Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Ποιος υπερασπίζεται ποιον με το «όχι» της Λευκωσίας. Tου Παύλου Νεράντζη


Χωρίς αμφιβολία η απόφαση του eurogroup για «κούρεμα» των καταθέσεων σε κυπριακές τράπεζες έρχεται κατάφωρα σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή οδηγία για την ασφάλεια των καταθέσεων έως εκατό χιλιάδες ευρώ. Και το κυριότερο, πλήττει τη βασική αρχή στην οποία στηρίζεται το τραπεζικό σύστημα, την αμοιβαία πίστη. Του Παύλου Νεράντζη
Οι οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, όπως και η φορολόγηση ακινήτων ή η επιβολή άλλων φόρων θεωρούνται αναπόφευκτες από τους νεοφιλελεύθερους στο πλαίσιο της δημοσιονομικής πειθαρχίας και εύλογα κοινωνικά άδικες από τις αντι-μνημονιακές δυνάμεις, αλλά για αμφότερους οι καταθέσεις σε χρήμα ήταν «ιερές» που ουδείς στο παρελθόν είχε τολμήσει να
«ακουμπήσει». Ακόμη και όταν επιβλήθηκαν φόροι σε καταθέσεις, όπως στην περίπτωση της Ιταλίας στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, αυτοί ήταν αμελητέοι.

Για πρώτη φορά -και υπό την έννοια αυτή αποτελεί ένα crash test, ένα κακό προηγούμενο που δύσκολα θα ξεχαστεί από το μέσο ευρωπαίο πολίτη- ένα θεσμικό όργανο της ΕΕ προχωρεί στη λήψη ενός τέτοιου μέτρου. Το υπερτροφικό τραπεζικό σύστημα της Κύπρου επιλέχθηκε ως το πεδίο άσκησης ακραίων οικονομικών πολιτικών και οι καταθέτες της λειτούργησαν άθελά τους ως πειραματόζωα. Εύλογη συνεπώς η αντίδραση των Κυπρίων, αλλά και η ανησυχία των ευρωπαίων καταθετών.

Είναι εξίσου σαφές ότι δεν είναι μόνον η Κύπρος που για όλα αυτά τα χρόνια, χάρη στα υψηλά επιτόκια και τους επισφαλείς έως ανύπαρκτους ελέγχους για την προέλευση των κεφαλαίων, λειτούργησε ως φορολογικός παράδεισος και «πλυντήριο» για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος όχι μόνον από τη Ρωσία και την Ουκρανία, αλλά και τη Μέση Ανατολή και την Κίνα.

«Κάνε και εσύ μία off shore εταιρία με έδρα τη Λευκωσία» ήταν η συνήθης φράση που ακουγόταν και στην Ελλάδα σε συζητήσεις επιχειρηματικών κύκλων μέχρι πρόσφατα. Στην Κύπρο, άλλωστε, τον πρώτο καιρό της κρίσης φυγάδευσαν τα κεφάλαιά τους πολλοί Έλληνες, μικροί και μεγάλοι, καταθέτες, στην πλειοψηφία τους φοροφυγάδες στην ημεδαπή.

Κι άλλες χώρες, όπως κάποιες από τις βαλτικές, που τυγχάνουν δορυφόροι της Γερμανίας, η Ελβετία, το Λιχτενστάιν τυγχάνουν φορολογικοί παράδεισοι για τις οποίες, όμως, ουδείς ομιλεί. Όπως υπάρχουν χώρες, για παράδειγμα η Μάλτα, το Λουξεμβούργο ακόμη και η Ολλανδία που έχουν υπερτροφικό τραπεζικό σύστημα και για τις οποίες επίσης ουδείς ομιλεί, έστω κι αν η διόγκωσή τους οφείλεται σε άλλους παράγοντες.

Ορθώς συνεπώς οι επικριτές της απόφασης του eurogroup επισημαίνουν ότι πρόκειται για μία επιλεκτική και τιμωρητική στάση της ΕΕ και εν πολλοίς της Γερμανίας έναντι της Κύπρου με πολλαπλούς στόχους, οικονομικούς και γεωπολιτικούς: στη μετακίνηση κεφαλαίων των μεγαλοκαταθετών από κυπριακές τράπεζες προς γερμανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, την αξιοποίηση των πλούσιων κοιτασμάτων αερίου σε θαλάσσια οικόπεδα, νοτίως της Κύπρου, τον στρατιωτικό περιορισμό της «ρώσικης αρκούδας» στη νοτιο-ανατολική Μεσόγειο.
Σε καμία, όμως, περίπτωση το σύνολο αυτής της κριτικής δεν μπορεί να δικαιολογήσει το «όχι» της κυπριακής βουλής. Διότι ικανοποίησε μεν το θυμικό των καταθετών, έδωσε αφορμή για να φτάσουν στα ουράνια οι κορώνες αντίστασης στους «κακούς Ευρωπαίους», αλλά το ειδικό του βάρος είναι ανεπαρκές για να αναιρέσει το βασικό επιχείρημα της «άλλης πλευράς»: η Κύπρος έχει ένα υπερτροφικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, που στηριζόταν σε πήλινα πόδια και σε βρώμικες δουλειές με εξαίρεση τον τουρισμό.

Το κυπριακό «όχι» πολύ περισσότερο δεν συνοδεύτηκε από μία ουσιαστική εναλλακτική πρόταση στην απόφαση του eurogroup. Η κυπριακή ηγεσία στο σύνολό της φάνηκε ότι ήθελε περισσότερο να διασφαλίσει τα κεκτημένα, το status quo παρά να λύσει το πρόβλημα. Και όπως συμβαίνει συνήθως το «όχι» έδωσε τροφή στον επαρχιωτικό εθνοκεντρισμό, που ελλοχεύει σε όλο το φάσμα των κυπριακών πολιτικών δυνάμεων, δημιουργώντας εύλογα ερωτηματικά για το «ποιος υπερασπίζεται ποιον».

Ποιον και τι υπερασπίζεται αλήθεια ο Κύπριος διαδηλωτής; Όχι αυτός που εύλογα αγωνιά για τη θέση εργασίας του, αλλά οι υπόλοιποι που είχαν μάθει να ζουν με τις Φιλιππινέζες στο σπίτι και τα αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού στους δρόμους. Η απώλεια ενός μικρού τμήματος των καταθέσεών τους, την οποία δεν πρότειναν οι ευρωπαίοι ηγέτες, αλλά φέρεται να ζήτησε ο Κύπριος πρόεδρος από το eurogroup, είναι υποπολλαπλάσια των ζημιών που υπέστησαν, λόγω περικοπών σε μισθούς και συντάξεις, Έλληνες, Ισπανοί και Πορτογάλοι εργαζόμενοι.

Ο Κύπριος υπεραμύνεται μήπως και του «δικαιώματος» των Ρώσων και λοιπών ολιγαρχών μαφιόζων να ξεπλένουν μαύρο χρήμα, που «κέρδισαν» χάρη στο παράνομο εμπόριο όπλων, ναρκωτικών, διαμαντιών, μεταναστών και πάει λέγοντας;
Ποιον και τι υπερασπίζεται ο Κύπριος πρόεδρος, η κυπριακή βουλή και η εκκλησία της Κύπρου. Όλοι τους «βάζουν πλάτες» για να σωθεί ο ελληνισμός, αλλά ανομολόγητα για να υπερασπιστούν ένα σαθρό τραπεζικό σύστημα. Ουσιαστικά δηλαδή μία χρηματοπιστωτική φούσκα που δεν δημιουργήθηκε χάρη στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας, αλλά στις υπόγειες διαδρομές του μαύρου χρήματος, που επιδοτήθηκε με υψηλά επιτόκια.
Και πώς μπορούν όλοι αυτοί οι κύριοι να υπερασπιστούν τους κύπριους μικροκαταθέτες, αυτούς που πραγματικά πλήττονται από το «νταβαντούρι» των τελευταίων ημερών, όταν οι ίδιοι ευθύνονται για την απουσία διαπραγματευτικής πρότασης στην κρίσιμη συνεδρίαση του eurogroup και τώρα για την επεξεργασία μιας ουσιαστικής εναλλακτικής πρότασης;
Όσο για αυτούς που έσπευσαν στην Αθήνα να υπερασπιστούν το «όχι» της Λευκωσίας μήπως διολισθαίνουν σε επικίνδυνες ατραπούς λαϊκισμού. Διότι το «όχι» στις απαιτήσεις της τρόικας σημαίνει στην προκειμένη περίπτωση «ναι» στην πλέον ακραία μορφή του βάρβαρου καπιταλισμού. Αυτήν του ξεπλύματος μαύρου χρήματος.
Η Κύπρος για μία ακόμη φορά αποδείχθηκε πέρα από τα λόγια τα παχιά και τα μεγάλα αθωράκιστη και …μόνη ακόμη και από τους παραδοσιακούς συμμάχους της. Και εμείς, Κύπριοι και Ελλαδίτες, ασθενικοί για να προχωρήσουμε στη αυτοκάθαρση και να δώσουμε μία λύση πριν την επιβάλουν οι άλλοι για μας με τους δικούς τους όρους.
tvxs.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου