Βρέθηκα μετέωρη διαβάζοντας δύο διαφορετικές τοποθετήσεις για την Ουκρανία που, αν και φαινομενικά επιδιώκουν τον ίδιο στόχο — να ερμηνεύσουν την αντοχή ενός λαού που πολεμά για την επιβίωσή του — κινούνται σε εντελώς διαφορετικά ηθικά επίπεδα. Η πρώτη στηρίζεται στην άμεση εμπειρία του πολέμου· η δεύτερη στην ψυχρή γλώσσα της ανάλυσης. Κι ανάμεσά τους, ο παρατηρητής βρίσκεται στο λεπτό σημείο όπου η περιγραφή των γεγονότων μετατρέπεται σε ερμηνεία και η ερμηνεία κινδυνεύει να γίνει πολιτική υπόδειξη. Η μια γραμμή βλέπει τον χειμώνα που έρχεται ως δοκιμασία αντοχής, με κόπο, πίστη και σιωπηλή επιμονή. Η άλλη τον παρουσιάζει ως προοίμιο μιας προδιαγεγραμμένης μετάβασης, όπου η φθορά θεωρείται αναγκαιότητα. Το ερώτημα δεν είναι ποια είναι ακριβής, αλλά ποια διατηρεί το ηθικό βάρος του πολέμου. Η
πρώτη αφήγηση είναι περιγραφική. Βασίζεται σε εικόνες, σε φωνές, σε δεδομένα από το πεδίο. Καταγράφει τους βομβαρδισμούς, τις ελλείψεις, τα δίκτυα που ξαναστήνονται, τους ανθρώπους που αρνούνται να φύγουν. Η «επόμενη μέρα» εδώ δεν είναι υπόσχεση ούτε σενάριο· είναι ερώτημα που αναδύεται φυσικά μέσα από την πραγματικότητα. Ο τόνος της είναι ταπεινός και έντιμος· δεν μιλά εξ ονόματος κανενός, παρά μόνο για όσα βλέπει. Η δεύτερη αφήγηση είναι προγνωστική. Ξεκινά από το τέλος για να ερμηνεύσει το παρόν. Θεωρεί δεδομένη την κόπωση της κοινωνίας, προβλέπει πολιτικές μετατοπίσεις, υπονοεί αλλαγές στην ηγεσία. Ο ρεαλισμός της είναι τόσο τέλειος που δεν αφήνει χώρο για ελπίδα. Δεν παρατηρεί — καθοδηγεί. Και μέσα από αυτή την αντιστροφή, η ουδέτερη ανάλυση αποκτά πολιτική πρόθεση: να νομιμοποιήσει τη φθορά ως φυσική εξέλιξη. UnmuteRemaining Time -0:01 Fullscreen Advertisement: 0:20 Στην πρώτη αφήγηση ακούγεται η φωνή του ρεπόρτερ. Είναι ο άνθρωπος που κινείται ανάμεσα στα ερείπια, που συνομιλεί με στρατιώτες και οικογένειες, που βλέπει την καθημερινότητα να μετατρέπεται σε πράξη αντίστασης. Η γλώσσα του είναι απλή, σχεδόν σπαρτιατική· περιγράφει χωρίς να διδάσκει. Αυτή η αμεσότητα προσδίδει στο κείμενο ηθικό βάρος, γιατί δεν αποσπά την προσοχή από τον άνθρωπο. Αντίθετα, η φωνή του αναλυτή προέρχεται από μακριά. Δεν γεννιέται στο πεδίο, αλλά στους ψυχρούς χώρους των think tanks και των πανεπιστημιακών εργαστηρίων. Ο αναλυτής διαθέτει πλαίσιο, μεθοδολογία, στατιστικά — αλλά όχι επαφή. Έχει έτοιμο το συμπέρασμα και απλώς αναζητά τις αποδείξεις του. Μιλά για «στρατηγική κόπωση», «πολιτική ωρίμανση», «αναγκαίες μεταβάσεις». Κι όσο πιο ορθολογική φαίνεται η φωνή του, τόσο πιο μακριά απομακρύνεται από την πραγματικότητα που περιγράφει. Η αντίθεση αυτή δεν είναι απλώς υφολογική· είναι ηθική. Ο ένας βλέπει τον άνθρωπο ως κέντρο, ο άλλος ως παράμετρο. Ο ένας βιώνει, ο άλλος εξηγεί. Κι ανάμεσα στους δύο χάνεται το μέτρο της αλήθειας. Στον πόλεμο, έχουν αξία και καθαρή φωνή οι ρεπόρτερ, όχι οι αναλυτές. Οι ρεπόρτερ κρατούν ζωντανό το νήμα της αλήθειας όταν όλα γύρω καταρρέουν· καταγράφουν όχι μόνο τα γεγονότα, αλλά και τη σιωπή ανάμεσά τους. Οι αναλυτές προσπαθούν να δώσουν σχήμα στο χάος, συχνά όμως το εξημερώνουν τόσο που του αφαιρούν το νόημά του. Χωρίς τους πρώτους, η Ιστορία χάνει τη μνήμη της· χωρίς τους δεύτερους, ίσως να κέρδιζε λίγη από την αξιοπρέπειά της. Σε κάθε πόλεμο, το αποτέλεσμα μπορεί να καθορίζεται από τους ισχυρούς, αλλά η πορεία ανήκει στους ανθρώπους που τη διασχίζουν. Είναι το μόνο σημείο ελευθερίας που μένει όταν όλα τα άλλα έχουν χαθεί· η στιγμή που η επιβίωση γίνεται επιλογή, όχι ένστικτο. Εκεί κρίνεται και η διαφορά ανάμεσα στην αντοχή και στη ρουτίνα της αντοχής. Η πρώτη έχει σκοπό· η δεύτερη έχει διάρκεια. Η πρώτη είναι πράξη ελευθερίας· η δεύτερη αποδοχή του αναπόφευκτου. Οταν η αντοχή χάνει το γιατί της, παύει να είναι αρετή και γίνεται μηχανισμός προσαρμογής. Η ουκρανική αντοχή δεν είναι συνήθεια· είναι συνείδηση. Είναι η βεβαιότητα ότι χωρίς αντίσταση δεν υπάρχει μέλλον. Οι Ουκρανοί δεν πολεμούν για να επιβιώσουν ως πληθυσμός, αλλά για να επιβιώσουν ως ανεξάρτητο κράτος. Κάθε μέρα που αντέχουν, υπερασπίζονται όχι μόνο το έδαφός τους, αλλά και την έννοια της αξιοπρέπειας — την πίστη ότι η ελευθερία αξίζει το τίμημά της. Κι αυτό από μόνο του συνιστά ηθική υπεροχή. Κάποιες φορές η ανάλυση παύει να φωτίζει την πραγματικότητα και αρχίζει να τη διαμορφώνει. Οταν η περιγραφή της κόπωσης μετατρέπεται σε προετοιμασία αποδοχής, η γλώσσα του ρεαλισμού γίνεται όχημα παραίτησης. Το αφήγημα του «μετά» παρουσιάζει την εξάντληση ως φυσική εξέλιξη και τη βούληση για ελευθερία ως ρομαντισμό. Ετσι, αφαιρεί από τον πόλεμο το ηθικό του νόημα και από τον λαό το δικαίωμα της ελπίδας. Το να εγκαταλείπεις έναν σύμμαχο είναι τραγωδία· το να του αφαιρείς το νόημα του αγώνα του είναι προδοσία. Η Ουκρανία μπορεί πράγματι να γίνει θύμα υπέρτερων συμφερόντων, όπως έχει συμβεί τόσες φορές στην Ιστορία· όμως αυτό δεν μειώνει την ηθική της υπεροχή. Αντίθετα, την ενισχύει. Γιατί το ήθος μετριέται όχι από τη δύναμη, αλλά από την επιμονή να υπερασπίζεσαι το δίκαιο, όταν όλοι γύρω σου σε προτρέπουν να το ξεχάσεις. Τις τελευταίες μέρες ακούγεται συχνά το ερώτημα: «Τώρα που έγινε η συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, μήπως μπορεί να ανοίξει ανάλογος δρόμος και για την Ουκρανία;» Η ερώτηση είναι ανθρώπινη — κάθε παύση πυρός σώζει ζωές — αλλά η σύγκριση είναι εσφαλμένη. Η Γάζα δεν είναι παλαιό πρόβλημα κατοχής. Είναι τα πλοκάμια ενός τρομοκρατικού οργανισμού που πρακτορεύει άλλα συμφέροντα από εκείνα των Παλαιστινίων. Η κατάπαυση του πυρός εκεί είναι πράξη αναγκαίου ανθρωπισμού, όχι πολιτική λύση. Δεν είναι συμφωνία ειρήνης· έχει πολλά στάδια εφαρμογής και μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας. Η Ουκρανία, αντίθετα, βρίσκεται απέναντι σε μια εξωτερική εισβολή που στοχεύει στην εξαφάνιση της κρατικής της υπόστασης. Εκεί, η «κόπωση» δεν μπορεί να μετατραπεί σε εργαλείο πολιτικής εξίσωσης. Η Ουκρανία δεν χρειάζεται λύση κόπωσης, αλλά δικαίωση — και το δικαίωμα να συνεχίσει την πορεία της ως ελεύθερο, ανεξάρτητο κράτος. Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών δείχνουν κάτι βαθύτερο από την αλληλουχία στρατιωτικών ή διπλωματικών κινήσεων: δείχνουν ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει πάψει να είναι τοπική σύγκρουση και έχει μετατραπεί σε δοκιμασία για την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας. Οσα συμβαίνουν σήμερα στα βόρεια και ανατολικά σύνορα της Ευρώπης συνθέτουν έναν νέο χάρτη απειλών, συμμαχιών και πρωτοβουλιών που επανακαθορίζουν την ίδια την έννοια της ευρωπαϊκής σταθερότητας. Ο πρόεδρος της Φινλανδίας, Αλεξάντερ Στουμπ, βρέθηκε στην Ουάσιγκτον, όπου συναντήθηκε με τον αμερικανό πρόεδρο. Οπως αποκάλυψε ο ίδιος ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι μέσω ανάρτησης στο Χ, οι δύο ηγέτες είχαν απευθείας επικοινωνία, κατά την οποία ο Στουμπ τον ενημέρωσε για τα αποτελέσματα της συνάντησής του στην αμερικανική πρωτεύουσα και για τη νέα συμφωνία ΗΠΑ – Φινλανδίας σχετικά με κοινή ναυπήγηση παγοθραυστικών για την ασφάλεια στην Αρκτική. Το ουσιαστικότερο σημείο, όμως, ήταν ότι η Ουάσιγκτον φαίνεται έτοιμη να στηρίξει το πλαίσιο των εγγυήσεων ασφαλείας για την Ουκρανία, ενώ ο Ζελένσκι μίλησε για επιτάχυνση της συνεργασίας με τους ευρωπαίους συμμάχους μέσα από μια νέα Συμμαχία των Προθύμων (Coalition of Willing) που θα δραστηριοποιηθεί τους επόμενους μήνες. Παράλληλα, ο αρχηγός του ρουμανικού στρατού δήλωσε ότι το Βουκουρέστι είναι έτοιμο να στηρίξει αμυντικά τη Μολδαβία σε περίπτωση επίθεσης, την ώρα που η περιοχή της Υπερδνιστερίας παραμένει πηγή αστάθειας και πίεσης για τον εκεί πληθυσμό. Η πρόσφατη εκλογική ήττα του φιλορωσικού κόμματος στη Μολδαβία, παρά τις αποδεδειγμένες ρωσικές απόπειρες παρέμβασης μέσω χρηματοδοτήσεων και παραπληροφόρησης, έδειξε ότι το Κισινάου αποκτά μεγαλύτερη πολιτική νομιμοποίηση να ζητήσει ευρωπαϊκή και αμυντική στήριξη. Την ίδια στιγμή, η πρώην καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ προκάλεσε συζητήσεις, υποστηρίζοντας ότι η Πολωνία και οι Βαλτικές χώρες εμπόδισαν την ευρωπαϊκή συνεννόηση με τη Ρωσία — μια δήλωση που ξαναφέρνει στο προσκήνιο τις παλαιές σχολές «ρεαλισμού» απέναντι στη Μόσχα. Εν τω μεταξύ, στο ΝΑΤΟ και στις Ηνωμένες Πολιτείες εξετάζονται νέα επίπεδα στρατιωτικής στήριξης: η πιθανότητα παροχής πυραύλων Tomahawk στο Κίεβο βρίσκεται υπό συζήτηση, ενώ συζητείται και η δημιουργία ενισχυμένης αεράμυνας πάνω από τη δυτική Ουκρανία. Ολα αυτά, από τη Φινλανδία έως τη Μολδαβία και από την Ουάσιγκτον έως τις Βαλτικές, δείχνουν ότι ο πόλεμος της Ουκρανίας έχει μετατραπεί σε καθρέφτη της ευρωπαϊκής ωριμότητας. Η έκβασή του δεν θα κριθεί μόνο στο πεδίο της μάχης, αλλά στον βαθμό που η Ευρώπη θα μπορέσει να αναγνωρίσει ότι η άμυνα της Ουκρανίας είναι, στην πραγματικότητα, η δική της άμυνα. Ισως όλα να καταλήγουν τελικά εκεί: στο τι σημαίνει να πορεύεσαι και όχι απλώς να επιβιώνεις. Οι πόλεμοι τελειώνουν, αλλά η ηθική τους σκιά μένει. Η Ουκρανία δεν έχει προδιαγεγραμμένο τέλος· έχει όμως έναν δρόμο που χαράζει μόνη της, κι αυτός ο δρόμος είναι το πραγματικό της επίτευγμα. Κάθε μέρα που αντέχει, αρνείται να υποκύψει στο αναπόφευκτο· αρνείται να δεχθεί ότι η ελευθερία είναι προνόμιο των ισχυρών. Η επιμονή της λειτουργεί ως υπενθύμιση πως η πορεία προς την επόμενη μέρα, όσο επώδυνη κι αν είναι, είναι η μόνη που της χαρίζει νόημα. Γιατί η αντοχή, όταν υπηρετεί σκοπό, παύει να είναι στρατηγική — γίνεται αξία. Και αυτή η αξία, όσο κι αν δοκιμάζεται, είναι που κρατά ακόμη όρθια την Ευρώπη.
https://www.protagon.gr/apopseis/oukrania-i-epomeni-imera-kai-i-ithiki-aksia-tis-antoxis-44343236820
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου