολλά στοιχεία για τη βυζαντινή παράδοση, την ιστορία και την κουλτούρα των ορθόδοξων λαών. Την ίδια περίοδο, παρατηρείται άνοδος της μετανάστευσης των Ελλήνων των Βαλκανίων προς την Ρωσία, που μετατρεπόταν σε πνευματικό κέντρο του ελληνισμού της εποχής. Ακαδημίες, ελληνικά σχολεία και εμπορικοί σύλλογοι, ιδρύονταν σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ρωσίας, διευρύνοντας το ρόλο και το μέγεθος, των ήδη υφιστάμενων ελληνικών παροικιών στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Αντίστοιχα, παρατηρείται σταδιακή αύξηση της επιρροής των Ελλήνων στην Ρωσική αυλή[3]. Το «ελληνικό Σχέδιο» της Μ. Αικατερίνης είχε μπει σε εφαρμογή.
Η Αυτοκράτειρα για να επιτύχει τον σκοπό της, ήλθε πρώτα σε συνεννόηση με τον Αυτοκράτορα Ιωσήφ Β΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το διάστημα από τον Μάιο του 1780 και μέχρι τα τέλη του 1782, υπήρξε πυκνή αλληλογραφία μεταξύ των δύο ηγεμόνων. Ο Ιωσήφ, αρχικά προσέγγισε το σχέδιο με θετική διάθεση, καθώς είχε μόνο να επωφεληθεί από αυτό. Αργότερα όμως, εξέφρασε σοβαρές επιφυλάξεις για το κατά πόσο θα ήταν ανεκτό από τη Γαλλία και την Αγγλία. Οι Ρώσοι εκτός από τον κεντρικό κορμό του σχεδίου για ίδρυση αυτοκρατορίας με Ρώσο πρίγκιπα, παρουσίασαν άλλες δύο εκδοχές, στις οποίες όμως δεν αναιρούνταν οι βασικές ιδέες ίδρυσης μιας Ελληνικής Αυτοκρατορίας. Στη μία εκδοχή, η Ρωσία θα προσαρτούσε παράκτιες περιοχές στη Μαύρη θάλασσα και κάποια από τα νησιά του Αιγαίου, ενώ οι αυστριακοί θα έπαιρναν την επαρχία της Σερβίας και την Βοσνία- Ερζεγοβίνη. Στην άλλη εκδοχή, θα δημιουργείτο ανεξάρτητο κράτος στη Μολδοβλαχία, με παράλληλη προσάρτηση εδαφών από την Ρωσία και τους Αυστριακούς αντίστοιχα. Η διστακτικότητα του Ιωσήφ, δεν ήταν ικανή να τον οδηγήσει σε απόρριψη του σχεδίου, ούτε όμως και σε επίσημη υιοθέτηση. Παρά ταύτα, αναφορές σε θεσμικά κείμενα ανάμεσα στα δύο κράτη στο πλαίσιο της συμμαχίας του 1787, φαίνεται να διευθετούν ανοικτά θέματα στη βάση του ελληνικού σχεδίου. Το ίδιο έτος, Ρώσοι και Αυστριακοί κηρύττουν τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, γεγονός που αποκαλύπτει σε κάθε περίπτωση, την επεκτατική διάθεσή τους απέναντι στους Τούρκους καθώς και το ευρύ διπλωματικό παρασκήνιο που είχε προηγηθεί μεταξύ των δύο Αυτοκρατοριών.
Στον ελλαδικό χώρο, το σχέδιο της δημιουργίας Ελληνικής Αυτοκρατορίας ήλθε δυναμικά στην επιφάνεια, όταν τέθηκε το μείζον θέμα της διαδοχής του Όθωνα. Το έτος 1851, ο Όθωνας μετρούσε ήδη 18 χρόνια βασιλείας και παρέμενε άτεκνος. Την χρονιά αυτή, προσπάθησε να λύσει το θέμα σε συναντήσεις με συγγενείς του στο Μόναχο, χωρίς όμως να καταλήξει κάπου καθώς, το άρθρο 40 του Συντάγματος που καταρτίστηκε το 1844, προέβλεπε ότι το ελληνικό στέμμα ανήκει στη δυναστεία του Βασιλιά Όθωνα και ο διάδοχός του θα έπρεπε υποχρεωτικά να είναι χριστιανός ορθόδοξος. Τα μικρότερα αδέλφια του Όθωνα, αρνήθηκαν να οριστούν διάδοχοί του, καθώς δεν θέλησαν να αλλάξουν θρήσκευμα και να ασπαστούν την ορθοδοξία. Το θέμα αυτό έπρεπε να λυθεί, γιατί οι Έλληνες δεν υπήρχε περίπτωση να δέχονταν βασιλιά στην Ελλάδα που δεν θα ήταν ορθόδοξος. Εξάλλου, το καθολικό θρήσκευμα του Όθωνα έγινε πεδίο έντονων αντιπαραθέσεων και κριτικής μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, καθ’ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του. Σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις, συνδέθηκε με την προσπάθεια της καθολικής εκκλησίας για έλεγχο και προσηλυτισμό των Ελλήνων. Οι Μ. Δυνάμεις παρενέβησαν κατευναστικά τον Νοέμβριο του 1852, για να υπογραφεί τελικά συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και της Βαυαρίας που επικύρωνε το άρθρο 40 του ελληνικού Συντάγματος. Κατά συνέπεια, το Βαυαρικό κράτος δεσμευόταν για την εξεύρεση λύσης στο θέμα της διαδοχής. Πρόσκαιρα το θέμα έπαψε να απασχολεί την επικαιρότητα, εκτός από τα μέλη του ρωσικού κόμματος που το αναμόχλευαν, αλλά και τον ίδιο τον Όθωνα που αισθανόταν τη θέση του επισφαλή χωρίς την οριστική επίλυση του ζητήματος. Με την έκρηξη του Κριμαϊκού πολέμου και τον ενθουσιασμό των Ελλήνων για την προσδοκώμενη νίκη των Ρώσων, είδαν το φως της δημοσιότητας άρθρα για την ίδρυση της Ελληνικής Αυτοκρατορίας, χωρίς να την συνδέουν με το θέμα της διαδοχής του βασιλιά. Ένα πολύ χαρακτηριστικό δημοσίευμα βρίσκουμε στο φύλλο με αριθμό 1420 της ρωσόφιλης εφημερίδας «ΑΙΩΝ» της 23ης Δεκ 1853, στο οποίο η “επικείμενη” ελληνική αυτοκρατορία, όχι μόνο θα ιδρυθεί αλλά οριοθετούνται με λεπτομέρεια και τα γεωγραφικά της σύνορα!
Στην Αγία Πετρούπολη τον Ιανουάριο του 1853, ο Τσάρος Νικόλαος Α΄, σε μια προσπάθεια συμβιβασμού με τις Μεγάλες Δυνάμεις, παραδίδει στον Βρετανό πρεσβευτή Σέυμουρ σχέδιο διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε περίπτωση που αυτή θα κατέρρεε, μετά από έναν ρωσοτουρκικό πόλεμο. Σύμφωνα με αυτό, η ρωσική πλευρά πρότεινε:
-Οι παραδουνάβιες ηγεμονίες Μολδαβία και Βλαχία, μαζί με την βόρεια Βουλγαρία να δοθούν στην Ρωσία
- Η υπόλοιπη Βουλγαρία να καταστεί ανεξάρτητο κράτος.
- Η Σερβία να ανακηρυχθεί ανεξάρτητο κράτος
- Τα παράλια της Ίστριας στην Αδριατική και του Αρχιπελάγους θα δίνονταν στους Αυστριακούς.
-Η Αίγυπτος θα περνούσε στην κατοχή της Αγγλίας.
-Η Κύπρος και η Ρόδος θα δίνονταν επίσης στην Αγγλία.
-Το νησί της Κρήτης θα περνούσε σε γαλλική κυριαρχία.
-Όλα τα νησιά του Αιγαίου πλην των παραπάνω μνημονευόμενων, θα δίνονταν στην Ελλάδα.
-Η Κωνσταντινούπολη θα αποτελούσε ελεύθερη πόλη με ρωσική φρουρά και τα στενά των Δαρδανελίων θα ελέγχονταν από τους Αυστριακούς.
- Οι Οθωμανοί θα περιορίζονταν μόνο σε εδάφη ασιατικά.
Το σχέδιο επίσης προέβλεπε ότι η Ρωσία θα αναλάμβανε την υποχρέωση να μην επιτρέψει να περιέλθει η Κωνσταντινούπολη στα χέρια των Μεγάλων Δυνάμεων, να μην επανιδρυθεί η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, αλλά ούτε και να επεκταθεί εδαφικά σε βάρος των Οθωμανών, το ελληνικό κράτος.
Διαπιστώνουμε ότι στην πρόταση του Ιανουαρίου 1853, οι Ρώσοι πραγματοποιούν μία μεταστροφή σε σχέση με τον αρχικό σχεδιασμό τους. Αντιλαμβανόμενοι ότι το εγχείρημα της διάλυσης του οθωμανικού κράτους, μάλλον θα ένωνε εναντίον τους τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, επανήλθαν με πιο ήπιες προτάσεις. Η Ρώσοι διπλωμάτες εκτιμούσαν πως οι προτάσεις τους θα γίνονταν πιο εύκολα αποδεκτές, γιατί πίστευαν πως αν μοιράζονταν τις περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας με τα άλλα ισχυρά ευρωπαϊκά κράτη, αυτό θα ικανοποιούσε όλες τις πλευρές, διότι τελικά οι ισχυροί της Ευρώπης θα διεύρυναν τα εδάφη και την επιρροή τους στη Μέση Ανατολή. Για ακόμα μία φορά, φαίνεται ότι οι Ρώσοι δεν είχαν κατανοήσει ότι το πολιτικό πρόβλημα που απασχολούσε τους ηγεμόνες της Ευρώπης, δεν ήταν η επικείμενη πτώση των Τούρκων, αλλά η ραγδαία άνοδος της Ρωσίας.
Σε κάθε περίπτωση σήμερα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι το ρωσικό σχέδιο είχε λάβει υπόψη και περιέγραφε με σαφήνεια τις βλέψεις των Μεγάλων Δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή. Θα μπορούσε να ειπωθεί, ότι το περιεχόμενο των προτάσεων των Ρώσων, προδιαγράφει σε μεγάλο βαθμό την τύχη των εδαφών που μνημονεύονται, μέσα στα επόμενα 50 χρόνια. Πράγματι, η ρωσική διπλωματία προέβλεψε σωστά, ότι η Κύπρος και η Αίγυπτος θα περνούσαν στην επιρροή της Μεγάλης Βρετανίας, οι ακτές της Αδριατικής στην Αυστρία, η Σερβία και η Βουλγαρία θα ανακηρύσσονταν ανεξάρτητα κράτη και η Ελλάδα θα αποκτούσε τελικά τα νησιά του Αιγαίου. Ήταν ένα τραγικό παιχνίδι της μοίρας σύμφωνα με το οποίο, αυτοί που απέρριψαν το ρωσικό σχέδιο του 1853, το εφάρμοσαν κατά γράμμα τις επόμενες δεκαετίες με μόνους απόντες του Ρώσους που το συνέταξαν.
Το εν λόγω κείμενο βασίστηκε στο βιβλίο του συντάκτη του άρθρου, με τίτλο:
«Ο Κριμαϊκός πόλεμος 1853-1856 και η απήχησή τους στους Έλληνες», Εκδόσεις Λειμών: Αθήνα 2021, ISBN: 9786185259785
Για αγορά του βιβλίου Εδώ: https://www.ianos.gr/o-krimekos-polemos-1853-1856-ke-i-apichisi-tou-stous-ellines-0509869?skr_prm=WyI4YzI3NDRjMy01Y2M
[1] Όστερμαν Ανδρέας (1686-1747). Γερμανικής καταγωγής, Ρώσος διπλωμάτης, πολιτικός, αντικακγελάριος και υπουργός εξωτερικών της αυτοκρατορίας. Χρημάτισε σύμβουλος τριών ηγεμόνων, του Μ. Πέτρου, της Αικατερίνης Α΄ και του Πέτρου Β΄. Εκπροσώπησε τη Ρωσία στις πιο σημαντικές συνθήκες που συνάφθηκαν το πρώτο μισό του 18ου αιώνα, με τους Σουηδούς τους Οθωμανούς και τους Πολωνούς. Θεωρήθηκε αυθεντία στην πολιτική της εποχής του, ωστόσο λόγω των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων που προωθούσε, έπεσε σε δυσμένεια και το 1741 εξορίστηκε στη Σιβηρία όπου απεβίωσε λίγα χρόνια αργότερα.
[2] Μίννιχ Μπέρχαρντ (1683-1767).Γερμανικής καταγωγής Στρατάρχης και πολιτικός στην υπηρεσία της Ρωσίας. Ο κόμης Μίννιχ συμμετείχε στους πολέμους με τους Τούρκους και υπήρξε ένας από τους κύριους εμπνευστές της ολοκληρωτικής διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επί βασιλείας της Μεγάλης Αικατερίνης έχαιρε μεγάλης εκτίμησης στην αυλή και προχώρησε σε αναμόρφωση του στρατού της, ιδρύοντας στρατιωτικές σχολές και εκσυγχρονίζοντας το ρωσικό οπλοστάσιο, θέτοντας τα θεμέλια για την ανάδειξη της Ρωσίας σε υπερδύναμη της εποχής του.
[3] Αξίζει να σημειώσουμε ότι τα πιο χαρακτηριστικά ίσως παραδείγματα Ελλήνων με επιρροή στην ρωσική αυλή είναι ο Χιώτης ευνοούμενος της Μεγάλης Αικατερίνης, Ιωάννης Βαρβάκης, ο πρώτος Έλληνας Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, υπουργός εξωτερικών του Αλεξάνδρου Α΄, ο Συνταγματάρχης Λάμπρος Κατσώνης κ.α. .
https://www.istorikathemata.com/2022/02/blog-post.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου