Aν οι θάνατοι που συναντήσαμε στη διάρκεια της ζωής μας σημαδεύουν το «είναι» μας, οι θάνατοι των παιδικών μας χρόνων αφήνουν το ανεξίτηλο ίχνος που μας συνοδεύει σε όλη μας τη ζωή. Ένα ίχνος που αναζωπυρώνεται καθώς βαδίζουμε στο τέλος της δικής μας ζωής.
Στο μυαλό μου σχηματίζεται ένα παράξενο ερώτημα: Πες μου ποιον θάνατο συνάντησες στα παιδικά σου χρόνια να σου πω ποιος είσαι. Έχω την αίσθηση ότι, αναζητώντας τους θανάτους που συνάντησε ο Γιάλομ στα παιδικά του χρόνια, τον τρόπο που τους διατήρησε
στη μνήμη, τους κατέγραψε και τους αφηγήθηκε, αντλούμε ένα πολύτιμο υλικό. Μαθαίνουμε αλλιώς ποιος είναι ο Γιάλομ. Ποιος είναι και πώς μέσα από αυτό που είναι αντιμετωπίζει το γεγονός της θνητότητας και του θανάτου του.
Μέσα από την αφήγηση των παιδικών θανάτων, κάπου εβδομήντα χρόνια μετά, διατηρούνται ανέπαφα η απορία, η έκπληξη, ο τρόμος, αλλά και η συμφιλίωση, η αποδοχή της θνητότητας. Οι συναντήσεις του Γιάλομ με τους θανάτους των παιδικών του χρόνων είναι σαν να μας λένε:
«Είμαστε φθαρτοί, ας ζήσουμε».
Η Στράιπυ, η γάτα στο μπακάλικο του πατέρα του, ήταν ο πρώτος θάνατος που έζησε. Χτυπημένη από αυτοκίνητο, ξαπλωμένη στο πεζοδρόμιο, με μια λεπτή γραμμή αίματος να κυλάει από το στόμα της. Πώς ένα παιδί αντιδρά σε αυτή τη σκηνή; Ο πεντάχρονος Γιάλομ δεν φεύγει τρομαγμένος. Δεν μένει βουβός κι ασάλευτος. Ακουμπάει πλάι στο κεφάλι της ένα βόλο μπιφτέκι. Εβδομήντα χρόνια μετά, οι λεπτομέρειες του θανάτου της γάτας διατηρούνται μέσα του, όπως ο ίδιος ομολογεί, με μια «υπερφυσική καθαρότητα». Στη μνήμη του διατηρεί ολοζώντανη την «παραλυτική αδυναμία» που ένιωσε.
Συλλογίζομαι την τροφή που έτεινε ο μικρός Γιάλομ. Την κίνηση του πεντάχρονου αγοριού προς το ακίνητο σώμα. Ένα κομματάκι τροφής που ταράζει το αμετάκλητο του θανάτου, ένα κομματάκι τροφής που υπονομεύει και προσπαθεί να καταστήσει ψεύτικη την αλήθεια του θανάτου. Η γάτα θα φάει. Η γάτα θα αναστηθεί. Δεν υπάρχει θάνατος. Πόσοι βόλοι τροφής έκτοτε επινοήθηκαν, εκπορεύτηκαν, κατασκευάστηκαν, κερδήθηκαν από τον Γιάλομ στη διάρκεια της ζωής του; Μέσα από το επάγγελμά του, τη στοργική κατανόηση του άλλου, την ακατάπαυστη μελέτη των σημαινόντων «άνθρωπος» και «ψυχισμός»;
Πόσο εκείνη η πρώτη, η αρχετυπική «παραλυτική αδυναμία» μπροστά στο θάνατο, στο διάβα της δημιουργικής ζωής του, κατευνάζεται και μετουσιώνεται; Υποχωρεί ή μήπως με άλλους όρους και άλλους τρόπους επαναλαμβάνεται, ανανεώνεται και επανέρχεται; Σε ποιο βαθμό το γεγονός της θνητότητας και η γνώση του επικείμενου θανάτου του δεν αναζωπυρώνουν εκείνη την παλαιά «παραλυτική αδυναμία» ενός μικρού παιδιού μπροστά στην νεκρή γάτα;
Από το νοσοκομείο του Πάλο Άλτο σήμερα ο Γιάλομ απευθύνεται στους ασθενείς του.
«Δεν θέλω να τους τρομάξω», υποστηρίζει.
Άλλωστε, πριν από δεκατέσσερα σχεδόν χρόνια έγραφε:
«Καθώς γερνάω, ανακαλύπτω το παρελθόν να με συνοδεύει ακόμα περισσότερο… να ολοκληρώνω τον κύκλο, να εξομαλύνω κάποια τραχιά σημεία της ιστορίας μου, να αγκαλιάζω όλα όσα με δημιουργήσαν και όλα όσα έγινα».
Εξομάλυνση, αγκάλιασμα, δημιουργία. Να είναι εδώ που κρύβεται το μυστικό; Το μυστικό της απάλυνσης της παραλυτική αδυναμίας που γεννά η εικόνα, η σκέψη του θανάτου; Ο βόλος τροφής που θα δώσεις στην ασάλευτη γάτα. Το παρελθόν ποτέ δεν χάνεται στ’ αλήθεια, μπορώ να το επισκέπτομαι κατά βούληση. Και τότε ίσως εκείνη, η πεθαμένη, ως διά μαγείας αναστηθεί. Όμως δεν υπάρχουν θαύματα. Το μόνο θαύμα στο οποίο πιστεύει ο Γιάλομ είναι το θαύμα της ζωής και της δημιουργίας.
Χαρακτηριστική είναι η σκέψη του Γουίλιαμ Φώκνερ στην οποία αναφέρεται:
«Ο στόχος κάθε καλλιτέχνη είναι να συλλάβει την κίνηση, που είναι ζωή, με τεχνητά μέσα να την κρατήσει ακινητοποιημένη, έτσι ώστε έπειτα από εκατό χρόνια, όταν την κοιτάζει ένας άγνωστος, να κινηθεί και πάλι».
Ο Φώκνερ με βοηθά να διευκρινίσω τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι την προσφορά του Γιάλομ. Έτσι, παραφράζοντας το παραπάνω απόσπασμα, θα σημείωνα:
Ο στόχος του ψυχοθεραπευτή Γιάλομ είναι να συλλάβει το ακίνητο που κομίζει ο θάνατος, και να μεταμορφώσει την «παραλυτική αδυναμία», που αυτό το ακίνητο γεννά, σε κίνηση, σε ζωή, σε δημιουργία. Με άλλα λόγια, σε βόλο από μπιφτέκι μπροστά σε μια ακίνητα νεκρή γάτα. Όλη η ζωή του Γιάλομ προσδιορίζεται από αυτή την κίνηση της μεταμόρφωσης.
Αν αληθεύει ότι «δεν έχουμε παρά ένα καταφύγιο ενάντια στο θάνατο: να κάνουμε Τέχνη πριν από αυτόν», για τον Γιάλομ το καταφύγιο αυτό είναι η στοργική κατανόηση με την οποία περιβάλλει την ψυχοθεραπεία της ύπαρξης.
«Η ίδια η πράξη της δημιουργία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανησυχία για το πεπερασμένο της ύπαρξης».
«Το να κοιτάξεις κατάματα το θάνατο διαλύει καθετί το μακάβριο».
Αυτές οι δύο φράσεις ανάμεσα σε ένα πλήθος άλλων είναι χαρακτηριστικές του γιαλομικού τρόπου να πλησιάζει και να ατενίζεις το θάνατό σου.
«Κι έκαναν το φόβο του θανάτου οίστρο της ζωής», μας θυμίζει ο Εμπειρίκος αναφερόμενος στους Έλληνες. Ίσως ο Γιάλομ να μας προτρέπει σε μια άλλη στάση: Όχι στο φόβο, αλλά στη θλίψη για το πεπερασμένο της ζωής. «Κι έκαναν τη θλίψη του θανάτου οίστρο της ζωής».
[…] Μια λύπη και όχι ένας φόβος. Ο θάνατος, ένα ευτυχισμένο κλάμα.
*Απόσπασμα από το βιβλίο: Μαθήματα θανάτου και ζωής, της Φωτεινής Τσαλίκογλου που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη. (Σελ. 54-59).
Στο μυαλό μου σχηματίζεται ένα παράξενο ερώτημα: Πες μου ποιον θάνατο συνάντησες στα παιδικά σου χρόνια να σου πω ποιος είσαι. Έχω την αίσθηση ότι, αναζητώντας τους θανάτους που συνάντησε ο Γιάλομ στα παιδικά του χρόνια, τον τρόπο που τους διατήρησε
στη μνήμη, τους κατέγραψε και τους αφηγήθηκε, αντλούμε ένα πολύτιμο υλικό. Μαθαίνουμε αλλιώς ποιος είναι ο Γιάλομ. Ποιος είναι και πώς μέσα από αυτό που είναι αντιμετωπίζει το γεγονός της θνητότητας και του θανάτου του.
Μέσα από την αφήγηση των παιδικών θανάτων, κάπου εβδομήντα χρόνια μετά, διατηρούνται ανέπαφα η απορία, η έκπληξη, ο τρόμος, αλλά και η συμφιλίωση, η αποδοχή της θνητότητας. Οι συναντήσεις του Γιάλομ με τους θανάτους των παιδικών του χρόνων είναι σαν να μας λένε:
«Είμαστε φθαρτοί, ας ζήσουμε».
Η Στράιπυ, η γάτα στο μπακάλικο του πατέρα του, ήταν ο πρώτος θάνατος που έζησε. Χτυπημένη από αυτοκίνητο, ξαπλωμένη στο πεζοδρόμιο, με μια λεπτή γραμμή αίματος να κυλάει από το στόμα της. Πώς ένα παιδί αντιδρά σε αυτή τη σκηνή; Ο πεντάχρονος Γιάλομ δεν φεύγει τρομαγμένος. Δεν μένει βουβός κι ασάλευτος. Ακουμπάει πλάι στο κεφάλι της ένα βόλο μπιφτέκι. Εβδομήντα χρόνια μετά, οι λεπτομέρειες του θανάτου της γάτας διατηρούνται μέσα του, όπως ο ίδιος ομολογεί, με μια «υπερφυσική καθαρότητα». Στη μνήμη του διατηρεί ολοζώντανη την «παραλυτική αδυναμία» που ένιωσε.
Συλλογίζομαι την τροφή που έτεινε ο μικρός Γιάλομ. Την κίνηση του πεντάχρονου αγοριού προς το ακίνητο σώμα. Ένα κομματάκι τροφής που ταράζει το αμετάκλητο του θανάτου, ένα κομματάκι τροφής που υπονομεύει και προσπαθεί να καταστήσει ψεύτικη την αλήθεια του θανάτου. Η γάτα θα φάει. Η γάτα θα αναστηθεί. Δεν υπάρχει θάνατος. Πόσοι βόλοι τροφής έκτοτε επινοήθηκαν, εκπορεύτηκαν, κατασκευάστηκαν, κερδήθηκαν από τον Γιάλομ στη διάρκεια της ζωής του; Μέσα από το επάγγελμά του, τη στοργική κατανόηση του άλλου, την ακατάπαυστη μελέτη των σημαινόντων «άνθρωπος» και «ψυχισμός»;
Πόσο εκείνη η πρώτη, η αρχετυπική «παραλυτική αδυναμία» μπροστά στο θάνατο, στο διάβα της δημιουργικής ζωής του, κατευνάζεται και μετουσιώνεται; Υποχωρεί ή μήπως με άλλους όρους και άλλους τρόπους επαναλαμβάνεται, ανανεώνεται και επανέρχεται; Σε ποιο βαθμό το γεγονός της θνητότητας και η γνώση του επικείμενου θανάτου του δεν αναζωπυρώνουν εκείνη την παλαιά «παραλυτική αδυναμία» ενός μικρού παιδιού μπροστά στην νεκρή γάτα;
Από το νοσοκομείο του Πάλο Άλτο σήμερα ο Γιάλομ απευθύνεται στους ασθενείς του.
«Δεν θέλω να τους τρομάξω», υποστηρίζει.
Άλλωστε, πριν από δεκατέσσερα σχεδόν χρόνια έγραφε:
«Καθώς γερνάω, ανακαλύπτω το παρελθόν να με συνοδεύει ακόμα περισσότερο… να ολοκληρώνω τον κύκλο, να εξομαλύνω κάποια τραχιά σημεία της ιστορίας μου, να αγκαλιάζω όλα όσα με δημιουργήσαν και όλα όσα έγινα».
Εξομάλυνση, αγκάλιασμα, δημιουργία. Να είναι εδώ που κρύβεται το μυστικό; Το μυστικό της απάλυνσης της παραλυτική αδυναμίας που γεννά η εικόνα, η σκέψη του θανάτου; Ο βόλος τροφής που θα δώσεις στην ασάλευτη γάτα. Το παρελθόν ποτέ δεν χάνεται στ’ αλήθεια, μπορώ να το επισκέπτομαι κατά βούληση. Και τότε ίσως εκείνη, η πεθαμένη, ως διά μαγείας αναστηθεί. Όμως δεν υπάρχουν θαύματα. Το μόνο θαύμα στο οποίο πιστεύει ο Γιάλομ είναι το θαύμα της ζωής και της δημιουργίας.
Χαρακτηριστική είναι η σκέψη του Γουίλιαμ Φώκνερ στην οποία αναφέρεται:
«Ο στόχος κάθε καλλιτέχνη είναι να συλλάβει την κίνηση, που είναι ζωή, με τεχνητά μέσα να την κρατήσει ακινητοποιημένη, έτσι ώστε έπειτα από εκατό χρόνια, όταν την κοιτάζει ένας άγνωστος, να κινηθεί και πάλι».
Ο Φώκνερ με βοηθά να διευκρινίσω τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι την προσφορά του Γιάλομ. Έτσι, παραφράζοντας το παραπάνω απόσπασμα, θα σημείωνα:
Ο στόχος του ψυχοθεραπευτή Γιάλομ είναι να συλλάβει το ακίνητο που κομίζει ο θάνατος, και να μεταμορφώσει την «παραλυτική αδυναμία», που αυτό το ακίνητο γεννά, σε κίνηση, σε ζωή, σε δημιουργία. Με άλλα λόγια, σε βόλο από μπιφτέκι μπροστά σε μια ακίνητα νεκρή γάτα. Όλη η ζωή του Γιάλομ προσδιορίζεται από αυτή την κίνηση της μεταμόρφωσης.
Αν αληθεύει ότι «δεν έχουμε παρά ένα καταφύγιο ενάντια στο θάνατο: να κάνουμε Τέχνη πριν από αυτόν», για τον Γιάλομ το καταφύγιο αυτό είναι η στοργική κατανόηση με την οποία περιβάλλει την ψυχοθεραπεία της ύπαρξης.
«Η ίδια η πράξη της δημιουργία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανησυχία για το πεπερασμένο της ύπαρξης».
«Το να κοιτάξεις κατάματα το θάνατο διαλύει καθετί το μακάβριο».
Αυτές οι δύο φράσεις ανάμεσα σε ένα πλήθος άλλων είναι χαρακτηριστικές του γιαλομικού τρόπου να πλησιάζει και να ατενίζεις το θάνατό σου.
«Κι έκαναν το φόβο του θανάτου οίστρο της ζωής», μας θυμίζει ο Εμπειρίκος αναφερόμενος στους Έλληνες. Ίσως ο Γιάλομ να μας προτρέπει σε μια άλλη στάση: Όχι στο φόβο, αλλά στη θλίψη για το πεπερασμένο της ζωής. «Κι έκαναν τη θλίψη του θανάτου οίστρο της ζωής».
[…] Μια λύπη και όχι ένας φόβος. Ο θάνατος, ένα ευτυχισμένο κλάμα.
*Απόσπασμα από το βιβλίο: Μαθήματα θανάτου και ζωής, της Φωτεινής Τσαλίκογλου που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη. (Σελ. 54-59).
Επιμέλεια - Tvxs: Κρυσταλία Πατούλη
Κάθε άνθρωπος πρέπει να επιλέγει πόση αλήθεια μπορεί να αντέξει. Η απελπισία είναι το τίμημα που πληρώνει για να φτάσει κανείς στην αυτογνωσία.
Η ψυχοθεραπεία δεν είναι μια απλή διαχείριση της οδύνης. Δεν έχει να κάνει με ένα χάπι ή με έναν λόγο που επουλώνει την πληγή. Με την ύπαρξή μας έχει να κάνει. Με τις δυσκολίες που αυτή συναντά στο ταξίδι του "υπάρχειν". Ο Γιάλομ με τη ζωή και το έργο του μας δείχνει ότι η ψυχοθεραπεία είναι πριν από όλα μια στοργική βαθιά ανθρώπινη συνάντηση μεταξύ δύο προσώπων.
Το βιβλίο, με αφορμή μια παλαιότερη επίσκεψή του στην Αθήνα, αναφέρεται στα μαθήματα θανάτου και ζωής, που ακατάπαυστα και μέχρι σήμερα, στα ογδόντα εφτά του χρόνια, ο Γιάλομ εξακολουθεί να προσφέρει, θυμίζοντάς μας πως οφείλουμε να πάψουμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο χθες, δίχως να παραιτηθούμε από την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.
Η ψυχοθεραπεία δεν είναι μια απλή διαχείριση της οδύνης. Δεν έχει να κάνει με ένα χάπι ή με έναν λόγο που επουλώνει την πληγή. Με την ύπαρξή μας έχει να κάνει. Με τις δυσκολίες που αυτή συναντά στο ταξίδι του "υπάρχειν". Ο Γιάλομ με τη ζωή και το έργο του μας δείχνει ότι η ψυχοθεραπεία είναι πριν από όλα μια στοργική βαθιά ανθρώπινη συνάντηση μεταξύ δύο προσώπων.
Το βιβλίο, με αφορμή μια παλαιότερη επίσκεψή του στην Αθήνα, αναφέρεται στα μαθήματα θανάτου και ζωής, που ακατάπαυστα και μέχρι σήμερα, στα ογδόντα εφτά του χρόνια, ο Γιάλομ εξακολουθεί να προσφέρει, θυμίζοντάς μας πως οφείλουμε να πάψουμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο χθες, δίχως να παραιτηθούμε από την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.
http://tvxs.gr/news/biblio/mathimata-thanatoy-kai-zois
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου