
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το ΔΝΤ και η ΕΚΤ, όχι μόνο δεν ζήτησαν μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα το 2010 με την υπογραφή του Μνημονίου, αλλά χαρακτήριζαν το μέτρο αυτό αναποτελεσματικό για την ανταγωνιστικότητα, ενώ θα έθετε σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του χρέους και θα διεύρυνε την άνιση κατανομή του εισοδήματος.
Αποκαλυπτική είναι η πρώτη έκθεση της Κομισιόν για το Μνημόνιο του 2010 - είχε δοθεί στη δημοσιότητα έναν μήνα μετά την υπογραφή της δανειακής σύμβασης των 110 δισ. ευρώ -, τα συμπεράσματα της οποίας έρχονται σε πλήρη αντίφαση με τη σημερινή συζήτηση που φέρεται να υποκινείται από την τρόικα για μείωση ή κατάργηση του κατώτατου μισθού και των δώρων στο όνομα της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας.
Ειδικότερα στο κεφάλαιο της έκθεσης αυτής, που αφορούσε τις μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας, η Κομισιόν αποκαλύπτει ότι το θέμα της μείωσης των μισθών είχε συζητηθεί στις διαπραγματεύσεις για τη σύνταξη του πρώτου Μνημονίου αλλά απορρίφθηκε γιατί κρίθηκε, μεταξύ άλλων, ότι θα έπληττε την οικονομία και θα είχε μικρή επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα.
«Το πρόγραμμα δεν περιλαμβάνει όρους και προϋποθέσεις σχετικά με τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα. Το θέμα της επιβολής ή μη παρόμοιων όρων και προϋποθέσεων συζητήθηκε μεταξύ των Αρχών και του προσωπικού της επιτροπής του ΔΝΤ και της ΕΚΤ» ανέφερε η έκθεση της Κομισιόν και αποκάλυπτε ότι «η ιδέα να επιβληθεί γενική περικοπή στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα τελικά δεν έγινε δεκτή για διάφορους λόγους».
ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ. Οι λόγοι αυτοί καταγράφονταν αμέσως μετά από την Κομισιόν και είναι οι παρακάτω:
1. Η επιβολή περικοπής στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα πιθανότατα θα συνεπάγονταν ακόμη μεγαλύτερη διατάραξη της οικονομικής δραστηριότητας το 2010-2011. Αυτό θα καθιστούσε τη δημοσιονομική εξυγίανση ακόμη δυσχερέστερη.