Όποιος έχει αμφιβολίες για το μέγεθος της συντηρητικής ηγεμονίας στην ελληνική πολιτική σκηνή –και κατ’ επέκταση στην κοινωνία– μπορεί να ρίξει μια ματιά στις προτάσεις των κομμάτων για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όπως διαμορφώθηκαν οριστικά την εβδομάδα που μας πέρασε. Κάθε κόμμα, μηδενός εξαιρουμένου, έσπευσε να ρίξει γέφυρες ή απλά να ψαρέψει, στα δεξιά του. Η Νέα Αριστερά στον ΣΥΡΙΖΑ με την (ματαιωμένη) υποψηφιότητα Ράμμου, ο ΣΥΡΙΖΑ στο ΠΑΣΟΚ με την υποψηφιότητα της Λούκας Κατσέλη, το ΠΑΣΟΚ στην κεντρώα φιλελεύθερη πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας με την υποψηφιότητα Γιαννίτση, η Νέα Δημοκρατία στην παραδοσιακή δεξιά της βάση με την υποψηφιότητα Τασούλα, που θα είναι και πέραν πάσης αμφιβολίας ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ανεξάρτητα από την προσωπικότητα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε
υποψηφίου, και τα τέσσερα κόμματα αισθάνθηκαν ότι ο ζωτικός χώρος στον οποίον ήθελαν να στείλουν κάποιο μήνυμα προσέγγισης βρίσκεται στα δεξιά τους. Και αυτό δεν έχει συμβεί ποτέ ξανά στα 50 χρόνια βίου της ελληνικής δημοκρατίας. Παρ’ όλα αυτά, και με όλες τις υποψηφιότητες να μοιάζουν ικανές να διεμβολίσουν κοινά που αιωρούνται σε γκρίζες εναέριες ζώνες, τα αποτελέσματα –τακτικά και στρατηγικά– δεν είναι ισάξια για όλους. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αρκετά επενδύσει σε μια ενδεχόμενη στήριξη υποψηφιότητας Βενιζέλου από τον Πρωθυπουργό ή έστω οποιασδήποτε άλλης θα οδηγούσε σε συμπόρευση το ΠΑΣΟΚ με τη Νέα Δημοκρατία κατά την προεδρική εκλογή. Μια τέτοια εξέλιξη θα του επέτρεπε να επικαλεστεί μια στρατηγική συμφωνία των δύο κομμάτων και να προβληθεί ως μοναδική αυθεντική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση. Η υποψηφιότητα Τασούλα δεν επέτρεψε το ξετύλιγμα ενός τέτοιου αφηγήματος, αλλά δεν το απέκλεισε και τελείως. Γιατί για πολλούς λόγους, η υποψηφιότητα Γιαννίτση από το ΠΑΣΟΚ δίνει στον ΣΥΡΙΖΑ χώρο για να κινηθεί. Πρώτον γιατί ο άλλοτε υπουργός των κυβερνήσεων Σημίτη ενσαρκώνει ως πρόσωπο την ιδέα ενός σοσιαλ-φιλελεύθερου ΠΑΣΟΚ, η οποία επιτρέπει τον ΣΥΡΙΖΑ να επικαλείται ξανά μια πιο λαϊκή παράδοση του, στην οποία άλλωστε οφείλει σε σημαντικό βαθμό την εκλογική εκτόξευσή του την περασμένη δεκαετία. Ο θάνατος του πρώην Πρωθυπουργού άνοιξε κατά κάποιον τρόπο ξανά τις μνήμες αυτής της συζήτησης στην ελληνική κοινωνία, και παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε τον πολιτικό του αντίπαλο με ευπρέπεια, είναι βέβαιο ότι προσδοκά η υπενθύμιση ενός ΠΑΣΟΚ-τμήματος του αστικού μπλοκ να συσπειρώσει ξανά σε αυτόν ένα πιο λαϊκό ακροατήριο. Αλλωστε, η αόρατη κλωστή που συνδέει την αντίθεση στις πολιτικές της οκταετίας Σημίτη με τις πολιτικές της περιόδου των Μνημονίων (κατά την οποία ανήλθε ο ΣΥΡΙΖΑ), δεν έχει κοπεί εντελώς. Και η υποψήφια του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακριβώς έκφραση της άλλης ιστορικής τάσης του ΠΑΣΟΚ. Remaining Time-0:01 Fullscreen Mute Δεύτερον, γιατί ο χάρτης των υποψηφιοτήτων όπως διαμορφώνεται, επιτρέπει στον ΣΥΡΙΖΑ να καταγράψει ίσως την πρώτη του σχετική κοινοβουλευτική επιτυχία μετά από πάρα πολύ καιρό. Το πιθανότερο σενάριο είναι η υποψηφιότητα Γιαννίτση να συγκεντρώσει τις 31 ψήφους των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ ή ενός δύο ακόμα. Με αυτό το δεδομένο, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει βάσιμους λόγους να ελπίζει ότι η υποψηφιότητα της Λούκας Κατσέλη μπορεί να καταγραφεί ως δεύτερη σε ψήφους στη Βουλή. Όχι μόνο γιατί κάποιοι ανεξάρτητοι βουλευτές φαίνεται να προσανατολίζονται σε αυτήν, αλλά και γιατί θα είναι δύσκολο να μην ψηφιστεί και να εξηγηθεί το γιατί από τους βουλευτές της Νέας Αριστεράς. Σε πρώτη φάση, από την ΚΟ που αποσπάστηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ πριν 14 μήνες, εκφράστηκαν κάποια γενικά παράπονα για «τακτικισμούς» με τις υποψηφιότητες (όπως από την πρώην υπουργό Σία Αναγνωστοπούλου) και ξανά ρητή αντίρρηση από τον σταθερό αρνητή της προσέγγισης με τον ΣΥΡΙΖΑ ΕυκλείδηΤσακαλώτο. Ομως, σε γενικές γραμμές, η τάση είναι να ψηφιστεί η υποψήφια που υπέδειξε ο ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό και ήδη υπήρξαν διαρροές ότι τυχόν ψήφιση της Κατσέλη δεν σημαίνει αναστολή της ανεξαρτησίας της Νέας Αριστεράς. Εάν τα δύο κόμματα της Αριστεράς ενώσουν τις δυνάμεις τους σε αυτήν την ψηφοφορία, η υποψηφιότητα της Λούκα Κατσέλη δεν αποκλείεται να συγκεντρώσει και 40 ψήφους ή και ελαφρώς περισσότερες, αφού υπέρ της αναμένεται να ψηφίσουν τόσο η Αθηνά Λινού όσο και οι δύο αποχωρήσαντες από την Πλεύση Ελευθερίας, από τους ανεξάρτητους. Ένας τέτοιος αριθμούς δημιουργεί μια οινεί εικόνα αξιωματικής αντιπολίτευσης και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εύλογο να εντείνει την πίεση για να εκφραστεί αυτό επίσημα. Είναι βέβαιο ότι η στρατηγική της Νέας Αριστεράς δεν είναι η επανασυγκόλληση του παλιού ΣΥΡΙΖΑ χωρίς τον Κασσελάκη, αλλά ένα ευρύτερο αντιπολιτευτικό μέτωπο που να περιλαμβάνει και τα τρία κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ, ΝΕΑΡ και ΠΑΣΟΚ) και το οποίο θα διεκδικήσει να υποσκελίσει σε εκλογές την Νέα Δημοκρατία. Σήμερα, το άθροισμα των τριών κομμάτων υπολείπεται στις δημοσκοπήσεις κατά 3-4 μονάδες του ποσοστού της Νέας Δημοκρατίας. Έτσι, η συνεργασία τους μοιάζει μονόδρομος εάν φιλοδοξούν να την ανταγωνιστούν. Όμως οι εσωτερικοί συσχετισμοί ενός τέτοιου μετώπου είναι εντελώς επισφαλείς. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έκανε για πρώτη φορά ρητά λόγο για «κυβέρνηση προοδευτικών δυνάμεων με κορμό το ΠΑΣΟΚ». Το να μπορέσει να καταγραφεί κοινοβουλευτικά ξανά από πάνω του, είναι για τον ΣΥΡΙΖΑ μια δυνατότητα για να αμφισβητήσει το ποιος είναι ο κορμός.
https://www.protagon.gr/apopseis/i-katseli-o-giannitsis-kai-i-maxi-tou-kormou-stin-kentroaristera-44343075660
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου