του Νίκου Σαραντάκου
Όλους τους προηγούμενους μήνες, τότε που ζούσαμε στον αστερισμό του σαξές στόρι, τα ΜΜΕ και η κυβέρνηση μιλούσαν συνεχώς για το πρωτογενές πλεόνασμα που θα απολαύσουμε μετά τις γερμανικές εκλογές και περιέγραφαν πόσο θα είναι και πού και πώς θα διοχετευτεί, με αποτέλεσμα να αισθανόμαστε κάπως σαν τον ασθενή που βρίσκεται σε αυστηρή δίαιτα και φαντάζεται με κάθε λεπτομέρεια το πρώτο πλούσιο γεύμα μετά τη λήξη της. Βέβαια, ακόμα και όσοι πλάσαραν το πλεόνασμα, σε σπάνιες στιγμές ειλικρίνειας παραδέχονταν ότι σε μεγάλο βαθμό είναι πλασματικό, αφού το δημόσιο είχε ένα σωρό απλήρωτες υποχρεώσεις, αλλά στην ευφορία της στιγμής αυτή τη λεπτομέρεια την προσπερνούσαν συνήθως αγέρωχα. Ύστερα, καθώς έφτανε ο Σεπτέμβριος, άρχισε ολοένα και περισσότερο να γίνεται λόγος για το δημοσιονομικό κενό του 2014, το οποίο ανεπαισθήτως πήρε να διογκώνεται και να μαυρίζει, μέχρι που εκτόπισε από το προσκήνιο το πλεόνασμα, το οποίο στην πορεία ολοένα και συρρικνωνόταν – από το λουκούλλειο γεύμα είχαν απομείνει μόνο δυο φρυγανιές διαίτης. Και ξαφνικά, σε συνέντευξή του