του Κώστα Δουζίνα
Ενώ όλοι αναγνωρίζουν τις καταστροφικές συνέπειες του χρέους, η κυβέρνηση θέλει τη διαιώνισή του. Αντί για την κατάργηση, η εξουσία διακατέχεται από την «επιθυμία του χρέους»: μια σειρά αποφάσεων και ενεργειών, εκούσιων ή μη, οδήγησαν αναπόφευκτα στην αύξησή του τα τελευταία είκοσι χρόνια.
Ενα σκιάχτρο γυρνάει πάνω από τον κόσμο, το σκιάχτρο του χρέους. Πολίτες, επιχειρήσεις και κράτη είναι χρεωμένα μέχρι τον λαιμό. Ενυπόθηκα και προσωπικά δάνεια, φοιτητικά και επιχειρηματικά, «κόκκινα» και τοξικά, μια ολόκληρη σημειωτική και ποιητική του δανεισμού και του χρέους κυριαρχεί στη ζωή μας. Εχει υπολογιστεί ότι το παγκόσμιο χρέος είναι 313% του παγκόσμιου ακαθάριστου εισοδήματος. Είναι επομένως αδύνατο να αποπληρωθεί χωρίς μια τεράστια καταστροφή ή έναν πόλεμο που θα διαγράψει μονοκοντυλιά μεγάλο μέρος του. Στην Ελλάδα το δημόσιο χρέος βρίσκεται στο 210% του ΑΕΠ και το ιδιωτικό στο 90%. Οπως λένε η κυβέρνηση και οι Ευρωπαίοι όμως, το χρέος πρέπει να πληρωθεί μέχρι το τελευταίο ευρώ. Το χρέος είναι «βιώσιμο», μας λένε, ακόμη κι αν τα θύματά του δεν είναι.
Ενώ λοιπόν όλοι αναγνωρίζουν τις καταστροφικές συνέπειες του χρέους, η κυβέρνηση θέλει τη διαιώνισή του. Αντί για την κατάργηση, η εξουσία διακατέχεται από την «επιθυμία του χρέους»: μια σειρά αποφάσεων και ενεργειών, εκούσιων ή μη, οδήγησαν αναπόφευκτα στην αύξησή του τα τελευταία είκοσι χρόνια. Με τα νέα δάνεια και τα μνημόνια το αύξησαν και δεν φαίνεται να υπάρχει το παραμικρό ενδιαφέρον για να μειωθεί. Οι δανειστές απαιτούν τα χρήματά τους αλλά ταυτόχρονα και τη λίβρα σάρκας του Σάιλοκ, τα μνημόνια και τις μεταρρύθμισεις, μέτρα τιμωρίας και εξαγνισμού της κοινωνίας, της οικονομίας και του κράτους. Η επιθυμία του χρέους είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την «επιθυμία των μέτρων» που το χρέος δικαιολογεί και διευκολύνει.
Η επιθυμία του χρέους
Η «επιθυμία του χρέους» ως αμφίσημη γενική βάζει δύο ερωτήματα: ποιοι και γιατί επιθύμησαν το χρέος και τι επιθυμεί το χρέος; Ποιο είναι το χρέος του χρέους; Εδώ συναντάμε τις αναλύσεις περί χρέους του Φρειδερίκου Νίτσε τις οποίες πρόσφατα επικαιροποίησε ο Μαουρίτσιο Λαζαράτο στο βιβλίο του «Η Δημιουργία του Χρεωμένου Ανθρώπου». Ο Νίτσε γράφει στη «Γενεαλογία της Ηθικής» ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες ξεπέρασαν την πρωτόγονη μορφή τους με τη δημιουργία ενός τύπου ανθρώπου που μπορεί να υπόσχεται στους άλλους να ξεπληρώσει τα χρέη του. Η υπόσχεση αυτή δημιουργεί ένα είδος μνήμης που στρέφεται προς το μέλλον και γίνεται τρόπος ελέγχου της συμπεριφοράς. Η υπόσχεση, το χρέος και η αποπληρωμή του ουδετεροποιούν τον χρόνο. Ενώνουν παρόν, μέλλον και παρελθόν κάνοντας το μέλλον όμηρο της παρελθούσας υπόσχεσης. Στις απλές κοινωνίες, οι οφειλές προς τους άλλους είναι μικρές και μπορούν να τηρούνται. Αλλά οι μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες απολυτοποίησαν το χρέος κάνοντας την εξόφλησή του αδύνατη. Το χρέος μας προς τον Θεό γίνεται άπειρο και ταυτόχρονα εσωτερικοποιείται, μετατρέπεται σε μια συνεχή βασανιστική ενοχή. Οι δύο έννοιες του χρέους, «αυτό που οφείλεται οικονομικά» και «το ηθικά δέον», συναντιούνται και το κάνουν έναν από τους πιο σημαντικούς μηχανισμούς ελέγχου από οικονομικές και κρατικές εξουσίες.
Και εδώ πιάνουμε την άκρη του νήματος αυτού του παράδοξου, καταστροφικού και «λυτρωτικού» χρέους. Ο χρεωμένος άνθρωπος πρέπει συνεχώς να γυμνάζεται, να δουλεύει για να αποπληρώσει το όφελος και να δέχεται ότι είναι ηθικά ένοχος αν δεν μπορεί να το εξοφλήσει. Για τον χρεώστη ο χρόνος υποθηκεύεται, γίνεται μετρήσιμος και προβλέψιμος, το παρόν και το μέλλον μια συνεχής γραμμή που πρέπει να οδηγεί ανεπιστρεπτί στην εξιλέωση. Η δυνατότητα αντίστασης και ανυπακοής εξαλείφεται, αφού όλες οι ενέργειες πρέπει να καθοδηγούνται από την υποχρέωση αποπληρωμής. Ετσι η ζωή και η συμπεριφορά του χρεωμένου γίνεται διαφανής, εκτεθειμένη σε συνεχή έλεγχο και αξιολόγηση. Η ηθική συμπύκνωση του χρόνου γίνεται μόνιμο χαρακτηριστικό της ζωής του. Ο χρεωμένος δεν είναι αυτόνομος άνθρωπος. Εξαρτάται από τον δανειστή περισσότερο απ’ όσο ο εργαζόμενος από τον εργοδότη και καταδιώκεται από τύψεις και αίσθηση αποτυχίας.
Αποτελεί το χρέος λοιπόν τον καλύτερο τρόπο πειθάρχησης της συμπεριφοράς. Γι’ αυτό οι νεοφιλελεύθερες κοινωνίες αποτελούν μηχανές χρέους. Λέγαμε στο προηγούμενο άρθρο ότι στον ύστερο καπιταλισμό, πρέπει όλοι να γίνουμε μικρο-καπιταλιστές του εαυτού μας. Να χρησιμοποιούμε τη ζωή μας σαν κεφάλαιο, να ασκούμε «ελευθερία επιλογών» επενδύοντας στην παιδεία, την υγεία και την ασφάλεια της οικογένειας. Το κοινωνικό κράτος υποχωρεί από τις μεταπολεμικές του υποσχέσεις, αλλά απαιτεί εμείς να κρατήσουμε τις δικές μας. Για να καλύψει τις βασικές του ανάγκες ο χρεωμένος πρέπει συνεχώς να δανείζεται για να αγοράσει αυτά που μέχρι σήμερα θεωρούσαμε δικαιώματα και μετά να δανείζεται ξανά για να πληρώσει τα παλιά δάνεια. Δανειζόμαστε από τη Visa για να πληρώσουμε τη Mastercard, σ’ έναν φαύλο κύκλο επεκτεινόμενης εξάρτησης. Το χρέος είναι σαν το φροϋδικό υπερεγώ: όσο περισσότερο το υπακούς και το υπηρετείς τόσο πιο απαιτητικό και βάναυσο γίνεται, με μια σαδιστική λογική. Η λογική του χρέους σήμερα με τα τεράστια ποσά δεν είναι πια το κέρδος από την επένδυση του κεφαλαίου, αλλά η διατήρηση του οφειλέτη σε σχέση υπακοής και υποταγής.
Τα ίδια βέβαια συμβαίνουν με τα κράτη. Τα περίφημα bailout -κυριολεκτικά δάνεια απεξάρτησης- αποσκοπούν ακριβώς στο αντίθετο: τη διαιώνιση της εξάρτησης με τη διαρκή νέα δανειοδότηση για να πληρωθούν τα προηγούμενα. Κι εδώ φαίνεται η πονηριά της περίφημης επιμήκυνσης του δανείου. Αποτελεί την επίσημη αναγνώριση ότι η λειτουργία του δανεισμού είναι ο έλεγχoς πληθυσμών στο διηνεκές ή μέχρι να αποκτήσουν την «κανονικότητα» των Βορείων, δηλαδή μέχρι να αποτάξουν τη λογική της ανεξαρτησίας και της αντίστασης και να αποδεχτούν την «υπεύθυνη» ζωή.
Επειδή λοιπόν η Ελλάδα χρωστάει, οι Ελληνες πρέπει να καταστρέψουν τις κοινωνικές, πολιτισμικές και ηθικές τους αξίες και να υιοθετήσουν ριζικά νέες. Πρέπει να εγκαταλείψουν τις παλιές συνήθειες, το ψέμα, την τεμπελιά, την απάτη για να εξυπηρετήσουν το χρέος. Το χρέος που καταδικάζεται ως καταστροφικό είναι επίσης αυτό που θα επιτρέψει στους Ελληνες να επιστρέψουν στον δρόμο της αρετής και της εντιμότητας. Φαρμάκι και φάρμακο, εχθρός και φίλος, κατάρα και ευλογία, το χρέος είναι η αιτία και το αποτέλεσμα των ελληνικών παθημάτων και της μελλοντικής μας ανάστασης.
Η πραγματικότητα και το Πραγματικό
Αυτό το τρομακτικό και επιθυμητό χρέος λειτουργεί σαν το Πραγματικό της ψυχαναλυτικής θεωρίας. Σύμφωνα με τον Ζακ Λακάν, πρέπει να διαχωρίζουμε την πραγματικότητα (reality) από το Πραγματικό (Real). Η πραγματικότητα είναι αυτό που παρουσιάζεται ως η «φυσική» τάξη των πραγμάτων, μια προφάνεια που προσφέρεται άμεσα στις αισθήσεις μας. «Αφησε τα γεγονότα να μιλήσουν» είναι η επωδός του ρεαλιστή. Τα γεγονότα όμως παραμένουν πεισματικά βουβά. Η πραγματικότητα της καθημερινής ρουτίνας μας δεν είναι ένα φυσικό μέγεθος σαν το τραπέζι στο οποίο γράφω. Δημιουργείται συμβολικά και παίρνει τη θέση της χάρη σε αυτό που οι λακανικοί αποκαλούν «αρχή της πραγματικότητας». Οπως λέει η Alenka Zupancic, «η ίδια η αρχή της πραγματικότητας διαμεσολαβείται από την ιδεολογία· θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ακόμα και ότι αποτελεί την υψηλότερη μορφή ιδεολογίας, της ιδεολογίας που παρουσιάζεται σαν εμπειρικό δεδομένο ή σαν βιολογική ή οικονομική αναγκαιότητα – την οποία τείνουμε να προσλαμβάνουμε ως μη ιδεολογική»1. Τα γεγονότα, τα δεδομένα συγκροτούνται συμβολικά, εμφανίζονται σε ιδεολογικό πλαίσιο και ερμηνεύονται από την κυρίαρχη σκοπιά. Η πραγματικότητα δεν είναι ποτέ αγνή, προφανής και «πλήρης». Μια γρήγορη ματιά στις μεγάλες ειδήσεις των 8 το επιβεβαιώνει αναμφισβήτητα.
Το Πραγματικό, από την άλλη, είναι αυτό που η συμβολική τάξη και η αρχή της πραγματικότητας πρέπει να απαγορεύσουν για να διατηρήσουν τη συνοχή τους. Η πραγματικότητα συγκροτείται μέσω της απώθησης του Πραγματικού, το οποίο επιστρέφει μόνο με τη μορφή συμπτωμάτων και δυσλειτουργιών. Προσπαθώ να πετύχω, να πάρω προαγωγή, καλύτερο αυτοκίνητο ή σπίτι. Αλλά μόλις τα αποκτήσω θέλω νέα προαγωγή, Mercedes αντί για Fiat, δεύτερο σπίτι. Τα αντικείμενα της επιθυμίας πολλαπλασιάζονται, προσπαθούν να αντικαταστήσουν την «ορμή θανάτου», την έλξη του Πραγματικού που μια και δεν μπορεί να ικανοποιηθεί μεταφέρεται συνεχώς σε αποτυχημένα υποκατάστατα. Περιφερόμαστε γύρω από το κενό της αποτυχίας του συμβολισμού, καθώς μας έλκει και μας απωθεί η μη αναπαραστάσιμη δίνη της δύναμής του. Ως αποκηρυγμένο σημάδι της ατομικής και της συλλογικής αποτυχίας, το Πραγματικό μας προστάζει να διπλασιάζουμε τις προσπάθειές μας, μόνο για να διαψευστούμε ξανά και ξανά.
Τα κυρίαρχα οικονομικά είναι η «αρχή της πραγματικότητας» της εποχής μας. Στη νεοφιλελεύθερη εκδοχή τους, ο κόσμος κινείται σύμφωνα με τους υπολογισμούς των χρηματοπιστωτικών αγορών και τις ελεύθερες επιλογές των ατόμων. Ετσι αντιλαμβανόμαστε τη «φυσιολογική» κατάστασή μας. Ο τεχνητός της χαρακτήρας εμφανίζεται μόνο σε στιγμές κρίσης: οι ανομολόγητες, προϋποθέσεις της, που κινητοποιούν τον συμβολικό μηχανισμό, ανεβαίνουν στην επιφάνεια, αντικειμενοποιούνται και φανερώνεται η πραγματική τους φύση, η ουσία της ιδεολογίας.
Αν τα οικονομικά κατασκευάζουν τη συμβολική εικονική αναπαράσταση του κόσμου μας, το χρέος μοιάζει με το Πραγματικό της κατάστασης. Είναι ο καταστροφικός πυρήνας της πραγματικότητας, ταυτόχρονα αποκηρυγμένος (κρυμμένος, απαρνημένος, αγνοημένος) και απαγορευμένος (από τις διάφορες συμφωνίες σταθερότητας και δημοσιονομικής πειθαρχίας). Καθώς είναι το Πραγματικό της οικονομίας, το χρέος γίνεται γνωστό μόνον από τα συμπτώματά του και δεν μπορεί ποτέ να αποκαλυφθεί πλήρως από επιτροπές λογιστικού ελέγχου και Κοινοβούλια. Προκαλεί φόβο και δέος, αλλά επίσης και μια αίσθηση απόλαυσης για τις ευκαιρίες που προσφέρει. Αν για τον Μαρξ η ταξική πάλη ήταν ο κινητήρας της Ιστορίας, για τους καπετάνιους της οικονομίας το χρέος είναι το λιπαντικό της.
Οικονομικό και ηθικό, καταστροφικό και λυτρωτικό, συλλογικό και ατομικό, το χρέος είναι αφηρημένο ως προς τη σύνθεσή του, άγνωστης προέλευσης, αλλά απτό στα συμπτώματα και τις επιδράσεις του. Χρειαζόμαστε λοιπόν Σεισάχθεια και κούρεμα περιποιημένο, νούμερο 1. Αλλά το άχθος του χρέους στην καρδιά της ύπαρξης δεν κουρεύεται εύκολα.
Ο Κ. Δουζίνας είναι καθηγητής της Νομικής, αντιπρύτανης και διευθυντής του Ινστιτούτου Ανθρωπιστικών Ερευνών στο Κολέγιο Μπίρκμπεκ του Πανεπιστημίου του Λονδίνου
http://eleutheriellada.wordpress.com/