Ρωτάς στην Ελλάδα τους ανθρώπους τι είναι δημοκρατία, και λαβαίνεις δέκα εκατομμύρια ορισμούς. Το ίδιο συμβαίνει αν ρωτήσεις τι είναι ελευθερία, ισότητα, ευνομία, δικαιοσύνη, ή ότι άλλο. Όμως, όπως έλεγε ο Σωκράτης, ο ορισμός της κάθε έννοιας είναι ένας και μοναδικός. Για να ορίσεις μια έννοια, έλεγε, πρέπει να την περιγράψεις με τόσες λέξεις, ώστε να μην μπορείς να προσθέσεις ούτε μία λέξη, να μην μπορείς να αφαιρέσεις ούτε μία, και να μην μπορείς να αλλάξεις ούτε μία.
Η αλήθεια είναι ότι ούτε αυτό είναι αρκετό. Χρειάζεται επί πλέον, να είσαι βαθύς γνώστης της ιστορίας (να γνωρίζεις δηλαδή το ιστορικό πλαίσιο κατά το οποίο δημιουργήθηκε η λέξη), καθώς επίσης και τις συνθήκες εκείνες που όρισαν το «αναγκαίον» εισαγωγής μιας νέας κατάστασης, την οποία έπρεπε βεβαίως και να ονοματιστεί.
Η κάθε ονομασία εμπεριέχει μέσα της το ιστορικό υπόβαθρό δημιουργίας της. Μέσα στην ετυμολόγησή της κρύβονται ασφαλείς πληροφορίες και αναντίρρητα συμπεράσματα. Βεβαίως, για να φτάσεις σ’ αυτά πρέπει να ακολουθήσεις την επαγωγική μέθοδο του Σωκράτη («επακτικοί λόγοι»), ώστε να εξάγεις καθολικούς ορισμούς («ορίζεσθαι καθόλου»). «Αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις», όπως έλεγε και ο Αντισθένης. Δηλαδή, για να φτάσεις στην κατανόηση του «όντος», θα πρέπει απαραιτήτως να εισέλθεις βαθιά μέσα στην ονομασία του και να ανιχνεύσεις την ετυμολογική της σύνθεση.
Τι σημαίνει λοιπόν «δημοκρατία»; Η λέξη πρωτοεμφανίζεται στην Αθήνα κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα, με την εγκαθίδρυση του πολιτεύματος εκείνου που ονοματίζει. Πριν από τότε, η λέξη ήταν αδιανόητη. Το ποιο ακριβώς πολίτευμα περιγράφει, ορίζεται καθαρά από την ετυμολογία της ίδιας της λέξης. Δημο-κρατία. Δηλαδή, το κράτος (εξουσία) του δήμου (των δημοτών). Ακόμα κι αν δεν γνωρίζει κάποιος την ιστορία της κλασικής Ελλάδος, η ίδια η λέξη του υποδεικνύει επαρκώς περί τίνος πρόκειται. Αρκεί βεβαίως να μιλά ελληνικά. Δημοκρατία λοιπόν, είναι το πολίτευμα κατά το οποίο ο ίδιος ο λαός (κατ’ ακρίβειαν, οι δημότες) ασκούν πρωτογενώς την άμεση και ακηδεμόνευτη, απόλυτη εξουσία.
Βεβαίως, η κλασική ιστορία, αλλά και η ίδια η λέξη, μας παρέχουν κι άλλες σημαντικές πληροφορίες. Γνωρίζουμε κατ’ αρχήν, ότι ο κάθε Δήμος συνιστούσε και ένα αυτόνομο κράτος (πόλις-κράτος), καθώς επίσης και η ίδια η λέξη μας μιλά για εξουσία των δημοτών (citizen στα αγγλικά, από το ελληνικό άστυ που πέρασε παραφθαρμένα στην αγγλική ως city). Ουσιαστικά, δηλαδή, η έννοια του πολίτη είναι αδιανόητη πέραν της κρατικής οντότητας μιας πόλης.
Βεβαίως, ενίοτε χρησιμοποιούμε τον προσδιορισμό Έλληνας πολίτης, Γερμανός πολίτης, Ισπανός πολίτης, κλπ, αλλά αυτό το κάνουμε ευφημιστική αδεία. Στην πραγματικότητα, όλοι μας έλκουμε την ιδιότητά μας ως πολίτες δια της εμπλοκής μας στα πολιτικά πράγματα (τα πράγματα της πόλης δηλαδή), έστω κι αν δεν υφίσταται πλέον πουθενά στον πλανήτη ουσιαστική έννοια του πολίτη και περιοριζόμαστε απλά στην εκλογή των αντιπροσώπων μας στην κεντρική εξουσία.
Τα πράγματα έγιναν γελοιωδέστερα με κάποιους αδόκιμους νεολογισμούς περί ενός φαντασιακού όντος, το οποίο πολλοί ονομάζουν «Ευρωπαίο πολίτη», ή ακόμα χειρότερα, «παγκόσμιο πολίτη». Δύο λέξεις ετεροαναιρούμενες. Ή παγκόσμιος (global) μπορεί να είναι κάποιος ή πολίτης (citizen). Δεν γίνεται να είναι και τα δύο μαζί. Είναι σαν να λες ηλιόλουστο μεσονύχτιο ή συννεφιασμένη ξαστεριά.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, έστω και σε φαντασιακό επίπεδο, αν θέλει κάποιος να στηρίξει εννοιολογικά ένα μελλοντικό, ενδεχομένως, υποκείμενο, οφείλει να το προσδιορίζει λεκτικά με μια δόκιμη ονομασία –κι αν δεν υπάρχει, να την δημιουργήσει- και όχι να μεταχειρίζεται με τέτοιο άξεστο τρόπο μια ιστορική έννοια, που υποδηλώνει όμως άλλο πράγμα. Αυτή είναι η μαγεία της γλώσσας. Το «ορίζεσθαι καθόλου», που έλεγε και ο Σωκράτης.
Το ίδιο πρέπει να ισχύει και στον ορισμό ενός πολιτεύματος. Η έννοια «δημοκρατία» δημιουργήθηκε τότε για να εκφράσει το πολίτευμα που πρωτοποριακά εγκαινιάστηκε στην Αθήνα. Ένα πολίτευμα που δοκιμάστηκε, πολεμήθηκε, λοιδορήθηκε, ισοπεδώθηκε και επιχωματώθηκε για δέκα ολόκληρους αιώνες. Για να αναγεννηθεί ξανά, έστω σαν έννοια μόνο, ή σαν ζητούμενο έστω, κατά την εποχή του διαφωτισμού και της Αναγέννησης (του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, εννοείται).
Η δημιουργία των εθνικών κρατών αργότερα, εδραζόμενη στην ανάγκη μιας δικαιότερης οργάνωσης, ανέσυρε από τη λάσπη εκείνη την ξεχασμένη επί αιώνες λέξη και επιχείρησε να την «φορέσει» σε κάτι τερατώδες σε σχέση με την στενή της εμβέλεια. Δημοκρατία είναι πολίτευμα της πόλης. Μην το λησμονούμε αυτό. Πώς είναι δυνατόν να φορεθεί σε ένα ολόκληρο έθνος-κράτος; Και τότε γεννήθηκαν τερατουργήματα!
Στην Δύση επιχειρήθηκε η αναζήτηση μιας καινούργιας λέξης, για να εκφράσει πιστότερα την νέα πραγματικότητα. Και γεννήθηκε η λέξη republic (από το λατινικόres publica, από το res=πράγμα [υποδηλώνοντας το κράτος] και το publica=λαϊκό). Απόλυτα δόκιμη λέξη ομολογουμένως, αφού το υποκείμενο δεν είναι πλέον ο δημότης-πολίτης, αλλά ο λαός, ο οποίος επιλαμβάνεται σε ολόκληρη την εθνική επικράτεια.
Στην Ελλάδα επιχειρήθηκε κάτι αντίστοιχο στο βασικό πρόταγμα της εθνικής αντίστασης του ’40-44, με την νεότευκτη λέξη «λαοκρατία». Λέξη όμως που κυνηγήθηκε και τσαλαπατήθηκε αμέσως μετά από τους νικητές του εμφυλίου που ακολούθησε. Ίσως επειδή ταυτίστηκε (αδόκιμα φυσικά) με τις Λαϊκές Δημοκρατίες που γέννησε η μεταπολεμική νέα τάξη στην Ανατολική Ευρώπη.
Όμως, λαοκρατία και λαϊκή δημοκρατία δεν είναι το ίδιο πράγμα. Λαοκρατία είναι η ίδια η δημοκρατία σε διαδημοτικό-εθνικό επίπεδο, ενώ λαϊκή δημοκρατία είναι άλλο ένα αδόκιμο «σκαρίφημα», που και από την ετυμολογική της σύνθεση ακόμα, αναιρεί την έννοια της δημοκρατίας. Η δημοκρατία δεν επιδέχεται προθέματα και επιθετικούς προσδιορισμούς. Η δημοκρατία είναι αυτό που είναι. Αυτοκαθορίζεται από την ίδια της την ονομασία. Μία είναι η δημοκρατία. Η εξουσία του λαού! Όποιος θέτει προθέματα στην αυθύπαρκτη αυτή λέξη, τότε την διαστρέφει είτε εκούσια είτε ακούσια. Τι πάει να πει «λαϊκή δημοκρατία»; Αφού η δημοκρατία είναι, ούτως ή άλλως, από τη φύση της, λαϊκή. Εκείνοι που επινόησαν αυτό τον όρο είναι σαν να αποδέχονται ότι υπάρχουν κι άλλες δημοκρατίες, μη λαϊκές. Πράγμα άτοπον! Το ίδιο συμβαίνει και με τις διάφορες άλλες παραλλαγές της (αστική, αντιπροσωπευτική, άμεση, κοινοβουλευτική, κλπ.).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα πλημμελούς κατανόησης του όρου, οι υπήκοοι των ΗΠΑ, των οποίων τα συντηρητικότερα στρώματα εκφράζονται πολιτικά δια του ρεπουμπλικανικού κόμματος, βεβαίως χωρίς να αντιλαμβάνονται την αντίφαση. Ούτε οι ψηφοφόροι, αλλά ούτε και οι ιθύνοντες του κόμματος. Ένα κόμμα κατά βάση ολιγαρχικό, να ονομάζεται «republican party», δηλαδή «λαοκρατικό κόμμα». Όχι βέβαια ότι και το «αντίπαλο» κόμμα (το «Δημοκρατικό») έχει καμία σχέση με τη δημοκρατία.
Όλα είναι θέμα προσλαμβανουσών. Το πως δηλαδή ο καθένας κατανοεί –και σε ποιο βαθμό- τον ορισμό που διαχειρίζεται. Είναι εκπληκτικό το πως έριδες και αντεγκλήσεις αιώνων επιλαμβάνονται όχι επί της δημοκρατίας αυτής καθαυτής, αλλά στο πως η μία ή η άλλη πλευρά αντιλαμβάνεται αυτό τον όρο. Και είναι ακόμα πιο εκπληκτικό στο πως «αριστεροί» και «δεξιοί» κατηγορεί ο ένας τον άλλο ως εχθρό της δημοκρατίας. Ποιας δημοκρατίας όμως; Όχι αυτής καθαυτής, αλλά της δικής τους θεώρησης περί δημοκρατίας.
Ας αφήσουμε λοιπόν την δημοκρατία στις ιστορικές της αναφορές κι ας αναζητήσουμε εκείνη την ενδεδειγμένη λέξη που θα αντικατοπτρίζει επακριβώς την τότε εξουσία των δημοτών στα νεοδιαμορφωμένα ιστορικά πλαίσια. Όχι στα στενά όρια ενός δήμου, αλλά στις ευρύτερες εθνικές αναφορές. Αυτό που αναζητείται είναι μια νέα έννοια, που θα προσδιορίζει πιστά την λαϊκή κυριαρχία στην νέα διευρυμένη ιστορικο-πολιτική οντότητα του έθνους-κράτους.
Στην Δύση την βρήκαν αυτή την λέξη με το republic. Ασχέτως αν έμειναν απλά στο γράμμα και «ξέχασαν» την ουσία. Την βρήκαμε κι εμείς αυτή την λέξη κατά την περίοδο της εθνικής αντίστασης. Η λέξη είναι «Λαοκρατία». Ας την ανασύρουμε λοιπόν από την λήθη κι ας την καταστήσουμε ξανά επίκαιρη. Όχι μοναχά στο γράμμα, όπως συνέβη στην Δύση, αλλά και στην πραγματική της ουσία.
Γιώργος Ιεροδιάκονος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου