του Aρη Χατζηστεφάνου
Η ιστορία της καύσης απορριμμάτων στην Ευρώπη έχει έντονη αποφορά που απειλεί να φτάσει και στην Ελλάδα. Δυστυχώς δεν μυρίζουν μόνο τα σκουπίδια αλλά και η άτυπη «συμμαχία» της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τη βιομηχανία πλαστικού αλλά και την ιταλική μαφία.
Η είδηση επαναλαμβάνεται, σχεδόν αυτολεξεί, ανά δύο ή τρία χρόνια, με μοναδικές αλλαγές στα ονόματα των πρωταγωνιστών. Η ιταλική αστυνομία ενημερώνει αξιωματούχους στη χώρα «Χ» της Ευρώπης ότι η εταιρεία «Ψ» της Νότιας Ιταλίας, από την οποία εισήγαν τόνους σκουπιδιών για καύση ή ανακύκλωση, είναι
στην πραγματικότητα βιτρίνα κάποιας οργάνωσης της ιταλικής μαφίας (συνήθως της Καμόρα).Στις έρευνες που ακολουθούν αποκαλύπτεται ότι μεταξύ των απορριμμάτων βρίσκονταν και επικίνδυνα τοξικά ή ακόμη και ραδιενεργά απόβλητα. Επίσης γίνεται γνωστό ότι μεγάλος όγκος σκουπιδιών και αποβλήτων κατέληγε σε παράνομες χωματερές ή αποτεφρωνόταν σε ιδιωτικοποιημένες βιομηχανίες τσιμέντου ή λιγνιτικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (οι οποίες διαθέτουν εγκαταστάσεις καύσης αλλά μετά την ιδιωτικοποίηση δεν υπόκεινται σε επαρκείς κρατικούς ελέγχους και δεν έχουν ούτε καν ισχυρά συνδικάτα, μέσω των οποίων οι εργαζόμενοι θα μπορούσαν να κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου).
Ο πρωθυπουργός της χώρας Χ «πέφτει από τα σύννεφα» (παρά το γεγονός ότι το ίδιο είχε συμβεί σε κάποια γειτονική χώρα πριν από μερικούς μήνες) και ζητά από τη Δικαιοσύνη να «χυθεί άπλετο φως». Κάποιος τοπικός αξιωματούχος ή στην καλύτερη περίπτωση ένας διεφθαρμένος δήμαρχος οδηγείται στη φυλακή και ο φάκελος κλείνει.
Ο επίλογος, όμως, γράφεται μερικά χρόνια αργότερα όταν επιστήμονες καταγράφουν τρομακτική αύξηση καρκινικών παθήσεων στον πληθυσμό που ζούσε κοντά στις τσιμεντοβιομηχανίες και τις μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας όπου πραγματοποιούνταν η καύση των σκουπιδιών.
O ρόλος της ιταλικής μαφίας σε δίκτυα μεταφοράς απορριμμάτων έγινε ευρύτερα γνωστός το 2010, όταν περίπου 150.000 τόνοι σκουπιδιών μεταφέρθηκαν με 200 τρένα σε εργοστάσια επεξεργασίας απορριμμάτων και παράνομες χωματερές στην Ανατολική Γερμανία. «Η Καμόρα -έγραφε τότε το περιοδικό Spiegel- ελέγχει σχεδόν το σύνολο του κλάδου διαχείρισης απορριμμάτων της Νότιας Ιταλίας, της Νάπολης και των γύρω περιοχών της Καμπανίας».
Το πρόβλημα απέκτησε τρομακτικές (αλλά και πιο θεσμικές) διαστάσεις μετά το 2018 όταν η Κίνα, που είχε μετατραπεί σε σκουπιδότοπο του πλανήτη, απαγόρευσε την εισαγωγή απορριμμάτων οδηγώντας σε απόγνωση τις περισσότερες χώρες της αναπτυγμένης Δύσης.
Για τη Δυτική Ευρώπη αυτό σήμαινε ότι αντί να πετάει τα σκουπίδια της στην πάλαι ποτέ περιφέρεια του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος έπρεπε να τα μεταφέρει στην περιφέρεια της Ε.Ε. και συγκεκριμένα σε χώρες όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία και προσφάτως και η Ελλάδα.
Στη Βουλγαρία ανάμεσα στους βασικούς «αγοραστές» σκουπιδιών ήταν ο ολιγάρχης Χρίστο Κοβάτσκι, ο οποίος έστησε την αυτοκρατορία του αγοράζοντας κρατικές μονάδες παραγωγής ενέργειας τις οποίες μετέτρεψε και σε αποτεφρωτήρια σκουπιδιών. Σύμφωνα με τηλεγραφήματα της αμερικανικής πρεσβείας, ο Κοβάτσκι συνεργαζόταν με νονούς της βουλγαρικής μαφίας, όπως ο Κονσταντίν Ντιμιτρόφ, που δολοφονήθηκε από αντίπαλη συμμορία το 2003, αλλά και με τον «βαρόνο» των ιταλικών σκουπιδιών Σέρτζιο Γκότσα, που έστελνε καραβιές απορριμμάτων για καύση σε τσιμεντοβιομηχανίες της Ρουμανίας.
Το συγκεκριμένο «εμπόριο» απορριμμάτων και η συνακόλουθη παραγωγή καρκινογόνων ρύπων δεν θα πραγματοποιούνταν με τόση ευκολία χωρίς τη μεσολάβηση της Ε.Ε. Οπως εξηγούσε η δημοσιογράφος Γιάνα Τσόνεβα, το πρόβλημα ξεκινά με την ελεύθερη μετακίνηση απορριμμάτων στο εσωτερικό της Ε.Ε., για την οποία δεν απαιτείται κρατική έγκριση.
Παράλληλα οι οδηγίες της Ε.Ε. για τη σταδιακή κατάργηση των Χώρων Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (XYTA) προβλέπουν εξαιρέσεις για χώρες που εξαρτώνται ακόμη από τους ΧΥΤΑ. Το πρακτικό αποτέλεσμα είναι ότι η Δυτική Ευρώπη μπορεί να πετάει «νόμιμα» τα σκουπίδια της στους φτωχούς συγγενείς της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η όλη διαδικασία, εξηγούσε η Γιάνα Τσόνεβα, σημαίνει ότι η λεγόμενη «κυκλική οικονομία», που βρίσκεται στον πυρήνα του λεγόμενου ευρωπαϊκού Green Deal, μετατρέπεται σε μια βιτρίνα για τη μεταφορά του προβλήματος από τη Δυτική προς την Ανατολική Ευρώπη.
Ακόμη και με αυτή την εξήγηση όμως δεν έχουμε φτάσει στον πραγματικό «νονό» της ιστορίας μας. Οπως μας θύμιζε η σειρά ντοκιμαντέρ «Broken», που προβάλλεται στο Netflix, η πεποίθηση της ανθρωπότητας ότι μπορεί να ανακυκλώνει όλα τα πλαστικά μια χρήσης (τα οποία δημιουργούν και τους πιο επικίνδυνους ρύπους κατά την καύση ή την ταφή τους) δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 1970 από… το λόμπι της βιομηχανίας πλαστικών.
Η βιομηχανία σχεδίασε ακόμη και το γνωστό σήμα των ανακυκλώσιμων προϊόντων με τα τρία βελάκια που σχηματίζουν κύκλο. Μέσα από εκστρατείες, με τίτλους όπως Keep America Beautiful, το λόμπι των πλαστικών έπεισε τους πολίτες αλλά και περιβαλλοντικές οργανώσεις ότι η ευθύνη για την προστασία του περιβάλλοντος δεν βαρύνει τους κατασκευαστές πλαστικού αλλά τους καταναλωτές, οι οποίοι μπορούν να εξιλεωθούν ανακυκλώνοντας όλα τα πλαστικά απορρίμματα. Δυστυχώς ακόμη και σήμερα τα πραγματικά ανακυκλώσιμα πλαστικά αποτελούν ένα πολύ μικρό ποσοστό της συνολικής παραγωγής.
Η ψευδής οικολογική μας συνείδηση, λοιπόν, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το πλαστικό, είναι δημιούργημα της ίδιας της βιομηχανίας πλαστικού. Η Ε.Ε. και ορισμένοι πιο ειλικρινείς παίκτες (όπως η ιταλική μαφία) απλώς προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε αυτή τη διαδικασία. Πάντα με το αζημίωτο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου