Για ποιους λόγους και με ποιους υπολογισμούς αποφάσισε ο Γ. Παπανδρέου να διατυπώσει τον ωμό εκβιασμό του δημοψηφίσματος στην κοινοβουλευτική του ομάδα και την ελληνική κοινωνία πολλά μπορεί να υποθέσει κανείς. Το ζήτημα αυτό θα διερευνηθεί και θα αξιολογηθεί από την Ιστορία. Στον παρόντα πολιτικό χρόνο, ωστόσο, οι συνέπειες αυτής της απόφασης είναι κάτι παραπάνω από ευδιάκριτες: πυροδοτούν τις διαδικασίες αναμόρφωσης και αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού.
Το «Π» στα ρεπορτάζ και την αρθρογραφία του έχει υπογραμμίσει εδώ και δυο χρόνια ότι η κρίση που βιώνει η χώρα δεν πρόκειται να περιοριστεί στο επίπεδο της οικονομίας. Σήμερα είναι περισσότερο από σαφές ότι η αδυναμία του πολιτικού προσωπικού να προσφέρει ένα συντεταγμένο σχέδιο διεξόδου έχει υπονομεύσει την αξιοπιστία του.
Το ΠΑΣΟΚ υπό την ηγεσία του Γ. Παπανδρέου πληρώνει ήδη το τίμημα αυτής της αδυναμίας. Από αυτόν τον πολιτικό (κεντρώο) χώρο θα αρχίσει και η επίπονη ανασύνθεση της νέας πολιτικής πραγματικότητας της χώρας. Βάσιμα μπορεί να προβλέψει κανείς ότι πρόκειται για μια σκληρή και μακρόχρονη διαδικασία, η οποία θα εξελίσσεται ταυτόχρονα με τις δραματικές ανακατατάξεις στην οικονομία και την οδύνη της κοινωνίας.
Ο τρόπος με τον οποίο θα συντελεστεί η αναδιάταξη του σκηνικού και η μορφή που θα πάρει θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από τη διαμόρφωση των συσχετισμών στο διεθνές επίπεδο.
Θα «εισακουστεί» η έκκληση του Λευκού Οίκου προς την ευρωπαϊκή (γερμανική) ηγεσία για γενναιότερα μέτρα προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κρίση χρέους (όχι μόνο της Ελλάδας) στην Ευρωζώνη; Αξίζει να σημειωθεί πως οι Αμερικανοί (ανάλυση Stratfor) εδώ και δυο μήνες έχουν κοστολογήσει αυτή τη «γενναιότητα» σε 2 τρισεκατομμύρια. Χρήματα που η Γερμανία αρνείται να καταβάλει...
Η ιδέα του Γ. Παπανδρέου για δημοψήφισμα, προφανώς, επαναφέρει, υπογραμμίζει και υπενθυμίζει