Αναρωτιέται κανείς, παρακολουθώντας την επικαιρότητα των τελευταίων ημερών, αν οι πρωταγωνιστές των καθημερινών πολιτικών επεισοδίων στη Βουλή, στα κανάλια και στα ραδιόφωνα, έχουν συναίσθηση της σοβαρότητας των περιστάσεων. Το ανησυχητικό είναι ότι για πολλούς από αυτούς, διαμορφώνεται η βάσιμη εντύπωση ότι δεν αντιλαμβάνονται ακριβώς πού και πόσο έχουμε μπλέξει. Αν το είχαν αντιληφθεί, πιθανώς δεν θα περιφέρονταν με τέτοια ελαφρότητα, λέγοντας ό,τι να ‘ναι και υποδαυλίζοντας πάθη και ακραίες συμπεριφορές, κατά τα πρότυπα της περιόδου 2009-2015. Δεν ευθύνονται όμως μόνον οι έξαλλοι για αυτόν τον επιχειρούμενο εκτροχιασμό. Ενα μεγάλο μερίδιο ευθύνης πέφτει και στους ώμους της κυβέρνησης, η οποία μοιάζει να έχει παραλύσει από τις 26 Ιανουαρίου κι έπειτα, όπου καθώς φαίνεται, τρόμαξε από το πλήθος της συγκέντρωσης για τα Τέμπη. Μοιάζει η κυβέρνηση, από εκείνο το χρονικό σημείο κι έπειτα, να έχει «πιάσει κατηφόρα», να μην μπορεί να αναλάβει πρωτοβουλία και να μην έχει κάποιο σχέδιο προς εφαρμογή. Παρακολουθεί εξελίξεις και γεγονότα και απλώς αντιδρά, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Με
άλλα λόγια, δεν έχει δική της ατζέντα, ακολουθεί διάφορες άλλες και αυτό, προφανώς, δεν είναι απλώς αρνητικό, αλλά και επικίνδυνο. Κατανοεί κάποιος εύκολα ότι αν αυτό συνεχιστεί, ο έλεγχος θα κινδυνεύσει να χαθεί. Ο εθνικός στόχος και η προσδοκία ούτως ή άλλως απουσίαζαν, τώρα προτεραιότητα έχει η προστασία της χώρας, σε μία συγκυρία που δεν είναι καθόλου αστεία. Ποια είναι η συγκυρία – άραγε το έχουν αναλογιστεί οι διάφοροι της αντιπολίτευσης; Δεν θα ανέμενε κάποιος κάτι σε αυτήν την κατεύθυνση από την Πλεύση Ελευθερίας ή την Ελληνική Λύση, αλλά το δήθεν υπεύθυνο ΠΑΣΟΚ και ο δήθεν προσγειωμένος ΣΥΡΙΖΑ, αντιλαμβάνονται σε ποιο περιβάλλον βρισκόμαστε, όσο επιχειρούν να επαναφέρουν τη χώρα στο 2010; Και δεν βλέπουν ότι από αυτές τις επιλογές δεν κερδίζουν απολύτως τίποτε; Αλήθεια, πώς το σκέφτεται ο Νίκος Ανδρουλάκης, όταν λέει (Alpha, 13/2) ότι δεν θα ζητάει εκλογές «κάθε τρεις και λίγο», αλλά την ίδια στιγμή λέει ότι θα γίνει πρόταση δυσπιστίας και ότι «προφανέστατα πρέπει να αλλάξει η κυβέρνηση»; Δηλαδή, δεν ζητάει εκλογές, αλλά ζητάει. Εκτός αν σκέφτεται κάτι άλλο, που θα είχε ενδιαφέρον να το διευκρινίσει. Και τι θα γινόταν λοιπόν, αν υποθέσει κάποιος ότι υπό αυτές τις συνθήκες και σε ένα τέτοιο περιβάλλον αβεβαιότητας, γίνονταν εκλογές σήμερα στην Ελλάδα; Μία προσπάθεια να «δει» κάποιος την εικόνα θα είχε ενδιαφέρον. Οσο λοιπόν ο Ντόναλντ Τραμπ σαρώνει και ανατρέπει όλα όσα ήταν γνωστά έως σήμερα, όσο η Ευρώπη περιθωριοποιείται και βυθίζεται στην ύφεση και ενώ ο εμπορικός πόλεμος απειλεί να διαλύσει ή τουλάχιστον να κλονίσει την ευρωπαϊκή και τις επί μέρους οικονομίες (συνεπώς και την δική μας), στην Ελλάδα θα προκηρύσσονταν εκλογές. Τι θα γινόταν σε αυτές, με βάση τα δημοσκοπικά ευρήματα της περιόδου; Με μεγάλο βαθμό βεβαιότητας πάντως, το μόνο που δεν θα γινόταν είναι ο σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης. Συνεπώς, δεύτερες εκλογές, με εξίσου μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας. Με λίγα λόγια, κάποιοι μήνες ολικής παράλυσης των πάντων, με ορατές επιπτώσεις στην οικονομία και όλους τους υπόλοιπους τομείς. Είναι ανησυχητικό ότι η συσσωρευμένη και πυκνή εμπειρία της τελευταίας 15ετίας, μοιάζει να μην έχει εμπεδωθεί. Προτεραιότητα ορισμένων δεν είναι η χώρα, ούτε καν η δική τους υπευθυνότητα. Είναι η αναζήτηση ακροατηρίου, όσο πιο οργισμένου και εξαγριωμένου, τόσο το καλύτερο και, εν τέλει, μείζων επιδίωξη είναι, όπως φαίνεται, το μπάχαλο για το μπάχαλο. Τι άλλο αποτέλεσμα θα μπορούσε να έχουν άλλωστε οι επιθέσεις κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας, οι φραστικές επιθέσεις και οι απειλές κατά της ηγεσίας της Δικαιοσύνης και δικαστικών λειτουργών και η απρόσμενη υπονόμευση του θεσμού από τον ίδιο τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης; Δεν θυμίζουν όλα αυτά επικίνδυνα το 2010; Ο ρεαλισμός θα όφειλε να κυριαρχεί, τουλάχιστον μεταξύ των πολιτικών κομμάτων τα οποία διεκδικούν περγαμηνές σοβαρότητας και θέλουν να εμφανίζονται ως διεκδικητές της κυβέρνησης. Όπως φαίνεται όμως, απουσιάζει. Ολα αυτά φανερώνουν μία επικίνδυνη, αλλά καθώς φαίνεται βαθιά ριζωμένη πολιτική (υπο-)κουλτούρα. Με βάση αυτή, όταν κάποιοι στην Ελλάδα θεωρούν ότι μία κυβέρνηση έχει κάνει λάθη ή διαφωνούν μαζί της, αυτή «πρέπει να φύγει». Επειδή έτσι λένε αυτοί «οι κάποιοι». Το ότι στην παρούσα συγκυρία δεν υπάρχει και κάποιος να την αντικαταστήσει, δεν έχει και τόση σημασία. Αυτό όμως προσδίδει και χαρακτηριστικά νοσηρής ελαφρότητας στην όλη συζήτηση. Είναι ενδεχομένως (και δυστυχώς) μάταιο να αναμένει κανείς σύνεση από μεγάλη μερίδα του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Την ίδια στιγμή όμως είναι και ευθύνη της κυβέρνησης, να βγει από το λήθαργό της και να διασφαλίσει ένα κλίμα νηφαλιότητας. Αυτό που προέχει είναι η προστασία της χώρας, σε ένα εξαιρετικά απειλητικό διεθνές περιβάλλον.
https://www.protagon.gr/apopseis/wres-efthynis-44343092258
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου