Στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιάννη Βλαστάρη στην Αθήνα, πριν από περίπου έναν μήνα, στην παρέμβασή μου είπα δύο πράγματα: πρώτον, ότι λείπει ένα θεμελιώδες λήμμα από το βιβλίο αυτό, που είναι ένα λεξικό, ένα λήμμα το οποίο είναι σκληρό μεν αλλά ακριβές, λείπει η λέξη «εκτσογλανισμός». Διατύπωσα το όρο αυτό αρκετούς μήνες πριν την άνοδο των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην εξουσία, το 2014, όταν προσπαθούσα να εξηγήσω την προσπάθεια που κάναμε να ολοκληρώσουμε μια επώδυνη διαδικασία εξόδου σταδιακής από το Μνημόνιο και μετάβασης σε ένα άλλο καθεστώς. Τότε, το λέγαμε προληπτική πιστωτική γραμμή, σύμφωνα με την ορολογία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, που θα μας επέτρεπε το 2015, το 2016, να έχουμε επιστρέψει σε έναν θετικό ρυθμό ανάπτυξης, να
έχουμε μια διασφαλισμένη επάνοδο στις αγορές και γενικώς να βλέπουμε σιγά σιγά τη χώρα να επανακάμπτει στην ευρωπαϊκή κανονικότητα ενός κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Δεν αναφέρομαι στις συμπεριφορές και στα ηθικά χαρακτηριστικά προσώπων συγκεκριμένων. Αλλά, σε μια ατμόσφαιρα που κυριαρχεί, δυστυχώς, στο δημόσιο λόγο και στο δημόσιο βίο.
Η δεύτερη παρατήρηση που είχα κάνει στην Αθήνα είναι ότι το λεξικό θα έπρεπε να περιλαμβάνει και ακόμα ένα λήμμα με την έννοια της «στροφής» που υποτίθεται ότι έκανε ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ τον Ιούνιο του 2015 μετά το παιχνίδι με τη φωτιά, μετά τα Capital Controls, μετά το κλείσιμο των τραπεζών, μετά από τη βλάβη που επέφεραν οι χειρισμοί τους στην εθνική οικονομία και στις προοπτικές της χώρας. Θα έπρεπε να υπάρχει, για την ακρίβεια, ένα διευκρινιστικό λήμμα, «μιάμιση στροφή».
Η γλώσσα σε αποκαλύπτει, ακόμη και τα λάθη ακόμη και τα σαρδάμ. Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι όταν ο κ. Τσίπρας μίλησε κάποια στιγμή για στροφή 360 μοιρών πως στερείται στοιχειωδών γνώσεων γεωμετρίας αν και μηχανικός, όπως λέει ο ίδιος. Δεν πρόκειται περί αυτού. Η στροφή που έγινε προς την φιλοευρωπαϊκή πολιτική που κρατάει τη χώρα στο ευρώ με την υπογραφή του Τρίτου Μνημονίου, δεν είναι μια στροφή 180 μοιρών: από την υπόσχεση της απεμπλοκής από τα Μνημόνια, από την υπόσχεση της μονομερούς διαγραφής του χρέους, από το όνειρο πως θα χτυπάει τον ζουρνά και θα χορεύουν οι Ευρωπαίοι στον δικό του ρυθμό, πήγαμε στις μακροχρόνιες δεσμεύσεις της χώρας οι οποίες τώρα επεκτείνονται και για την επόμενη και την μεθεπόμενη κυβέρνηση, χωρίς ανταλλάγματα, χωρίς νέο δάνειο, χωρίς χειροπιαστά πράγματα σε σχέση με το χρέος, αλλά η στροφή αυτή δεν είναι 180 μοιρών. Είναι 180 συν 90, 270 μοιρών. Είναι η στροφή και το αντίθετό της, μόνο που αφήνεται η κοινωνία να κάνει την επαναφορά στο σημείο εκκίνησης της αντιμνημονιακής δημαγωγίας μόνη της καθώς δηλητηριάζεται στο βάθος η σκέψη της και η συνείδησή της και το αξιακό της σύστημα. Όλα όσα συμβαίνουν τα κάνει η κακιά Ευρώπη που πιέζει τους Έλληνες, που δεν σέβεται τις ευαισθησίες τους, τον κόπο τους, τη φτώχεια τους, τη διάψευση των ελπίδων τους. Άρα, καλλιεργείται όχι ένας ευρωσκεπτικισμός αλλά ένας αντιευρωπαϊσμός. Όλα τα κακά συνδέονται με αυτή καθεαυτή τη συμμετοχή στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Ακόμη κι αν η κυβέρνηση δεν κάνει μια στροφή προς την ανευθυνότητα, δεν κάνει η ίδια επισήμως το βήμα προς τον γκρεμό, η κοινωνία αποκτά μια αρνητική δυναμική, καθώς ένα ισχυρό ποσοστό της γίνεται βαθειά αντιευρωπαϊκό, προς μια επιλογή που είναι απεγνωσμένη και ως εκ τούτου επικίνδυνη.
Γιατί, μέσα στην κοινωνία, στην πραγματικότητα, συγκρούονται δύο μεγάλες τάσεις. Μια τάση που διέπεται από το ένστικτο αυτοσυντήρησης, να κάνουμε κάτι να σωθούμε, ή σώστε μας ή κρατείστε τη χώρα στην Ευρώπη, κρατείστε τη χώρα στον δυτικό πολιτισμό, κρατείστε τη χώρα στη φιλελεύθερη δημοκρατία, κρατείστε τη χώρα σε ένα σύστημα το οποίο είναι προϊόν και της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και της ευρωπαϊκής χριστιανοδημοκρατίας, κρατείστε τη χώρα στο κεκτημένο το ευρωπαϊκό και στο κεκτημένο της Μεταπολίτευσης.
Αλλά ένα άλλο ποσοστό δεν διέπεται από το ένστικτο αυτοσυντήρησης. Διέπεται από ένα αυτοκτονικό προϊδεασμό, ότι πρέπει να τα δοκιμάσουμε όλα και να ζήσουμε την εμπειρία της απόλυτης καταστροφής. Χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να πεισθούμε συνολικά πως έχουμε εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες. Ακόμη και τώρα! Μετά από όλα όσα συνέβησαν. Μετά από αυτά που ζήσαμε επί 26-27 μήνες, υπάρχουν αρκετοί συμπολίτες μας που θέλουν κι άλλο! Άρα, αυτά είναι δύο λήμματα τα οποία λείπουν ως χωριστά κεφάλαια από το λεξικό του Γιάννη Βλαστάρη, ο οποίος θέτει, βεβαίως, το ζήτημα της διπλής γλώσσας.
Ποιο είναι το ζήτημα αυτό της διπλής γλώσσας; Όλοι θα έχετε ακούσει, ένα πολύ δημοφιλές όνομα, διάσημο στο χώρο της φιλοσοφίας που είναι ο Λούντβιχ Βίτγκενστάϊν. Τα όρια της γλώσσας μου, λέει, είναι τα όρια του κόσμου μου. Λένε οι σημερινοί κυβερνώντες - ως παραφθορά του Βίτγκεσταϊν- «διευρύνω τα όρια της πραγματικότητας, τα διευρύνω τόσο πολύ που φεύγω από αυτήν, και πηγαίνω σε αυτό που λέγεται τώρα, μετα-αλήθεια, που δεν είναι ένα ψέμα, δεν είναι ένα απλό ψέμα, ένα αθώο ψέμα. Είναι μια ολόκληρη πρόσληψη. Είναι μια perception για το τι είναι αλήθεια. Είναι η δική μου εκδοχή της αλήθειας. Έτσι το αντιλαμβάνομαι, άρα μπορώ να λέω ο,τιδήποτε, γιατί δεν έχει σημασία το γεγονός, δεν έχει σημασία η ακριβής περιγραφή. Σημασία έχει πώς εγώ το αντιλαμβάνομαι». Άρα, εφόσον το αντιλαμβάνεται έτσι, μπορεί να το λέει και έτσι. Εξ ου και η εκλεκτική συγγένεια μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης που εμφανίζεται ως ριζοσπαστική αριστερή, και, ας πούμε, του Ντόναλντ Τραμπ ή των ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη. Γιατί ο καθένας έχει τη δική του εκδοχή της αλήθειας.
Η διεύρυνση των ορίων της πραγματικότητας δεν είναι αυτό που λέμε augmented reality αυτό που ετοιμάζει τώρα η επιστήμη της πληροφορίας και το internet των πραγμάτων που λένε ότι μπορείς, ας πούμε, να βλέπεις στα γυαλιά σου μέσα το βιβλίο στην προθήκη και να σου βγάζει αμέσως αποκάτω μια αναλυτική περιγραφή για το τι είναι το βιβλίο αυτό, ποια είναι τα περιεχόμενά του, ποιος είναι ο συγγραφέας ή έναν πίνακα ζωγραφικής και έχεις αμέσως τη δυνατότητα να διαβάσεις τα πάντα γύρω από αυτό. Ή βλέπεις κάτι στο δρόμο, ένα αξιοθέατο που δεν ξέρεις, σε μια πόλη που επισκέπτεσαι πρώτη φορά και έχεις αμέσως την περιγραφή. Σα να είσαι σε μια έκθεση, σε ένα μουσείο και έχεις έναν αυτόματο οδηγό, ηλεκτρονικό. Δεν είναι αυτό. Η μετα-αλήθεια βασίζεται στα fake news. Άρα, όλο βασίζεται σε ένα ψέμα. Προσέξτε. Όχι το ψέμα που γιορτάζουμε σήμερα. Είχα συζητήσει πολύ με τον Γιάννη να κάνουμε αυτή την εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη 1η Απριλίου. Η 1η Απριλίου είναι γιορτή του αθώου ψέματος. Είναι η γιορτή του ψέματος του πειράζει τον άλλον, αθώα. Ενός κατά συνθήκη ψέματος λαογραφικού. Τα ψέματα για τα οποία μιλάμε τώρα είναι βαθειά ψέματα πολιτικής και ιστορικής ενοχής. Είναι το ένοχο, ιστορικό ψέμα. Δεν είναι το αθώο κοινωνικό ψέμα για να γιορτάζουμε την 1η Απριλίου, όπως μπορεί, ξέρω εγώ, να πηδάμε τις φωτιές του Αϊ Γιαννιού. Γιατί, πόσες φωτιές μπορεί να πηδήξει μια χώρα; Μπορεί κάποια στιγμή να καεί. Περί αυτού πρόκειται. Είναι ένα συνεχές παιχνίδι με την φωτιά.
Αυτό που γίνεται, λοιπόν, με τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ, σε συνέχεια των όσων είπε και ο Σταύρος Καλαφάτης προηγουμένως, είναι ότι, πράγματι, ενώνονται. Γιατί, η πρώτη, ας το πούμε έτσι, και η πιο εμφανής διαστροφή είναι το να μιλάς για την Αριστερά και ταυτόχρονα να συνεργάζεσαι με την εθνικιστική Άκρα Δεξιά. Και, φυσικά, ο κοινός παρονομαστής είναι ο εθνικολαϊκισμός ο οποίος μπορεί να συνενώνει και Αριστερά και Δεξιά και Κεντρώα και εθνικιστικά κόμματα ως αντιμνημονιακά.
Αυτό που είναι, όμως, η συνεκτική ουσία η απώτερη, σε συνέχεια του ακραίου αντιμνημονιακού λόγου στην Ελλάδα είναι ο ριζοσπαστικός κυνισμός. Γιατί είναι ριζοσπάστες, τι ριζοσπάστες είναι; Σε τι έγκειται ο ριζοσπαστισμός του συστήματος ; Έγκειται στον απόλυτο κυνισμό του. Δεν υπάρχει καμία αξία, δεν υπάρχει κανένα όριο. Μπορούν να ειπωθούν τα πάντα, να υπηρετηθούν τα πάντα, για την παραμονή στην εξουσία. Αυτό, το ότι διατηρούμαι στην εξουσία εν πλήρη απουσία αξιακών αναστολών, φαίνεται στα πιο ακραία ζητήματα. Στη διαχείριση της θρησκείας. Με την ίδια άνεση που πηγαίνουμε στον Πανάγιο Τάφο για να μυρίσουμε το Μύρο, πηγαίνουμε να καπελώσουμε την εκδήλωση του ΚΚΕ για τον Μπελογιάννη. Δεν υπάρχει, δηλαδή, καμία αναστολή. Καμία Αρχή. Καμία αξία. Και ως εκ τούτου είμαστε ριζοσπαστικοί, διότι διαρρηγνύουμε τα όρια των αξιών. Και διαρρηγνύοντας τα όρια των αξιών, διαρρηγνύουμε και τα όρια της γλώσσας. Και τα όρια της αλήθειας. Άρα πηγαίνουμε στο λεξικό του ψεύδους.
Αυτό, τώρα, έχει ανάγκη, ας πούμε, από μια πολιτική γλωσσολογία. Ένα παιχνίδι γλωσσολογικό, πολιτικού περιεχομένου. Αυτό λοιπόν θα το έλεγα εθνολαϊκιστική μετωνυμία. Αυτό σημαίνει ότι έχω πια έναν ολόκληρο κατάλογο ευφημισμών. Ο οποίος λειτουργεί εν ψυχρώ. Δεν έχουμε Τρόικα, έχουμε Θεσμούς. Εντάξει. Έχουμε, λένε, διαπραγμάτευση με τους εταίρους, ενώ κάνουν διαπραγμάτευση εσωτερική με τις κοινοβουλευτικές ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ. Δεν γίνεται καμία διαπραγμάτευση για την αξιολόγηση, ούτε για την εκταμίευση των δόσεων ούτε για το αν θα μπει το ΔΝΤ στο τρίτο πρόγραμμα, ούτε για το τέταρτο πρόγραμμα. Όλα τα έχουν δεχθεί. Διαπραγματεύονται τη δυνατότητά τους να τα περάσουν από τη Βουλή. Τα όρια της παραμονής στην εξουσία. Όχι το τι θα υποστεί η χώρα. Αυτό είναι το θέμα τους. Δεν είναι το θέμα τους η οικονομία και το εθνικό συμφέρον, αλλά η νομή της εξουσίας. Άρα, όταν λένε αξιολόγηση του τρίτου μνημονίου, εννοούν ότι έχουμε αποδεχθεί το τέταρτο, ότι διαπραγματευόμαστε τώρα για τις επόμενες κυβερνήσεις, το 2019 και μετά. Όταν λένε κλείνει η διαπραγμάτευση, εννοούν διατηρείται η εκκρεμότητα. Όταν λένε καταστροφικό PSI, εννοούν ότι το υπερασπιζόμαστε στα διεθνή δικαστήρια και ζητούμε να συμπληρωθεί. Αυτά είναι τα νέα μέτρα για το χρέος που ζητάει. Ζητάει το μικρό συμπλήρωμα αυτού που καταγγέλλει επί χρόνια.
Υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα μετωνυμιών το οποίο οδηγεί πια στο βάθος. Δηλαδή, όταν λένε διαφάνεια, εννοούν διευθέτηση συμφερόντων που κάνει η νέα κυβέρνηση. Και, όταν λένε Δημοκρατία εννοούν εκβιασμό των Θεσμών. Με αυτά που γίνονται στη Δικαιοσύνη, πρωτίστως. Με αυτά που γίνονται στη λειτουργία του Κοινοβουλίου. Με αυτά που γίνονται στις Ανεξάρτητες Αρχές, όπως ειπώθηκε. Δηλαδή, όταν λένε Δημοκρατία, εννοούν ριζοσπαστικό αυταρχισμό. Αυτή είναι η εθνικολαϊκιστική μετωνυμία. Όπως θέλουμε να πούμε ΠΑΟΚ και λέμε Τούμπα, ή όπως θέλουμε να πούμε ΑΡΗΣ και λέμε Χαριλάου, και, όπως θέλουμε να πούμε ο Πρωθυπουργός και λέμε το Μέγαρο Μαξίμου, έτσι γίνεται μια μετατροπή των λέξεων συνολική σε όλα τα θέματα.
Αυτή, όμως, η αλλοίωση της γλώσσας είναι αλλοίωση της πατρίδας, καθεαυτήν. Η γλώσσα είναι στοιχείο της επικράτειας. Είναι στοιχείο της εθνικής ταυτότητας και όταν αλλοιώνεται η γλώσσα, αλλοιώνεται ο βαθύτερος πυρήνας της υπόστασης του τόπου. Αυτό συντελείται τώρα. Όλα τα άλλα που λέμε, είναι δευτερεύοντα. Και αυτό θα κρατήσει, γιατί οι κυβερνήσεις πέφτουν κοινοβουλευτικά.
Και, πρέπει κανείς να είναι έτοιμος να διευρύνει το λεξικό αυτό. Θα έπρεπε να το είχατε βγάλει σε κινητά φύλλα ώστε να αντικαθίστανται όπως παλιά έπαιρναν οι δικηγόροι τον Ραπτάρχη, ας πούμε. Τώρα, ηλεκτρονικά γίνονται όλα αυτά. Και υπό την έννοια, αγαπητέ Γιάννη Βλαστάρη, ότι, όπως ξέρεις, η γλώσσα κόκαλα δεν έχει αλλά κόκαλα τσακίζει, μόνο που στην περίπτωση αυτή τα κόκαλα είναι των Ελλήνων, τα κόκαλα είναι του τόπου, σου προτείνω σε μια επόμενη έκδοση να μην το λες «Λεξικό χωρίς γραβάτα» Νομίζω ότι έχεις τη δυνατότητα να εκφραστείς θετικά, να το ονομάσεις «Λεξικό με παπιγιόν». Γιατί, έλεγε ο κ. Τσίπρας, «όταν λύσω το θέμα του χρέους, θα φορέσω γραβάτα». Η αλήθεια είναι, ότι εάν συνεχίσει να παραμένει στην εξουσία η κυβέρνηση αυτή, θα δέσει σε φιόγκο, δηλαδή σε παπιγιόν, όλη τη χώρα.
Ευχαριστώ πολύ.
http://www.evenizelos.gr/speeches/conferences-events/413-conferencespeech2017/5576-h.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου