Ο νέος νόµος για την υγεία επιδιώκει να βάλει σετάξη ένα από το πιο άναρχα συστήµατα υγείας στην Ευρώπη. Ενασύστηµα που διαρκεί 25 χρόνια µε µεγάλες δοµικές και υποκειµενικές αδυναµίες. Καλούµαστε σήµερα σε µικρό χρονικό διάστηµα και σε συνθήκες οικονοµικής κρίσης να δηµιουργήσουµε τις προϋποθέσεις για να το αλλάξουµε ριζικά. Η επίτευξη ενός πληρέστερου συστήµατος υγείας δεν είναι εύκολη υπόθεση, ιδιαίτερα όταν αυτό αναπτύσσεται σ’ ένα περιβάλλον πολλαπλών και οργανωµένων συµφερόντων, είτε οικονοµικών είτε βαθιά ριζωµένων συντεχνιακών. Το µείζον είναι πως εδώ που φθάσαµε δεν µπορούµε να υποχωρήσουµε και θα πρέπει να προχωρήσουµε µε αποφασιστικότητα έχοντας σαφή στρατηγική καισχέδιο.
Οι άµεσες προτεραιότητεςεστιάζονται σε τέσσερα θεµελιακάστοιχεία του νέου συστήµατος υγείας.
Η πρώτη αφορά την καλύτερη και πληρέστερη οργάνωση και λειτουργία του Εθνικού Οργανισµού Παροχών Υπηρεσιών Υγείας.
Σήµερα οι πολλαπλές µορφές χρηµατοδότησης και η έλλειψη κοινών πολιτικών των Ταµείων προκαλούν αδικαιολόγητα υψηλό διοικητικό κόστος και συνεπάγονται χαµηλό συντονισµό στον σχεδιασµό της υγειονοµικής πολιτικής και στην αγορά των υπηρεσιών υγείας. ∆εν υφίσταται ένα οργανωµένο σύστηµα για τη διασφάλιση της ποιότητας και της καταλληλότητας – πόσω µάλλον της οικονοµικής αποδοτικότητας – των προσφερόµενων υπηρεσιών. Εποµένως δεν αρκεί να προχωρήσουµε σε µια µηχανική συγκόλληση των 4 µεγάλων Ταµείων (ΙΚΑ, ΟΠΑ∆, ΟΑΕΕ, ΟΓΑ). Η όλη αναδιάρθρωση πρέπει να σε στηριχτεί σε συγκεκριµένο οργανόγραµµα, σε αυστηρά προσδιορισµένες και µε προγραµµατισµένη λειτουργία δοµές.
Να το κάνω αυτό πιο σαφές. Τα 4 Ταµεία έχουν προσωπικό το οποίο σε πολλές περιπτώσεις δεν έχει τις κατάλληλες γνώσεις και δεξιότητες. Χρειάζεται εποµένως η όλη προσπάθεια να συνδυασθεί µε επανακατάρτιση του υπάρχοντος προσωπικού, ενώ όλες οι µελλοντικές προσλήψεις πρέπει να στηρίζονται σ’ ένα αυστηρό πλαίσιο καταγραφής των πραγµατικών αναγκών και αυστηρής αξιολόγησης των προσόντων και των ειδικών γνώσεων των νεοπροσλαµβανόµενων. Αλλο κρίσιµο σηµείο είναι η ανάληψη διευθυντικών θέσεων στον Οργανισµό. Οι έχοντες υπεύθυνες διοικητικές θέσεις πρέπει να επιλεγούν αξιοκρατικά στη βάση συγκεκριµένων προδιαγραφών, αποδεδειγµένων ικανοτήτων και γνώσεων διοίκησης µεγάλων προγραµµάτων µε υψηλούς πόρους.
Η δεύτερη προτεραιότητα αφορά την πραγµατική οργάνωση της πρωτοβάθµιας υγείας και των συµβάσεων. Οι συµβάσεις µε γιατρούς και διαγνωστικά κέντρα θα πρέπει να
έχουν ως πυξίδα την ύπαρξη αυστηρών κριτηρίων αξιολόγησης της ποιότητας και της αποτελεσµατικότητας. Θεωρώ πως η σύµβαση θα πρέπει να παρέχει στα κέντρα ένα κατ’ αποκοπήν ποσό το οποίο θα αντιστοιχεί σε συγκεκριµένο όγκο εργασιών. Επιπρόσθετα, η αµοιβή θα είναι αντιστρόφως ανάλογη του όγκου των υπηρεσιών. Εάν οι υπηρεσίες που έχουν παραπεµφθεί στα διαγνωστικά κέντρα υπερβαίνουν τον προβλεπόµενο όγκο, τότε οι πρόσθετες εξετάσεις θα πληρώνονται µε βάση όχι το µέσο, αλλά το οριακό κόστος. Οι ρυθµίσεις αυτές περιορίζουν τα κίνητρα του ιδιωτικού τοµέα για προσέλκυση όλο και περισσότερων εξετάσεων. Ιδιαίτερη έµφαση πρέπει επίσης να δοθεί σε συµβάσεις για ασθενείς που πάσχουν από χρόνια νοσήµατα, τα οποία κοστίζουν αρκετά ενώ ταλαιπωρούν τους πολίτες ακόµα περισσότερο. Για τον σκοπό αυτό χρειάζεται να αναπτυχθούν ειδικά προγράµµατα διαχείρισης ασθενών µε πολλαπλά νοσήµατα, οι οποίοι σήµερα περιφέρονται από τον ένα γιατρό στον άλλο, χωρίς να υπάρχει συνολική εικόνα και ποιοτική αντιµετώπιση της κατάστασής των.
Η τρίτη προτεραιότητα αφορά την αναδιοργάνωση των νοσοκοµείων. Η παρούσα οργάνωση των ελληνικών νοσοκοµείων µειονεκτεί σε πολλά και εµφανή σηµεία τα οποία απαιτούνάµεση αντιµετώπιση. Εδώ οφείλουµε να επικεντρωθούµε στην οργάνωση τωνκλινικών και των τµηµάτων µε αυστηρά ορθολογικό τρόπο. Οι τοποθετήσεις του προσωπικού δεν µπορούνπαρά να εξαρτώνται από το επίπεδο παραγωγικότητας της κλινικής (για παράδειγµα µε βάση τοναριθµό των διακινούµενων ασθενών)και όχι απλά να γίνονται µε βάση τοκριτήριο του αριθµού των κλινών. Χρειάζεται επίσης άµεσα να εξετασθεί η δυνατότητα συγχωνεύσεων τµηµάτων ιδιαίτερα µικρών µε χαµηλή παραγωγικότητα. Σηµαντική παράµετρος των απαιτούµενων αλλαγών είναι και το ζήτηµα της ύπαρξης µιας σύγχρονης µορφής διοίκησης η οποία θα στηρίζεται στην ηλεκτρονική καταγραφή όλων των ιατρικών πράξεων. Ενώ απαραίτητο στοιχείο είναι και η αναδιάταξη του συστήµατος προµηθειών. Αυτή θα πρέπει να εστιάσει στην επίτευξη µεγάλων εκπτώσεωνµέσα από την πλήρη διαφάνεια καιτην ανάρτηση στο ∆ιαδίκτυο όλων των προδιαγραφών, των τιµών απόκτησης των προµηθειών και τις εσωτερικές χρεώσεις χρήσης συσκευών ακριβής τεχνολογίας (βηµατοδότες, ορθοπεδικό υλικό).
Τα περισσότερα νοσοκοµεία θα χρειαστούν σηµαντική αναβάθµιση των οικονοµικών τους λειτουργιών. Κάθε νοσοκοµείο είναι αναγκαίο να αποκτήσει αποτελεσµατικά συστήµατα οικονοµικής διαχείρισης, κατάρτισης προϋπολογισµών, λογιστικού ελέγχου και παρακολούθησης της αποδοτικότητας. Στα περισσότερα νοσοκοµεία θα πρέπει να υπάρχει οικονοµικός διευθυντής, που θα είναι υπόλογος στον διοικητή και θα διαθέτει τις απαραίτητες τεχνικές δεξιότητες καθώς και την αναγκαία γνώση των ιδιαιτεροτήτων των νοσοκοµείων.
Η τέταρτη προτεραιότητα αφορά την πολιτική για το φάρµακο.
Τα φαρµακεία από σηµεία λιανικής πώλησης οφείλουν σταδιακά να µετασχηµατισθούν σε µονάδες παροχής φαρµακευτικής φροντίδας. Αυτό προϋποθέτει έλεγχο της συνταγογραφίας, της καταλληλότητας και της ασυµβατότητας των φαρµάκων. Παρακολούθηση επίσης της συµµόρφωσης των χρόνιων ασθενών στη θεραπεία τους. Απαραίτητο είναι να ενισχυθούν οι πολιτικές υπέρ της χρήσης γενοσήµων στα νοσοκοµεία µε αναδιάταξη των τιµών και εκπτώσεων, κάθε δηλαδή αύξηση του όγκου χρήσης θα πρέπει να συνοδεύεται και µε µειώσεις τιµών. Σηµαντικό στοιχείο αυτής της προσπάθειας είναι η άµεση ολοκλήρωση της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης. Αυτό προϋποθέτει, πέραν από την καταγραφή των συνταγών, την ανάλυσή τους, την παραγωγή οδηγιών πρότυπης συνταγογράφησης για τους γιατρούς και την τουλάχιστον τριµηνιαία παρακολούθηση των συνταγογραφικών προτύπων.
Ολα αυτά πρέπει να γίνουν άµεσα. Θα είναι όµως αφελές αν θεωρήσουµε πως µόνο µε αυτές τις παρεµβάσεις λύνεται το πρόβληµα. Ακολουθεί µια ακόµη µεγαλύτερη µάχη, αυτής της ποιότητας των παρεχόµενων υπηρεσιών. Και αυτή θα κερδηθεί µόνο αν στηριχτεί στο τρίπτυχο αξιοκρατία, αξιολόγηση και διαφάνεια και στην ταυτόχρονη συνεχή µέτρηση της αποτελεσµατικότητας και της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας.
Αυτά τα θέµατα δεν ήταν ποτέ κυρίαρχα στον δηµόσιο διάλογο για τη µεταρρύθµιση του ΕΣΥ, γιατί αγγίζουν τον πυρήνα συγκεκριµένων συντεχνιακών συµφερόντων και προβληµάτων.Η αδιαφάνεια δεν ευνοεί τους πολίτες.
Ο µόνος κερδισµένος απ’ αυτήν είναι οι άµεσα εµπλεκόµενοι στις αδράνειες του συστήµατος υγείας.
Ο µόνοι κερδισµένοι από την υπάρχουσα κατάσταση του ΕΣΥ είναι οι άµεσα εµπλεκόµενοι στις αδράνειές του
ο Ηλίας Μόσιαλος είναι καθηγητής πολιτικής της υγείας του London School of Economics, βουλευτής επικρατείας ΠΑΣΟΚ και πρόεδρος ∆.Σ. του ΊΣΤΑΜΕ ανδρέας Παπανδρέου