Είτε είμαστε φορείς είτε όχι, είτε νοσούμε είτε όχι, φαίνεται ότι ο COVID-19 έχει βαλθεί να νεκρώσει μία προς μία τις αισθήσεις μας. Και μέσω της νέκρωσης των αισθήσεων να μας αποκόψει από τη γνώση, από την ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, το περιβάλλον, τον εαυτό μας με την εμπειρία. Και το κάνει αυτό ο κορονοϊός όχι μόνο ως βιολογικός εισβολέας στα σώματά μας, αλλά και ως αόρατος κοινωνικός ολετήρας. Aκόμη και ως οικονομικός και πολιτικός μετασχηματιστής.
Αν το καλοσκεφτείτε, ήδη συμβαίνει. Για την όσφρηση θα το έχετε ήδη ακούσει πως η
ανοσμία έχει πάρει τη θέση της ανάμεσα στα ύποπτα συμπτώματα νόσησης. Αλλά και χωρίς νόσηση, το γεγονός ότι για εκατομμύρια ανθρώπους μια μάσκα χάρτινη ή πάνινη αποκλείει κάθε μυρωδιά πλην του χνότου τους, καταλήγει σε μια κοινωνική ανοσμία. Οι άνθρωποι δεν μυρίζουν άλλον πέραν του εαυτού τους, της αιθανόλης του αντισηπτικού τους και της χλωρίνης που επιτίθεται στα ρουθούνια τους.Αν το καλοσκεφτείτε, ήδη συμβαίνει. Για την όσφρηση θα το έχετε ήδη ακούσει πως η
Οι λοιμωξιολόγοι περιλαμβάνουν και την απώλεια γεύσης στα συμπτώματα του COVID-19 που κερδίζουν έδαφος, αλλά μια διαταραχή γεύσης θα προκύψει για όλους μας, ανεξαρτήτως ιού, καθώς ανατρέπεται η γαστρονομική μας ρουτίνα: άλλοι μετατρέπονται σε ερασιτέχνες σεφ για να διασκεδάσουν την εσώκλειστη πλήξη τους, άλλοι χάνουν την καθημερινή σίτιση με τα τζανκ φουντ του εργασιακού τους περίγυρου κι άλλοι αντιθέτως ανακαλύπτουν την κρυφή γοητεία του «βρόμικου», τρεφόμενοι αποκλειστικά μέσω ντελίβερι ή καταναλώνοντας τις τεράστιες ποσότητες συσκευασμένων σνακ που εξαφανίζονται από τα ράφια των σούπερ μάρκετ. Σε κάθε περίπτωση όλοι θα βγούμε από αυτό ή βουλιμικοί ή ανορεξικοί, και με αγευσία.
Με την αφή συμβαίνουν τα προφανή: καθώς τα ακροδάχτυλά μας βρίσκονται τις περισσότερες ώρες της μέρας σε επαφή με το λάτεξ των γαντιών μιας χρήσης, καθώς χειραψίες, χάδια, αγκαλιές, χαστούκια, φιλιά, χτυπήματα στην πλάτη, φιλικά ή εχθρικά, απαγορεύονται ή περιορίζονται δραστικά, η χρήση της αφής εξελίσσεται σε ένα είδος κοινωνικού αυνανισμού: μπορείς να αγγίζεις τον εαυτό σου, το πληκτρολόγιο του υπολογιστή, την οθόνη του κινητού και τα τηλεκοντρόλ τηλεόρασης και λοιπών συσκευών. Ως εκεί.
Της ακοής η αναπηρία προέρχεται κυρίως από το γεγονός ότι τις περισσότερες ανθρώπινες φωνές που απηχούν τον κοινωνικό σου περίγυρο μπορείς να τις ακούς μόνο μέσω του τηλεφωνικού ακουστικού ή των ηχείων του υπολογιστή σου. Παρά την αξιοπιστία των δικτύων, το γεγονός ότι τα ηχητικά σήματα μεταδίδονται μέσω ραδιοκυμάτων, καλωδίων ή οπτικών ινών είναι μια αλλαγή τεράστια, που συντελεί κι αυτή στον θάνατο του πλησίον και στην ανάστασή του στην εικονική πραγματικότητα των ψηφιακών μέσων.
Με την αφή συμβαίνουν τα προφανή: καθώς τα ακροδάχτυλά μας βρίσκονται τις περισσότερες ώρες της μέρας σε επαφή με το λάτεξ των γαντιών μιας χρήσης, καθώς χειραψίες, χάδια, αγκαλιές, χαστούκια, φιλιά, χτυπήματα στην πλάτη, φιλικά ή εχθρικά, απαγορεύονται ή περιορίζονται δραστικά, η χρήση της αφής εξελίσσεται σε ένα είδος κοινωνικού αυνανισμού: μπορείς να αγγίζεις τον εαυτό σου, το πληκτρολόγιο του υπολογιστή, την οθόνη του κινητού και τα τηλεκοντρόλ τηλεόρασης και λοιπών συσκευών. Ως εκεί.
Της ακοής η αναπηρία προέρχεται κυρίως από το γεγονός ότι τις περισσότερες ανθρώπινες φωνές που απηχούν τον κοινωνικό σου περίγυρο μπορείς να τις ακούς μόνο μέσω του τηλεφωνικού ακουστικού ή των ηχείων του υπολογιστή σου. Παρά την αξιοπιστία των δικτύων, το γεγονός ότι τα ηχητικά σήματα μεταδίδονται μέσω ραδιοκυμάτων, καλωδίων ή οπτικών ινών είναι μια αλλαγή τεράστια, που συντελεί κι αυτή στον θάνατο του πλησίον και στην ανάστασή του στην εικονική πραγματικότητα των ψηφιακών μέσων.
Με την όραση συμβαίνει κάτι ανάλογο. Οι οθόνες των κινητών, των τάμπλετ και των λάπτοπ εξελίσσονται σε προσαρτήματα των φυσικών φακών των ματιών μας. Η κοινωνικότητα του βλέμματός μας υποκαθίσταται από διαμεσολαβημένες εικόνες. Δεν βλέπω εσένα, τη γυναίκα, τον φίλο, την κόρη, τον συνάδελφο, τον αντιπαθή συγγενή. Βλέπω μόνο τις ψηφιακές ανασυνθέσεις σας. «Οι άλλοι, για εμάς, άλλο δεν είναι παρά ένα θέαμα», όπως έλεγε ο Πεσόα, πολύ προ ψηφιακής εποχής. Κι αυτό, καθώς κι οι άλλες αισθήσεις βρίσκονται σε καραντίνα, είναι κιόλας ένας αισθητηριακός ακρωτηριασμός.
Ισως όλα αυτά να ακούγονται ως υπερβολή, αποτέλεσμα της υπερευαισθησίας που προκαλεί η εύθραυστη κατάστασή μας. Ωστόσο, η ολική ή μερική αναισθησία που μας επιβάλλεται -έστω και προσωρινά, έστω και αναπόφευκτα, έστω και για το καλό μας- μπορεί να εκληφθεί ως μια παραβολή για την ολική αναισθησία στην οποία περιέρχεται ο οικονομικός μας πολιτισμός.
Πολλές φορές στο παρελθόν έχει οπισθοδρομήσει, έχει πέσει στο ρελαντί. Η εκθετική μεγέθυνση του παγκόσμιου πλούτου έχει διακοπεί από πολέμους, περιφερειακές συγκρούσεις, φυσικά φαινόμενα ή από τις απλές, γνώριμες και αγαπημένες κυκλικές κρίσεις, που πάντως δεν εκδηλώνονταν με απόλυτο γεωγραφικό και χρονικό συγχρονισμό.
Ομως, τολμώ να πω ότι είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του καπιταλισμού, ενδεχομένως και του εμπορευματικού πολιτισμού, που ο homo economicus είναι τόσο κοντά στο ολοκληρωτικό σβήσιμο της μηχανής. Κι είναι σίγουρα η πρώτη φορά στην ιστορία της μισθωτής εργασίας που τόσο τεράστιο κομμάτι της βγαίνει όχι απλώς εκτός παραγωγής, αλλά και εκτός κυκλοφορίας, σε αυτόν τον ιδιότυπο αισθητηριακό ακρωτηριασμό.
Υπό άλλες συνθήκες αυτό θα ήταν ένας ιστορικός, οικουμενικός θρίαμβος της εργασίας. Θα αποδείκνυε σε όλους όσοι οραματίζονται έναν καπιταλισμό απαλλαγμένο από την ενοχλητική διαμεσολάβηση των εργαζόμενων, μια οικονομία ρομπότ, αλγορίθμων και εξαφανισμένων πίσω από οθόνες τηλε-εργαζόμενων ότι, όπου και όπως να κρύψεις τον κόσμο της εργασίας, όπως κι αν τον βαφτίσεις, θα είναι ο αναντικατάστατος κρίκος στην αλυσίδα της παραγωγής αξίας. Φανταστείτε αν το παγκόσμιο λοκ ντάουν δεν ήταν αποτέλεσμα της βιοτρομοκρατίας του COVID-19 (και δεν υπαινίσσομαι τίποτε απολύτως, λέω απλώς αυτό που μας συμβαίνει), αλλά συνέπεια μιας ηχηρής ή σιωπηρής, κόκκινης ή λευκής, παγκόσμιας απεργίας. Δεν μπορώ να φανταστώ τον τρόμο και τον πανικό που θα προκαλούσε κάτι τέτοιο στις ιθύνουσες τάξεις του πλανήτη.
Ισως όλα αυτά να ακούγονται ως υπερβολή, αποτέλεσμα της υπερευαισθησίας που προκαλεί η εύθραυστη κατάστασή μας. Ωστόσο, η ολική ή μερική αναισθησία που μας επιβάλλεται -έστω και προσωρινά, έστω και αναπόφευκτα, έστω και για το καλό μας- μπορεί να εκληφθεί ως μια παραβολή για την ολική αναισθησία στην οποία περιέρχεται ο οικονομικός μας πολιτισμός.
Πολλές φορές στο παρελθόν έχει οπισθοδρομήσει, έχει πέσει στο ρελαντί. Η εκθετική μεγέθυνση του παγκόσμιου πλούτου έχει διακοπεί από πολέμους, περιφερειακές συγκρούσεις, φυσικά φαινόμενα ή από τις απλές, γνώριμες και αγαπημένες κυκλικές κρίσεις, που πάντως δεν εκδηλώνονταν με απόλυτο γεωγραφικό και χρονικό συγχρονισμό.
Ομως, τολμώ να πω ότι είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του καπιταλισμού, ενδεχομένως και του εμπορευματικού πολιτισμού, που ο homo economicus είναι τόσο κοντά στο ολοκληρωτικό σβήσιμο της μηχανής. Κι είναι σίγουρα η πρώτη φορά στην ιστορία της μισθωτής εργασίας που τόσο τεράστιο κομμάτι της βγαίνει όχι απλώς εκτός παραγωγής, αλλά και εκτός κυκλοφορίας, σε αυτόν τον ιδιότυπο αισθητηριακό ακρωτηριασμό.
Υπό άλλες συνθήκες αυτό θα ήταν ένας ιστορικός, οικουμενικός θρίαμβος της εργασίας. Θα αποδείκνυε σε όλους όσοι οραματίζονται έναν καπιταλισμό απαλλαγμένο από την ενοχλητική διαμεσολάβηση των εργαζόμενων, μια οικονομία ρομπότ, αλγορίθμων και εξαφανισμένων πίσω από οθόνες τηλε-εργαζόμενων ότι, όπου και όπως να κρύψεις τον κόσμο της εργασίας, όπως κι αν τον βαφτίσεις, θα είναι ο αναντικατάστατος κρίκος στην αλυσίδα της παραγωγής αξίας. Φανταστείτε αν το παγκόσμιο λοκ ντάουν δεν ήταν αποτέλεσμα της βιοτρομοκρατίας του COVID-19 (και δεν υπαινίσσομαι τίποτε απολύτως, λέω απλώς αυτό που μας συμβαίνει), αλλά συνέπεια μιας ηχηρής ή σιωπηρής, κόκκινης ή λευκής, παγκόσμιας απεργίας. Δεν μπορώ να φανταστώ τον τρόμο και τον πανικό που θα προκαλούσε κάτι τέτοιο στις ιθύνουσες τάξεις του πλανήτη.
Δυστυχώς, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Παραδόξως οι εργαζόμενοι του κόσμου, είτε είναι επιστήμονες υψηλής ειδίκευσης είτε απλοί χειρώνακτες, είναι τα πρώτα θύματα της αναντικατάστατης δύναμής τους. Η ολική αναισθησία, κυριολεκτική ή μεταφορική, στην οποία υποβάλλονται, ανεξάρτητα από τις καλές προθέσεις των επιδημιολόγων, λειτουργεί αναπόφευκτα ως μια μορφή κοινωνικού ακρωτηριασμού της. Ενδεχομένως, στο μυαλό των πιο ευφάνταστων σχεδιαστών του μέλλοντος αναδύεται ήδη η ευκαιρία μέσα από την κρίση – για να πιάσει τόπο και το κλισέ. Η βίαιη επιτάχυνση της μετάβασης σε μια παραγωγική αλυσίδα απομακρυσμένων, απομονωμένων και αγνώστων μεταξύ τους παραγωγών, κλεισμένων σε σπίτια που είναι και χώροι εργασίας, συνδεδεμένων μόνο μέσω των οπτικών ινών και δορυφορικών σημάτων που μεταμορφώνουν την κοινωνία σε ιστό και τις τάξεις σε δίκτυα και πλατφόρμες.
Ταπεινή συμβουλή: Οσο μπορούμε να κρατήσουμε ζωντανές και σε πλήρη χρήση τις αισθήσεις μας -εξωτερικές κι εσωτερικές- πριν τις νεκρώσουν τα ψηφιακά και τα απολυμαντικά υποκατάστατα. Για να σκορπίζουν τόσο γενναιόδωρα χρήμα από το ελικόπτερο οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες του κόσμου, κάτι σημαντικό παίζεται εδώ. Για να έχουν λατρέψει τόσο πολύ το κράτος οι αγορές που τόσο το μίσησαν, κάτι μεγάλο διακυβεύεται. Πρέπει να είμαστε παρόντες. Και με όλες τις αισθήσεις ενεργές.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
…Στον προτεχνολογικό κόσμο, η γειτνίαση των ανθρώπων ήταν ουσιαστική. Τώρα δεσπόζει η απόσταση, η έμμεση σχέση και η σχέση διά των μέσων ενημέρωσης. Η εντολή κενώνεται. Και τούτο διότι δεν έχουμε πλέον κανέναν να αγαπήσουμε. Η παγκοσμιοποίηση -και το τέλος των δυσπιστιών του Ψυχρού Πολέμου- ευνοούν την αλληλεγγύη με τα μακρινά πρόσωπα. Αυτή η αγάπη για τον μακρινό φαίνεται να προωθείται τόσο από τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες όσο και από τα πιο εύκολα ταξίδια. Αλλά εκείνος που αγαπάμε έτσι συχνά είναι κάτι το αφηρημένο, και το τίμημα το πληρώνει η αγάπη προς τον πλησίον που απαιτούσε η ιουδαϊκή-χριστιανική ηθική. Οπως σε έναν φαύλο κύκλο, αυτή η τάση συνταιριάζει με την αδιαφορία προς τον πλησίον που παράγουν ο πολιτισμός της μάζας και η εξαφάνιση των παραδοσιακών αξιών. Και όπως τότε που ο Νίτσε διακήρυξε τον «θάνατο του Θεού», έτσι και τώρα είμαστε στο κατώφλι μιας τελείως νέας γης, εκεί όπου η ηθική της αγάπης δεν είναι πλέον εφικτή, επειδή έχει εκλείψει το αντικείμενό της.
Λουίτζι Ζόγια, «Ο θάνατος του πλησίον»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου